ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 4 ΑΑΔ 593
2 Σεπτεμβρίου, 2009
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
(Υπόθεση Αρ. 1166/2004)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΒΟΥΝΟΥ,
Αιτήτρια,
v.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 182/2005)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΒΟΥΝΟΥ,
Αιτήτρια,
v.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1166/2004, 182/2005)
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Το δόγμα της απαγόρευσης της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας ― Περιστάσεις εφαρμογής του στην κριθείσα περίπτωση.
Σχέδια Υπηρεσίας ― Η ερμηνεία και εφαρμογή τους εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του διορίζοντος οργάνου ― Όρια επέμβασης του αναθεωρητικού δικαστηρίου.
Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ― Διορισμοί ― Περιστάσεις, υπό τις οποίες ο διορισμός των ενδιαφερομένων μερών επικυρώθηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Δεν αποδείχθηκε έκδηλη υπεροχή και επικράτησε το εύλογα επιτρεπτό της επίδικης απόφασης.
Η αιτήτρια προσέφυγε κατά του διορισμού των εδνιαφερομένων μερών στη θέση Λειτουργού Β΄ (Εμπορικό Προσωπικό).
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:
1. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση και έλαβε μέρος ανεπιφύλακτα σε όλη τη διαδικασία, αυτή εμποδίζεται εκ των υστέρων να επικαλείται τα όσα η ίδια προβάλλει σε σχέση με παραλείψεις στη δημοσίευση της προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και δημοσίευση της ύλης τόσο της γραπτής όσο και της προφορικής εξέτασης, με σκοπό να πλήξει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Πρόκειται για κλασσική περίπτωση εφαρμογής του δόγματος της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, στο οποίο προσκρούουν όλα όσα η αιτήτρια προβάλλει και αφορούν τη διαδικασία που ακολουθήθηκε.
2. Ο ισχυρισμός της αιτήτριας, ότι ελλείπουν πρακτικά σε σχέση με τη βαρύτητα της γραπτής εξέτασης και των προφορικών εξετάσεων, επίσης, δεν ευσταθεί. Γι' αυτά λήφθηκαν νομότυπα συγκεκριμένες αποφάσεις.
3. Τα περί αναιτιολόγητου των προφορικών εξετάσεων και, συγκεκριμένα, της δεύτερης προφορικής εξέτασης, πάλι, δεν ευσταθούν. Ανάγνωση των πρακτικών που τηρήθηκαν, αποκαλύπτει πλήρη αιτιολογία για την εντύπωση που άφησε ο κάθε υποψήφιος και τον τρόπο διαμόρφωσης της κρίσης της Επιτροπής που εξουσιοδοτήθηκε από το Συμβούλιο να διεξαγάγει τη δεύτερη προφορική εξέταση.
4. Ούτε ο ισχυρισμός περί πλάνης της Αρχής, ως προς τα πρόσθετα προσόντα της αιτήτριας ευσταθεί. Είναι νομολογημένο, ότι η ερμηνεία και εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας εμπίπτουν στη σφαίρα των εξουσιών του αρμοδίου οργάνου και το δικαστήριο, κατά την άσκηση της Αναθεωρητικής του Δικαιοδοσίας, εφόσον η ερμηνεία που δόθηκε από το αρμόδιο όργανο είναι εύλογη, δεν επεμβαίνει και, στην παρούσα περίπτωση, η ερμηνεία που δόθηκε είναι εύλογη.
5. Η αιτήτρια, δεν έχει, όπως απαιτεί η νομολογία, αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών, ο διορισμός των οποίων ήταν εύλογα επιτρεπτός.
Οι προσφυγές απορρίφθηκαν με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598,
Δημοκρατία ν. Ευγενίου κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 257,
Δημοκρατία ν. Χατζηχάννα κ.ά. (2007) 3 Α.Α.Δ. 116,
Δημοκρατία v. China Wanbao Engineering Corporation (2000) 3 Α.Α.Δ. 406.
