ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 2396/06, 2397/06,
2398/06, 2399/06, 2400/06 και 144/2007)
15 Σεπτεμβρίου, 2009
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
(Υπόθεση Αρ. 2396/2006)
ΣΟΛΩΜΟΣ ΣΟΛΩΜΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 2397/2006)
ΣΑΒΒΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 2398/2006)
ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 2399/2006)
ΣΤΕΛΙΟΣ ΧΑΤΖΗΣΤΥΛΛΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 2400/2006)
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΑΟΛΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 144/2007)
ΣΑΒΒΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
Μ. Τσιαννή (κα), για τους Αιτητές στις 2396/06, 2397/06, 2398/06, 2399/06 και 2400/06.
Ξ. Ευγενίου (κα) για Α. Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή στην 144/07.
Δ. Εργατούδη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Ρ. Καλλιγέρου (κα), για το ΕΜ 7 στις 2396/06, 2397/06, 2398/06, 2399/06 και 2400/06.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Οι καθ'ων η αίτηση, στη συνέχεια η ΕΔΥ, στις 4.5.06, κατόπιν πρότασης του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, συνεδρίασε με σκοπό να επιληφθούν του ζητήματος της πλήρωσης είκοσι μόνιμων θέσεων Βοηθού Γραφείου Α΄, Γενικό Βοηθητικό Προσωπικό, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού. Λόγω του ότι επρόκειτο για θέσεις προαγωγής και θα ήταν η πρώτη πλήρωση τους μετά την έγκριση του Σχεδίου Υπηρεσίας, η ΕΔΥ έχοντας υπόψη τις πρόνοιες του άρθρου 35 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, όπως τροποποιήθηκε, σύμφωνα με το οποίο «.. κενή θέση προαγωγής πληρούται χωρίς δημοσίευση, με την προαγωγή υπαλλήλου που υπηρετεί στην αμέσως κατώτερη τάξη ή θέση του συγκεκριμένου κλάδου ή υποδιαίρεσης της δημόσιας υπηρεσίας», παρατήρησε ότι έρχεται σε αντίθεση με την πρόνοια του Σχεδίου Υπηρεσίας της συγκεκριμένης θέσης που προέβλεπε για τα απαιτούμενα προσόντα των υποψηφίων. Γι' αυτό και στη συνεδρία της ημερομηνίας 5.6.05, αποφάσισε να ζητήσει από τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας, να τη συμβουλεύσει κατά πόσο το Σχέδιο Υπηρεσίας της εν λόγω θέσης αντιβαίνει με την ισχύουσα νομοθεσία.
Η Νομική Υπηρεσία, με επιστολές της ημερομηνίας 19.6.06, συμβούλευσε την ΕΔΥ να εφαρμόσει το υφιστάμενο Σχέδιο Υπηρεσίας, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις πρόνοιες των άρθρων 28(1)(γ) και 35 του Ν. 1/90, τα οποία προβλέπουν ότι «σε κατηγορίες θέσεων προαγωγής μπορούν να προαχθούν υπάλληλοι που υπηρετούν στην αμέσως κατώτερη τάξη ή θέση του συγκεκριμένου κλάδου ή υποδιαίρεση της δημόσιας υπηρεσίας, ανάλογα με την περίπτωση.»
Η ΕΔΥ, στη συνεδρία της στις 30.6.06, αποφάσισε να ενεργήσει σύμφωνα με τη νομική συμβουλή της Νομικής Υπηρεσίας και να «ληφθούν υπόψη όσοι υποψήφιοι, δυνάμει του άρθρου 35 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων, κατείχαν την αμέσως κατώτερη θέση στην οργανωτική δομή του Τμήματος στο οποίο υπάγονται.»
Στη συνεδρία της ΕΔΥ ημερομηνίας 3.10.06, ο Διευθυντής Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, σύστησε μεταξύ άλλων τα Ενδιαφερόμενα Μέρη αλλά όχι τους Αιτητές προς επιλογή για προαγωγή και στη συνέχεια αφού αυτός αποχώρησε, η Επιτροπή προχώρησε στη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.
