ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 944/2007)
24 Νοεμβρίου, 2009
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΑΤΖΗΠΑΡΑΣΚΕΥΑ
Αιτήτρια,
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ
ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΚΑΙ /Η ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ
ΚΑΙ / Η ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ΄ων η Αίτηση.
Α. Πλαστήρας, για την Αιτήτρια.
Ε. Παπαγεωργίου(κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, η Αιτήτρια ζητά ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 27/12/06 με την οποία χορηγήθηκε πολεοδομική άδεια και εγκρίθηκε η Πολεοδομική Αίτηση με αρ. ΛΕΥ/1460/2006 στον ιδιοκτήτη όμορου τεμαχίου.
Γεγονότα της υπόθεσης
Ο Νικόλαος Χριστοφόρου ο οποίος είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του τεμαχίου με αρ. 3126, Φ/Σχ. ΧΧΙ.62.Ε1, τμήμα 9, στο Στρόβολο το οποίο εφάπτεται με το τεμάχιο της Αιτήτριας, στις 8.6.2006 υπέβαλε αίτηση για την ανέγερση τριώροφης οικοδομής που θα περιελάμβανε ένα ιατρείο της τάξης των 100τ.μ., 3 οικιστικές μονάδες και πέντε χώρους στάθμευσης.
Στις 27.12.2006, η πολεοδομική αρχή αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της δεδομένα και τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας, στις οποίες εμπίπτει η επίδικη ανάπτυξη, αποφάσισε να χορηγήσει την αιτηθείσα Πολεοδομική Άδεια με όρους που καθόρισε αυτή.
Χορηγώντας την άδεια, η πολεοδομική αρχή συγκεκριμένα έλαβε υπόψη τις πρόνοιες των παρ. 9.6.2 και 13.5.1 του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας, σύμφωνα με τις οποίες, ιδιωτικά ιατρεία μικρής κλίμακας θεωρούνται ως αναπόσπαστο στοιχείο οργάνωσης και εξυπηρέτησης επιμέρους αστικών περιοχών. Για το λόγο αυτό μπορούν να επιτρέπονται, εκτός από τις περιοχές που γειτνιάζουν και εντάσσονται λειτουργικά στο σύστημα κεντρικών λειτουργιών και σε περιοχές κατοικίας, νοουμένου ότι το μέγιστο επιτρεπόμενο εμβαδόν τους θα είναι της τάξης των 130τ.μ., σύμφωνα με τις τροποποιήσεις που έγιναν με την οριστικοποίηση των Τοπικών Σχεδίων στις 27/10/2006.
Στις 9/3/2007 η Αιτήτρια κατέθεσε επιστολή, με την οποία ενίστατο η χορηγούμενη πολεοδομική άδεια γιατί όπως ανέφερε, η λειτουργία ιατρείου «θα διαταράξει την ησυχία και γαλήνη του δρόμου και της εγγύτερης περιοχής. Η παρούσα περιοχή εμπίπτει σε οικιστική ζώνη και δεν προσφέρεται για κλινικές. Μόνο η ταλαιπωρία από την συσσώρευση επισκεπτών την φόρτιση το δρόμου σε στάθμευση τον θόρυβο από τα μηχανήματα της εν λόγω κλινικής θα ανατρέψουν τον οικιστικό χαρακτήρα του δρόμου και της εγγύτερης περιοχής και θα μειώσουν την ποιότητα ζωής μου που εγώ και τα παιδιά μου διατηρούμε για πέραν από 40 χρόνια ».
Οι καθ' ων η αίτηση σε απάντηση τους, στις 24.4.2007, την ενημέρωσαν για τους λόγους που χορήγησαν την άδεια. Μεταξύ άλλων, την πληροφόρησαν ότι:
«(α) πρόκειται για ένα μόνο ιατρείο (δερματολογικό/ αφροδισιολογικό) της τάξης των 100τ.μ.,
(β) το τεμάχιο διαθέτει εύκολη πρόσβαση απ' ευθείας από δρόμο πρωταρχική σημασίας (Λεωφ. Ακροπόλεως) μέσω κύριου δρόμου δευτερεύουσας σημασίας (28ης Οκτωβρίου) και κατά συνέπεια η λειτουργία της ανάπτυξης δεν ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα στις ανέσεις του οδικού δικτύου ή της ευρύτερης οικιστικής περιοχής,
(γ) η ανάπτυξη διαθέτει χώρους στάθμευσης κατά 60% περισσότερους των απαιτούμενων με βάση τις πρόνοιες του Παραρτήματος Γ των Τοπικών Σχεδίων,
(δ) η ανάπτυξη τηρεί πλήρως τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας και των σχετικών Κανονισμών συμπεριλαμβανομένης και της πρόνοιας 4.5 του Παραρτήματος Β για την οποία γίνεται αναφορά στην παρ. 3(β) πιο πάνω ..»,
Η Αιτήτρια, θεωρώντας την απάντηση ως άρνηση της διοίκησης να ακυρώσει την άδεια, προσέβαλε την απόφαση της διοίκησης να χορηγήσει πολεοδομική άδεια στον ιδιοκτήτη του συνορεύοντος κτήματος για τον πιο πάνω σκοπό. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος για την Αιτήτρια προώθησε τους πιο κάτω λόγους ακύρωσης: (1) πλάνη, (2) έλλειψη έρευνας και αιτιολογίας και (3) υπέρβαση των ορίων της διακριτικής τους εξουσίας.