Προσφυγή.
Θ. Κουσπή, για Ι. Νικολάου, για την Αιτήτρια.
Γ. Σεραφείμ, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Ξ. Ευγενίου (κα), για Α.Σ. Αγγελίδη, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 1 και 3 - 9 στην Υπόθεση Αρ. 1166/04 και για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 1 και 2 στην Υπόθεση Αρ. 182/05.
Cur. adv. vult.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι παρούσες προσφυγές στρέφονται εναντίον δύο αποφάσεων που λήφθηκαν σε διαφορετικές ημερομηνίες, κρίθηκε, όμως, πρόσφορο να συνεκδικαστούν, αφού λήφθηκαν στα πλαίσια της ίδιας διαδικασίας για την πλήρωση ίδιων θέσεων και στηρίζονται στα ίδια γεγονότα. Συγκεκριμένα, με την Προσφυγή Αρ. 1166/04, προσβάλλεται ο διορισμός, από 1/10/2004, εννέα ενδιαφερομένων μερών - (1. Ελένης Βασιλείου, 2. Στέλλας Κούλα - Ευσταθίου, 3. Δήμητρας Ιωαννίδου, 4. Μαρίας - Έλενας Θεοδοσίου, 5. Ελένης Ιωνά, 6. Κυπριανού Κουδουνά, 7. Στέλλας Μιχαηλίδου, 8. Ελένης Καλλιγάκη και 9. Αντωνίας Γιάγκου) - στη θέση Λειτουργού Β (Εμπορικό Προσωπικό), στην Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, (η «Αρχή»), ενώ, με την Προσφυγή Αρ. 182/05, προσβάλλεται ο διορισμός, από 1/2/2005, στην ίδια θέση, δύο ενδιαφερομένων μερών - (1. Μαριλένας Δημητριάδου και 2. Άννας - Μαρίας Μούσα).
Το ιστορικό των υποθέσεων, σε συντομία, έχει ως εξής:-
Η Αρχή, με προκήρυξή της στον ημερήσιο τύπο, ανακοίνωσε, μεταξύ άλλων, ότι δέχεται αιτήσεις από ενδιαφερομένους για πλήρωση δώδεκα κενών θέσεων Λειτουργού Β΄ (Εμπορικό Προσωπικό). Στην εν λόγω προκήρυξη, ανταποκρίθηκαν, μεταξύ άλλων, η αιτήτρια και τα έντεκα ενδιαφερόμενα μέρη. Ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής, (ο «Γενικός Διευθυντής»), διόρισε Υπηρεσιακή Επιτροπή, (η «Επιτροπή»), η οποία μελέτησε τις αιτήσεις και υπέβαλε σ' αυτόν την Έκθεσή της, μαζί με όλα τα σχετικά στοιχεία. Ο τελευταίος, αφού μελέτησε την Έκθεση, την υιοθέτησε στο σύνολό της και εισηγήθηκε όπως:-
(α) Κληθούν σε γραπτή εξέταση όσοι ενδιαφερόμενοι διαπιστώθηκε ότι κατείχαν τα προβλεπόμενα στην προκήρυξη ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα που εισηγήθηκε η Επιτροπή, καθώς και οι αιτητές, των οποίων η εξέταση της αίτησης εκκρεμούσε, είτε διότι αναμενόταν απάντηση του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. όσον αφορά το πτυχίο τους, είτε διότι αυτοί δεν προσκόμισαν κάποιο πιστοποιητικό το οποίο δήλωσαν ότι κατείχαν.
(β) Οι επικρατέστεροι υποψήφιοι κατά σειρά επιτυχίας στη γραπτή εξέταση κληθούν σε πρώτη προφορική εξέταση από εξειδικευμένα υπηρεσιακά στελέχη με αναλογία 4 υποψήφιοι για κάθε κενή θέση, νοουμένου ότι θα εξασφάλιζαν συνολική βαθμολογία τουλάχιστον 50%.