Στην ίδια συνεδρία της, η ΕΔΥ, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων και τη σύσταση του Διευθυντή, αποφάσισε την προαγωγή των Ενδιαφερομένων Μερών από τις 15.10.06.
Οι Αιτητές με τις 5 πρώτες συνεκδικαζόμενες προσφυγές, ζητούν όπως το Δικαστήριο κηρύξει την απόφαση των καθ'ων η αίτηση ημερομηνίας 3.10.06, με την οποία προήγαγε στη μόνιμη θέση Βοηθού Γραφείου Α΄, Γενικό Βοηθητικό Προσωπικό, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, τα 19 Ενδιαφερόμενα Μέρη[1], αντί των Αιτητών, άκυρη και/ή παράνομη.
Στην προσφυγή 144/07 ο Αιτητής προσβάλλει την προαγωγή 4 μόνο από τα ΕΜ και συγκεκριμένα των ΕΜ 1, 2, 18 και 19.
Νομικοί ισχυρισμοί στις Υποθέσεις Αρ. 2396/06, 2397/06, 2398/06, 2399/06 και 2400/06
Στις πιο πάνω 5 προσφυγές ο δικηγόρος είναι ο ίδιος. Σ' αυτές εγείρονται δύο λόγοι ακύρωσης.
Με τον πρώτο λόγο, προβάλλεται ότι η ΕΔΥ παράνομα δεν θεώρησε ότι το επίδικο Σχέδιο Υπηρεσίας ήταν ultra vires και λανθασμένα προχώρησε και το εφάρμοσε.
Σε συνάρτηση με τον πιο πάνω λόγο, προβάλλεται ως δεύτερος λόγος ότι η ΕΔΥ λανθασμένα ερμήνευσε το Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης, αποκλείοντας τους Αιτητές από τη διαδικασία προαγωγής στην επίδικη θέση.
Ο πρώτος λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Η διοίκηση δεν μπορεί να προσβάλει ένα Σχέδιο Υπηρεσίας ως ultra vires, αλλά είναι υποχρεωμένη να το εφαρμόσει, εκτός εάν κριθεί διαφορετικά από το Ανώτατο Δικαστήριο στα πλαίσια προσφυγής από διοικούμενο, αφού αυτό τεκμαίρεται ως νόμιμο και σύμφωνο με τη σχετική νομοθετική εξουσιοδότηση. Σχετικά η Ολομέλεια στην Πάμπος Πογιατζής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 196, επισήμανε ότι:-
«Λόγω της φύσης και χαρακτήρα των σχεδίων υπηρεσίας, και ιδιαίτερα του προσδιορισμού των δικαιωμάτων των πολιτών για αναζήτηση θέσης στη δημόσιας υπηρεσία, τα σχέδια ενέχουν και νομοθετικά γνωρίσματα. Όπως επισημαίνεται στην Χατζηπαύλου ν. ΑΗΚ (1991) 3ΑΑΔ 21 τα σχέδια υπηρεσίας δημιουργούν δεσμεύσεις για την Αρχή που τα εκδίδει από τις οποίες δεν μπορεί να αποστεί ούτε έναντι των μελών του προσωπικού ούτε τρίτων που επιδιώκουν διορισμό σε δημόσια αρχή ή όργανο.
