ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.800/2009)
9 Οκτωβρίου, 2009
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ:
1. KOINOTIKO ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΧΕΛΕΙΑΣ
2. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΙΜΗΣ
3. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ
Αιτητών,
- και -
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
(α) Υπουργικού Συμβουλίου
(β) Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος
(γ) Επάρχου Πάφου
2. Δήμου Πάφου
καθ΄ων η αίτηση
------------------------
Αίτηση ημερ. 29.6.2009 για έκδοση συντηρητικού διατάγματος
------------------------
Α.Δημητριάδης, για τον Αιτητή.
Α.Ζερβού, (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση 1.
Α.Κορακίδου (κα.) για τους Καθ΄ων η αίτηση 2.
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στις 8.5.2009 το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε την παραχώρηση στο Δήμο Πάφου του τεμαχίου με αριθμό 83 Φ.Σχ.LI/29 το οποίο βρίσκεται στη διοικητική περιφέρεια της κοινότητας του Συμβουλίου Αχέλειας, για τη δημιουργία του Περιφερειακού Κοιμητηρίου Πάφου. Η απόφαση αυτή έδωσε το έναυσμα για την καταχώριση προσφυγής εκ μέρους τριών κοινοτήτων της επαρχίας Πάφου (Αιτητών) και ταυτοχρόνως την καταχώριση μονομερούς αιτήσεως για την έκδοση συντηρητικού διατάγματος με το οποίο να αναστέλλεται η εφαρμογή της πιο πάνω αποφάσεως.
Αρχικώς ο συνήγορος των αιτητών αγόρευσε για το θέμα και στη συνέχεια το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες για επίδοση της αίτησης. Μετά την καταχώριση ενστάσεων, τόσο από τη Δημοκρατία όσο και από το Δήμο Πάφου, η αίτηση προχώρησε σε ακρόαση.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών πρόβαλε ως κύριο επιχείρημα για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος την ύπαρξη έκδηλης παρανομίας στη συγκεκριμένη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία εστιάζεται στην παραβίαση των σχετικών προνοιών του περί Κοιμητηρίων (Ταφή και Εκταφή) Νόμου του 2004, Ν.257(Ι)/2004. Η δυνατότητα αναζήτησης κατάλληλου χώρου απαιτεί, όπως είπε ο συνήγορος, την εκ των προτέρων συνεννόηση της αρμοδίας τοπικής αρχής, κάτι το οποίο στην προκείμενη περίπτωση δεν έχει συμβεί. Ούτε τηρήθηκαν οι άλλες πρόνοιες της συγκεκριμένης νομοθεσίας που επιβάλλουν την αναζήτηση χώρου σε άλλη κοινοτική περιοχή που μπορεί να γίνει μόνο με την έγκριση του Υπουργού Εσωτερικών ή του Επάρχου, και κατόπιν συνεννόησης με την επηρεαζόμενη τοπική αρχή. Καμιά απ΄αυτές τις πρόνοιες δεν έχει τηρηθεί και η εισήγηση για παραχώρηση του συγκεκριμένου χώρου έγινε προς το Υπουργικό Συμβούλιο από αναρμόδιο τμήμα, συγκεκριμένα από το Υπουργείο Γεωργίας Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος. Σε κανένα σημείο δεν ζητήθηκε και δεν παραχωρήθηκε η άδεια της τοπικής αρχής, στην προκείμενη περίπτωση του Κοινοτικού Συμβουλίου Αχέλειας, για τη χρήση του τεμαχίου ως «ειδικού χώρου ταφής». Μια άλλη πτυχή η οποία πρέπει να οδηγήσει το Δικαστήριο στη διαπίστωση έκδηλης παρανομίας, είναι κατά την εισήγηση του συνήγορου η παραβίαση των άρθρων του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα ΄Εργα Νόμου του 2005, Ν.140(Ι)/2005. Καμία μελέτη δεν έγινε σε σχέση με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, ιδιαιτέρως όταν στο χώρο του κοιμητηρίου θα ανεγερθεί εκκλησία, αίθουσα υποδοχής νεκρών, χώροι οστεοφυλακίων, κλιβάνου και άλλων.