(γ) Όλοι όσοι κληθούν στην πρώτη προφορική εξέταση κληθούν σε δεύτερη προφορική εξέταση από το Συμβούλιο/Επιτροπή Συμβουλίου της Αρχής.
Στη συνέχεια, με βάση τη συνολική βαθμολογία που θα εξασφάλιζαν οι υποψήφιοι που θα επιτύγχαναν στη γραπτή εξέταση και στις προφορικές εξετάσεις, καταρτιστεί πίνακας κατά σειρά επιτυχίας, με βάση τον οποίο να πληρωθούν οι κενές θέσεις.
Οι πιο πάνω εισηγήσεις εξετάστηκαν και υιοθετήθηκαν στο σύνολό τους από το Συμβούλιο της Αρχής, (το «Συμβούλιο»), σε συνεδρία του ημερομηνίας 4/5/2004. Κατά την εν λόγω συνεδρία, επικυρώθηκαν, επίσης, τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των αιτήσεων των υποψηφίων από την Επιτροπή και υιοθετήθηκε το σχετικό υπόμνημα που υποβλήθηκε από το Γενικό Διευθυντή. Μεταξύ των 106 υποψηφίων που κρίθηκε ότι κατείχαν τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα ή/και τις προϋποθέσεις που καθορίστηκαν στη σχετική προκήρυξη περιλαμβάνονταν η αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Στη βάση της διαδικασίας πρόσληψης που αποφασίστηκε, διενεργήθηκε πρώτα η γραπτή εξέταση και ακολούθως οι δύο προφορικές. Την ευθύνη για την ετοιμασία και διεξαγωγή της γραπτής εξέτασης ανέλαβε διμερής Εξεταστική Επιτροπή, η οποία διορίστηκε για το σκοπό αυτό.
Η αιτήτρια στη γραπτή εξέταση κατέλαβε την 25η θέση στη σειρά κατάταξης, ενώ τα ενδιαφερόμενα μέρη κατέλαβαν τις θέσεις 19η, 16η, 1η, 14η, 10η, 2η, 12η, 3η, 6η - (με τη σειρά που προσβάλλονται στην Προσφυγή Αρ. 1166/04) - 4η και 29η - (με τη σειρά που προσβάλλονται στην Προσφυγή Αρ. 182/05).
Στην πρώτη προφορική εξέταση που διενεργήθηκε κλήθηκαν 48 υποψήφιοι.
Ακολούθως, διενεργήθηκε η δεύτερη προφορική εξέταση.
Όσον αφορά τη βαρύτητα της γραπτής εξέτασης και των προφορικών εξετάσεων, προκύπτει από τα πρακτικά ημερομηνίας 18/11/2003 και 3/2/2004 ότι αυτή καθορίστηκε σε 60% η γραπτή εξέταση και από 20% οι προφορικές εξετάσεις.
Ακολούθως, στη βάση των συνολικών αποτελεσμάτων των υποψηφίων, καταρτίστηκε Πίνακας των καταλληλοτέρων κατά σειρά επιτυχίας. Παραθέτω ό,τι εδώ ενδιαφέρει από τον πίνακα:-
Προκύπτει από τα πιο πάνω ότι, από το σύνολο των ενδιαφερομένων μερών και στις δύο προσφυγές, μεταξύ των δώδεκα υποψηφίων που πρώτευσαν - δώδεκα ήταν και οι κενές θέσεις - περιλαμβάνονταν τα εννέα ενδιαφερόμενα μέρη της Προσφυγής Αρ. 1166/04 και ακόμα δύο πρόσωπα, με σειρά κατάταξης 5 και 6, που είχαν κληθεί στις προφορικές εξετάσεις υπό όρους. Οι συγκεκριμένοι δύο υποψήφιοι, για λόγους που αναφέρονται στην ένσταση αλλά δεν ενδιαφέρουν εδώ, δεν κατέστη δυνατό να προσληφθούν, με αποτέλεσμα το Συμβούλιο να αποφασίσει όπως προταθεί διορισμός στους επόμενους κατά σειρά κατάταξης υποψήφιους, δηλαδή στα ενδιαφερόμενα μέρη στην Προσφυγή Αρ. 182/05. Η αιτήτρια, η οποία ήταν 25η στη σειρά του Πίνακα τελικής κατάταξης, έλαβε γνώση της πρόσληψης των ενδιαφερομένων μερών, για μεν την Προσφυγή Αρ. 1166/04, κατά ή περί την 1/10/2004, για δε την Προσφυγή Αρ. 182/05, στις 9/12/2004 και αυτός, προφανώς, είναι ο λόγος καταχώρισης δύο προσφυγών.
