ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[Υπόθεση Αρ. 186/2009]
12 Φεβρουαρίου, 2010
[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
NILDA GOVINO PAUG
Aιτήτρια
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ' ων η αίτηση
Α. Γεωργιάδης για την αιτήτρια.
Γ. Χατζηχάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Ελέγχου Μετανάστευσης, ημερομηνίας 2.10.08, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της αιτήτριας για χορήγηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος. Παραθέτω το πρακτικό της Επιτροπής στο οποίο καταγράφονται οι δυο λόγοι της απόρριψης του αιτήματος:
«Η Επιτροπή εξετάζοντας την υποβληθείσα από το Τ.Α.Π. & Μ. σχετική έκθεση, αποφάνθηκε ότι η συγκεκριμένη περίπτωση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του σχετικού νομοθετικού πλαισίου, όπως αυτό καθορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 18Ζ, του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως νόμου, για το λόγο ότι η διαμονή της στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές αφορούσε αποκλειστικά λόγους προσωρινού χαρακτήρα και η άδεια διαμονής της είχε επίσημα περιορισθεί σ' ότι αφορά τη χρονική της διάρκεια, έχοντας υπόψη τη φύση της επαγγελματικής της ιδιότητας, καθώς και τη διάρκεια της μέχρι σήμερα παραμονής της, συναρτούμενα ως προς τη φύση και το σκοπό της παραμονής της. Εξάλλου, όπως παρατηρήθηκε, η άδειά της έφερε την ένδειξη FINAL, NON RENEWABLE, γεγονός που εύλογα μπορεί να θεωρηθεί ότι αναιρεί, την εύλογη προοπτική εδραίωσης της παραμονής της, έτσι, όπως αυτό αναλύεται στην Απόφαση ημερ. 21/01/2008 του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην υπόθεση με αρ. 673/2006, (Cresencia Cabotaje Motilla Vs Κ.Δ.) όπου ρητά διευκρινίζεται ότι « . η φύση και ο σκοπός της παραμονής εσωτερικών οικιακών βοηθών, που η άδειά τους μάλιστα αφορά συγκεκριμένο εργοδότη, εμπεριέχει μια ειδικότητα και προσωρινότητα της παραμονής τους που δικαιολογεί την εξαίρεσή τους από το γενικό κανόνα, γνωρίζοντας ότι καθ' όλη τη διάρκεια της παραμονής της στην Κύπρο, εγνώριζε ότι αυτή θα ήταν περιορισμένης διάρκειας και δεν μπορούσε να της εδημιουργούντο ερείσματα εύλογων προσδοκιών για μονιμότερη παραμονή και εδραίωσή της στην Κύπρο. Με κάθε ανανέωση μάλιστα της ετονίζετο τούτο, μέσα από την ένδειξη ότι η άδεια δεν θα ανανεώνετο περαιτέρω, όρο τον οποίο απεδέχθη.».
Περαιτέρω, η Επιτροπή, μετά από αξιολόγηση των προσωπικών περιστάσεων και δεδομένων της αιτήτριας έκρινε ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από το άρθρο 18Θ του νόμου, αναφορικά με την ανάγκη διάθεσης σταθερών και τακτικών οικονομικών πόρων.
Υπό το φως των πιο πάνω, η Επιτροπή αποφάσισε να απορρίψει την αίτηση για παραχώρηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στην ενδιαφερόμενη.»
Σε σχέση με τον πρώτο λόγο η αιτήτρια εισηγείται πως η περίπτωσή της διαφοροποιείται από την απόφαση της Ολομέλειας στην Motilla v. Δημοκρατίας, (2008) 3 ΑΑΔ 29 αφού, εν προκειμένω, με την παράταση της άδειας παραμονής της, μάλιστα σε σχέση με νέο και όχι τον αρχικό εργοδότη, και πέραν της ανώτατης τότε προβλεπόμενης περιόδου, ουσιαστικά αναιρέθηκε η ένδειξη «Final - not renewable» και δημιουργήθηκε εύλογη προσδοκία εδραίωσης της παραμονής της. Ούτε το γεγονός της αλλαγής εργοδότη ούτε εκείνο της υπέρβασης της κατ' αρχή προβλεπόμενης περιόδου εκβάλλουν την περίπτωση από όσα δεσμευτικά αποφασίστηκαν από την Πλήρη Ολομέλεια στην υπόθεση Μotilla (ανωτέρω). Και τα δυο έγιναν με αιτήματα της αιτήτριας και η υπέρβαση του αρχικού χρονικού ορίου προβλεπόταν ως δυνατότητα από τα επί τούτου καθορισθέντα από την Υπουργική Επιτροπή, για ανθρωπιστικούς λόγους, που ακριβώς ήταν και οι λόγοι της παράτασης στην περίπτωση της αιτήτριας. Σημειώθηκε και τότε πως η άδεια ήταν τελική και μη ανανεώσιμη, και με τη λήξη της ζητήθηκε από την αιτήτρια να εγκαταλείψει την Κύπρο. Σε συμφωνία προς την εισήγηση των καθ' ων η αίτηση, καταλήγω πως δεν στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας σε σχέση με τον πρώτο λόγο.
Τα πιο πάνω καθορίζουν την τύχη της προσφυγής αλλά οφείλω να ασχοληθώ και με το δεύτερο λόγο απόρριψης της αίτησης. Η εισήγηση της αιτήτριας είναι ιδιαιτέρως σύντομη αλλά βάσιμη. Όσα αναφέρθηκαν από την Επιτροπή, όπως αυτά φαίνονται στο πρακτικό που παρέθεσα αλλά και την επιστολή της ημερομηνίας 4.12.08, είναι εντελώς γενικά και αόριστα ώστε να μην είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος, όπως ακριβώς έκρινα και στη Νora Alvarez Lopena ν. Δημοκρατίας Προσφυγή 1650/08, ημερομηνίας 11 Φεβρουαρίου 2010. Στην οποία επίσης οι καθ' ων η αίτηση πρόβαλαν με την αγόρευσή τους διάφορες σκέψεις, μάλιστα με αναφορά, όπως και εδώ, σε «ιδιόκτητο κατάλυμα» και «οικονομική ανεξαρτησία». Επαναλαμβάνω και εν προκειμένω πως από όσα η Επιτροπή σημείωσε δεν είναι δυνατό να εντοπιστεί η αιτιολογική σκέψη που θα επέτρεπε το δικαστικό έλεγχο και πως, όπως είναι στοιχειώδες, δεν είναι δυνατό η αιτιολογία να παρέχεται εκ των υστέρων, μάλιστα, με τις αγορεύσεις. Σε συμφωνία, επομένως, με την άποψη της αιτήτριας, καταλήγω πως ως προς το δεύτερο λόγο, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη.
Ο πρώτος λόγος απόρριψης του αιτήματος λειτουργεί αυτοτελώς και, συνεπώς, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Με αναφορά σ' αυτόν, η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Δεν θα εκδώσω διαταγή για έξοδα.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/μσιαμπαρτά