Ως επιπρόσθετο λόγο για την έκδοση του συγκεκριμένου διατάγματος ο συνήγορος υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη πράξη επηρεάζει αρνητικά το δικαίωμα των αιτητών και των κατοίκων της περιοχής, σε σχέση με το δικαίωμα ζωής, σωματικής ακεραιότητας και διαφύλαξης του φυσικού περιβάλλοντος και την προοπτική ανάπτυξης της περιοχής. Η αποτίμηση, πρόσθεσε, του επηρεασμού στο περιβάλλον και την ποιότητα ζωής, είναι εκτός χρηματικής αξίας. Το συγκεκριμένο τεμάχιο εφάπτεται άλλων τεμαχίων τα οποία έχουν κριθεί από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως ως κατάλληλα για οικιστικούς σκοπούς και μιας παραθεριστικής ζώνης. Η αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος, σε περίπτωση υλοποίησης της απόφασης δεν είναι δυνατό να αναστραφεί, γιατί η περιοχή καλύπτεται από δέντρα και ποικιλόμορφη βλάστηση, η εκχέρσωση της οποίας θα αλλοιώσει το φυσικό περιβάλλον.
Οι καθ΄ων η αίτηση 1 πρόβαλαν, με την αγόρευση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας, ότι η παρούσα αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει για το λόγο ότι η διαπίστωση έκδηλης παρανομίας από το Δικαστήριο πρέπει να είναι αυταπόδεικτη, οφθαλμοφανής και να μην επιδέχεται οποιαδήποτε αμφισβήτηση που να απαιτεί κρίση ή και ακόμη διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων και ισχυρισμών. Οι πιο πάνω αντιρρήσεις εφαρμόζονται στην προκείμενη περίπτωση γιατί, όπως είπε, από τις ενόρκους δηλώσεις που συνοδεύουν την αίτηση, προβάλλονται γεγονότα τα οποία όχι μόνο αμφισβητούνται από τους καθ΄ων η αίτηση, αλλά απαιτούν κάποια εξειδίκευση. Συγκεκριμένα, η ισχυριζόμενη αναρμοδιότητα του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, την οποία η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση αρ.1 δεν αποδέχεται ότι υπάρχει, ούτε και συγκεκριμενοποιήθηκε, ενδεχομένως να αίρεται, μετά από τη σχετική απόφαση του αρμοδίου οργάνου, που ήταν το Υπουργικό Συμβούλιο. Ακόμη και ο ισχυρισμός περί της ανυπαρξίας αναζήτησης άλλων προσφερομένων περιοχών έμεινε ατεκμηρίωτος γιατί προκύπτει από την ίδια προσβαλλόμενη απόφαση ότι υπήρξε δέουσα και επαρκής έρευνα. Παράλληλα, η ισχυριζόμενη περιβαλλοντική παραβίαση έμεινε στο επίπεδο της αοριστίας και της προβολής γενικών ισχυρισμών, κάτι το οποίο δεν επιτρέπει στο Δικαστήριο να οδηγηθεί σε συμπέρασμα ύπαρξης έκδηλης παρανομίας.
Ως προς την πιθανότητα πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς, η συνήγορος της Δημοκρατίας ισχυρίστηκε ότι οι αιτητές είχαν την υποχρέωση και το βάρος απόδειξης, κάτι το οποίο δεν έχουν επιτύχει. Οι ισχυρισμοί παρέμειναν σε επίπεδο αοριστίας και δεν μπορεί να θεωρηθούν ως συνέπεια της προσβαλλόμενης πράξης του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία εν πάση περιπτώσει, αφορά μόνο την παραχώρηση κρατικής γης στο Δήμο Πάφου για τη δημιουργία του Περιφερειακού Κοιμητηρίου. Τα υπόλοιπα θέματα τα οποία θίγουν οι αιτητές και άπτονται των ενδεχομένων συνεπειών της δημιουργίας του κοιμητηρίου έπονται, κάτι το οποίο δεν μπορεί σ΄αυτό το στάδιο να τεκμηριωθεί σε τέτοιο βαθμό που να οδηγήσει το Δικαστήριο στην άσκηση του δραστικού μέτρου της έκδοσης συντηρητικού διατάγματος αναστέλλοντας μια απόφαση της διοίκησης.