Για ακύρωση των πιο πάνω διορισμών, η αιτήτρια, με τις προσφυγές της, προβάλλει σειρά λόγων, οι οποίοι, κατά την εισήγησή της, τεκμηριώνουν λόγους ακυρότητας. Συγκεκριμένα, προβάλλει παράλειψη δημοσίευσης της προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, έλλειψη δημοσίευσης της ύλης της γραπτής εξέτασης και της διαδικασίας διεξαγωγής της, έλλειψη απόφασης και/ή πρακτικού για τη διαδικασία τόσο της γραπτής όσο και των προφορικών εξετάσεων και της βαρύτητάς τους και, τέλος, το αναιτιολόγητο των αποτελεσμάτων των προφορικών εξετάσεων.
Από πλευράς των ενδιαφερομένων μερών 1 και 3 - 9 στην Προσφυγή Αρ. 1166/04 και των ενδιαφερομένων μερών 1 και 2 στην Προσφυγή Αρ. 182/05, εγείρεται προδικαστικά ζήτημα παραβίασης του Κ. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, (ο «Διαδικαστικός Κανονισμός»). Ειδικότερα, αυτά ισχυρίζονται ότι όλοι οι νομικοί ισχυρισμοί που αναπτύσσονται στη γραπτή αγόρευση της αιτήτριας, πλην του ισχυρισμού που αφορά το αναιτιολόγητο των προφορικών εξετάσεων, δεν περιέχονται στα νομικά σημεία των προσφυγών της και, συνεπώς, δεν μπορούν να εξεταστούν.
Ο Κ. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού, εξετάστηκε στη Δημοκρατία v. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, όπου αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 607)
«(1) Ο εξεταστικός χαρακτήρας της διαδικασίας κάτω από το Άρθρο 146 αμβλύνει μεν το στοιχείο της αντιπαράθεσης που ενυπάρχει στους δικονομικούς θεσμούς (προσαρμοσμένους στην πολιτική δίκη), δεν καταργεί όμως τη δικογραφία ως το μέσο προσδιορισμού των επιδίκων θεμάτων. Οι τελικές αγορεύσεις που υποβάλλονται μετά την επιθεώρηση των φακέλων εξειδικεύουν και συγκεκριμενοποιούν τα επίδικα θέματα (που προσδιορίζονται στην αίτηση) που καλείται το δικαστήριο να επιλύσει. Μόνο λόγοι δημόσιας τάξης που άπτονται του θεμελίου της δικαιοδοσίας μπορεί να εγερθούν αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο και να αποτελέσουν λόγους ακύρωσης. (Βλ. Δημοκρατία v. C. Kassinos Construction Ltd. (1990) 4(Ε) A.A.Δ. 3835, Kadivari v. Δημοκρατίας, (Αρ. 2) (1992) 4(Δ) Α.Α.Δ. 2924 και Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1993) 4(Α) Α.Α.Δ. 289).»
(Βλ. επίσης, Δημοκρατία v. Ευγενίου κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 257.)
