ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 4 ΑΑΔ 403
16 Ιουνίου, 2009
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ISMAIL MEHMET SHΑKIR,
2. AFRICANOS (REAL ESTATE
& BUSINESS BROKERS) LTD,
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ
ΚΑΙ ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ,
3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
Τ/Κ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1475/2006)
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Διαφορές στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου ― Η περίπτωση της αμφισβήτησης από τουρκοκύπριο απόφασης του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών.
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή, σε αντιδιαστολή προς πράξη προερχόμενη από όργανο στερούμενο αποφασιστικής αρμοδιότητας ― Δεν συνέτρεχε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Τουρκοκυπριακές Περιουσίες ― Η θέση τους υπό κηδεμονία δυνάμει του Ν.139/91 ― Τα επί μέρους δικαιώματα των προστατευόμενων ιδιοκτητών και οι τιθέμενοι από τον Νόμο περιορισμοί τους.
Συνταγματικό Δίκαιο ― Ο επίδικος ισχυρισμός περί αντισυνταγματικότητας του Ν.139/91 ― Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και η εφαρμογή της στα επίδικα γεγονότα.
Συνταγματικό Δίκαιο ― Άρθρο 28 του Συντάγματος ― Δεν παραβιάζεται από την διάκριση μεταξύ τουρκοκυπρίων που το 1991 κατοικούσαν στην ελεγχόμενη από την Δημοκρατία περιοχή και σε αυτούς που δεν κατοικούσαν σε αυτή.
Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της απόρριψης της αίτησής τους, για μεταβίβαση του επιδίκου ακινήτου από τον αιτητή 1 στους αιτητές 2.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Η προσβαλλόμενη απόφαση ασφαλώς και είναι δημοσίου δικαίου. Από το λεκτικό των αιτούμενων θεραπειών, προκύπτει ότι στην ουσία αξιώνεται αποδέσμευση της συγκεκριμένης τουρκοκυπριακής περιουσίας, ώστε να καταστεί δυνατή η μεταβίβασή της στους αγοραστές.
2. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εκτελεστή, αφού αξιώνεται η αποδέσμευση τουρκοκυπριακής περιουσίας από τον Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, ο οποίος έχει σύμφωνα με τον περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και Άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμο του 1991, (Ν.139/91), σχετική αρμοδιότητα. Ο Κηδεμόνας έχει σύμφωνα με το Άρθρο 5 του Νόμου, όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που θα είχε ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας.
3. Το επιχείρημα θα πρέπει να απορριφθεί. Τα όσα ισχυρίζεται ο αιτητής ισχύουν μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης ακίνητης ιδιοκτησίας είχε μεταναστεύσει και αποκτήσει μόνιμη διαμονή στο εξωτερικό, πριν από την τουρκική εισβολή. Στην παρούσα υπόθεση η μητέρα του αιτητή, η οποία ήταν και η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια της συγκεκριμένης ακίνητης περιουσίας κατά το 1974, ουδέποτε μετανάστευσε ή απέκτησε μόνιμη διαμονή στο εξωτερικό, αλλά διέμενε πάντα στις κατεχόμενες περιοχές. Επομένως, κατά την έναρξη της ισχύος του Νόμου 139/91, δηλαδή την 1.7.1991, η περιουσία περιήλθε ως εγκαταλειφθείσα στη διαχείριση του Κηδεμόνα. Και θεωρείται ότι παραμένει έτσι μέχρι τη λήξη της έκρυθμης κατάστασης η οποία θα αποφασιστεί σύμφωνα με το Άρθρο 2 του Νόμου από το Υπουργικό Συμβούλιο. Την όλη κατάσταση δεν επηρεάζει η εγγραφή επ' ονόματι του αιτητή δυνάμει δωρεάς, της εν λόγω περιουσίας.
4. Ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης δεν αποστερείται της περιουσίας του, της οποίας, βέβαια, εξακολουθεί να είναι κύριος. Η διαχείριση όμως της περιουσίας αυτής ανατίθεται κατά τη διάρκεια της έκρυθμης κατάστασης στον Κηδεμόνα. Το δικαίωμα κατοχής, διαχείρισης και ελέγχου της περιουσίας, υπόκειται σε απόλυτα αναγκαίους περιορισμούς που συνάδουν με το Άρθρο 23.3. του Συντάγματος. Η έκρυθμη κατάσταση, παρά την όποια χαλάρωση στην προηγουμένως απόλυτη απαγόρευση στη διακίνηση μεταξύ των κατεχομένων και των ελεγχόμενων από τη Δημοκρατία περιοχών, δεν έχει βέβαια φτάσει στη λήξη της. Μεγάλο μέρος του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, εξακολουθεί να τελεί υπό κατοχή και η έκρυθμη κατάσταση συνεχίζεται. Η κυριότητα της ακίνητης περιουσίας παραμένει στους ιδιοκτήτες της, οι οποίοι όμως περιορίζονται προσωρινά, κατά τη διάρκεια της έκρυθμης κατάστασης, από του να μπορούν να την αποξενώσουν. Δεν αποκλείεται βέβαια, κάτω από προϋποθέσεις, είτε η μεταβίβαση και εγγραφή της περιουσίας επ' ονόματι των τέκνων των ιδιοκτητών, είτε η, μετά το θάνατο του νόμιμου ιδιοκτήτη, μεταβίβαση του τίτλου στους νόμιμους κληρονόμους. Η οποιαδήποτε δικαιοπραξία που αφορά την κυριότητα τουρκοκυπριακής περιουσίας, μπορεί να γίνει μόνο ύστερα από σχετική άδεια και πάντοτε μέσω του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών. Συνεπώς, εν όψει όλων των πιο πάνω, ο Κηδεμόνας απέρριψε το αίτημα του αιτητή για μεταβίβαση της ακίνητης του περιουσίας, μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του εξουσίας.
5. Τέλος, παραμένει ο ισχυρισμός των αιτητών ότι ο Νόμος 139/91 είναι αντισυνταγματικός, ως αντίθετος με το Άρθρο 23 του Συντάγματος. Το θέμα έχει κριθεί στην απόφαση Αντωνάκης Χρ. Σολομωνίδης Λτδ κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέως κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1275, 1282.
6. Ούτε το Άρθρο 28 του Συντάγματος φαίνεται να παραβιάζεται, αφού δεν δημιουργείται ανισότητα μεταξύ των Τουρκοκυπρίων που το 1991 κατοικούσαν στην ελεγχόμενη από τη Δημοκρατία περιοχή και σ' αυτούς που δεν κατοικούσαν. Σκοπός του Νόμου ήταν η προστασία των περιουσιών που εγκαταλείφθηκαν, λόγω της τουρκικής εισβολής. Η διαφορά από τους Τουρκοκύπριους που συνέχισαν να διαμένουν στις ελεύθερες περιοχές και που συνέχισαν, βεβαίως, να έχουν στην κατοχή τους την περιουσία τους, η οποία συνεπώς δεν χρειαζόταν προστασία, είναι προφανής.
Η προσφυγή απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Niazi ν. Δημοκρατίας (Aρ. 1) (2009) 3 Α.Α.Δ. 218,
Yashar, ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος του Yuksel Cemal Hudaverdi v. Δημοκρατίας (2004) 4 A.A.Δ. 744,
Korkut v. Γεωργίου, διά του πληρεξουσίου αντιπροσώπου του Χαράλαμπου Χ. Ζόππου (2008) 1 Α.Α.Δ. 905,
Suleyman, μέσω της πληρεξουσίου αντιπροσώπου του Sabina Ahmet Suleyman v. Δημοκρατίας (2007) 4 Α.Α.Δ. 312,
Αντωνάκης Χρ. Σολομωνίδης Λτδ κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1275.
Προσφυγή.
Σ. Νικολάου (κα) για Παπαχαραλάμπους και Αγγελίδη, για τους Αιτητές.
Ε. Φλωρέντζου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής 1 (στο εξής «ο αιτητής») είναι Τουρκοκύπριος. Κατάγεται από τα Λεύκαρα και από το 1971 είναι μόνιμος κάτοικος Λονδίνου. Στις 12.12.2003, δυνάμει δωρεάς από τη μητέρα του, η οποία λόγω της τουρκικής εισβολής εγκαταστάθηκε στα κατεχόμενα, εγκαταλείποντας την περιουσία της στις ελεύθερες περιοχές, κατέστη ιδιοκτήτης ακίνητης περιουσίας. Η μεταβίβαση της περιουσίας από τη μητέρα του έγινε με τη συγκατάθεση του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών. Στις 11.8.2004 ο αιτητής συνήψε σύμβαση πώλησης των κτημάτων του στους αιτητές 2.
