ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1406/2008)
10 Φεβρουαρίου 2010
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΡΕΣΤΗ,
Αιτητής
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ,
Καθ΄ ου η αίτηση
-----------------------------
Χρ. Αριστείδου (κα) για Δ. Αριστείδου, για τον Αιτητή.
Μ. Χριστοφίδης, για τον Καθ΄ ου η αίτηση.
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Ο αιτητής, με αναπηρία στο αριστερό χέρι, λαμβάνει μέρος σε παραολυμπιακούς αγώνες και ως αναφέρεται στην αγόρευση του, είχε διακριθεί στο άθλημα στίβου στα 200 μέτρα και 400 μέτρα, τόσο με παγκύπρια ρεκόρ, όσο και με διεθνείς διακρίσεις. Είχε επίσης εξασφαλίσει συμμετοχή στην Παραολυμπιάδα του Πεκίνου 2008, η οποία έλαβε χώραν σύμφωνα με τους καθ΄ ων στη γραπτή τους αγόρευση, το Σεπτέμβριο του 2008.
Προηγουμένως, στις 10.6.08 το Διοικητικό Συμβούλιο του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού, (εφεξής «ο Κ.Ο.Α.»), ενέκρινε Σχέδιο Χαριστικών Παροχών για υψηλές αθλητικές επιδόσεις τόσο στην Ολυμπιάδα όσο και στην Παραολυμπιάδα του Πεκίνου 2008, προνοώντας ουσιαστικά χρηματική επιβράβευση των αθλητών που καλύπτονται από το σχέδιο για τις υψηλές αθλητικές επιδόσεις τους. Αυτή την απόφαση του Κ.Ο.Α. που ανακοινώθηκε πανηγυρικά σε δημοσιογραφική διάσκεψη στην παρουσία όλων των φορέων, προσβάλλει ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή εισηγούμενος κατ΄ ουσίαν άνιση μεταχείριση μεταξύ των αθλητών που λαμβάνουν μέρος στην Παραολυμπιάδα και αυτών που λαμβάνουν μέρος στην Ολυμπιάδα. Εισηγείται μάλιστα όπως το εν λόγω σχέδιο προσαρμοστεί και τροποποιηθεί κατά τρόπο ώστε να ρυθμίζει ισότιμα και δίκαια τους αθλητές και προπονητές της Παραολυμπιακής ομάδας με τους αντίστοιχους της Ολυμπιακής ομάδας.
Ο Κ.Ο.Α. εγείρει διάφορες προδικαστικές ενστάσεις ως προς τη νομιμοποίηση του αιτητή να εγείρει την προσφυγή με δεδομένο ότι αυτή καταχωρήθηκε πρόωρα πριν, δηλαδή, τη συμμετοχή του στην Παραολυμπιάδα του Πεκίνου. Εισηγείται ότι δεν έχει προσβληθεί ευθέως ίδιον ενεστώς έννομο συμφέρον, ότι τέτοιο συμφέρον είναι μελλοντικό και αόριστο, ότι εν πάση περιπτώσει η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί χαριστική πράξη που καθιερώθηκε με εσωτερική μονομερή απόφαση του Κ.Ο.Α., ότι στερείται εκτελεστότητας και ότι, τέλος, το Σχέδιο των Χαριστικών Παροχών για υψηλές επιδόσεις στην Παραολυμπιάδα καμία σχέση δεν έχει με το αντίστοιχο Σχέδιο για υψηλές αθλητικές επιδόσεις στην Ολυμπιάδα. Εν πάση περιπτώσει ουδεμία ανισότητα υπάρχει στην έγκριση του Σχεδίου το οποίο λήφθηκε με πλήρη αιτιολόγηση, πλήρη έρευνα, μετά από ορθή και δίκαιη άσκηση διακριτικής εξουσίας και στη βάση όλων των σχετικών νόμιμων διαδικασιών.
