ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 4 ΑΑΔ 1116
15 Δεκεμβρίου, 2009
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΙΕΡΟΔΙΑΚΟΝΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟY ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Καθ' oυ η αίτηση.
(Υποθέσεις Aρ. 1290/2007)
Έννομο Συμφέρον ― Υπαλλήλου του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας να προσβάλει την κατάταξή του σε ξεχωριστή δομή στο οργανόγραμμα του Συμβουλίου.
Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας ― Υπάλληλοι ― Η διαμόρφωση του οργανογράμματος του ΣΥΛ δεν έπληττε καθ' οιονδήποτε τρόπο τα έννομα συμφέροντα του αιτητή στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Ο αιτητής προσέφυγε κατά της κατάταξής του σε ξεχωριστή δομή στο οργανόγραμμα του ΣΥΛ, με τον τίτλο «Τεχνικός Επιθεωρητής».
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Το θέμα ύπαρξης εννόμου συμφέροντος είναι θεμελιακό για την παραπέρα εξέτασης μιας αιτήσεως ακυρώσεως και περαιτέρω δημοσίας τάξεως θέμα, που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Ο αιτητής στην παρούσα περίπτωση δεν συγκεκριμενοποίησε, ποιά ήταν η ζημιά που υπέστη ή θα υποστεί στο μέλλον, ώστε να ικανοποιείται η προϋπόθεση που τίθεται με το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος, για τη νομιμοποίηση προώθησης διοικητικής προσφυγής. Ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος προώθησης του συγκεκριμένου με την προσφυγή αιτήματός του.
Η προσφυγή απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Τάκη, υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια της κληρονομικής διαδοχής του Σωτήρη Τάκη v. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 4,
Κοντογιώργη κ.ά. v. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1997) 3 Α.Α.Δ. 137,
Πετρούδης v. Α.Η.Κ. (1992) 4(Ε) Α.Α.Δ. 3971.
Προσφυγή.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Μ. Ιεροκηπιώτου (κα), για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η κατάταξη του αιτητή σε ξεχωριστή δομή στο οργανόγραμμα του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, στο εξής ΣΥΛ, με τον τίτλο «Τεχνικός Επιθεωρητής» αμφισβητείται ως παράνομη ή άκυρη.
Τα γεγονότα που συνθέτουν την υπόθεση αυτή δεν αμφισβητούνται και έχουν ως εξής:
Ο ΣΥΛ είναι νομικό πρόσωπο με βάση το Κεφ. 350. Ο αιτητής εργαζόταν στο Δήμο Λατσιών, ως Τεχνικός Επιθεωρητής Υδατοπρομήθειας. Το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση του ημερ. 25.4.2001, αποφάσισε την ανάληψη από το ΣΥΛ του Τμήματος Υδάτων του Δήμου Λατσιών. Στις 19.9.2001 ο Δήμος Λατσιών αποδέχτηκε την πιο πάνω ανάληψη. Με βάση την πιο πάνω συμφωνία ο αιτητής θα εργοδοτείτο ως Επιθεωρητής Τεχνικών Έργων, Κλίμακα Α10. Ο ΣΥΛ πληροφόρησε σχετικώς τον αιτητή με επιστολή ημερ. 22.10.2001. Ο τελευταίος δεν ικανοποιήθηκε και καταχώρισε την υπό αριθμό 856/01 προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στις 31.1.2003 το Δικαστήριο με απόφαση του ακύρωσε τη μεταφορά του αιτητή στην υπηρεσία του ΣΥΛ. Στη συνέχεια και στη συγκεκριμένα στις 3.5.2003 ο αιτητής πληροφόρησε το Δήμο Λατσιών ότι επιθυμούσε να παραμείνει στην υπηρεσία του ΣΥΛ. Στις 6.5.2003 το Δημοτικό Συμβούλιο Λατσιών αποφάσισε τη μετακίνηση του αιτητή στο ΣΥΛ αναδρομικά από 19.11.2001.
Στις 22.6.2006 το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε τη νέα οργανική διάρθρωση των θέσεων προσωπικού του καθ' ου η αίτηση περιλαμβανομένης της τοποθέτησης του αιτητή ως Επιθεωρητή Τεχνικών Έργων σε ξεχωριστή δομή. Στις 3.4.2007 ο αιτητής ζήτησε διευκρινίσεις σε σχέση με τη διάρθρωση αυτή. Στις 21.6.2007 απαντήθηκε η σχετική επιστολή και γνωστοποιήθηκε στον αιτητή ότι η διαφοροποίηση της δομής αυτής ήταν αντικείμενο συμφωνίας και με τη συντεχνία των υπαλλήλων. Στις 28.6.2007 ο καθ' ου η αίτηση γνωστοποίησε στον αιτητή ότι ο ίδιος θα βρίσκεται σε ξεχωριστή δομή ως Τεχνικός Επιθεωρητής, κλίμακα Α10.
Το αντικείμενο της τοποθέτησης του αιτητή σε ξεχωριστή δομή αποτελεί, όπως ανέφερα αρχικά, το αντικείμενο της προσφυγής και το κύριο παράπονο του αιτητή.