Έχω εξετάσει με προσοχή τα νομικά σημεία και στις δύο προσφυγές και είναι γεγονός ότι η διατύπωσή τους γίνεται κατά τρόπο γενικό, όχι, όμως, στο βαθμό που να μην είναι δυνατή η εξέτασή τους. Τα όσα προβάλλονται με τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου της αιτήτριας θεωρώ ότι εμπίπτουν στα νομικά σημεία υπ' αρ. 6, 7, 9, 10 και 11. Ως εκ τούτου, προχωρώ να εξετάσω την προσφυγή στην ουσία της.
Προβάλλει η αιτήτρια ότι η έλλειψη δημοσίευσης της σχετικής προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας συνιστά λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Οι καθ' ων η αίτηση, βέβαια, υποστηρίζουν τη νομιμότητα της προκήρυξης, όπως την υποστηρίζουν και τα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία, όμως, προδικαστικά θέτουν θέμα νομιμοποίησης της αιτήτριας να προβάλλει τέτοιο λόγο ακυρότητας, από τη στιγμή που αυτή ανεπιφύλακτα υπέβαλε αίτηση και έλαβε μέρος στη διαδικασία μέχρι τέλους.
Στη Δημοκρατία v. Χατζηχάννα κ.ά. (2007) 3 Α.Α.Δ. 116, σε σχέση με ανάλογο ισχυρισμό, αναφέρθηκαν τα εξής:- (σελ. 119-120)
«Επιπλέον, και επί του προκειμένου, θα πρέπει να επισημάνουμε πως απαραίτητη προϋπόθεση για να εξεταστεί τέτοιος ισχυρισμός θα πρέπει ο ενδιαφερόμενος που τον προβάλλει να τον θέσει με την πρώτη ευκαιρία ενώπιον του διοικητικού οργάνου για να τον εξετάσει, ώστε να προχωρήσει απρόσκοπτα η διαδικασία. Δεν νοείται ο ενδιαφερόμενος να μένει σιωπηλός και ανάλογα με την τελική απόφαση του διοικητικού οργάνου, όταν π.χ. δεν τον ευνοεί, να επιλέγει σε μεταγενέστερο στάδιο, και ειδικότερα ενώπιον του Δικαστηρίου να τον προβάλει. Σε τέτοια περίπτωση ο ισχυρισμός δεν θα εξεταστεί.»
Επίσης, στη Δημοκρατία v. China Wanbao Engineering Corporation (2000) 3 Α.Α.Δ. 406, αναφέρεται:- (σελ. 415-416)
«Έχουμε την άποψη, με κάθε εκτίμηση προς το συνάδελφο που επιλήφθηκε της υπόθεσης πρωτόδικα, ότι δεδομένης της εν προκειμένω συμμετοχής της αιτήτριας στο διαγωνισμό, αυτή δεν μπορούσε να προβάλει μετ' εννόμου συμφέροντος ζήτημα αντισυνταγματικότητας των εν λόγω Κανονισμών. Αποκομίζοντας το όφελος της συμμετοχής στη διαδικασία δεν μπορούσε εν συνεχεία, επειδή η προσδοκία της δεν πραγματώθηκε, να επιδιώξει τη μηδένιση της διαδικασίας. Δηλαδή, να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει: βλ. την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Ηλία κ.ά. v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 884, όπως και την πιο πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ v. Δήμου Λάρνακας κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 345. Σε σχέση, πιο συγκεκριμένα, με το υπό αναφορά ζήτημα η Ολομέλεια πρόσφατα στην Αναστασίου v. Δήμου Παραλιμνίου (2000) 3 Α.Α.Δ. 339, επιδοκίμασε την ακόλουθη υπόμνηση στην οποία είχε προβεί ο Κωνσταντινίδης στην Αναστασίου, μέσω του πληρεξουσίου αντιπροσώπου του Χριστάκη Σαββίδη v. Κ.Ο.Τ. (1996) 4(Δ) Α.Α.Δ. 2440:
'Όχι μόνο η προσφυγή αλλά και οι λόγοι ακυρότητας πρέπει να προβάλλονται 'μετ' εννόμου συμφέροντος' για να είναι παραδεκτοί.'»