Κρίνεται ότι όντως η προσφυγή είναι πρόωρη εφόσον καταχωρήθηκε πριν ακόμη τη συμμετοχή του αιτητή στην Παραολυμπιάδα του Πεκίνου και την εκεί επίδοση του. Το συμφέρον του αιτητή (το οποίο ο ίδιος θεωρεί ότι είναι μόνο ηθικό), θα αποκρυσταλλώνετο όταν και εφόσον λάμβανε όντως μέρος στην Παραολυμπιάδα και επιτύγχανε τέτοια κατάταξη που θα του επέτρεπε την απόδοση σ΄ αυτόν του ανάλογου χρηματικού ποσού. Τότε μόνο θα αποκτούσε τα χαρακτηριστικά του ιδίου, ενεστώτος, εννόμου συμφέροντος αν ο Κ.Ο.Α. αποφάσιζε να μην του αποδώσει το χρηματικό ποσό που καθιερώθηκε με το Σχέδιο, παρά την επιτυχία του στους Παραολυμπιακούς. Ελλείπει, δηλαδή, το στοιχείο της εκτελεστής διοικητικής πράξης που παράγει άμεσα αποτελέσματα (Διονυσίου ν. Κ.Ο.Τ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 203). Το γεγονός ότι ο αιτητής διατείνεται στη γραπτή του αγόρευση ότι διακρίθηκε στην Παραολυμπιάδα του Πεκίνου με χρυσό μετάλλιο, δεν μπορεί να του προσδώσει εκ των υστέρων προσωπικό έννομο ίδιον συμφέρον. Κατά την άσκηση της προσφυγής, το συμφέρον του ήταν «.. μέλλον και αόριστον ή απλώς προσδοκώμενον» που «δεν αρκεί προς νομιμοποίηση του αιτούντος» (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959 σελ. 260).
Ο αιτητής στην ουσία δεν έχει «ενεστώς» συμφέρον με την έννοια που έχει αποδώσει στον όρο η νομολογία. Σύμφωνα με το σύγγραμμα του Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου: «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Τόμος ΙΙ, 12η έκδ. σελ. 91, παρ. 463:
«Το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι ενεστώς, με την έννοια ότι η νομική ή πραγματική κατάσταση, με την οποία συνδέεται ο αιτών και της οποίας η μεταβολή με την προσβαλλόμενη πράξη ή η μη ρύθμιση με την προσβαλλόμενη παράλειψη, προκαλεί σ΄ αυτόν βλάβη, καθώς και ότι η βλάβη υφίσταται τόσο κατά τον χρόνο της έκδοσης της πράξης ή της συντέλεσης της παράλειψης όσο και κατά τον χρόνο της άσκησης ή της συζήτησης της αίτησης ακυρώσεως.»
Αλλά το συμφέρον του αιτητή δεν είναι ούτε «προσωπικό», έτερο χαρακτηριστικό του εννόμου συμφέροντος, που όπως εξηγείται στην παρ. 460 του πιο πάνω συγγράμματος, αναφέρεται «στον ειδικό δεσμό, ο οποίος υπάρχει μεταξύ του αιτούντος και της προσβαλλόμενης πράξης, λόγω της σχέσης του αιτούντος προς τη νομική ή πραγματική κατάσταση, την οποία θίγει κατά τρόπο βλαπτικό η πράξη ή η παράλειψη.»
Η νομολογία δεν παραδέχεται διοικητική προσφυγή εκτός αν ο προσφεύγων έχει legitimatio ad causum (Kritiotis v. Municipality of Paphos (1986) 3 C.L.R. 322). Το έννομο συμφέρον πρέπει να προκύπτει ευθέως από την απόφαση της διοίκησης και να είναι άμεσα συναρτημένο με αυτή ώστε να επηρεάζεται ο προσφεύγων. (Grangwood Trading Ltd v. Υπεραγοράς Χρ. Θεοδώρου Λτδ (2006) 3 Α.Α.Δ. 329).
Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, είναι ορθό να υπάρχει κρίση και επί της ουσίας. Προσβάλλει στην πραγματικότητα ο αιτητής την κατά την άποψη του ανισότητα που δημιουργήθηκε με το Σχέδιο μεταξύ των αθλητών της Ολυμπιάδας και των αθλητών της Παραολυμπιάδας. Διατείνεται ότι η πράξη του Κ.Ο.Α. παραβιάζει την αρχή της ισότητας και την αρχή της μη διάκρισης, ότι έχει εκδοθεί κατά παράβαση των γενικών αρχών της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης, ότι είναι αναιτιολόγητη και στηρίζεται σε πολιτική χωρίς κανονιστική δύναμη. Όσον αφορά το ζήτημα της ανισότητας έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι ανισότητα δημιουργείται και εξάγεται όταν η διοίκηση μεταχειρίζεται με ανόμοιο τρόπο, ίσες ή παρόμοιες καταστάσεις. Όπως έχει λεχθεί κατ΄ επανάληψη, το Άρθρο 28 του Συντάγματος επί του οποίου εδράζεται στην ουσία η θέση περί ανισότητας, δεν απαγορεύει διακρίσεις που προκύπτουν ή ενυπάρχουν από την αντικειμενική υπόσταση των πραγμάτων. Διαπιστώνεται πρόβλημα εφόσον στη βάση της η διοικητική πράξη επιφέρει ανισοζύγιο μεταξύ του γενικού συμφέροντος της πολιτείας και των δικαιωμάτων και ελευθεριών του πολίτη. Το Δικαστήριο κατά τα άλλα δεν εξετάζει την ορθότητα ή τη σοφία ενός νόμου ή μιας συγκεκριμένης διοικητικής πράξης, αλλά αποφαίνεται μόνο κατά πόσο η τυχόν διάκριση είναι αντικειμενική και εύλογη.
Είναι σαφές ότι ο Κ.Ο.Α. πέραν του χαριστικού του Σχεδίου που πρέπει να τονιστεί, εφόσον δημιουργήθηκε χωρίς τη συμμετοχή του αιτητή και με εσωτερική ρύθμιση και όχι κανονιστική πράξη, έλαβε υπόψη του δεδομένα που διαφοροποιούν εύλογα τους συμμετέχοντες αθλητές στην Ολυμπιάδα και αυτούς που συμμετέχουν στην Παραολυμπιάδα. Πέραν από τη φύση των πραγμάτων από την οποία αντικειμενικά αναδύεται εγγενής διαφοροποίηση μεταξύ των αθλητών της μιας και της άλλης κατηγορίας, με δεδομένο ότι οι αθλητές της Ολυμπιάδας είναι αρτιμελείς, οι δε αθλητές της Παραολυμπιάδας θεωρούνται μη αρτιμελείς, ο Κ.Ο.Α., όπως απορρέει και από τη σχετική απόφαση του παρ. 2 (Παράρτημα Α στη γραπτή αγόρευση του), κατέγραψε, δικαιολογώντας τη διαφορετικότητα στις παροχές, ότι οι απαιτήσεις των διεθνών αγώνων για αρτιμελείς αθλητές είναι πολύ διαφορετικές από τις απαιτήσεις των αγώνων για μη αρτιμελείς αθλητές. Πρόσθεσε στο αιτιολογικό του ότι άλλη Επιτροπή οργανώνει τους Ολυμπιακούς και άλλη τους Παραολυμπιακούς, ενώ διαφέρουν οι δύο αγώνες ως προς τη δυσκολία συμμετοχής στο αγώνισμα, ως προς το συντελεστή δυσκολίας νίκης και ως προς το συντελεστή δυσκολίας αγωνίσματος. Στη σχετική αιτιολόγηση καταγράφεται επίσης ότι ο αριθμός των χωρών και των αθλητών που λαμβάνουν μέρος στους Ολυμπιακούς αγώνες είναι σχεδόν τριπλάσιος εκείνων που συμμετέχουν στους Παραολυμπιακούς, ενώ τα μετάλλια που απονέμονται στους τελευταίους είναι αντιστρόφως διπλάσια και πλέον από εκείνα που απονέμονται στους Ολυμπιακούς.
