ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 27/2008)

 

23 Φεβρουαρίου 2010

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

NIMAL JAYAWEERA,

Αιτητής,

-         ΚΑΙ   -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

 ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

Καθ΄ ης η αίτηση.

--------------------------------

Γ. Σεραφείμ, για τον Αιτητή.

Λ. Λάμπρου-Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄,

για την καθ΄ ης η αίτηση.

----------------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:   Ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης της καθ΄ ης ημερ. 29.10.07, με την οποία η αίτηση που υπέβαλε στις 8.4.04 για πολιτογράφηση, απορρίφθηκε. 

 

        Το ιστορικό της υπόθεσης αποκαλύπτει την άφιξη του αιτητή στην Κύπρο στις 23.6.95, όταν του παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας για απασχόληση με την εταιρεία Lapertas Fisheries Ltd στην Πάφο, άδεια που ίσχυε μέχρι τις 22.6.96.  Η άδεια αυτή μετά από διάφορες αιτήσεις παρατάθηκε μέχρι και τις 30.6.02, όταν η καθ΄ ης πληροφόρησε τους εργοδότες του αιτητή με επιστολή της ημερ. 12.3.02 (Παράρτημα 17 στην ένσταση), ότι είχε ανανεωθεί μέχρι την προαναφερθείσα ημερομηνία, ακυρώνοντας με οδηγίες του Υπουργού Εσωτερικών τα διατάγματα κράτησης και απέλασης που είχαν εκδοθεί τόσο εναντίον του αιτητή, όσο και της συζύγου του, η οποία επίσης ήταν μέχρι τότε στη Δημοκρατία με κανονική και νόμιμα ανανεωμένη άδεια παραμονής και εργασίας.  Η ανανέωση αυτή μέχρι δηλαδή τις 30.6.02, θεωρήθηκε ως τελική, συμβουλευόταν δε ο αιτητής όπως υποβάλει τα σχετικά έγγραφα του για την ανανέωση της άδειας παραμονής και ότι θα έπρεπε να αναχωρούσε με την οικογένεια του από την Κύπρο πριν τη λήξη της. 

 

        Αναλυτικότερα, όπως φαίνεται από το διοικητικό φάκελο, Τεκμ. «Α» κατά τις διευκρινίσεις, αλλά και τα συνημμένα Παραρτήματα στην ένσταση, ο αιτητής είχε υποβάλει μετά τη λήξη της πρώτης άδειας παραμονής και εργασίας διαδοχικές αιτήσεις, μέσω των εργοδοτών του, στις 31.7.96, 12.8.97, 20.7.98, 23.12.98 και 30.7.99.  Στην τελευταία αυτή αίτηση συνάντησε την άρνηση της καθ΄ ης, για να ανανεωθεί όμως η άδεια παραμονής μέχρι τις 26.7.00, μετά από νέα αίτηση ημερ. 28.3.00.  Μετά και από νέα αίτηση ημερ. 28.6.00, η καθ΄ ης ανανέωσε την άδεια παραμονής και εργασίας μέχρι τις 7.7.01, θεωρώντας την τελική.  Στις 2.7.01 έγινε προσπάθεια ανανέωσης της άδειας για να συναντήσει όμως την άρνηση της διοίκησης με αποτέλεσμα στις 2.11.01 να εκδοθούν διατάγματα κράτησης και απέλασης του αιτητή και της οικογένειας του.  Μετά από νέα αίτηση και παρεμβάσεις προς διάφορες κατευθύνσεις εκ μέρους του αιτητή, ζητήθηκε στις 6.1.02 παράταση για έξι μήνες, η οποία αρχικώς έτυχε άρνησης, αλλά στη συνέχεια εγκρίθηκε μέχρι τις 30.6.02, μετά την ακύρωση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, ως προαναφέρθηκε. 