Στο ίδιο πνεύμα και πλαίσιο, ιδιαιτέρως όσον αφορά το τελευταίο σκέλος που αφορά τη φύση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου επικεντρώθηκε και η ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση 2. Δεν έχει προχωρήσει με οποιοδήποτε τρόπο η υλοποίηση της απόφασης, απαιτείται η έκδοση πολεοδομικών αδειών και άλλων θεμάτων τα οποία, ενδεχομένως, να αποτελέσουν αντικείμενο αμφισβήτησης, σε βαθμό που πρέπει να οδηγήσει το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι δεν έχει με οποιοδήποτε τρόπο τεκμηριωθεί η έκδηλη παρανομία για σκοπούς έκδοσης διατάγματος. Πέραν αυτού, η συνήγορος ισχυρίστηκε ότι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου είναι πράξη διαχείρισης και όχι εκτελεστή διοικητική πράξη υποκείμενη σε προσφυγή.
Καμία μαρτυρία, πρόσθεσε, δεν έχει κατατεθεί που να αποδεικνύει το ενδεχόμενο πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στους αιτητές με τη συγκεκριμένη, υπό αμφισβήτηση απόφαση, που αφορά μόνο την παραχώρηση της κρατικής γης στο Δήμο Πάφου για τη δημιουργία περιφερειακού κοιμητηρίου.
Η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση 2 πρόβαλε θέμα που άπτεται της εγκυρότητας της προσφυγής και έχει σχέση με το χρόνο γνωστοποίησης της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου στους αιτητές και επίσης θέμα εννόμου συμφέροντος, τα οποία όμως δεν θα με απασχολήσουν σ΄αυτό το στάδιο.
Η προσφερόμενη στο Δικαστήριο δυνατότητα έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων, μέχρι την εκδίκαση και αποπεράτωση μιας προσφυγής εδράζεται στον Καν.13 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Η δικαιοδοσία αυτή ασκείται με φειδώ και μόνο όταν στοιχειοθετηθούν ένα από τα δυο πιο κάτω απαραίτητα στοιχεία ήτοι:
α) ΄Εκδηλη παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης ή
β) Πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς στον αιτητή από τη μη έκδοση του διατάγματος.
Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ν. Marfin Popular Bank ΑΕ11/07 ημερ. 7.2.2007.
«η εξαιρετική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για έκδοση προσωρινού διατάγματος όπως είναι πάγια νομολογημένο, αναλαμβάνεται μόνο εφόσον διαπιστώνεται πως η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση είναι έκδηλα παράνομη ή εφόσον, στο πλαίσιο του συνόλου των δεδομένων, δικαιολογείται νε εκδοθεί ενόψει επαπειλούμενης, εξαιτίας της, ανεπανόρθωτης βλάβης.»
Στην υπόθεση Frangos & others v. Republic, (1982) 3 Α.Α.Δ.53, ιδιαίτερα στη σελίδα 57, αναφέρεται σε μετάφραση ότι:
«για να ενεργήσει το Δικαστήριο, η παρανομία πρέπει να είναι πρόδηλα αναγνωρίσιμη χωρίς να χρειάζεται να διερευνηθούν τα αμφισβητούμενα γεγονότα».
Περαιτέρω στην ίδια υπόθεση αναφέρεται το πιο κάτω απόσπασμα επίσης σε μετάφραση:
«αν και το τι αποτελεί έκδηλη παρανομία δεν έχει εξαντλητικά οριστεί φαίνεται ότι συνεπάγεται καθαρή παράβαση της διαδικασίας που προβλέπεται από το νόμο ή αδιαμφισβήτητη περιφρόνηση των θεμελιωδών αρχών του διοικητικού δικαίου.»
Ο ορισμός της «έκδηλης παρανομίας» απαντάται επίσης στην υπόθεση Λοϊζίδης ν. Yπ.Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233 ως εξής:
«έκδηλη παρανομία είναι εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ότι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης».
Το πιο κάτω απόσπασμα σε μετάφραση από την απόφαση Sofocleous ν. Republic (1971) 3 Α.Α.Δ. 345, δίδει πιστεύω το στίγμα και προσδιορίζει τις παραμέτρους μέσα από τις οποίες το Δικαστήριο μπορεί να προχωρήσει για να διαπιστώσει την ύπαρξη ανεπανόρθωτης ζημιάς
«αποτελεί καλώς θεμελιωμένη αρχή του διοικητικού δικαίου ότι η κατ΄ισχυρισμόν ζημιά που θα προκύψει από την επικείμενη εκτέλεση της επίδικης διοικητικής πράξης πρέπει να εξειδικεύεται στην αίτηση με συγκεκριμένο τρόπο. Ασαφείς ισχυρισμοί για τη ζημιά καθιστούν δύσκολη την αξιολόγηση της και γι΄αυτό και μόνο το λόγο η αίτηση για προσωρινό διάταγμα μπορεί να απορριφθεί.»