Η διαφορετικότητα των αγώνων, η οποία επιχειρείται από τον αιτητή μέσω των συνηγόρων του, να παραμεριστεί λόγω του ότι αυτή η διαφορετικότητα δεν θα έπρεπε να οδηγήσει σε άνιση μεταχείριση, υποβαθμίζει και εξουδετερώνει ακριβώς αυτή την εκ της φύσεως των πραγμάτων εγγενή διάκριση μεταξύ των αθλητών της Ολυμπιάδας και των αθλητών της Παραολυμπιάδας. Δεν είναι αντιληπτό πώς το Σχέδιο Παροχών δημιουργεί δυσμενή διάκριση εφόσον διαφορετικά είναι τα αντικειμενικά δεδομένα των δύο ομάδων αθλητών και διαφορετική πρέπει να είναι και η αντιμετώπιση τους. Το μείζον που αξίζει προσοχής εδώ, είναι ότι ο Κ.Ο.Α., όντως δημιούργησε χαριστικό σχέδιο βράβευσης των Παραολυμπιακών αθλητών, αναγνωρίζοντας ότι ο αθλητισμός ως ιδέα εφαρμοζόμενη στην πράξη, χρήζει επιβράβευσης ασχέτως της επιμέρους ταξινόμησης των αθλητών. Αυτό σε συμμόρφωση με το Convention on the Rights of Persons with Disabilities and Optional Protocol των Ηνωμένων Εθνών ημερ. 2.3.2008, που η Δημοκρατία υπέγραψε στις 30.3.2007, ιδιαίτερα τα Άρθρα 5 και 30(5)(α) και (β). Ακριβώς το ιδεώδες της μη διάκρισης στον αθλητισμό, λόγω αναπηρίας, ενθαρρύνεται εμπράκτως με την καθιέρωση των βραβείων. Σε καμιά όμως περίπτωση αυτή η έμπρακτη στήριξη των αθλητών με αναπηρία, που λαμβάνουν μέρος στην Παραολυμπιάδα, δεν μπορεί να λογισθεί ισοδύναμη με δυσμενή διάκριση, έναντι των αθλητών χωρίς αναπηρία. Δεν είναι νοητή η ισοπέδωση της στην πράξη εφαρμογής του αθλητικού ιδεώδους, παραγνωρίζοντας την εγγενή διαφορετικότητα των διαφόρων κατηγοριών αθλητών.
Ο αιτητής παραπέμπει προς στήριξη του επιχειρήματος του περί ανισότητας στην Ανδρέας Ποταμίτης ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού, υπόθ. αρ. 657/05, ημερ. 15.6.07 (απόφαση Φωτίου, Δ.). Στην εν λόγω απόφαση κρίθηκε, αφού θεωρήθηκε εμπρόθεσμη η προσφυγή, ότι δεν ήταν ορθή η διάκριση μεταξύ αρτιμελών και μη αθλητών, αν δε έπρεπε να υπήρχε κάποια διάκριση, τότε αυτή έπρεπε να ήταν προς όφελος των αθλητών με αναπηρία που, παρά το πρόβλημα τους, με αξιέπαινες και αξιοθαύμαστες προσπάθειες καταφέρνουν να συμμετάσχουν σε όλες τις δραστηριότητες της ζωής. Ο αδελφός Δικαστής ακολούθησε προηγούμενη δική του απόφαση στην Καρολίνα Πελενδρίτου ν. Κ.Ο.Α., υπόθ. αρ. 1251/03, ημερ. 8.9.05, η ουσία της οποίας ήταν, κατά την θέση του, η ίδια με τα δεδομένα της Ποταμίτης, αναφέροντας ταυτόχρονα ότι η θέση του στην Πελενδρίτου είχε εφεσιβληθεί, η δε έφεση εκκρεμούσε κατά την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης στην Ποταμίτης, στις 15.6.07.