 

        Στις 8.4.04, ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για πολιτογράφηση στο σχετικό έντυπο, για να απορριφθεί όμως 3½ χρόνια μετά και συγκεκριμένα στις 29.10.07, που αποτελεί την ημερομηνία της προσβαλλόμενης απόφασης.  Σύμφωνα με το περιεχόμενο της εν λόγω επιστολής (Παράρτημα 35 στην ένσταση), η καθ΄ ης αποφάσισε ότι στη βάση των στοιχείων που διατηρούσε το γραφείο της, ο αιτητής δεν πληρούσε τα κριτήρια διαμονής που καθορίζονται στον Τρίτο Πίνακα του περί  Αρχείου Πληθυσμού Νόμου αρ. 141(Ι)/2002, με δεδομένο ότι διάφορες κατηγορίες αλλοδαπών περιλαμβανομένης της κατηγορίας του αιτητή, πρέπει να έχουν τουλάχιστον κατά τα προηγούμενα επτά χρόνια, επταετή νόμιμη παραμονή στη Δημοκρατία, κατά δε τη διάρκεια του έτους πριν την αίτηση για πολιτογράφηση πρέπει να υπάρχει διαρκής διαμονή.  Σύμφωνα δε με τα αρχεία της καθ΄ ης, ο αιτητής δεν πληρούσε το προαναφερθέν κριτήριο. 

 

        Η αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων, σε κατάχρηση και υπέρβαση εξουσίας, σε λανθασμένη ενάσκηση διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης, σε λήψη εκ μέρους της διοίκησης ανακριβών και ή εξωγενών στοιχείων, έλλειψη δέουσας ή επαρκούς έρευνας και έλλειψη επαρκούς ή νόμιμης αιτιολογίας.  Σύμφωνα με τα γεγονότα της αίτησης τα οποία δεν αμφισβητούνται από την καθ΄ ης, ο αιτητής είναι νυμφευμένος και πατέρας δύο θυγατέρων, μια εκ των οποίων φοιτά στο Limassol Grammar and Junior School με αξιοθαύμαστη διαγωγή και πρόοδο, έχουσα καταφέρει να μιλά και να γράφει άπταιστα Ελληνικά και να έχει πρωτεύσει στο μάθημα των Ελληνικών στην τάξη της.  Ο αιτητής και η οικογένεια του είχαν κατά το παρελθόν λάβει τις απαραίτητες άδειες παραμονής στη Δημοκρατία κατόπιν παρέμβασης ακόμη και του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας, ενώ, απορριπτική απόφαση της καθ΄ ης σε αίτηση πολιτογράφησης της συζύγου του, ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην Deepa Thanappuli Hewage v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 869/02 ημερ. 31.3.04.  Περαιτέρω, ενώ η καθ΄ ης, εν αναμονή της εξέτασης της αίτησης για πολιτογράφηση έδωσε παράταση άδειας παραμονής με δικαίωμα εργασίας μέχρι και τις 30.6.06, τέθηκε όρος στην άδεια αυτή ότι αυτή θα είναι τελική και μη ανανεώσιμη και ότι ο αιτητής και η οικογένεια του θα έπρεπε να αποχωρήσουν από τη Δημοκρατία κατά ή πριν την πιο πάνω ημερομηνία. Το αποτέλεσμα ήταν η καταχώρηση νέας προσφυγής εκ μέρους όλης της οικογένειας υπ΄ αρ. 1162/05 ημερ. 26.9.05, κατά την εξέταση της οποίας έγινε δεκτό από την καθ΄ ης, όπως ο όρος αυτός διαγραφεί με αποτέλεσμα να παραμείνει η άδεια παραμονής ισχύουσα μέχρι τις 30.6.06. 