Ο αιτητής ζήτησε από τους καθ' ων η αίτηση όπως, με βάση το πωλητήριο έγγραφο μεταβιβαστεί η συγκεκριμένη τουρκοκυπριακή περιουσία του στο όνομα των αγοραστών αιτητών 2, με παράλληλη αποδέσμευση της περιουσίας από τον Κηδεμόνα.
Στις 22.6.2006, ο Αναπληρωτής Διευθυντής της Υπηρεσίας Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών με επιστολή του πληροφόρησε τον αιτητή ότι το πιο πάνω αίτημα απορρίφθηκε, αφού δεν δικαιολογείται η αποδέσμευση της υπό κηδεμονία τουρκοκυπριακής περιουσίας, με σκοπό την πώληση και αποξένωσή της, ενώ δεν μπορούσε να επιτραπεί υπό τις περιστάσεις η αποδοχή και κατάθεση του πωλητηρίου εγγράφου για τη σκοπούμενη πώληση, ενόσω διαρκεί η προσδιοριζόμενη από το νόμο έκρυθμη κατάσταση, που επικρατεί στην Κύπρο λόγω της τουρκικής εισβολής. Η πιο πάνω απόφαση των αιτητών αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Οι καθ' ων η αίτηση προδικαστικά υποβάλλουν ότι η συγκεκριμένη απόφαση δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής γιατί δεν εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.
Η ένσταση θα πρέπει να απορριφθεί. Το θέμα αποφασίστηκε στην υπόθεση Niazi v. Δημοκρατίας (Aρ. 1) (2009) 3 Α.Α.Δ. 218. Η προσβαλλόμενη απόφαση ασφαλώς και είναι δημοσίου δικαίου. Ούτε το επιχείρημα ότι δεν έχουν προσδιοριστεί με σαφήνεια οι αιτούμενες θεραπείες ευσταθεί. Δεν τίθεται ένα τέτοιο θέμα. Από το λεκτικό των θεραπειών προκύπτει ότι στην ουσία αξιώνεται αποδέσμευση της συγκεκριμένης τουρκοκυπριακής περιουσίας, ώστε να καταστεί δυνατή η μεταβίβασή της στους αγοραστές.
Κατ' ανάλογο τρόπο θα πρέπει να απορριφθεί και άλλη προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση ότι η προσβαλλόμενη πράξη των καθ' ων δεν είναι εκτελεστή γιατί δεν προέρχεται από όργανο το οποίο έχει κατά νόμο αποφασιστική αρμοδιότητα επί του θέματος. Σύμφωνα πάντα με τους καθ' ων η αίτηση μόνο το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να τερματίσει τις αρμοδιότητες και εξουσίες που παρέχει ο Νόμος στον Κηδεμόνα για διαχείριση των τουρκοκυπριακών περιουσιών, οι οποίες περιήλθαν υπό την κηδεμονία του κατά την έναρξη της ισχύος του σχετικού νόμου την 1.7.1991 και μέχρι την τελική διευθέτηση του θέματος. Αξίζει αναφοράς η απόφαση Yashar, ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος του Yuksel Cemal Hudaverdi v. Δημοκρατίας (2004) 4 Α.Α.Δ. 744, όπου, αντίθετα με την παρούσα υπόθεση, η προσφυγή ασκήθηκε εναντίον του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Εκεί κρίθηκε μεταξύ άλλων ότι το λόγο είχε ο Κηδεμόνας Τουρκοκυπριακών Περιουσιών και όχι ο Διευθυντής του Κτηματολογίου. Στην παρούσα υπόθεση η προσφυγή ασκήθηκε εναντίον του Διευθυντή Υπηρεσίας Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών.
Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εκτελεστή αφού αξιώνεται η αποδέσμευση τουρκοκυπριακής περιουσίας από τον Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, ο οποίος έχει σύμφωνα με τον περί Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (Διαχείριση και Άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμο του 1991 (Ν.139/91), σχετική αρμοδιότητα. Ο Κηδεμόνας έχει σύμφωνα με το Άρθρο 5 του Νόμου όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που θα είχε ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης της περιουσίας.
Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί οι καθ' ων η αίτηση την εξέδωσαν καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας.
Ο αιτητής, αφού τονίζει το γεγονός ότι από το 1971 διαμένει μόνιμα στη Μεγάλη Βρετανία και έχει αποκτήσει τη Βρετανική υπηκοότητα, υποστηρίζει ότι ο Κηδεμόνας καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας δεν αποδέσμευσε τα κτήματά του για να πραγματοποιηθεί η πώλησή τους, εφ' όσον σύμφωνα με την υπουργική απόφαση ημερομηνίας 15.9.2004, σε «ειδικές κατάλληλες περιπτώσεις» μπορεί να εγκρίνει κατ' εξαίρεση την παραχώρηση άδειας για την πώληση και αποξένωση ορισμένων τουρκοκυπριακών περιουσιών των οποίων οι ιδιοκτήτες έχουν μεταβεί στο εξωτερικό για μόνιμη εγκατάσταση πριν από την τουρκική εισβολή και εξακολουθούν να διαμένουν στο εξωτερικό. Τονίζει, ακόμα, ότι η ελεύθερη διακίνηση των Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων από και προς τα κατεχόμενα και τις ελεύθερες περιοχές, έχει διαφοροποιήσει την κατάσταση που επικρατούσε κατά την ψήφιση του Νόμου 139/91.
Το επιχείρημα θα πρέπει να απορριφθεί. Τα πιο πάνω ισχύουν μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης ακίνητης ιδιοκτησίας είχε μεταναστεύσει και αποκτήσει μόνιμη διαμονή στο εξωτερικό πριν από την τουρκική εισβολή.
Στην παρούσα υπόθεση η μητέρα του αιτητή, η οποία ήταν και η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια της συγκεκριμένης ακίνητης περιουσίας κατά το 1974, ουδέποτε μετανάστευσε ή απέκτησε μόνιμη διαμονή στο εξωτερικό, αλλά διέμενε πάντα στις κατεχόμενες περιοχές. Επομένως, κατά την έναρξη της ισχύος του Νόμου 139/91, δηλαδή την 1.7.1991, η περιουσία περιήλθε ως εγκαταλειφθείσα στη διαχείριση του Κηδεμόνα. Και θεωρείται ότι παραμένει έτσι μέχρι τη λήξη της έκρυθμης κατάστασης η οποία θα αποφασιστεί σύμφωνα με το Άρθρο 2 του Νόμου από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Την όλη κατάσταση δεν επηρεάζει η εγγραφή επ' ονόματι του αιτητή δυνάμει δωρεάς, της εν λόγω περιουσίας. Η πράξη αυτή δεν έχει μεταβάλει την ουσία των γεγονότων και η περιουσία παραμένει υπό τη φύλαξη του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών.
Ένα άλλο ερώτημα το οποίο θα πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο ο Νόμος 139/91 περιορίζει καθ' οιονδήποτε τρόπο το δικαίωμα του Τουρκοκύπριου ιδιοκτήτη να πωλεί ή να μεταβιβάζει την ακίνητή του περιουσία. Όπως έχει λεχθεί και στην υπόθεση Korkut v. Γεωργίου, διά του πληρεξουσίου αντιπροσώπου του Χαράλαμπου Χ. Ζόππου (2008) 1 Α.Α.Δ. 905, οι διατάξεις του Άρθρου 6 του Νόμου δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας. Ο Τουρκοκύπριος ιδιοκτήτης δεν αποστερείται της περιουσίας του, της οποίας, βέβαια, εξακολουθεί να είναι κύριος. Η διαχείριση όμως της περιουσίας αυτής ανατίθεται κατά τη διάρκεια της έκρυθμης κατάστασης στον Κηδεμόνα. Το δικαίωμα κατοχής, διαχείρισης και ελέγχου της περιουσίας υπόκειται σε απόλυτα αναγκαίους περιορισμούς που συνάδουν με το Άρθρο 23.3. του Συντάγματος. (Bλέπε Suleyman, μέσω της πληρεξουσίου αντιπροσώπου του Sabiha Ahmet Suleyman v. Δημοκρατίας (2007) 4 A.A.Δ. 312).