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση και έλαβε μέρος ανεπιφύλακτα σε όλη τη διαδικασία, θεωρώ ότι αυτή εμποδίζεται εκ των υστέρων να επικαλείται τα όσα η ίδια προβάλλει σε σχέση με παραλείψεις στη δημοσίευση της προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και δημοσίευση της ύλης τόσο της γραπτής όσο και της προφορικής εξέτασης, με σκοπό να πλήξει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Πρόκειται για κλασσική περίπτωση εφαρμογής του δόγματος της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, στο οποίο προσκρούουν όλα όσα η αιτήτρια προβάλλει και αφορούν τη διαδικασία που ακολουθήθηκε.
Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι ελλείπουν πρακτικά σε σχέση με τη βαρύτητα της γραπτής εξέτασης και των προφορικών εξετάσεων, επίσης, δεν ευσταθεί. Προκύπτει από τα ενώπιόν μου τεθέντα ότι γι' αυτά λήφθηκαν νομότυπα συγκεκριμένες αποφάσεις.
Τα περί αναιτιολόγητου των προφορικών εξετάσεων και, συγκεκριμένα, της δεύτερης προφορικής εξέτασης, πάλι, δεν ευσταθούν. Ανάγνωση των πρακτικών που τηρήθηκαν αποκαλύπτει πλήρη αιτιολογία για την εντύπωση που άφησε ο κάθε υποψήφιος και τον τρόπο διαμόρφωσης της κρίσης της Επιτροπής που εξουσιοδοτήθηκε από το Συμβούλιο να διεξαγάγει τη δεύτερη προφορική εξέταση. Στα πρακτικά της Επιτροπής αυτής καταγράφονται για κάθε κριτήριο οι μονάδες που δόθηκαν για κάθε στοιχείο και η αιτιολογία του χαρακτηρισμού των υποψηφίων ως «καλός», «πολύ καλός», «άριστος». Ενδεικτικά, ως προς τον τρόπο βαθμολογίας τους, παραθέτω όσα αφορούν την αιτήτρια και τρία ενδιαφερόμενα μέρη στην Προσφυγή Αρ. 1166/04:-
«Κούλα Βουνού
Δεν διαθέτει πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα και πείρα. Ικανοποίησε πλήρως με τις γενικές της γνώσεις και τις γνώσεις της στο αντικείμενο και άφησε πολύ καλές εντυπώσεις με τη συμπεριφορά/προσωπικότητά της και τον τρόπο επικοινωνίας της. Γενικά κρίνεται καλή και βαθμολογείται με 12,20 ως ακολούθως:
Επιπρόσθετα προσόντα 0,00
Πείρα 0,00
Εξειδικευμένες γνώσεις στο αντικείμενο 3,00
Γενικές Γνώσεις 1,00
Συμπεριφορά/Προσωπικότητα 3,70
Επικοινωνία 4,50
———-
Σύνολο 12,20
=====»
«Ελένη Βασιλείου
Διαθέτει κάποια πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα ενώ δεν διαθέτει πείρα. Ικανοποίησε πλήρως με τις γενικές της γνώσεις και τις γνώσεις της στο αντικείμενο. Άφησε πολύ καλές εντυπώσεις με τη συμπεριφορά/ προσωπικότητά της και τον τρόπο επικοινωνίας της. Γενικά κρίνεται πολύ καλή και βαθμολογείται με 13,40 ως ακολούθως:
Επιπρόσθετα Προσόντα 1,00
Πείρα 0,00
Εξειδικευμένες γνώσεις στο αντικείμενο 2,90
Γενικές γνώσεις 1,00
Συμπεριφορά/Προσωπικότητα 3,80
Επικοινωνία 4,70
———-
Σύνολο 13,40
======»
«Μαρία-Έλενα Θεοδοσίου
