ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 414/2007)
23 Φεβρουαρίου, 2010
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
CHRIKAR TRADING CO. LTD.,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ/Η
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Γ. Γεωργιάδης, για τους Αιτητές.
Μ. Θεοκλήτου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Οι Αιτητές με την προσφυγή τους επιδιώκουν να ακυρώσουν την απόφαση του Διευθυντή Τελωνείων ημερομηνίας 27.12.2006, με την οποία διαφορετικά τυριά που εισήγαγαν χαρακτηρίστηκαν ως απομιμήσεις τυριών και κατατάχθηκαν σε άλλες δασμολογικές κλάσεις απ' ότι τα κατέταξαν οι Αιτητές, με αποτέλεσμα να τους επιβληθεί φόρος κατανάλωσης ύψους £177.146 πλέον 10% πρόσθετη επιβάρυνση, η οποία ανήλθε στο ποσό των £17.714 πλέον 9% τόκο ετησίως επί του οφειλόμενου ποσού.
Τα γεγονότα, τα οποία έχω παραθέσει και στην ενδιάμεση απόφαση μου, ημερομηνίας 30.6.09, έχουν ως εξής:-
Τo Τμήμα Τελωνείων από το 1999, διαπίστωσε ότι κυκλοφορούσαν στην αγορά διαφόρων τύπων απομιμήσεις τυριών, γι' αυτό για σκοπούς ομοιομορφίας αλλά και διασφάλισης των δημοσίων εσόδων, διευκρίνισε με εγκύκλιο του ότι μόνο τυριά που παρασκευάζονται από γάλα ή υποπροϊόντα γάλακτος με πυτιά θα πρέπει να ταξινομούνται στη δασμολογική κλάση 04.06. Τόνισε ότι οι απομιμήσεις τυριών ή άλλων μεταλλαγμένων συστατικών υποκατάστατων του γάλακτος, θα πρέπει να θεωρούνται ότι αλλάζουν το χαρακτήρα του προϊόντος, με αποτέλεσμα να παύουν να θεωρούνται γαλακτοκομικά προϊόντα και ως εκ τούτου θα πρέπει να ταξινομούνται στη δασμολογική κλάση 19.01 και 21.06. Παρόμοιου περιεχομένου ήταν και η Εγκύκλιος «Ο-"T"(79)» σε σχέση με «τυριά» για χορτοφάγους («vegetable cheeses»), τα οποία επίσης θεωρήθηκαν «απομιμήσεις τυριών» και επιβαρύνονταν με φόρο κατανάλωσης.
Οι Αιτητές εισάγουν από την Ελλάδα και εμπορεύονται, μεταξύ άλλων, προϊόντα της Ελληνικής εταιρείας Kolios S.A. Greek Dairy με την εμπορική ονομασία "Fast", "Tostino", "Vitam" και "Aspro with Vegetable Fat Oil". Μεταξύ 22.5.04 και 5.3.06, οι Αιτητές μετέφεραν δια θαλάσσης από την Ελλάδα σε 26 διαφορετικές αποστολές (ενδοκοινοτικές διακινήσεις), διάφορες ποσότητες των πιο πάνω εμπορευμάτων. Τα συγκεκριμένα εμπορεύματα δεν παρασκευάζονται αποκλειστικά από ζωικό γάλα ή άλλα υποπροϊόντα ζωικού γάλακτος, ώστε να θεωρούνται τυριά, σύμφωνα με τις εγκυκλίους του Τελωνείου. Αντίθετα, περιέχουν φυτικά έλαια και άλλα συστατικά, υποκατάστατα του γάλακτος. Κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν επιβαλλόταν φόρος κατανάλωσης σε τυριά που παρασκευάζονταν από γαλακτοκομικά προϊόντα και ταξινομούνταν στη δασμολογική κλάση 04.06, ενώ επιβαλλόταν τέτοιος φόρος κατανάλωσης σε παρόμοια προϊόντα με υποκατάστατα γάλακτος, αφού χαρακτηρίζονταν ως «απομιμήσεις τυριών» και ταξινομούνταν στη δασμολογική κλάση 21.06 και 19.01 της συνδυασμένης ονοματολογίας «Taric».