Η Δημοκρατία η οποία εξέδωσε τα σχέδια υπηρεσίας δεν μπορεί να αμφισβητεί την εγκυρότητά τους στα πλαίσια της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Παροχή τέτοιου δικαιώματος θα ισοδυναμούσε με αναγνώριση δικαιώματος στη Δημοκρατία να προσβάλει βάσει του άρθρου 146 τις ίδιες της τις πράξεις κατ' αντίθεση προς τις πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος. Το δικαίωμα προσφυγής περιορίζεται, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 146, σε πρόσωπα που επηρεάζονται από εκτελεστές πράξεις ή παραλείψεις δημόσιας αρχής ή οργάνου στην άσκηση εκτελεστικής ή διοικητικής λειτουργίας και οι οποίες επενεργούν στο πεδίο του δημοσίου δικαίου. Παρενθετικά αναφέρουμε ότι στη Minister of Finance v. Public Service Commission (1968) 3 C.L.R. 691, αποφασίστηκε ότι δεν χωρεί προσφυγή βάσει του άρθρου 146 από ένα όργανο της κεντρικής Διοίκησης έναντι άλλου. (Αναφορικά με όργανα τοπικής διοίκησης βλ. Imp. Board Strovolos v. Republic (1983) 3 C.L.R. 434). Οι εφεσείοντες δεν νομιμοποιούνται να προσβάλουν το σχέδιο υπηρεσίας που αποτέλεσε το βάθρο για την πλήρωση της επίμαχης θέσης.»
Με το δεύτερο λόγο ακύρωσης, προβάλλεται ο συναφής ισχυρισμός ότι οι καθ'ων η αίτηση λανθασμένα ερμήνευσαν το Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης, αποκλείοντας τους Αιτητές από τη διαδικασία προαγωγής σ' αυτήν.
Ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης ευσταθεί.
Κατ' αρχάς θα πρέπει να αναφερθεί ότι η ευθύνη για την ερμηνεία και εφαρμογή ενός Σχεδίου Υπηρεσίας, ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και η μόνη περίπτωση κατά την οποία μπορεί να επέμβει το Δικαστήριο, είναι όταν διαπιστώσει ότι το όργανο υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας.
Σχετικά με το ζήτημα της ερμηνείας του Σχεδίου Υπηρεσίας, η Ολομέλεια στην απόφαση Κυπριακή Δημοκρατία ν. Δώρας Γερμανού κ.α., Α.Ε. 3242 κ.α., ημερομηνίας 21.3.05, τόνισε ότι:-
«Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας επαφίεται στην κρίση του διοικητικού οργάνου και η δικαστική επέμβαση επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η ερμηνεία που δίνεται δεν είναι εύλογα επιτρεπτή. Όπως έχει τονισθεί στην απόφαση της Ολομέλειας στην Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 517:
"Το ζήτημα των προσόντων που απαιτούνται από τα σχέδια υπηρεσίας για διορισμό σε μια θέση είναι θέμα πραγματικό εντός της διακριτικής ευχέρειας της Ε.Δ.Υ. (Βλ. Petsas v. Republic, 3 R.S.C.C. 60). Η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του διορίζοντος οργάνου και το δικαστήριο επεμβαίνει μόνο οσάκις η δοθείσα ερμηνεία δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή λαμβανομένου υπόψη του λεκτικού του σχεδίου υπηρεσίας. (Βλ. Papapetrou v. Republic, 2 R.S.C.C. 61, Φιλίππου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 543, Δημοκρατία ν. Ιερωνυμίδη κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 286)."
Σύμφωνα με το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας και συγκεκριμένα κάτω από τον τίτλο «Απαιτούμενα Προσόντα», δικαίωμα διεκδίκησης της επίδικης θέσης είχαν οι υπάλληλοι οι οποίοι είχαν:-
«(1) Δεκαεξαετή τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Βοηθού Γραφείου ή και στην θέση Βοηθού Γραφείου (Πρώην Κλητήρες/Ιδρυματικοί Βοηθοί/Οικονόμοι) ή/και στη θέση Κλητήρα Νοσοκομείου ή στη θέση Κλητήρα Ψυχιατρείου, από την οποία τέσσερα (4) τουλάχιστον χρόνια στην Κλίμακα Α5.»