 

        Λόγω καθυστέρησης στην εξέταση της αίτησης του αιτητή για πολιτογράφηση απευθύνθηκαν επιστολές προς την καθ΄ ης τόσο από το δικηγόρο του, όσο και από οργανώσεις στήριξης αλλοδαπών προς εξέταση και απάντηση επί της αιτήσεως.  Εν τέλει, όπως προαναφέρθηκε, η αίτηση απορρίφθηκε για τους λόγους που έχουν καταγραφεί προηγουμένως. 

 

        Στην ένσταση και τη γραπτή αγόρευση της καθ΄ ης προβάλλεται ως ο μόνος ουσιαστικός λόγος απόρριψης της αιτήσεως για πολιτογράφηση, η συμπλήρωση νόμιμης παραμονής στην Κύπρο  από τον αιτητή για τέσσερα χρόνια, δύο μήνες και έντεκα ημέρες.  Αυτή η χρονική περίοδος δεν αναφέρεται στο ίδιο το σώμα της προσβαλλόμενης πράξης,  αλλά εξάγεται με αναφορά στο Παράρτημα 36 στην ένσταση, που τιτλοφορείται «Κατάσταση Παραμονής στην Κύπρο σύμφωνα με το Διαβατήριο», και στο οποίο καταγράφονται οι διάφορες ημερομηνίες άφιξης και αναχώρησης από την Κύπρο, οι οποίες συναρθρούνται σε παραμονή του αιτητή στη Δημοκρατία στα οκτώ έτη, επτά μήνες και δεκαπέντε ημέρες.  Ακολουθεί, ως ο ίδιος ο λειτουργός αναφέρει, η εξής χειρόγραφη καταγραφή από το λειτουργό που συμπλήρωσε το σχετικό έντυπο και προέβηκε στον υπολογισμό:

 

«Εκ πρώτης όψεως:

·        Πληροί τα τυπικά προσόντα παραμονής που απαιτούνται από το Νόμο για Πολιτογράφηση.

                                             Χ. Κεττένη

                                               13/3/07»

Ακολουθεί όμως σημείωση όπου γίνεται αναφορά σε διάφορες περιόδους με παραπομπή στα αντίστοιχα ερυθρά του διοικητικού φακέλου, στο τέλος της οποίας καταγράφεται ότι ο αιτητής:

 

 «... παρέμενε παράνομα στη Δημοκρατία.  Αν αφαιρεθούν οι περίοδοι αυτοί, δηλαδή 4 χρόνια, 5 μήνες και 4 ημέρες, τότε αυτός συμπληρώνει μόνο 4 χρόνια, 2 μήνες και 11 ημέρες νόμιμη παραμονή στη Δημοκρατία.  Ως εκ τούτου δεν κατέχει τα τυπικά προσόντα παραμονής που απαιτούνται από το Νόμο για Πολιτογράφηση.

                                                      Χ. Κεττένη

                                                                13/3/07»

 

        Απορρέει από τα πιο πάνω ότι υπάρχει πράγματι πλάνη περί τα πράγματα εφόσον αντιφατικά η διοίκηση αφενός θεωρεί ότι ο αιτητής κατείχε τα τυπικά προσόντα παραμονής, ενώ στη συνέχεια αφαιρεί περιόδους που κατά τη θέση της παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία.  Ο υπολογισμός που έγινε από τη διοίκηση των,  κατά τη θέση της, παράνομων περιόδων παραμονής στη Δημοκρατία αφορά σύμφωνα με το ερυθρό 256 του Τεκμ. Α (ίδιο με το Παράρτημα 36 στην ένσταση), τις περιόδους 11.3.97-12.8.97 (με αναφορά στα ερυθρά 31 και 39), 23.7.98-23.12.98 (ερυθρά 41 και 62), 24.7.99-8.6.2000 (ερυθρά 72 και 95) και 7.7.01-26.3.04 (ερυθρά 118 και 246). 