Η έκρυθμη κατάσταση, παρά την όποια χαλάρωση στην προηγουμένως απόλυτη απαγόρευση στη διακίνηση μεταξύ των κατεχομένων και των ελεγχόμενων από τη Δημοκρατία περιοχών, δεν έχει βέβαια φτάσει στη λήξη της. Μεγάλο μέρος του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας εξακολουθεί να τελεί υπό κατοχή και η έκρυθμη κατάσταση συνεχίζεται.
Η κυριότητα της ακίνητης περιουσίας παραμένει στους ιδιοκτήτες της, οι οποίοι όμως περιορίζονται προσωρινά, κατά τη διάρκεια της έκρυθμης κατάστασης, από του να μπορούν να την αποξενώσουν. Δεν αποκλείεται βέβαια, κάτω από προϋποθέσεις, είτε η μεταβίβαση και εγγραφή της περιουσίας επ' ονόματι των τέκνων των ιδιοκτητών, είτε η, μετά το θάνατο του νόμιμου ιδιοκτήτη, μεταβίβαση του τίτλου στους νόμιμους κληρονόμους. Η οποιαδήποτε δικαιοπραξία που αφορά την κυριότητα τουρκοκυπριακής περιουσίας μπορεί να γίνει μόνο ύστερα από σχετική άδεια και πάντοτε μέσω του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών.
Συνεπώς, εν όψει όλων των πιο πάνω, ο Κηδεμόνας απέρριψε το αίτημα του αιτητή για μεταβίβαση της ακίνητης του περιουσίας μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του εξουσίας.
Ο Νόμος 139/91 δεν έχει σκοπό τη θέσπιση μόνιμων περιορισμών ή τη στέρηση των δικαιωμάτων των νόμιμων ιδιοκτητών. Τα μέτρα που λήφθηκαν στην παρούσα υπόθεση, βάση του Νόμου είναι απολύτως αναγκαία και ανάλογα με την υφιστάμενη κατάσταση.
Με βάση όλα τα πιο πάνω οι ισχυρισμοί των αιτητών ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και ελήφθη χωρίς τη δέουσα έρευνα και κατά πλάνη, θα πρέπει να απορριφθούν.
Τέλος, παραμένει ο ισχυρισμός των αιτητών ότι ο Νόμος 139/91 είναι αντισυνταγματικός ως αντίθετος με το Άρθρο 23 του Συντάγματος. Το θέμα έχει κριθεί στην απόφαση Αντωνάκης Χρ. Σολομωνίδης Λτδ κ.ά. v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1275, 1282. Αποφασίστηκε ότι ο Νόμος 139/91 δεν καταστρατηγεί το Άρθρο 23 του Συντάγματος και οι συγκεκριμένες νομοθετικές πρόνοιες δικαιολογούνται στη βάση του δικαίου της ανάγκης. Όπως είπαμε και πιο πάνω τα μέτρα αυτά δεν έχουν σκοπό τη θέσπιση μόνιμων περιορισμών ή τη στέρηση των δικαιωμάτων των νόμιμων ιδιοκτητών, αλλά την προσωρινή, για όσο χρόνο είναι αναγκαίο, προστασία και διαχείριση της περιουσίας. (Bλέπε ακόμα Suleyman , μέσω της πληρεξουσίου αντιπροσώπου του Sabiha Ahmet Suleyman v. Δημοκρατίας (2007) 4 A.A.Δ. 312).
Ούτε το Άρθρο 28 του Συντάγματος φαίνεται να παραβιάζεται αφού δεν δημιουργείται ανισότητα μεταξύ των Τουρκοκυπρίων που το 1991 κατοικούσαν στην ελεγχόμενη από τη Δημοκρατία περιοχή και σ' αυτούς που δεν κατοικούσαν. Σκοπός του Νόμου ήταν η προστασία των περιουσιών που εγκαταλείφθηκαν λόγω της τουρκικής εισβολής. Η διαφορά από τους Τουρκοκύπριους που συνέχισαν να διαμένουν στις ελεύθερες περιοχές και που συνέχισαν, βεβαίως, να έχουν στην κατοχή τους την περιουσία τους η οποία συνεπώς δεν χρειαζόταν προστασία, είναι προφανής.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.300 έξοδα εναντίον των αιτητών.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.