Η ΕΔΥ, υιοθετώντας την σχετική συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα όπως ερμηνεύσει και εφαρμόσει το υφιστάμενο Σχέδιο Υπηρεσίας λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις πρόνοιες των άρθρων 28(1)(γ) και 35 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, όπως τροποποιήθηκε, θεώρησε ότι σε κατηγορίες θέσεων προαγωγής μπορούσαν να προαχθούν υπάλληλοι που υπηρετούσαν στην αμέσως κατώτερη τάξη ή θέση του συγκεκριμένου κλάδου ή υποδιαίρεση της δημόσιας υπηρεσίας, ανάλογα με την περίπτωση. Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου οι Αιτητές, οι οποίοι αποκλείσθηκαν ως μη προσοντούχοι ένεκα της θέσης στην οποία υπηρετούσαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, κατείχαν: Ο Σολωμός Σολωμού, Αιτητής στην 2396/06, κατείχε τη θέση Κλητήρα Νοσοκομείου από την 1.5.1979 και από την 1.1.1994 τοποθετήθηκε στη συνδυασμένη Κλίμακα Α1, Α2 και Α5. Ο Σάββας Χριστοδούλου, Αιτητής στην 2397/06, κατείχε τη θέση Κλητήρα Νοσοκομείου από την 1.1.1971 και από την 1.1.1994 τοποθετήθηκε στη συνδυασμένη Κλίμακα Α1, Α2 και Α5, στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας. Ο Γιαννάκης Καραγιάννης, Αιτητής στην 2398/06, κατείχε τη θέση Βοηθού Γραφείου, Γενικό Βοηθητικό Προσωπικό από την 1.2.1990 που έχει συνδυασμένη Κλίμακα Α1, Α2 και Α5. Ο Στέλιος Χατζηστυλλής, Αιτητής στην 2399/06, κατείχε τη θέση Κλητήρα Νοσοκομείου από την 1.11.1983 και από την 1.1.1994 τοποθετήθηκε στη συνδυασμένη Κλίμακα Α1, Α2 και Α5. Τέλος, ο Κώστας Καραολής, Αιτητής στην 2400/06, κατείχε τη θέση Κλητήρα Νοσοκομείου από την 1.1.1971 και από την 1.1.1994 τοποθετήθηκε στη συνδυασμένη Κλίμακα Α1, Α2 και Α5.
Κατά την άποψη μου, εσφαλμένα η ΕΔΥ έκρινε ότι οι Αιτητές δεν ήταν προσοντούχοι για διεκδίκηση της επίδικης θέσης αφού, σύμφωνα με τις πρόνοιες του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας, είναι φανερό ότι αυτοί ενέπιπταν στις σχετικές κατηγορίες υπαλλήλων.
Όλες οι πιο πάνω θέσεις καλύπτονται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας και οι Αιτητές δεν έπρεπε να αποκλειστούν. Η ΕΔΥ κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του επίδικου Σχεδίου Υπηρεσίας λόγω έλλειψης έρευνας, πλανήθηκε με αποτέλεσμα να υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής της ευχέρειας.
Νομικοί ισχυρισμοί στην Υπόθεση Αρ. 144/07
Περαιτέρω, ο συνήγορος του Αιτητή στην προσφυγή 144/07, προβάλλει ότι η προβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί, γιατί όπως ισχυρίζεται η σύσταση του Διευθυντή είναι αναιτιολόγητη και αντίθετη με τα στοιχεία του φακέλου.
Ακόμη προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η πάσχουσα σύσταση του Διευθυντή, παρεισέφρησε και στην τελική κρίση της ΕΔΥ η οποία έγινε χωρίς δική της και επαρκή έρευνα με αποτέλεσμα η ΕΔΥ να πλανηθεί. Επίσης ισχυρίζεται ότι η αιτιολογία της απόφασης δεν είναι η δέουσα.
Οι δύο λόγοι ακύρωσης ευσταθούν.
Στη σύσταση του ο Διευθυντής αναφέρει, σχετικά με την προτίμηση του στα ΕΜ, τα ακόλουθα:-
«Ύστερα από αξιολόγηση του συνόλου των ενώπιόν μου στοιχείων και πληροφοριών, που ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο, και αφού κατέβαλα κάθε δυνατή, υπό τις περιστάσεις, προσπάθεια σύνθεσης της πραγματικής εικόνας κάθε υποψηφίου κρίνω ως καταλληλότερους και συστήνω για προαγωγή στην υπό πλήρωση θέση του υποψήφιους:
Πλουτάρχου Κύπρο (Α/Α 1)
Ανδρέου Νίκο (Α/Α 2)
Κυριακούλλη Αντώνη (Α/Α 19)
Δημητρίου Ιωάννη (Α/Α 22)
................................