Οι περισσότερες αποστολές, περιείχαν τόσο τυριά από ζωικό γάλα, όσο και απομιμήσεις τυριών από φυτικά και υποκατάστατα προϊόντα του ζωικού γάλακτος. Οι Αιτητές μετά την καταχώρηση στο Τελωνείο Βεβαίωσης του κοινοτικού χαρακτήρα των εμπορευμάτων, εκτελώνιζαν και τις δύο κατηγορίες προϊόντων, χωρίς να καταβάλλουν φόρο κατανάλωσης για τα προϊόντα που θεωρούνταν «απομιμήσεις τυριών» και τα οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο φορολογούνταν με φόρο κατανάλωσης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν υπάρχουν πλέον διατυπώσεις που να εμποδίζουν την ελεύθερη διακίνηση των προϊόντων που εισάγονται στη Δημοκρατία, από άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχουν πλέον περιθώρια φυσικού ελέγχου κατά την άφιξη των προϊόντων στην Κύπρο.
Σύμφωνα με τους καθ' ων η αίτηση, τα εμπορεύματα που εισήγαγαν οι Αιτητές, παρά την εκτελώνιση τους εξακολουθούσαν να παραμένουν δεσμευμένα υπό τη φύλαξη του εισαγωγέα και δεν μπορούσαν να εισέλθουν στην ανάλωση μέχρι να υποβληθεί διασάφηση και να πληρωθούν οι αναλογούντες φόροι. Όμως οι Αιτητές, παρά τις σαφείς πρόνοιες του περί Φόρου Κατανάλωσης Νόμου, διέθεταν τα υποκείμενα στο φόρο κατανάλωσης, χωρίς να καταχωρούν τις απαιτούμενες διασαφήσεις μέσα στην προθεσμία που προέβλεπε ο περί Φόρου Κατανάλωσης Νόμος του 2004 (Ν. 91(Ι)/2004), όπως τροποποιήθηκε, στο εξής «ο Νόμος».
Σε κάποιο στάδιο, το Τμήμα Τελωνείων αφού συγκέντρωσε τα απαιτούμενα στοιχεία από τα σχετικά τιμολόγια, ετοίμασε συνοπτικό Κατάλογο στον οποίο, μεταξύ άλλων, φαίνονται τα προϊόντα που έφεραν φόρο και οι οφειλόμενοι φόροι κατανάλωσης. Στη βάση του Καταλόγου, η Διευθύντρια Τελωνείων με την επιστολή της ημερομηνίας 27.12.2006, αξίωσε από τους Αιτητές την καταβολή του ανείσπρακτου φόρου κατανάλωσης που συνολικά ανερχόταν στις Λ.Κ.177.142, πλέον 10% πρόσθετη χρηματική επιβάρυνση, η οποία ανέρχεται στο ποσό των Λ.Κ.17.714, πλέον 9% τόκο ετησίως επί του καταβλητέου ποσού, από την ημέρα που αυτό κατέστη οφειλόμενο.
Οι Αιτητές προβάλλουν οκτώ λόγους για ακύρωση της απόφασης: (1) έλλειψη δέουσας έρευνας, (2) παραβίαση του Ευρωπαϊκού Δικαίου, (3) ότι η απόφαση λήφθηκε μετά την πάροδο ευλόγου χρόνου, (4) έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας, (5) πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο, (6) παραβίαση των αρχών του Διοικητικού Δικαίου, (7) παράνομη και ανεπίτρεπτη αναδρομική επιβολή φόρου και (8) παραβίαση του Άρθρου 90 της Συνθήκης Ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας οι Αιτητές με ενδιάμεση αίτηση τους, ζήτησαν από το δικαστήριο όπως παραπέμψει στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως ήταν τότε, τρία προδικαστικά ερωτήματα. Το δικαστήριο, για τους λόγους που εξηγεί στην απόφασή του ημερομηνίας 30.6.2009, δεν έκαμε δεχτό το αίτημα, με αποτέλεσμα η προσφυγή να προχωρήσει σε διευκρινίσεις επί της ουσίας.