Η έφεση στο μεταξύ εκδικάσθηκε και με την απόφαση της Ολομέλειας στην Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού ν. Καρολίνας Πελενδρίτου (2007) 3 Α.Α.Δ. 517, η πρωτόδικη κρίση ανατράπηκε, επί του σημείου όμως του εμπροθέσμου της προσφυγής. Η Ολομέλεια αποφάσισε ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε ως εμπρόθεσμη την προσφυγή της Πελενδρίτου, θεωρώντας ότι αυτή θα έπρεπε να είχε απορριφθεί ως εκπρόθεσμη. Ενόψει της πιο πάνω διαπίστωσης η Ολομέλεια δεν εξέτασε βεβαίως την ουσία, κατά πόσο δηλαδή υπήρχε ανισότητα στο υφιστάμενο και εγκριθέν από τον Κ.Ο.Α. τότε Σχέδιο Παροχών. Πρέπει να λεχθεί ότι και η απόφαση του Φωτίου, Δ., στην Ποταμίτης επίσης εφεσιβλήθηκε, η έφεση εκκρεμεί, εγείρεται δε και εκεί πρωταρχικό ζήτημα εκπροθέσμου της προσφυγής.
Με όλο το σεβασμό προς τις καταγραφείσες θέσεις του αδελφού Δικαστή επί της ουσίας, το παρόν Δικαστήριο, για τους λόγους που ήδη επεξηγήθηκαν ανωτέρω, δεν συμμερίζεται την άποψη του περί δημιουργηθείσας διάκρισης και ανισότητας εξαιτίας της από τον Κ.Ο.Α. παροχής διαφορετικών βραβείων. Πέραν των όσων αποφασίστηκαν ήδη, είναι εμφανές από το διοικητικό φάκελο, Τεκμ. «Α» που κατατέθηκε κατά τις διευκρινίσεις, ότι έγινε πλήρης έρευνα και έγιναν αρκούντως ικανοποιητικές ενέργειες, με ιδιαίτερη έμφαση και στην αποφυγή δημιουργίας ακόμη και εντύπωσης περί ανισότητας, πριν την καθιέρωση του σχεδίου για τους Παραολυμπιακούς αθλητές. Ορθά ο κ. Χριστοφίδης αναφέρθηκε κατά τις διευκρινίσεις στην αναγνώριση της Παραολυμπιακής Επιτροπής Κύπρου ως συνομοσπονδίας από τον Κ.Ο.Α. μόλις το 1999 (απόφαση Κ.Ο.Α. ημερ. 29.6.99 στην 28η συνεδρία) και ότι τα σχέδια επαγγελματικής αποκατάστασης αναφέρονταν κατ΄ εξοχήν στον κλασσικό αθλητισμό. Τα περιεχόμενα στο Τεκμ. «Α» έγγραφα και αποφάσεις του Κ.Ο.Α. ημερ. 7.12.98 και 29.8.02 (πρακτικά 29ης συνεδρίας), ημερ. 2.8.02, (πρακτικά 42ης συνεδρίας της Επιτροπής Οικονομικών και ΄Εργων του Κ.Ο.Α.) και η επιστολή ημερ. 18.7.02 προς το Γενικό Διευθυντή του Κ.Ο.Α. για το Σχέδιο Επαγγελματικής Αποκαταστάσεως, παρέχουν πλήρη επιβεβαίωση των πιο πάνω, αποδεικνύουν δε τον προσεκτικό σχεδιασμό τόσο του σχεδίου επαγγελματικής αποκατάστασης, όσο και ότι αφορούσε τον κλασσικό αθλητισμό.