Δεν διαθέτει πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα ενώ διαθέτει μικρή πείρα. Ικανοποίησε πλήρως με τις γενικές της γνώσεις και τις γνώσεις της στο αντικείμενο. Άφησε άριστες εντυπώσεις με τη συμπεριφορά/προσωπικότητά της και τον τρόπο επικοινωνίας της. Γενικά κρίνεται πολύ καλή και βαθμολογείται με 13,80 ως ακολούθως:
Επιπρόσθετα Προσόντα 0,00
Πείρα 1,00
Εξειδικευμένες γνώσεις στο αντικείμενο 3,00
Γενικές γνώσεις 1,00
Συμπεριφορά/Προσωπικότητα 3,90
Επικοινωνία 4,90
———-
Σύνολο 13,80
=====»
«Κυπριανός Κουδουνάς
Δεν διαθέτει πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα, ενώ διαθέτει πολύ μικρή πείρα. Ικανοποίησε πλήρως με τις γενικές του γνώσεις και τις γνώσεις του στο αντικείμενο. Άφησε πολύ καλές εντυπώσεις με τη συμπεριφορά/προσωπικότητά του και τον τρόπο επικοινωνίας του. Γενικά κρίνεται καλός και βαθμολογείται με 11,80 ως ακολούθως:
Επιπρόσθετα Προσόντα 0,00
Πείρα 0,20
Εξειδικευμένες γνώσεις στο αντικείμενο 3,00
Γενικές γνώσεις 1,00
Συμπεριφορά/Προσωπικότητα 3,40
Επικοινωνία 4,20
———-
Σύνολο 11,80
=====»
Ούτε ο ισχυρισμός περί πλάνης της Αρχής ως προς τα πρόσθετα προσόντα της αιτήτριας ευσταθεί. Η Επιτροπή Προσωπικού, στη συνεδρία της ημερομηνίας 20/11/2003, ερμήνευσε τον όρο «Μεταπτυχιακός Τίτλος», που περιείχετο στην προκήρυξη και αφορούσε στα απαιτούμενα προσόντα, ως τίτλο επιπέδου Master's Degree και όχι ως τίτλο επιπέδου postgraduate diploma. Η αιτήτρια πληρούσε τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα ως κάτοχος Bachelor of Arts in Business Administration του Coventry University (U.K.). Η κατοχή από αυτή Postgraduate Diploma in Business Administration - Heriot - Watt University - δεν αποτελούσε, σύμφωνα με τα αποφασισθέντα, ελάχιστο απαιτούμενο προσόν. Συνεπώς, πώς μπορούσε να πιστωθεί με μονάδες για κατοχή επιπρόσθετου προσόντος πτυχίου ή τίτλου που δε θεωρείτο ελάχιστο; Είναι νομολογημένο ότι η ερμηνεία και εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας εμπίπτουν στη σφαίρα των εξουσιών του αρμοδίου οργάνου και το δικαστήριο, κατά την άσκηση της Αναθεωρητικής του Δικαιοδοσίας, εφόσον η ερμηνεία που δόθηκε από το αρμόδιο όργανο είναι εύλογη, δεν επεμβαίνει και, στην παρούσα περίπτωση, θεωρώ ότι η ερμηνεία που δόθηκε είναι εύλογη.
Η αιτήτρια, καταλήγω ότι δεν έχει, όπως απαιτεί η νομολογία, αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι των ενδιαφερομένων μερών, ο διορισμός των οποίων ήταν εύλογα επιτρεπτός.
Οι προσφυγές απορρίπτονται, με €1.200 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 1166/04 και η προσβαλλόμενη απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 182/05 επικυρώνονται, με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.