Νομική πτυχή
Η προδικαστική ένσταση για την έλλειψη εννόμου συμφέροντος.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση προβάλλει προδικαστική ένσταση, η οποία επιβάλλεται να εξεταστεί πρώτα, αφού τυχόν αποδοχή της θα κρίνει τελικά ολόκληρη την προσφυγή. Με αυτήν εισηγείται ότι η Αιτήτρια στερείται προσωπικού εννόμου συμφέροντος άμεσα προσβληθέντος από την επίδικη απόφαση, με την έννοια που αυτό έχει στα πλαίσια του άρθρου 146 του Συντάγματος. Προς υποστήριξη της πιο πάνω εισήγησης, επικαλείται σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία η Αιτήτρια έχει το βάρος να αποδείξει και να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου τα στοιχεία που θα μπορούσαν να θεμελιώσουν δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων της, ως ιδιοκτήτριας όμορου ακινήτου.
Ο συνήγορος της Αιτήτριας θεωρώντας την προδικαστική ένσταση αβάσιμη, αναφέρεται στο περιεχόμενο της επιστολής-ένστασης της πελάτισσας του προς τους καθ' ων η αίτηση στην οποία, κατά την άποψη του, αποδεικνύεται ο δυσμενής επηρεασμός της. Επίσης επικαλείται συγγράμματα διοικητικού δικαίου και νομολογία, σύμφωνα με την οποία, το έννομο συμφέρον αρκεί να πιθανολογείται και δεν είναι απαραίτητη η απόδειξη του.
Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί.
Σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος, ένας Αιτητής για να προσβάλει διοικητική πράξη πρέπει να έχει συμφέρον το οποίο να είναι έννομο. Σύμφωνα με την Νομολογία, προϋπόθεση για την άσκηση προσφυγής είναι ο δυσμενής επηρεασμός του συμφέροντος του προσφεύγοντος. Το βάρος απόδειξης είναι στον Αιτητή. Όπου ο Αιτητής είναι ο αποδέκτης της πράξης και η βλάβη έχει συντελεστεί, αυτός έχει το βάρος να αποδείξει την ζημιά που έχει υποστεί. Όπου η ζημιά δεν έχει συντελεστεί ή όπου ο Αιτητής δεν είναι ο άμεσος αποδέκτης της πράξης, τότε το έννομο συμφέρον του θα πρέπει να πιθανολογηθεί. Σ΄αυτή την περίπτωση, δεν απαιτείται απόδειξη της ζημιάς, αλλά πιθανολόγησή της (βλ. Σοφούλα Χαραλάμπους v Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 73). Αυτή είναι και η περίπτωση που εξετάζεται στην παρούσα προσφυγή, εφόσον η Αιτήτρια δεν είναι η αποδέκτης της διοικητικής πράξης, αλλά η ιδιοκτήτρια όμορου κτήματος η οποία ισχυρίζεται ότι «θα» υποστεί ζημιά. Επομένως, η Αιτήτρια δεν χρειάζεται να αποδείξει τους ισχυρισμούς της, αλλά μόνο να δείξει ότι οι ισχυρισμοί της είναι εύλογοι, δηλαδή, «όχι προφανώς ασύστολοι» (βλ. Σοφούλα Χαραλάμπους v Δημοκρατίας, ανωτέρω). Βέβαια, η κάθε περίπτωση κρίνεται με βάση τα δικά της γεγονότα.
Στην προκειμένη περίπτωση, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η ιδιοκτησία της πλήττεται άμεσα και δυσμενώς. Έχω εξετάσει τα όσα ισχυρίζεται στην επιστολή της και κατά την άποψή μου τα στοιχεία που δίδει, κάθε άλλο παρά ασύστολα μπορούν να χαρακτηριστούν. Το ότι αναφέρεται σε κλινική και όχι σε ιατρείο, δεν επηρεάζει καθόλου την ουσία των ισχυρισμών της, οι οποίοι θα πρέπει να διαβάζονται στην ολότητά τους και όχι απομωνομένα. Οι ισχυρισμοί της μπορεί να είναι κάπως γενικοί, όμως στο παρόν στάδιο της πιθανολόγησης της ζημιάς, η Αιτήτρια δεν θα μπορούσε να είναι πιο συγκεκριμένη. Κατά την άποψή μου η Αιτήτρια κατάφερε να παρουσιάσει ικανοποιητικά στοιχεία από τα οποία μπορεί να πιθανολογηθεί το έννομο συμφέρον της.