Με την ένσταση τους οι καθ' ων η αίτηση προς απόρριψη της παρούσας προσφυγής, εγείρουν προδικαστική ένσταση με την οποία προβάλουν ότι η προσβολή εκ μέρους των Αιτητών της χρηματικής επιβάρυνσης, δεν αποτελεί εκτελεστή πράξη, η οποία όμως αποσύρθηκε κατά την διαδικασία των διευκρινήσεων.
Δέουσα έρευνα-Λόγος ακύρωσης 1
Οι Αιτητές προβάλλουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας, γιατί όπως ισχυρίζονται ο χαρακτηρισμός των επίδικων προϊόντων ως «απομιμήσεις» δεν στηρίχθηκε σε φυσική έρευνα των προϊόντων, δηλαδή σε εργαστηριακό έλεγχο των συστατικών των προϊόντων, αλλά περιορίστηκε στο ότι αναγραφόταν στις σημάνσεις πάνω σε αυτά και από πληροφορίες στο διαδίκτυο. Περαιτέρω προβάλλει ότι δέουσα έρευνα δεν έγινε και ως προς την υπαγωγή των προϊόντων στις κλάσεις 19.01 και 21.06.
Οι καθ' ων η αίτηση απορρίπτουν αυτό το λόγο ακύρωσης και προβάλλουν ότι η δεν μπορούσαν να προχωρήσουν σε φυσικό έλεγχο των προϊόντων λόγω της ελεύθερης διακίνησης αγαθών που ισχύει μεταξύ των μελών της Ε.Ε. και ότι η έρευνα ήταν δέουσα, αφού από τις σημάνσεις των επίδικων προϊόντων προχώρησαν σε σύγκριση των συστατικών που αναγράφονται σ' αυτές, με αυτά των αντίστοιχων «γνήσιων» προϊόντων, καταλήγοντας ότι δεν ήταν τα ίδια και άρα ήταν «απομιμήσεις» αυτών. Οι δε σημάνσεις είναι ενδεδειγμένος τρόπος έρευνας, αφού τα συστατικά αναγράφονται από τους ίδιους τους παραγωγούς των προϊόντων και τους δεσμεύουν. Επαρκή θεωρούν και την έρευνα που έκαμαν στο διαδίκτυο, αφού βασίσθηκε σε στοιχεία από επίσημες ιστοσελίδες αναγνωρισμένων διεθνών οργανισμών τυποποίησης τροφίμων, όπως η FAO και WHO στα οποία περιλαμβάνονταν και τα προϊόντα των Αιτητών. Έτσι με βάση την σύσταση των προϊόντων που έδιναν οι κατασκευαστές και όχι την ονομασία τους, τα κατέταξαν στις αναφερόμενες κλάσεις σύμφωνα με την κλάση 12, Μέρος Γ΄, Τέταρτο Παράρτημα του Νόμου, αφού περιείχαν κυρίως φυτικά έλαια, φυτικά λιπαρά, άμυλο και δεν αποτελούνταν εξ ολοκλήρου από γάλα ή παράγωγα γάλακτος, ώστε να ταξινομηθούν ως τυριά.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Δέουσα έρευνα έχουμε όταν κατά περίπτωση, το διοικητικό όργανο μετά από έρευνα έχει συλλέξει όλα τα σχετικά στοιχεία της υπόθεσης. Ο τρόπος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στο διοικητικό όργανο. Η εισήγηση του δικηγόρου του Αιτητή, είναι ότι η διοίκηση όφειλε να προβεί σε εργαστηριακή ανάλυση για να διαπιστώσει τα συστατικά των προϊόντων. Διαφωνώ. Καμιά τέτοια ανάλυση δεν χρειαζόταν, αφού τα συστατικά στοιχεία αναγράφονται από τους ίδιους τους κατασκευαστές και συσκευαστές των προϊόντων. Στην προκειμένη περίπτωση, η έρευνα που έγινε ήταν επαρκής, αφού με βάση τα στοιχεία που οι καθ'ων η αίτηση είχαν συλλέξει, τόσο από τις αναγραφές πάνω στα επίδικα προϊόντα όσο και από το διαδίκτυο, κατέληξαν στο ασφαλές συμπέρασμα ότι τα προϊόντα θα έπρεπε να ταξινομηθούν στις κλάσεις 19.01 και 21.06 και