ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1616/2008)
30 Νοεμβρίου, 2009
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28, 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
LEVON BABAJANYAN,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Ανδρέας Καρεκλάς, για τον Αιτητή.
Δάφνη Νικολάτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής, με την παρούσα προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 17/10/2008, ζητά από το Δικαστήριο τις πιο κάτω θεραπείες:-
«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 25/06/2008 και για την οποία έλαβε γνώση ο αιτητής κατά ή περί τις 05/09/2008 και με την οποία απορρίπτεται το αίτημα του για την αναγνώριση του ως πολιτικού πρόσφυγα και/ή για παροχή Διεθνούς προστασίας και/ή συμπληρωματικής προστασίας είναι παράνομη, άκυρη και χωρίς Νομικό Αποτέλεσμα.
Β. ΄Εξοδα και ΦΠΑ.»
Σύμφωνα με τα γεγονότα, ο αιτητής, ο οποίος κατάγεται από την Αρμενία, στις 6/3/2004, υπέβαλε αίτηση για αναγνώριση σ' αυτόν του καθεστώτος του πολιτικού πρόσφυγα. Ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του το 2003, επειδή αντιμετώπιζε κίνδυνο για τη ζωή του. Συγκεκριμένα, τρία αδέλφια ήθελαν να τον εκδικηθούν για το θάνατο της μητέρας και του παιδιού ενός εξ αυτών, που πυροβολήθηκαν και σκοτώθηκαν το 1994, κατά τη διάρκεια του πολέμου μεταξύ Αρμενίων και Αζέρων και ενώ μετακινούνταν, μαζί με άλλα πρόσωπα, από τον ίδιο και κάποιο φίλο του, από το Νακορνο-Καραμπάχ στη Γεραβάν. Στην Κύπρο ήλθε νόμιμα στις 19/3/2003, αφού προηγουμένως εξασφάλισε άδεια εργασίας. Μαζί του βρισκόταν και η σύζυγός του.
Λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία είχε συνέντευξη με τον αιτητή, τον έκρινε αναξιόπιστο και εισηγήθηκε απόρριψη του αιτήματός του. Η Υπηρεσία Ασύλου, με απόφασή της ημερομηνίας 5/4/2007, απέρριψε το αίτημά του και τον πληροφόρησε σχετικά με επιστολή ημερομηνίας 26/4/2007, η οποία ταχυδρομήθηκε στις 27/4/2007 και επιδόθηκε στον αιτητή στις 11/6/2007.
Εναντίον της εν λόγω απόφασης ο αιτητής καταχώρισε ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, (η «Αναθεωρητική Αρχή»), διοικητική προσφυγή, η οποία κρίθηκε εμπρόθεσμη και εξετάστηκε. Η Αναθεωρητική Αρχή, αφού υιοθέτησε την εισήγηση αρμόδιας λειτουργού της, εξέδωσε εμπεριστατωμένη απόφαση στις 26/6/2008. Με αυτή, κρίθηκε ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν ορθή και αιτιολογημένη, οι δε ισχυρισμοί, που ο συνήγορός του αιτητή επικαλέστηκε με τη διοικητική προσφυγή του, αφού εξετάστηκαν, απορρίφθηκαν ως ανυπόστατοι και αβάσιμοι. Η απορριπτική απόφαση εστάλη, στις 8/7/2008, στον αιτητή ταχυδρομικώς (συστημένη), στη διεύθυνση που ο ίδιος δήλωσε στην αίτησή του και, με τηλεομοιότυπο, στο συνήγορό του, στις 30/6/2008. Η επιστολή προς τον αιτητή επεστράφη, ως αζήτητη, στις 28/7/2008.
Επικαλούμενοι οι καθ' ων η αίτηση τα πιο πάνω και την ημερομηνία καταχώρισης της παρούσας προσφυγής, προβάλλουν προδικαστικά το εκπρόθεσμό της. Καταχωρήθηκε, υπέβαλαν, 109 ημέρες μετά την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης και, συνεπώς, δεν ασκήθηκε εντός της προβλεπόμενης από το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος προθεσμίας των 75 ημερών.
Ο αιτητής, αντιτείνει ότι, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 2008, λόγω σοβαρής ασθένειας - περιέπεσε, μάλιστα, και σε κώμα - βρισκόταν για μεγάλα διαστήματα στο νοσοκομείο και, γι' αυτό, δεν μπόρεσε να παραλάβει την ειδοποίηση του ταχυδρομείου, η οποία του εστάλη. Ο συνήγορός του, καίτοι προσπάθησε να τον εντοπίσει για να τον ειδοποιήσει, δεν τα κατάφερε - απουσίαζε και αυτός για μεγάλα διαστήματα την περίοδο Ιουλίου - Αυγούστου του 2008 στο εξωτερικό. Μόλις αρχές Σεπτεμβρίου, 2008, κατόρθωσε να επικοινωνήσει μαζί του και να τον ενημερώσει σχετικά με την απορριπτική απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής.
Η προδικαστική ένσταση ευσταθεί. Ο αιτητής δεν έχει, με οποιοδήποτε τρόπο, υποστηρίξει το γενικό και αόριστο ισχυρισμό του ότι την περίοδο του καλοκαιριού του 2008 κρατήθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Δεν έχει παρουσιάσει προς το σκοπό αυτό οποιαδήποτε βεβαίωση ή άλλο έγγραφο του νοσοκομείου, όπου, κατά τον ισχυρισμό του, νοσηλεύτηκε, εφόσον η κατάσταση, στην οποία προβάλλει ότι βρισκόταν, επηρεάζει και επιδρά στην αδυναμία, αφενός, του ιδίου να παραλάβει την επιστολή της Αναθεωρητικής Αρχής, με την οποία του κοινοποιήθηκε η απορριπτική απόφασή της στο αίτημά του και, αφετέρου, του συνηγόρου του να τον εντοπίσει και να τον ενημερώσει σχετικά. Τα όσα ισχυρίζεται με τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου του, ενδεχόμενα, θα είχαν σημασία, εάν υπήρχαν στοιχεία ότι, πράγματι, αυτός βρισκόταν σε κώμα στο νοσοκομείο και δεν μπορούσε να εντοπιστεί. Βέβαια, ούτε τα όσα προβάλλονται σε σχέση με την απουσία του συνηγόρου του βεβαιώνονται, καθ' οιονδήποτε τρόπο. Πρόκειται για αόριστο ισχυρισμό. Ούτε ο συνήγορός του ισχυρίστηκε ότι απουσίαζε. Εν πάση περιπτώσει, προκύπτει, από τη συνέντευξη που ο ίδιος είχε με τη λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι και κινητό τηλέφωνο είχε και η σύζυγός του βρισκόταν μαζί του στην Κύπρο. Συνεπώς, ο συνήγορός του θα μπορούσε να τον ειδοποιήσει για την απορριπτική απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής.
Είναι θεμελιωμένο ότι ένας διάδικος δεν μπορεί να επικαλείται σφάλματα ή παραλείψεις του συνηγόρου του, ώστε να επιτυγχάνει παρατάσεις των προθεσμιών που προνοούνται από τους σχετικούς νόμους και κανονισμούς - (βλ. Βαρδιάνος ν. Richards (1998) 1 Α.Α.Δ. 698 και Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929 - 1959, σελ. 252, όπου αναφέρεται ότι η κοινοποίηση μιας πράξης και/ή απόφασης μπορεί να γίνει «... είτε προς τον αιτούντα είτε και εις τον πληρεξούσιον αυτού δικηγόρον.»).
Η προσφυγή απορρίπτεται ως εκπρόθεσμη, με €1.000,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