Οι συστηνόμενοι υποψήφιοι έχουν εξαίρετες Υπηρεσιακές Εκθέσεις και, με εξαίρεση του Κυριάκου Λάζαρο (Α/Α 11), Καραολή Γεώργιο (Α/Α 15), Σιεφκέτ Χασάν (Α/Α 16) και Μελή Σάββα (Α/Α 20), οι οποίοι υστερούν έναντί τους σε αξία όπως αυτή αποτυπώνεται στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των τελευταίων χρόνων, προηγούνται όλων των άλλων μη συστηνομένων σε αρχαιότητα.
Συστήνοντας τους πιο πάνω υποψηφίους, δεν παρέλειψα να λάβω επίσης υπόψη ότι ορισμένη υποψήφιοι καλύπτονται από το νόμο 87(Ι)/2004. Οι υποψήφιοι όμως αυτοί, συγκρινόμενοι με τους συστηνομένους, υστερούν ουσιαστικά σε αρχαιότητα.
Οι συστηνόμενοι υποψήφιοι υπηρετούν ως ακολούθως:
Ο Πλουτάρχου Κύπρος (Α/Α 1) υπηρετεί στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών, Λευκωσία.
Ο Ανδρέου Νίκος (Α/Α 2) υπηρετεί στο Υπουργείο Εσωτερικών.
Ο Κυριακούλλης Αντώνης (Α/Α 19) υπηρετεί στο Ανώτερο Ξενοδοχειακό Ινστιτούτο Κύπρου.
Ο Δημητρίου Ιωάννης (Α/Α 22) υπηρετεί στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.
...............................
Σε μια συνεκτίμηση όλων των ενώπιον μου στοιχείων, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι υποψήφιοι που συστήνω υπερτερούν των λοιπών υποψηφίων ως προς την καταλληλότητα για προαγωγή στις υπό πλήρωση θέσεις και τους συστήνω ανεπιφύλακτα.»
Η νομιμότητα της σύστασης, εξετάζεται πάντοτε σε συνάρτηση με το περιεχόμενο των φακέλων των υποψηφίων, οι οποίοι αντικατοπτρίζουν την πραγματική υπηρεσιακή εικόνα των υποψηφίων στα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια. Νομολογιακά η σύσταση τίθεται υπό το πρίσμα της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695 στην οποία αναφέρθηκε ότι η σύσταση δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα του υπαλλήλου και δεν συναρτάται προς την αξία ως του ενός από τα κριτήρια αξιολόγησης που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, θα πρέπει να περιέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου, ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή, στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη βέβαια την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι.
Στην προκειμένη περίπτωση ο συνήγορος του Αιτητή ισχυρίζεται ότι η σύσταση του Διευθυντή, έρχεται σε αντίθεση με τα στοιχεία του φακέλου. Όμως προβάλλει τον εν λόγω ισχυρισμό γενικά και αόριστα χωρίς να προσδιορίζει συγκεκριμένα σε τι συνίσταται η αντίθεση και η ανάπλαση των στοιχείων του φακέλου που επικαλείται. Με βάση δε τα στοιχεία των φακέλων και τις υπηρεσιακές εκθέσεις των διαδίκων τα τελευταία πέντε χρόνια δεν διαπιστώνεται καμία αντίθεση. Τουναντίον τα όσα σχετικά αναφέρει ο Διευθυντής, είναι σύμφωνα με τα στοιχεία των φακέλων, αφού όσον αφορά την αξία, Αιτητές και ΕΜ είναι ισοδύναμοι. Όσον αφορά δε την αρχαιότητα, βάσει της ημερομηνίας πρώτου διορισμού τους, ο Αιτητής υστερεί έναντι των ΕΜ από 7 μέχρι και 14 χρόνια ανάλογα. Επίσης, διαφωνώ ότι ο Διευθυντής έστω και έμμεσα αμφισβήτησε τις υπηρεσιακές εκθέσεις, τις οποίες αντιθέτως χρησιμοποιεί ως κύρια πηγή γνώσης του και στα αποτελέσματα τους βασίζει τη σύσταση του υπέρ των ΕΜ.