να υπαχθούν στον συγκεκριμένο φορολογικό συντελεστή, αφού στις ετικέτες η σύσταση των προϊόντων αναγράφηκε από τους ίδιους που τα έχουν παράγει. Αυτός, κατά την άποψή μου αποτελεί, ένα ασφαλή τρόπο διαπίστωσης της φύσης των προϊόντων, συγκριτικά με τη σύσταση παρόμοιων προϊόντων. Το ίδιο ισχύει και για την έρευνα μέσω του διαδικτύου. Πρόκειται για επίσημες ιστοσελίδες διεθνών οργανισμών, με αρμοδιότητα για τέτοια ζητήματα και διεθνώς αναγνωρισμένες. Τέτοιου είδους σύγχρονες μεθόδους έρευνας δεν μπορούν να αποκλειστούν χωρίς να υπάρχει επαρκής λόγος. Το ίδιο ζήτημα τέθηκε από τους Αιτητές και στην Chrikar Trading Co. Ltd. v. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 413/2007, ημερομηνίας 27/2/09, στην οποία ο αδελφός δικαστής Ναθαναήλ υιοθέτησε παρόμοια προσέγγιση, θεωρώντας επαρκέστατο τόσο τον τρόπο που έγινε έρευνα όσο και την έκταση της.
Πλάνη περί τα πράγματα - Λόγος ακύρωσης 5
Από τη στιγμή που το δικαστήριο κατέληξε ότι η έρευνα ήταν δέουσα, το μόνο που παραμένει να εξεταστεί είναι κατά πόσο οι καθ'ων η αίτηση στηρίχθηκαν σε προϋποθέσεις και πραγματικά γεγονότα που είναι εξ αντικειμένου ανύπαρκτα ή ότι παρέλειψαν να λάβουν υπόψη ουσιώδη πραγματικά γεγονότα.
Εκείνο που προβάλλει ο ευπαίδευτος δικηγόρος για τους Αιτητές στην αγόρευση του, είναι ότι ακόμη και αν τα επίδικα προϊόντα δεν θεωρηθούν τυριά, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι απομίμηση, αλλά μπορεί να θεωρηθούν ως «άλλα προϊόντα». Η θεώρηση από τους καθ'ων η αίτηση των προϊόντων απαραιτήτως ως απομιμήσεις, συνιστά, κατά την άποψη του, σύγχυση και πλάνη.
Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.
Η έρευνα των καθ'ων η αίτηση έχει κριθεί νόμιμη. Τα πραγματικά γεγονότα που στηρίχθηκαν οι καθ'ων η αίτηση ήταν απόρροια των συστατικών στοιχείων που έδωσαν οι ίδιοι οι Αιτητές, τα οποία εύλογα ταξινομήθηκαν από τους καθ'ων η αίτηση. Κατά την άποψή μου δεν υπήρξε καμιά πλάνη στη δασμολογική κατάταξη των προϊόντων.
Η κλάση 04.06 περιλαμβάνει «τυριά και πηγμένο γάλα για τυρί». Η υποπαράγραφος 04.06.90 της σχετικής κλάσης προβλέπει και για την απαλλαγή από φόρο κατανάλωσης «άλλων τυριών». Η εισήγηση του δικηγόρου του Αιτητή ότι τα προϊόντα τους έπρεπε, αν μη τι άλλο, να ταξινομηθούν σ' αυτή την κατηγορία, δεν ευσταθεί. Για να ταξινομηθούν σ' αυτή την κλάση θα έπρεπε πρώτα να θεωρηθούν με βάση τα συστατικά του ως «τυριά και πηγμένο γάλα για τυρί». Μόνο αν δεν μπορούσαν να ταξινομηθούν σε μια από τις 4 υποκατηγορίες 04.06.10/20/30/40 θα μπορούσαν να ταξινομηθούν στην κατηγορία «άλλα τυριά». Όμως τα προϊόντα των Αιτητών, μετά από δέουσα έρευνα εύλογα ταξινομήθηκαν ως απομιμήσεις και επομένως δεν μπορούσαν να καταταγούν στη σχετική κατηγορία άλλων τυριών. Ακόμη και ως απομιμήσεις, αν δεν καλύπτονται από την κυρίως κλάση 21.06 αλλά ταξινομούνται στην υποκατηγορία «άλλων» απομιμήσεων 21.06.90, σε τίποτε δεν θα ωφελούσε τους Αιτητές.