Ως πρώτο λόγο ακυρώσεως ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή ισχυρίστηκε ότι υπάρχει παραβίαση της αρχής της ισότητας που κατοχυρώνεται με το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος. Αυτή η διαφοροποίηση προκαλεί, όπως είπε, δυσμενή επηρεασμό στη μελλοντική ανέλιξη του αιτητή. Με βάση το Νόμο 58(Ι)/2004 δεν είχε δικαίωμα ο καθ' ου η αίτηση να προχωρήσει και να δημιουργήσει ξεχωριστή δομή των υπαλλήλων.
Ως δεύτερο λόγο ακυρώσεως ο συνήγορος πρόβαλε ότι η υπό αμφισβήτηση απόφαση στερείται αιτιολογίας γιατί δεν δίδεται καμιά εξήγηση πώς και κάτω από ποιες συνθήκες αποφασίστηκε η υπαγωγή του αιτητή σε νέα υπηρεσιακή δομή. Το γεγονός ότι προβλήθηκε η ύπαρξη συμφωνίας από τη συντεχνία δεν αποτελεί αιτιολογία.
Ως τρίτο λόγο ο συνήγορος εισηγήθηκε ότι με τη μετακίνηση των υπαλλήλων από μια δομή σε άλλη, προκαλείται δυσμενής επηρεασμός που έχει ως συνέπεια την παραβίαση από τον καθ' ου η αίτηση των αρχών της καλής πίστεως.
Ως τέταρτο λόγο ακύρωσης ο αιτητής προβάλλει την ανυπαρξία προγενέστερης ακρόασης, γεγονός που θα του έδιδε τη δυνατότητα να προβάλει τη δική του θέση. Xωρίς αυτή τη θέση η απόφαση ήταν αντικείμενο πλάνης.
Τέλος, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι παραβιάζεται με τη σχετική απόφαση το δικαίωμα του για εργασία από τη στιγμή που δεν υπήρχε ισότητα μεταξύ του ιδίου και των υπολοίπων υπαλλήλων.
Το κύριο επιχείρημα που πρόβαλε η ευπαίδευτη συνήγορος του καθ' ου η αίτηση ήταν ότι, η κατάταξη του αιτητή και άλλων υπαλλήλων προερχομένων από το Δήμο Λατσιών, σε ξεχωριστή δομή δεν επηρέασε με οποιοδήποτε τρόπο τα υπηρεσιακά δικαιώματα, συνταξιοδοτικά ή άλλα, των υπαλλήλων. Αυτή η απουσία εξειδίκευσης, από πλευράς αιτητή, του ισχυρισμού περί δυσμενούς επηρεασμού πρέπει να οδηγήσει σε απόρριψη της προσφυγής, όπως είπε. Ούτε υπάρχει οποιαδήποτε παραβίαση του δικαιώματος ισότητας αφού, ο αιτητής είναι ισότιμος υπάλληλος με όλους τους άλλους. Ο ίδιος είχε αποδεχθεί και επιδοκιμάσει αυτή τη διαδικασία και εκούσια και πλήρως είχε αποδεχθεί την μετακίνηση του υποβάλλοντας σχετικό αίτημα τις 3.5.2003.
Η αιτιολογία της απόφασης, συνέχισε, είναι επαρκής και συμπληρώνεται από το φάκελο της διαδικασίας ο οποίος βρίσκεται κατατεθειμένος στο Δικαστήριο. Ως προς το θέμα της ύπαρξης ή όχι καλής πίστης από πλευράς του καθ' ου η αίτηση, η ανυπαρξία διαφοροποίησης στα συνταξιοδοτικά και άλλα δικαιώματα του αιτητή ικανοποιεί πλήρως τη νομική τους υποχρέωση, κατέληξε.
Ο αιτητής δεν μπορεί να ισχυρίζεται ότι δεν του δόθηκε η ευκαιρία να ακουστεί, πρόβαλε η συνήγορος του καθ' ου η αίτηση, γιατί όπως καταφαίνεται από τα γεγονότα και τη σχετική αλληλογραφία, αυτός είχε την ευκαιρία να εκθέσει τη θέση του προς τον καθ' ου η αίτηση, πράγμα το οποίο έκαμε.
Παρόλο που προβλήθηκε προδικαστικώς ότι ο αιτητής στερείται ευνόμου συμφέροντος στην προώθηση της παρούσας προσφυγής, αφού είχε συναινέσει να τοποθετηθεί στη ξεχωριστή δομή του οργανογράμματος, από τη μια και δεν υπήρξε επηρεασμός των δικαιωμάτων και ωφελημάτων του από την άλλη, αυτή εγκαταλείφθηκε στο στάδιο των διευκρινήσεων από τον καθ' ου η αίτηση.
Το θέμα ύπαρξης εννόμου συμφέροντος είναι θεμελιακό για την παραπέρα εξέτασης μιας αιτήσεως ακυρώσεως και περαιτέρω δημοσίας τάξεως θέμα που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. (Βλ. Τάκη, υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια της κληρονομικής διαδοχής του Σωτήρη Τάκη v. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 4 και Κοντογιώργη κ.ά. v. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1997) 3 Α.Α.Δ. 137.)