Οι λόγοι ακύρωσης
Στη συνέχεια θα εξετάσω όλους τους λόγους ακύρωσης μαζί. Θα αρχίσω όμως από τον λόγο που αφορά στην έλλειψη έρευνας.
Από τα στοιχεία του φακέλου είναι φανερό ότι η διοίκηση προέβη σε έρευνα, η οποία υπό τις περιστάσεις κρίνεται ως επαρκής. Όπως αναφέρεται, στο Έντυπο Μελέτης Πολεοδομικής Αίτησης, Λειτουργός Πολεοδομίας επισκέφθηκε το υπό ανάπτυξη κτήμα και προέβη σε επιτόπια εξέταση. Εξέτασε την Αίτηση στα πλαίσια του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας με το οποίο βεβαιώθηκε ότι η Πολεοδομική Αίτηση συνάδει.
Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης δεν έχουν άμεση σχέση με τα όσα αναφέρθηκαν στην υπόθεση Βασιλείου v Δημοκρατίας Υπόθ. αρ. 291/04 ημερ. 12.1.2006 την οποία επικαλείται ο δικηγόρος της Αιτήτριας. Εκεί η περιοχή της Χρυσελαιούσας κρίθηκε ως περιοχή ειδικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να απαιτείτο εξειδικευμένη έρευνα της αισθητικής και αρχιτεκτονικής άποψης της προτεινόμενης οικοδομής. Κάτι τέτοιο, δεν ισχύει στην υπό εκδίκαση υπόθεση.
Στην προκειμένη περίπτωση η έρευνα ήταν τέτοια που με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οδήγησε σε έλλειψη γνώσης στοιχείων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κρίση της διοίκησης. Δεν συμμερίζομαι την άποψη ότι με τα στοιχεία που περιέλαβε στην αρχική ένστασή της η Αιτήτρια, χρειαζόταν να γίνει νέα επιτόπια εξέταση ή άλλη έρευνα ώστε να τοποθετηθεί η διοίκηση στους γενικούς ισχυρισμούς της Αιτήτριας.
Ως αποτέλεσμα της δέουσας έρευνας που διεξήχθη, δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε πλάνη περί τα πράγματα. Εν πάση περιπτώσει, οι ισχυρισμοί του δικηγόρου της Αιτήτριας περί πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο, είναι γενικοί και αόριστοι χωρίς να προσδιορίζουν το σημείο ή τα σημεία στα οποία πλανήθηκε η διοίκηση.
Ο τελευταίος λόγος ακύρωσης, αφορά στην υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας της διοίκησης. Δεν διαπιστώνω οποιανδήποτε υπέρβαση. Σύμφωνα με το Άρθρο 44 του Περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο του 1999 (Ν.158(1)/99), δεν απαγορεύεται στο διοικητικό όργανο να ασκεί τη διακριτική του εξουσία με βάση γενική πολιτική ή κριτήρια που έχει καθορίσει το ίδιο για παρόμοιες υποθέσεις, εφόσον η πολιτική ή τα κριτήρια που έχει χαράξει συνάδουν με το νόμο και το όργανο εξετάζει ιδιαίτερα, κάθε υπόθεση που παρουσιάζεται ενώπιόν του και συγκεκριμένα αν τα περιστατικά της δικαιολογούν απόκλιση από την γενική πολιτική ή κριτήρια που χάραξε. Όμως στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχουν ιδιαίτερα περιστατικά που να δικαιολογούν ειδική εξέταση με σκοπό την απόκλιση. Η περιοχή στην οποία βρίσκεται το τεμάχιο των Αιτητριών, δεν είναι «αυστηρά οικιστική», όπως εσφαλμένα ισχυρίζεται η ευπαίδευτη δικηγόρος τους, αφού το τοπικό σχέδιο Λευκωσίας επιτρέπει και άλλου είδους ιδιωτικά υποστατικά, όπως είναι, μεταξύ άλλων, η δημιουργία ιατρείου μικρής κλίμακας. Κατά την άποψή μου, ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί, εφόσον η διοίκηση δεν έχει ξεφύγει των ακραίων ορίων της εξουσίας της.
Τέλος, η αιτιολογία της διοίκησης, όπως αυτή καταγράφεται στην επιστολή της ημερομηνίας 24.7.2007 προς την Αιτήτρια, είναι, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, επαρκής, εφόσον είναι σαφής, δεν αφήνει αμφιβολία ως προς τους λόγους λήψης της επίδικης απόφασης και εν πάση περιπτώσει, με κανέναν τρόπο δεν εμποδίζει τον δικαστικό έλεγχο.
Η προσφυγή δεν ευσταθεί και απορρίπτεται με €700 έξοδα υπέρ των Καθ΄ων η Αίτηση.
Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.