Παραβίαση του Ευρωπαϊκού Δικαίου-Λόγος ακύρωσης 2
Οι Αιτητές προβάλουν ότι η ονομασία ή ο όρος «απομίμηση τυριού» ο οποίος υπάρχει στην κλάση 12, Μέρος Γ΄, Τέταρτο Παράρτημα του Νόμου, είναι αντίθετη με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία, ήτοι το Άρθρο 5, παράγραφο 1, της Οδηγίας 79/112/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 89/395/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1989, η οποία προβλέπει για την ονομασία πώλησης και διαφήμισης ενός τροφίμου.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση τους δεν έδωσαν στα επίδικα προϊόντα συγκεκριμένη ονομασία πώλησης τους, αφού τέτοια εξουσία δεν έχουν. Απλώς τα κατέταξαν σε συγκεκριμένη δασμολογική κλάση και στη γενική κατηγορία τροφίμων για σκοπούς επιβολής φορολογίας, ώστε με βάση την Ευρωπαϊκή νομοθεσία να μην έχουν υποχρέωση να προβούν σε περιγραφή των χαρακτηριστικών τους, για σκοπούς προστασίας των καταναλωτών.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Κατά την άποψη μου στην παρούσα περίπτωση, οι καθ'ων η αίτηση δεν προχώρησαν με βάση τις επίδικες διατάξεις να δώσουν συγκεκριμένη ονομασία στα προϊόντα των Αιτητών, ώστε με βάση την Ευρωπαϊκή νομοθεσία να απαιτείται να δίνεται περιγραφή των χαρακτηριστικών του προϊόντος πριν φτάσει στον καταναλωτή. Οι καθ' ων η αίτηση με βάση την συγκεκριμένη νομοθεσία και αφού προηγουμένως προέβησαν σε δέουσα έρευνα των συστατικών των προϊόντων, προχώρησαν και ενέταξαν τα προϊόντα σε συγκεκριμένες κλάσεις για σκοπούς επιβολής φορολογίας. Ο Κανονισμός της ΕΕ που επικαλείται ο συνήγορος των Αιτητών με αρ. 1719/2005,[1] ο οποίος τροποποιεί το Παράρτημα Ι του Κανονισμού (ΕΟΚ) αρ. 2658/87, αφορά προϊόντα τα οποία έχουν συγκεκριμένη ονομασία. Εδώ δεν έχουμε κάτι τέτοιο αφού, λόγω των συστατικών τους δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «τυριά», αλλά εμπίπτουν στην γενικότερη κατηγορία των τροφίμων και εύλογα κατατάχθηκαν για δασμολογικούς και μόνο σκοπούς στην κατηγορία απομιμήσεων τυριών. Καμιά αλλαγή στην ονομασία, όπως φτάνει στον τελικό καταναλωτή, δεν έχει επέλθει και ως εκ τούτου δεν διαπιστώνεται παραβίαση του σχετικού Ευρωπαϊκού Κανονισμού.
Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε μετά την πάροδο εύλογου χρόνου-Λόγος ακύρωσης 3
Οι Αιτητές προβάλλουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο τέλος του 2006, ενώ η εισαγωγή των συγκεκριμένων προϊόντων άρχισε από το 2004 με αποτέλεσμα να παρέλθει ο εύλογος χρόνος ανάκλησης μιας παράνομης, ευνοϊκής για αυτούς πράξης.
Οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι δεν πρόκειται για ανάκληση διοικητικής πράξης, αλλά για βεβαίωση φορολογίας μετά την διαπίστωση ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο οι Αιτητές δεν υπέβαλλαν, σύμφωνα με τον σχετικό Νόμο, τις απαιτούμενες διασαφήσεις.
Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.