Αργότερα, το 2004 είναι που αποφασίστηκε ο σχεδιασμός υψηλών παροχών για τους Παραολυμπιακούς αγώνες και μάλιστα με έγνοια να μην θεωρηθούν αυτές οι διαφορετικές παροχές ως δημιουργούσες διακρίσεις, αλλά ότι οφείλονταν σε «καθαρά αγωνιστικές διαφορές» (πρακτικά 39ης συνεδρίας του Κ.Ο.Α. ημερ. 22.6.04). Η φιλοσοφία που διέπει το σχέδιο για τους Παραολυμπιακούς αγώνες φαίνεται στα πρακτικά της 31ης συνεδρίας του Κ.Ο.Α. ημερ. 10.6.08, που αναφέρθηκαν και προηγουμένως.
Από τα ανωτέρω, είναι εμφανές ότι και σαφής και ρητή αιτιολογία υπάρχει και δέουσα έρευνα έγινε υποστηρικτική της απόφασης. Ούτε έχει έρεισμα η θέση ότι η διαφορά μεταξύ των παροχών των Ολυμπιακών αγώνων με αυτές των Παραολυμπιακών έχει αυθαίρετα καθοριστεί στο 1/5 των πρώτων. Κακώς επιχειρείται τέτοια εξαγωγή ποσοστιαίας αναλογίας. Από τα δεδομένα ενώπιον του Δικαστηρίου, δεν πιστοποιείται τέτοια αναλογία και πουθενά δεν εμφαίνεται τέτοια απόφαση. Το σχέδιο παροχών των Παραολυμπιακών αθλητών είναι αυτόνομο, αυτοτελές και ανεξάρτητο από αυτό των Ολυμπιακών. Οποιαδήποτε συσχέτιση τους δεν εδράζεται σε υπαρκτά δεδομένα.
Τέλος, το αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν ελέγχει την ευχέρεια της διοίκησης ή τη φιλοσοφία της διοικητικής απόφασης, αλλά μόνο τη νομιμότητα της, αν, δηλαδή, παραβιάστηκε κανόνας δικαίου ή νομοθετική πρόνοια ή παρουσιάζεται κατάχρηση εξουσίας ή αυθαιρεσίας. (P. Georghiou (Catering) Ltd v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 221). Ούτε θα ήταν δυνατόν βέβαια να προβεί σε διαφοροποίηση ή τροποποίηση του Σχεδίου Χαριστικών Πληρωμών, με δεδομένη τη νομολογία ότι το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε αναμόρφωση υφιστάμενης ρύθμισης, νομοθετικής, κανονιστικής ή άλλης προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. (δέστε Κωνσταντίνου και Σταύρου ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 267, Dias United Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550, Βρούντου ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 78 και Μίκης Μαρκίδης ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 246/08, ημερ. 18.6.09).
Όπως αναφέρθηκε και στη Γεωργίου ν. Παναγή και Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 81, την οποία επικαλέσθηκε ο αιτητής ως προς την επίρρωση του ηθικού χαρακτήρα της αξίωσης του, η απόφαση, (εκεί για προαγωγή επ΄ ανδραγαθία μελών της αστυνομικής δύναμης), είναι κατά κανόνα ανέλεγκτος. Πρόκειτο για κατ΄ εξαίρεση παράκαμψη της συνήθους διαδικασίας προαγωγής και η διαπίστωση των γεγονότων που συνιστούσαν το ανδραγάθημα αναγόταν στο διοικητικό όργανο. Έτσι και εδώ, η κατά χάριν παροχή χρηματικών ποσών ως βραβείων για τους Παραολυμπιακούς αθλητές, στηρίζεται στην συμμετοχή, αλλά και τη συναφή επιτυχία και κατάταξη τους σε μια από τις οκτώ θέσεις που επιβραβεύονται.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