Με είχε απασχολήσει κατά το στάδιο μελέτης της υπόθεσης και κατά το στάδιο των διευκρινίσεων εξέφρασα την απορία μου, ποια είναι η διαφοροποίηση ή η άνιση μεταχείριση που επήλθε στην υπαλληλική δομή του αιτητή. Δεν έχει δοθεί ικανοποιητική απάντηση παρά μόνο αόριστοι ισχυρισμοί χωρίς τεκμηρίωση.
Ο αιτητής δεν συγκεκριμενοποίησε ποια ήταν η ζημιά που υπέστη ή θα υποστεί στο μέλλον ώστε να ικανοποιείται η προϋπόθεση που τίθεται με το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος για τη νομιμοποίηση προώθησης διοικητικής προσφυγής.
Τόσο με τις επιστολές προς τον αιτητή του Δήμου Λατσίων ημερ. 19.9.2001, (Παράρτημα Β στην ένσταση), του ΣΥΛ ημερ. 22.10.2001, (Παράρτημα Γ), όσο και στην επιστολή ημερ. 26.9.2001 του ΣΥΛ προς το Δήμο Λατσιών, φαίνεται καθαρά ότι η μισθοδοσία ανέλιξη και όλα τα δικαιώματα και ωφελήματα του αιτητή δεν θα επηρεαστούν από την μετακίνηση του αιτητή στο ΣΥΛ. Περαιτέρω, στα Τεκμ. 2 και 5 αναφέρεται ότι το Συμβούλιο δεσμεύτηκε ότι οι επηρεαζόμενοι υπάλληλοι δεν θα τύχουν δυσμενέστερης μεταχείρισης. Ο αιτητής έκανε λόγο για ηθική βλάβη χωρίς όμως να προσδιορίσει ή να συγκεκριμενοποιήσει ποια είναι αυτή.
Ως προς το θέμα της αναγκαιότητας διαπίστωσης βλάβης για προώθηση μιας προσφυγής, υιοθετώ το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Νικήτα, Δ., στην Πετρούδης v. Α.Η.Κ. (1992) 4(Ε) Α.Α.Δ. 3971.
"Η δεύτερη ένσταση είναι ότι ο αιτητής βάλλει κατά της ένταξης του ενδιαφερομένου μέρους στην κλίμακα Α14 χωρίς έννομο συμφέρον. Συγκεκριμένα υποστηρίχθηκε πως εδώ δεν συντρέχει οποιαδήποτε βλάβη του αιτητή. Γιατί η διάρθρωση δεν έχει προκαλέσει υποβάθμιση της θέσης ούτε είχε άλλες δυσμενείς επιπτώσεις για τον αιτητή, ιδιαίτερα στον οικονομικό τομέα. Ο δικηγόρος του αιτητή βασίστηκε στη γαλλική νομολογία για να υποβάλει ότι οι περιστάσεις θεμελιώνουν το έννομο συμφέρον του πελάτη του. Πρόκειται για την υπόθεση Rodiere (C.E. dec. 1925, Rec. 1965) και την υπόθεση Lot (C.E. 11 dec. 1903, Rec. 780). Στο σύγγραμμα των Μ. Lond, P. Weil και G. Braibant "Les grands Arrets de la Jurisprudence Administrative" υπάρχει το ακόλουθο σχόλιο για την τελευταία, στο οποίο με παρέπεμψε ο συνήγορος:
'Le Conseil d' Etat a admis de plus en plus largement les recours formes par les fonctionnaires centre les mesures gui, sans les concerner personnellement, peuvent les leser d' une maniere indirecte.'
Και σε μετάφραση:
'To Σ.τ.Ε. έκανε δεκτές ολοένα και περισσότερο τις προσφυγές των υπαλλήλων εναντίον μέτρων τα οποία, χωρίς να τους αφορούν προσωπικώς, μπορούν να τους προκαλέσουν ζημιά κατά έμμεσο τρόπο.'
Η δική μας όμως νομολογία ανταποκρίνεται απόλυτα στο συνταγματικό γνώμονα που θέτει το Άρθρο 146.2 του συντάγματος, που φαίνεται να διαφέρει από τα ισχύοντα στη Γαλλία. Σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη για το παραδεκτό της αίτησης, το έννομο συμφέρον του αιτητή πρέπει να είναι άμεσο και ενεστώς, να υπάρχει δηλαδή κατά το χρόνο της προσφυγής του και ο αιτητής να υφίσταται βλάβη λόγω της σχέσης που έχει με την πράξη που προσβάλλει. Εδώ, για τους λόγους που ανέφερε ο δικηγόρος της Αρχής, δεν διαπιστώνεται τέτοια σχέση και επομένως υπάρχει έλλειψη έννομου συμφέροντος, που καθιστά απαράδεκτη την προσφυγή."
Συνακόλουθα βρίσκω ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος προώθησης του συγκεκριμένου με την προσφυγή αιτήματος του.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Ποσό €1.500 επιδικάζεται υπέρ του καθ' ου η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.