Με βάση τα πραγματικά περιστατικά, η παρούσα περίπτωση αφορά βεβαίωση φορολογίας μετά από παράλειψη του φορολογούμενου, στην συγκεκριμένη περίπτωση εμπορευόμενου, να προβεί σε ορθές δηλώσεις. Έτσι κατά την άποψη μου δεν πρόκειται για ανάκληση διοικητικής πράξης, αλλά για διόρθωση υπαγωγής των προϊόντων των Αιτητών στην ορθή φορολογική κλάση, κάτι που επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Επίσης εδώ δεν πρόκειται για λήψη απόφασης μετά την παρέλευση εύλογου χρόνου, αφού η περίπτωση τους εμπίπτει στις πρόνοιες του Άρθρου 24 των περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμων Ν.91(Ι)/2004 το οποίο προνοεί ότι:-
«24(1) Τηρούμενων των διατάξεων του εδαφίου (2) η βεβαίωση σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο εκδίδεται μετά την πάροδο έξι ετών από την ημερομηνία που ο φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός.
(2) Αν έχει απολεσθεί οποιοσδήποτε ποσό φόρου κατανάλωσης ως αποτέλεσμα δόλου ή εσκεμμένης παράλειψης του υπόχρεου σε φορολογία, τότε δύναται η βεβαίωση ως αν η αναφορά σε έξι χρόνια στο εδάφιο (1) ήταν αναφορά σε 12 χρόνια.»
Οι Αιτητές για το χρονικό διάστημα που διέρρευσε από το 2004 μέχρι το 2006 που έγινε η προσβαλλόμενη βεβαίωση φορολογίας, παρέλειπαν παρά τις ρητές πρόνοιες της νομοθεσίας, να προβούν στις ορθές διασαφήσεις των εισαγόμενων προϊόντων τους, με αποτέλεσμα να αναγκασθούν οι καθ' ων η αίτηση να προχωρήσουν σε έρευνα για να διαπιστώσουν τις παραλείψεις τους. Η παράλειψη των Αιτητών, ένεκα των ρητών και σαφών προνοιών του σχετικού περί Φόρου Κατανάλωσης Νόμου, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως εσκεμμένη παράλειψη με αποτέλεσμα να εμπίπτει στο άρθρο 24(2) του Νόμου.
Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη-Λόγος ακύρωσης 4
Ο συνήγορος των Αιτητών προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη, γιατί πρώτον δεν αιτιολογείται η κατάταξη των προϊόντων των Αιτητών στις «απομιμήσεις τυριών» και δεύτερο δεν αναφέρει για ποιους λόγους τα προϊόντα, βάσει της Εγκυκλίου τους ημερομηνίας 23.6.1999, δεν εμπίπτουν στην κατηγορία των τυριών.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Μια απόφαση για να είναι αιτιολογημένη, σύμφωνα με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τα πραγματικά γεγονότα όσο και τη νομική βάση των οποίων το διοικητικό όργανο βασίσθηκε για να καταλήξει στην τελική του κρίση. Με βάση τόσο το περιεχόμενο της ίδιας της προσβαλλόμενης απόφασης, όσο και από τα στοιχεία του φακέλου, αιτιολογείται πλήρως η κατάταξη των προϊόντων τους στην συγκεκριμένη κατηγορία και η υπαγωγή τους, βάσει της σχετικής νομοθεσίας, στις επίδικες φορολογικές κλάσεις. Όπως αναφέρεται και πιο πάνω οι καθ' ων η αίτηση, κατόπιν δέουσας έρευνας, έχουν συλλέξει τα ουσιώδη στοιχεία τα οποία σωστά έχουν υπαγάγει στην σχετική νομοθεσία. Και επεξηγούνται με κάθε λεπτομέρεια στη δισέλιδη επιστολή που αποστάληκε στους Αιτητές και αποτελεί την επίδικη απόφαση. Από όλα τα στοιχεία του φακέλου, ο δικαστικός έλεγχος είναι απόλυτα εφικτός. Ανεξάρτητα τούτου, όπως ανέφερα και προηγουμένως, δεν πρόκειται για ανάκληση διοικητικής πράξης, αλλά για βεβαίωση φορολογίας κατόπιν παράλειψης των Αιτητών να προβούν σε ορθές φορολογικές δηλώσεις.