Όμως, ο Αιτητής προβάλλει περαιτέρω, ότι η σύσταση είναι αναιτιολόγητη. Συγκεκριμένα, στηρίζεται στο γεγονός ότι η σύσταση δεν αναφέρει για ποιους λόγους θεωρεί ότι τα ΕΜ είναι και καταλληλότερα και υπερέχουν έναντι των άλλων υποψηφίων και κατ' επέκταση του Αιτητή.
Η αιτιολογία της σύστασης του Διευθυντή ελέγχεται πλέον νομολογιακά από την απόφαση της πλειοψηφίας της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Μοδίτης, ανωτέρω. Στην παρούσα περίπτωση, ο Διευθυντής στη σύσταση του κατά τρόπο γενικό και αόριστο, περιορίζεται στο να αναφέρει μόνο ότι «οι υποψήφιοι που συστήνω υπερτερούν των λοιπών υποψηφίων ως προς την καταλληλότητα για προαγωγή στις υπό πλήρωση θέσεις και τους συστήνω ανεπιφύλακτα.» Οπότε και εδώ δεν ικανοποιείται το στοιχείο της Μοδίτης, όπου για να είναι δεόντως αιτιολογημένη η σύσταση του, ο Διευθυντής θα πρέπει «να επισημάνει τι από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος.».
Ως εκ τούτου ο λόγος ακύρωσης κρίνω ότι έχει τεκμηριωθεί.
Τόσο η σύσταση του Διευθυντή όσο και η απόφαση της ΕΔΥ που την υιοθέτησε, στερούνται επαρκούς αιτιολογίας, αφού καμία εξήγηση δεν δίνεται για τον αποκλεισμό των Αιτητών ώστε να είναι εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. Το ίδιο ισχύει και για την τελική κρίση της ΕΔΥ η οποία πάσχει λόγω ελλιπούς έρευνας αναφορικά με τη σύσταση του Διευθυντή η οποία δεν ήταν δεόντως αιτιολογημένη και την οποία υιοθέτησε αυτούσια.
Επομένως, τεκμηριώνεται και ο δεύτερος λόγος ακύρωσης στην προσφυγή 144/07.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσβαλλόμενη απόφαση κατά την άποψή μου, εκδόθηκε παράνομα και θα πρέπει να ακυρωθεί.
Οι πρώτες 5 προσφυγές, στις οποίες υπάρχει κοινός δικηγόρος, επιτυγχάνουν με €500 έξοδα στην κάθε μία, πλέον ΦΠΑ. Στην προσφυγή 144/07 επιδικάζονται €1300 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ του Αιτητή. Καμιά διαταγή για τα έξοδα αναφορικά με τα ΕΜ. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ
[1] 1. Νίκο Ανδρέου, 2. Κύπρο Πλουτάρχου, 3. Χρίστο Ν. Λοΐζου, 4. Μιχάλη Γ. Πελεκάνο, 5. Σταύρο Λαβίδη, 6. Φοίβο Νικολάου, 7. Σάββα Σάββα, 8. Σάββα Ζωσιμά, 9. Γεώργιο Αργυρού, 10. Ιωάννη Λάμπρου, 11. Ιωάννη Τριανταφυλλίδη, 12. Παναγιώτη Νικολάου, 13. Ανδρέα Τζιαπούρα, 14. Σωτηράκη Κ. Γεωργίου, 15. Νίκο Λαζάρου, 16. Θεόδωρο Κοσιάνη, 17. Σωτήρη Ιακώβου, 18. Αντώνη Κυριακούλλη και 19. Ιωάννη Κ. Δημητρίου.