 

        Παρατηρείται εξ αρχής ότι λανθασμένα θεωρείται ότι ο αιτητής παρέμεινε παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας από τις 7.7.01, εφόσον μέχρι τουλάχιστον τις 30.6.02 είχε εγκριθεί παράταση της διαμονής σύμφωνα με το Παράρτημα 17 στην ένσταση και τις επιστολές της καθ΄ ης ημερ. 23.2.02 και 12.3.02 (δέστε παρ. 13 της ένστασης).  Ως φαίνεται από το ερυθρό 163 του Τεκμ. Α, η έγκριση είχε δοθεί αρχικά μέχρι τις 30.3.02, για να επεκταθεί όμως με βάση το σημείωμα 48 στο διοικητικό φάκελο, μέχρι τις 30.6.02, ως συνακόλουθο της ακύρωσης των εκδοθέντων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης με οδηγίες του Υπουργού Εσωτερικών. 

 

        Αλλά και περαιτέρω, προσεκτική αναδρομή στην ολότητα των δεδομένων του διοικητικού φακέλου, τα οποία εν μέρει αναπαράγονται και στα Παραρτήματα της ένστασης, αποκαλύπτει ότι για κάθε περίοδο που εγκρινόταν η παράταση της διαμονής του αιτητή, η διοίκηση, έστω και αν δεν υπέβαλλε ο αιτητής έγκαιρα το σχετικό έντυπο Μ61 προς διευθέτηση της παραμονής του, εξέδιδε διαδοχικά νέες άδειες παραμονής, καλύπτοντας με αυτό τον τρόπο και την παράλειψη αυτή.  Για παράδειγμα, ενώ η καθ΄ ης αναφέρει ότι υπάρχει παράνομη διαμονή μεταξύ 11.3.97 και 12.8.97, με αναφορά στα ερυθρά 31 και 39, παρατηρείται ότι το μεν ερυθρό 31 είναι η προσωρινή άδεια παραμονής ημερ. 18.2.97, που ίσχυε από 31.7.96 μέχρι 11.3.97, το δε ερυθρό 39, είναι απόδειξη για ΛΚ10 ημερ. 12.8.97 για την υποβολή νέας αίτησης.  Ακόμη και αν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι για την περίοδο 11.3.97 μέχρι 12.8.97 ο αιτητής ήταν παράνομα στην Κύπρο, διότι δεν είχε έγκαιρα υποβάλει τα σχετικά έντυπα, η καθ΄ ης με το ερυθρό 41, εξέδωσε νέα άδεια με ισχύ από 12.8.97 μέχρι 23.7.98.  Και αυτό όπως παρατηρείται μετά από σύσταση της διοίκησης στο ερυθρό 38, επί της αιτήσεως του αιτητή για παράταση που υποβλήθηκε στις 11.8.97, με το ερυθρό 37.

 

        Το ίδιο παρατηρείται και για την επόμενη περίοδο 23.7.98-23.12.98, όπου με το ερυθρό 63, ο αιτητής υπέβαλε νέα αίτηση για παράταση του χρόνου παραμονής του στο έντυπο Μ61, έτυχε της σύστασης των αρμοδίων φορέων σύμφωνα με το ερυθρό 64, που είναι η οπίσθια σελίδα του εντύπου, όπου και καταγράφεται ότι η αίτηση έγινε αποδεκτή μετά από γραπτές οδηγίες του τότε Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών (το ερυθρό 51 είναι επίσης σχετικό). 

 