Παραβίαση των αρχών του διοικητικού δικαίου-Λόγος ακύρωσης 6
Ο συνήγορος των Αιτητών προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης, στις οποίες περιλαμβάνονται οι αρχές της ισότητας, της αμεροληψίας, της καλής πίστης και της αναλογικότητας, παραθέτοντας ουσιαστικά αποσπάσματα από νομολογία καθώς και τις σχετικές διατάξεις του Περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99). Επίσης προβάλλει ζήτημα αντιφατικής συμπεριφοράς, αφού όπως ισχυρίζεται, προϊόντα όπως μαργαρίνη ή άλλα υδρογονωμένα φυτικά λιπαρά τα οποία προσομοιάζουν με βούτυρο, δεν χαρακτηρίζονται από τις αρμόδιες αρχές ως απομιμήσεις βουτύρου.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Κατά την άποψη μου εκτός του ότι εδώ πρόκειται για περίπτωση βεβαίωσης φορολογίας η οποία οφείλεται αποκλειστικά στην παράλειψη των Αιτητών να προβούν σε ορθές διασαφήσεις και δηλώσεις φορολογίας, οι Αιτητές προβάλλουν τον συγκεκριμένο λόγο ακύρωσης κατά τρόπο γενικό και αόριστο, χωρίς να παραθέτουν οτιδήποτε προς απόδειξη του. Ο συσχετισμός με άλλα προϊόντα (μαργαρίνη/βούτηρο), στον οποίο προβαίνουν οι Αιτητές, είναι άτοπος εφόσον οι ταξινομήσεις της κάθε κατηγορίας τυριών/βουτήρων και απομιμήσεων, είναι σαφής. Όσον αφορά το ζήτημα αντιφατικής συμπεριφοράς, σε σχέση με προϊόντα που προσομοιάζουν με άλλα προϊόντα, αλλά δεν χαρακτηρίζονται απομιμήσεις των τελευταίων, αυτό κατά την άποψη μου εγείρει θέμα τεχνικών γνώσεων και ως εκ τούτου το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει.
Ανεπίτρεπτη αναδρομική επιβολή φορολογίας-Λόγος ακύρωσης 7
Ο συνήγορος των Αιτητών προβάλλει ότι κατά παράβαση του άρθρου 24.3 του Συντάγματος, επιβλήθηκε στους Αιτητές αναδρομική φορολογία.
Οι καθ' ων η αίτηση απορρίπτουν την εισήγηση, προβάλλοντας ότι πρόκειται για οφειλόμενη φορολογία η οποία δεν εισπράχτηκε κατά το χρόνο που οφειλόταν, λόγω παράλειψης από μέρους των Αιτητών.
Κατά την άποψη μου ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί, αφού οι καθ' ων η αίτηση δεν προχώρησαν να επιβάλουν αναδρομικά στους Αιτητές φορολογία. Αντίθετα, πρόκειται για βεβαίωση οφειλόμενης φορολογίας η οποία δεν εισπράχθηκε κατά το χρόνο που οφειλόταν, αποκλειστικά λόγω παραλείψεων των Αιτητών. Όπως έχω ήδη εξηγήσει, με αναφορά στο λόγο ακύρωσης 3, στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζεται το άρθρο 24(2) του Νόμου 91(Ι)/2004.
Παραβίαση του Άρθρου 90 της Συνθήκης Ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας-Λόγος ακύρωσης 8
Ο συνήγορος των Αιτητών προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το Άρθρο 90 της Συνθήκης Ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο απαγορεύει, σε κράτη μέλη της, να επιβάλλουν άμεσα ή έμμεσα εσωτερικές φορολογίες σε εισαγόμενα προϊόντα άλλων κρατών μελών οι οποίες έμμεσα αποσκοπούν στην προστασία εγχώριων προϊόντων και ότι η παλαιότερη νομοθεσία, πού ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο τροποποιήθηκε, γιατί ήταν ασύμβατη με το Άρθρο 90 της Συνθήκης Ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι Αιτητές αναφέρουν ως παράδειγμα τα εγχώρια τυριά στα οποία δεν επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης, ενώ παραθέτουν αποσπάσματα από νομολογία των Δικαστηρίων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Συγκεκριμένα, το άρθρο 90 της Συνθήκης προβλέπει ότι:-
«90. Κανένα κράτος μέλος δεν επιβάλλει άμεσα ή έμμεσα στα προϊόντα άλλων κρατών μελών εσωτερικούς φόρους οποιασδήποτε φύσεως, ανώτερους από εκείνους που επιβαρύνουν άμεσα ή έμμεσα τα ομοειδή εθνικά προϊόντα.
Κανένα κράτος μέλος δεν επιβάλλει στα προϊόντα των άλλων κρατών μελών εσωτερικούς φόρους, η φύση των οποίων οδηγεί έμμεσα στην προστασία άλλων προϊόντων.»
Οι καθ' ων η αίτηση απορρίπτουν τα πιο πάνω και προβάλλουν ότι η επιβαλλόμενη φορολογία αφορά φόρο κατανάλωσης και όχι δασμό και ότι η επιβολή του είναι σύμφωνη τόσο με το Άρθρο 90 της Συνθήκης Ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και με άλλες πρόνοιες αυτής. Περαιτέρω αναφέρουν ότι τα επίδικα προϊόντα δεν είναι ομοειδή προϊόντα με τα τυριά, αλλά απευθύνονται σε ειδική κατηγορία καταναλωτών οι οποίοι τα προτιμούν είτε λόγω διατροφικών συνηθειών είτε σε περίοδο νηστείας οπότε και δεν τίθεται ζήτημα ανταγωνισμού με τα εγχώρια.
Οι Αιτητές σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας υπέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου αίτημα για παραπομπή προδικαστικού ερωτήματος στο ΔΕΚ ως προς την ερμηνεία της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας σε σχέση με την εφαρμογή των άρθρα 3, 4(1), 5(1), 5(2)(α), 100 και στην Κλάση 12 του Μέρους «Γ» του Τέταρτου Παραρτήματος του Νόμου. Το Δικαστήριο στις 30/6/2009 με ενδιάμεση απόφαση του απέρριψε την αίτηση, κρίνοντας ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για προδικαστική παραπομπή ερωτήματος στο ΔΕΚ, όπως ήταν τότε.
Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.
Κατά την άποψη μου το Άρθρο 90 της Συνθήκης Ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφορά σε ομοειδή εισαγόμενα προϊόντα για τα οποία αποσκοπεί να αποτρέψει την δημιουργία από κράτη μέλη συνθηκών αθέμιτου ανταγωνισμού υπέρ των αντίστοιχων εγχώριων. Στην παρούσα περίπτωση με δεδομένο ότι πρόκειται για προϊόντα «απομιμήσεις», δεν τίθεται θέμα ομοειδών προϊόντων, με αποτέλεσμα να μην εφαρμόζονται οι πρόνοιες του Άρθρου 90. Ο δικηγόρος των Αιτητών, αναφέρθηκε επίσης σε προσπάθεια προστασίας της εγχώριας σχεδόν ανύπαρκτης παραγωγής προϊόντων όπως των επίδικων, η οποία οδηγεί σε παραβίαση της ελεύθερης διακίνησης προϊόντων. Το κατά πόσο η εγχώρια παραγωγή είναι ή όχι ανύπαρκτη ώστε να χρήζει πρακτικής, είναι ζήτημα πραγματικό για το οποίο απαιτείται η προσαγωγή μαρτυρίας, την οποία όμως δεν έχουν προσκομίσει οι Αιτητές για να αποδείξουν τα λεγόμενα τους.
Κατά την άποψη μου η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε νομότυπα και θα πρέπει να επικυρωθεί.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1300 έξοδα υπέρ των καθ'ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
(Υπ.) Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ
[1] «Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 έχει καθορίσει τους γενικούς κανόνες για την ερμηνεία της συνδυασμένης ονοματολογίας. Αυτοί οι κανόνες εφαρμόζονται επίσης σε κάθε άλλη ονοματολογία που την περιλαμβάνει, έστω και εν μέρει ή με την προσθήκη ενδεχομένως υποδιαιρέσεων, η οποία έχει συνταχθεί από ειδικούς κοινοτικούς νομοθετικούς κανόνες ενόψει της εφαρμογής δασμολογικών ή άλλων μέτρων στο πλαίσιο των εμπορικών ανταλλαγών.»