Από τα γεγονότα τα οποία καταγράφονται στις ένορκες δηλώσεις και των τριών πλευρών, υπάρχει μια αμφισβήτηση ως προς τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και τις διαβουλεύσεις που, ενδεχομένως έγιναν, μεταξύ της επηρεαζόμενης ή των επηρεαζομένων τοπικών αρχών και του Επάρχου Πάφου. Είναι με ιδιαίτερη προσοχή που δεν υπεισέρχομαι σε λεπτομέρειες για το λόγο ότι αυτά τα θέματα θα αποτελέσουν αντικείμενο δικαστικής κρίσης στον κατάλληλο χρόνο. Αυτό όμως επηρεάζει άμεσα και αδυνατίζει το επιχείρημα των αιτητών ως προς το θέμα της παραβίασης των άρθρων του περί Κοιμητηρίων (Ταφή και Εκταφή) Νόμου του 2004, Ν.257(1)/2004. Δεν μου διαφεύγει επίσης της προσοχής ότι ως διοικητικό Δικαστήριο εξετάζω την ορθότητα ή όχι μιας διοικητικής πράξης και η διαπίστωση παρανομίας, δεν είναι αρκετή, για την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος, αλλά απαιτείται ο προσδιορισμός της παρανομίας ως έκδηλης. Αυτή η διαφοροποίηση αδυνατίζει το επιχείρημα των αιτητών. Ταυτοχρόνως η χαρακτηριζόμενη ως αυθαίρετη επιλογή από τους αιτητές του συγκεκριμένου χώρου εστιάζεται στην απουσία «συνεννόησης». Και αυτό το στοιχείο έτυχε αμφισβήτησης από πλευράς καθ΄ων η αίτηση που έκδηλα πλέον, καθιστά αναγκαιότητα την απόδειξη τέτοιου ισχυρισμού σε βαθμό που δεν επιτρέπει, σ΄αυτό το στάδιο της διαδικασίας τη διαπίστωση έκδηλης παρανομίας στη λήψη της συγκεκριμένης απόφασης από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Θα πρέπει να συμφωνήσω με την εισήγηση των καθ΄ων η αίτηση ότι ο προβληθείς ισχυρισμός για περιβαλλοντική επίπτωση στην ευρύτερη περιοχή από τη συγκεκριμένη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, έμεινε στο στάδιο της γενικότητας και ταυτοχρόνως καθιστά την προβολή ανεπανόρθωτης ζημιάς για το θέμα αυτό, μετέωρη. Ταυτοχρόνως, ο ισχυρισμός για τη δημιουργία και άλλων κτιρίων ή βοηθητικών χώρων στην ιδία περιοχή για την εξυπηρέτηση των αναγκών του κοιμητηρίου και πάλιν βρίσκεται στο στάδιο της μη τεκμηρίωσης, ιδιαιτέρως, αν ληφθεί υπόψη η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου περιορίστηκε μόνο στην παραχώρηση της κρατικής γης και όχι στην υλοποίηση από το Δήμο Πάφου του συγκεκριμένου έργου. Αυτά έρχονται ως επηρεάζοντα αρνητικά τη θέση που προβλήθηκε ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία γιατί δεν τηρήθηκαν οι πρόνοιες του Ν.140(Ι)/2005 και δεν ζητήθηκε γνωμάτευση της Περιβαλλοντικής Αρχής.
Με γνώμονα τα πιο πάνω βρίσκω ότι οι αιτητές απέτυχαν να στοιχειοθετήσουν την αίτηση τους και ιδιαιτέρως να καταδείξουν ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία στη συγκεκριμένη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ή ακόμη ότι από τη λήψη της εν λόγω απόφασης θα υποστούν ανεπανόρθωτη ζημιά, αν δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα. ΄Εχω με προσοχή αποφύγει να τοποθετηθώ σε άλλα θέματα τα οποία αγγίζουν την ουσία της προσφυγής και τα οποία ενδεχομένως θα αποτελέσουν αντικείμενο προβολής θέσεων από όλες τις πλευρές.
Η αίτηση απορρίπτεται. Τα έξοδα της αίτησης όπως θα υπολογιστούν στο τέλος της ημέρας, θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της προσφυγής.
Κ.Παμπαλλής,
Δ.