        Παρατηρείται το ίδιο και για την επόμενη περίοδο 24.7.99-8.6.00, όπου σύμφωνα με το ερυθρό 74, ζητήθηκε επέκταση της παραμονής για εργασία στις 30.7.99, για να απαντήσει η διοίκηση την 1.9.99, με το ερυθρό 75, ότι η αίτηση δεν μπορούσε να γίνει δεκτή διότι ο αιτητής είχε ήδη παραμονή πέραν των τεσσάρων χρόνων στη Δημοκρατία, αλλά με το ερυθρό 82 ημερ. 5.5.00, δίνεται νέα παράταση για δώδεκα μήνες με την ένδειξη βεβαίως να γίνει η απαραίτητη αίτηση στο έντυπο Μ61, το οποίο και υποβάλλεται στις 8.6.00 με το ερυθρό 93, συστήνεται δε με το ερυθρό 94, κατόπιν γραπτών οδηγιών του Λειτουργού Μετανάστευσης και αφού τα συμβόλαια εργασίας με τη Lapertas Fisheries Ltd ελέγχθηκαν ως ορθά.  Δόθηκε επομένως παράταση από 8.6.00 μέχρι τις 24.7.00, καλύπτοντας ουσιαστικά το ένα έτος από τις 24.7.99, για το οποίο η διοίκηση ισχυρίστηκε ότι υπήρχε παράμονη διαμονή. 

 

        Και για την τελευταία περίοδο 7.7.01 μέχρι 26.3.04 παρατηρείται παρόμοια συμπεριφορά της διοίκησης εφόσον με το ερυθρό 118, δίνεται άδεια για παραμονή για σκοπούς πάντοτε εργασίας από 7.7.00 μέχρι 7.7.01 και παρά την αρχική απόρριψη με το ερυθρό 125 ημερ. 1.8.01, της αίτησης που υποβλήθηκε στις 2.7.01 με το ερυθρό 123 για νέα παράταση, ανανεώνεται η άδεια παραμονής με το ερυθρό 190 μέχρι 31.12.03, με το ερυθρό 197 μέχρι τις 30.6.04, με το ερυθρό 213 μέχρι τις 31.3.05 και με το ερυθρό 220 ημερ. 11.7.05, μέχρι τις 30.6.06.  Ως προαναφέρθηκε τα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερ. 2.11.01 που εκδόθηκαν από τον Υπουργό Εσωτερικών με το ερυθρό 149 ακυρώθηκαν στη συνέχεια, η τελευταία δε έγκριση ανανέωσης μέχρι τις 30.6.06 δόθηκε ενόψει της υποβληθείσας στις 8.4.04 αίτησης για πολιτογράφηση ώστε να δοθεί χρόνος εξέτασης της. 

 

        Με βάση τα πιο πάνω παρατηρείται πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο, διότι δεν είναι ορθό για τη διοίκηση εκ των υστέρων να ανατρέχει στο παρελθόν για να ανακαλύψει περιόδους κατά τις οποίες ο αιτητής δεν είχε έγκαιρα υποβάλει την αίτηση στο έντυπο Μ61 (που όπως διαφάνηκε δεν ισχύει εν πάση περιπτώσει για τις δύο πρώτες περιόδους δηλαδή μέχρι και το 2000), όταν η ίδια η διοίκηση ενέκρινε και εξέδιδε άδειες παραμονής με κάθε νέα αίτηση του αιτητή.  Είναι φανερό ότι δεν μπορεί η καθ΄ ης να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει ταυτόχρονα δικές της ενέργειες, ούτε είναι δυνατό περίοδοι που εκ των υστέρων καλύφθηκαν με νόμιμη άδεια παραμονής να θεωρούνται ετεροχρονισμένα ως περίοδοι παράνομης διαμονής.  Στην υπόθεση Dawod Faraj Allah v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 791/07, ημερ. 7.5.08, (Κραμβής, Δ.), απορρίφθηκε παρόμοιο στην ουσία επιχείρημα της διοίκησης η οποία δεν είχε εκεί εγκρίνει αίτηση για απόκτηση κυπριακής ιθαγένειας με πολιτογράφηση λόγω του ότι πριν από την υποβολή της αίτησης, ο αιτητής είχε παραμείνει παράνομα στη Δημοκρατία για κάποιο διάστημα.  Το επιχείρημα απορρίφθηκε στη βάση του ότι από την ημερομηνία που ο αιτητής εισήλθε νόμιμα στη Δημοκρατία μέχρι και την εξέταση της αίτησης του για πολιτογράφηση, βρισκόταν στην Κύπρο με βάση τις κατά καιρούς χορηγηθείσες άδειες προσωρινής παραμονής, η δε διοίκηση ουδέποτε έλαβε μέτρα εναντίον του για παράνομη παραμονή ή αρνήθηκε να ανανεώνει συνεχώς την άδεια του.  Όπως επί λέξει αναφέρθηκε:

 

«Η διοίκηση δεν έχει δικαίωμα να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει ταυτόχρονα προκειμένου να κερδίσει σημεία.  Θεωρώ πως αυτή η συμπεριφορά συνιστά κακοπιστία και κάθε άλλα παρά χρηστή διοίκηση.»

 

        Τα πιο πάνω ισχύουν απόλυτα και στην παρούσα υπόθεση για τους λόγους που ήδη έχουν καταγραφεί.  Αν η διοίκηση δεν ήθελε να ανανεώνει τις άδειες παραμονής, λόγω της μη συμπλήρωσης και υποβολής του εντύπου Μ61, που είναι απλώς το μηχανιστικό μέρος της ουσιαστικής άδειας παραμονής που ήδη εγκρίθηκε, όφειλε να πράξει αναλόγως, να μην αποδέχεται παρατάσεις, ούτε καν να συζητά τις περαιτέρω αιτήσεις για παράταση.  Ενώ, αντίθετα, η καθ΄ ης ακύρωσε ακόμη και διατάγματα κράτησης και απέλασης δίνοντας, νέα παράταση.  Όλα αυτά ενδυνάμωναν τον καθόλα εύλογο και καλόπιστο εφησυχασμό του αιτητή ότι δεν υπήρχε ουσιαστικό πρόβλημα με την εδώ διαμονή του.  Να σημειωθεί δε ότι όπως παρατηρείται στο ερυθρό 210 του διοικητικού φακέλου ο δικηγόρος του αιτητή με επιστολή του ημερ. 21.7.04, κατέγραψε ότι εκ λάθους δεν είχαν υποβληθεί οι προηγούμενες αιτήσεις στο έντυπο Μ61.  Επ΄ αυτού δεν υπήρξε οποιαδήποτε αντίδραση προς διαφορετική κατεύθυνση από τη διοίκηση. 

 

        Η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει επίσης από μη επαρκή αιτιολογία, διότι αιτιολογία η οποία αναπλάθει απλώς τις νομοθετικές διατάξεις όπως έπραξε εδώ η διοίκηση  στην παρ. 3 της επιστολής της ημερ. 29.10.07, δεν επαρκεί, ούτε αποτελεί, σύμφωνα με τη νομολογία, νόμιμη αιτιολογία.  Ο ουσιαστικός λόγος απόρριψης της αίτησης για πολιτογράφηση καταγράφεται από τη διοίκηση στην παρ. 4 της επιστολής με τη λακωνική πρόταση ότι: 

 

«According to the records kept in this Office you do not possess the qualification as described above.»

 

        Η πιο πάνω πρόταση δεν παρέχει τα στοιχεία και λεπτομέρειες που θα επέτρεπαν το δικαστικό έλεγχο, ούτε εξηγείτο στον αιτητή γιατί εφόσον είχε άδεια τελικώς μέχρι τις 30.6.06, δεν πληρούσε κατά τα άλλα τα κριτήρια της νομοθεσίας.  Όπως δε διαφαίνεται από τον ίδιο το διοικητικό φάκελο, κάθε άλλο παρά εύκολος ήταν ο εντοπισμός των σχετικών παραμέτρων που έλαβε υπόψη η διοίκηση. 

 

        Ενόψει όλων των πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.500 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του αιτητή και εναντίον της καθ΄ ης.

 

        Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται βάσει του        Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

                                        Στ. Ναθαναήλ,

                                                  Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο