ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 238/2008)
22 Σεπτεμβρίου 2009
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΡΕΝΑ ΒΡΑΧΙΜΗ ΠΕΤΡΙΔΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄Ης η Αίτηση
_________
Η Αιτήτρια παρουσιάζεται προσωπικά.
Γ. Σεραφείμ, για την Καθ΄Ης η Αίτηση.
Χρ. Κληρίδης για αυτόν και για κ. Ν. Πιριλίδη, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Το Φεβρουάριο του 2007 τροχιοδρομήθηκε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), κατόπιν πρότασης του Γενικού Εισαγγελέα, η πλήρωση μίας κενής θέσης Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Στη σχετική δημοσίευση ανταποκρίθησαν έξι ενδιαφερόμενοι, οι αιτήσεις των οποίων διαβιβάσθησαν στη Συμβουλευτική Επιτροπή (ΣΕ). Σύντομα μετά η ΕΔΥ, κατόπιν πρότασης του Γενικού Εισαγγελέα, απεφάσισε την πλήρωση άλλης μιας θέσης Εισαγγελέα στα πλαίσια της υπό εξέλιξη διαδικασίας. Η ΣΕ σύστησε τέσσερις υποψήφιους, μεταξύ των οποίων η Αιτήτρια και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη (ΕΜ). Ακολούθησε προφορική εξέταση των τεσσάρων υποψηφίων ενώπιον της ΕΔΥ στην παρουσία του Γενικού Εισαγγελέα ο οποίος, αφού αξιολόγησε την απόδοσή τους, σύστησε τα ΕΜ. Η ΕΔΥ αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων και, αναφερόμενη σε όλα τα ενώπιον της στοιχεία, επέλεξε τα ΕΜ. Στην επιλογή της, η ΕΔΥ ανέφερε τα ακόλουθα ως προς κάθε ΕΜ:
Για τον κ. Θεοδούλου:
«Η Επιτροπή, επιλέγοντας τον Θεοδούλου Στέλιο, έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε ως Εξαίρετος από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στην τελική της αξιολόγηση και ως Σχεδόν εξαίρετος από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, σε υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης και στις δύο περιπτώσεις, δεν υστερεί σε προσόντα και, επιπλέον, διαθέτει υπέρ του και τη σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Σ΄ό,τι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, ο Θεοδούλου έχει περίπου την ίδια με τις μη επιλεγείσες αξία.»
Και για την κα Τσιάππα-Κληρίδου (ένα μέλος διαφώνησε, επιλέγοντας την Αιτήτρια κα Πετρίδου):
«Η πλειοψηφία της Επιτροπής, επιλέγοντας την Τσιάππα-Κληρίδου Μάρω, έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στην τελική της αξιολόγηση και ως Εξαίρετη από την πλειοψηφία της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης, δεν υστερεί σε προσόντα και, επιπλέον, διαθέτει υπέρ της και τη σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Σ΄ ό,τι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, η Τσιάππα-Κληρίδου Μάρω υπερέχει όλων των υποψηφίων.
Σ΄ό,τι αφορά την αρχαιότητα, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι η επιλεγείσα υστερεί έναντι της Πετρίδου-Βραχίμη Ρένας. Ωστόσο, έλαβε υπόψη ότι αυτή απέδωσε στην ενώπιόν της προφορική εξέταση σε χαμηλότερο επίπεδο από την επιλεγείσα, αξιολογηθείσα από την πλειοψηφία της Επιτροπής ως Πάρα πολύ καλή, δεν διαθέτει τη σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και, σ΄ ό,τι αφορά την αξία, υστερεί της επιλεγείσας. Επιπλέον, λήφθηκε υπόψη ότι η αρχαιότητα σε θέσεις Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, όπως είναι η υπό πλήρωση θέση, έχει περιορισμένη σημασία (βλ. απόφαση Ολομέλειας στην Πανταζή ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 47, σελ. 53).»
Ανέφερε επίσης η ΕΔΥ:
«Τέλος, η Επιτροπή κατέληξε στην απόφασή της για επιλογή του Θεοδούλου (ομόφωνα) και της Τσιάππα-Κληρίδου (κατά πλειοψηφία), καθοδηγούμενη και από τη σχετική νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία για θέσεις ψηλά στην ιεραρχία το αρμόδιο όργανο έχει διακριτική ευχέρεια όπως δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στην προφορική εξέταση.»
Χρονικά ως προς τη διαδικασία, η πρώτη εισήγηση της Αιτήτριας που ενδιαφέρει είναι ότι αναιτιολογήτως η Ομάδα Αξιολόγησης είχε απορρίψει τις ενστάσεις της ως προς τις υπηρεσιακές εκθέσεις της για τα έτη 2001, 2003 και 2004 (αυτό δεν είναι απόλυτα ορθό, αφού οι ενστάσεις της για τα έτη 2001 και 2004 έγιναν εν μέρει δεκτές). Εκτός όμως του ότι η Αιτήτρια, πέραν του να επισυνάψει τις ενστάσεις της δεν προσδιορίζει ως προς τι κατά την εισήγησή της έσφαλε η Ομάδα Αξιολόγησης, το Δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στην ουσία της αξιολόγησης που είναι έργο της Ομάδας Αξιολόγησης. Η μια συγκεκριμένη εισήγηση που γίνεται επί αντικειμενικού στοιχείου, ότι παρανόμως συμμετείχε στην αξιολόγηση για όλο το 2003 ο Γενικός Εισαγγελέας ο οποίος δεν ανέλαβε καθήκοντα παρά μόνο το Μάϊο του 2003, δεν ευσταθεί. Ο Γενικός Εισαγγελέας μόνο αφ΄ότου διορίσθηκε μπορούσε να μετέχει στην Ομάδα Αξιολόγησης και δεν μπορούσε να αποκλεισθεί επειδή δεν ήταν Γενικός Εισαγγελέας όλο το έτος. Ούτε βεβαίως μπορεί να λεχθεί ότι, όσον αφορά τον ίδιο, βασίσθηκε σε εντυπώσεις που σχημάτισε πριν από το διορισμό του.
Επί της ουσίας, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι τόσο η ΣΕ όσο και η ΕΔΥ τελούσαν υπό πλάνη ως προς την υπεροχή σε αξία στις υπηρεσιακές εκθέσεις της κας Τσιάππα-Κληρίδου. Η υπεροχή που προέκυπτε, λέγει, σύμφωνα και με τη νομολογία, ήταν τόσο οριακή που οι δύο να ήσαν ουσιαστικά ισοδύναμες. Δεν με βρίσκει σύμφωνο η εισήγηση. Η κρίση επί της διαφοράς αξίας δεν είναι θέμα νομολογίας, ούτε και καταδεικνύεται μη ευλόγως επιτρεπτή η άποψη της ΣΕ και της ΕΔΥ ότι, επί της ενώπιον των εικόνας των υπηρεσιακών εκθέσεων, η κα Τσιάππα-Κληρίδου υπερείχε της κας Βραχίμη-Πετρίδου. Ούτε τίθεται θέμα παραβίασης δεδικασμένου, όπως εισηγείται περαιτέρω η Αιτήτρια, αφού η υπόθεση στην οποία αναφέρεται δεν αφορούσε την ιδία και την κα Τσιάππα-Κληρίδου αλλά την ιδία και άλλο λειτουργό της Νομικής Υπηρεσίας ώστε να μην υπήρχε ταυτότητα προσώπων αλλά ούτε και στοιχείων.
Ως προς την κα Τσιάππα-Κληρίδου, η Αιτήτρια εισηγείται ότι πάσχει και η άνευ αιτιολογίας σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα ως συγκρουόμενη προς τα στοιχεία των φακέλων. Η εισήγηση βασίζεται στην ίδια άποψη ως προς το πεπλανημένο της αντίληψης υπεροχής της κας Τσιάππα-Κληρίδου στις υπηρεσιακές εκθέσεις, και επ΄αυτού δεν χρειάζεται να επεκταθώ. Η Αιτήτρια παραπέμπει περαιτέρω στην υπεροχή της σε αρχαιότητα, και συνεπώς και σε πείρα, έναντι της κας Τσιάππα-Κληρίδου (κατά πλέον των 4 ετών), και στο ότι ενώπιον της ΣΕ η ίδια αξιολογήθηκε ως «Σχεδόν Εξαίρετη» ενώ η κα Τσιάππα-Κληρίδου ως «Πάρα Πολύ Καλή» (η συνολική αξιολόγηση της ΣΕ ήταν «Πάρα Πολύ Καλή» και για τις δύο). Τα στοιχεία αυτά όμως δεν μπορούν να έχουν το αποτέλεσμα που εισηγείται η Αιτήτρια. Ο Γενικός Εισαγγελέας, προβαίνοντας στη σύστασή του, είχε ενώπιον του όλα τα δεδομένα, τα οποία (και δη η υπεροχή σε αξία της κας Τσιάππα-Κληρίδου και η δική του καλύτερη αξιολόγηση της απόδοσής της κατά την ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση) την καθιστούσαν εύλογη. Δεν υπήρχε σύγκρουση με τα στοιχεία των φακέλων επειδή ο Γενικός Εισαγγελέας δεν σύστησε την υπερέχουσα σε αρχαιότητα Αιτήτρια.
H υπεροχή της Αιτήτριας σε αρχαιότητα έναντι της κας Τσιάππα-Κληρίδου (ο κ. Θεοδούλου υπερείχε κατά τρία σχεδόν έτη σε αρχαιότητα της Αιτήτριας), είναι στο επίκεντρο των υπολοίπων εισηγήσεων της Αιτήτριας. Με την επιλογή της κας Τσιάππα-Κληρίδου, λέγει η Αιτήτρια, αγνοήθηκε η υπεροχή της σε αρχαιότητα και ακόλουθη πείρα, που προσθέτει στην αξία, και εδόθη υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση. Η διαφορά αξιολόγησης στην προφορική εξέταση (κα Τσιάππα-Κληρίδου «Εξαίρετη», κος Θεοδούλου «Σχεδόν Εξαίρετος», Αιτήτρια «Πάρα Πολύ Καλή»), λέγει, ήταν οριακή και δεν μπορούσε να ανατρέψει την υπεροχή της σε αρχαιότητα και πείρα έναντι της κας Τσιάππα-Κληρίδου, προκειμένου μάλιστα για θέση ψηλά στην ιεραρχία.
Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η αρχαιότητα και ακόλουθη πείρα είναι στοιχείο κρίσης, η επιλογή όμως του καταλληλότερου υποψηφίου είναι έργο της ΕΔΥ στη βάση της συνεκτίμησης όλων των στοιχείων κρίσης. Εδώ η κα Τσιάππα-Κληρίδου υπερείχε της Αιτήτριας στις ετήσιες εκθέσεις και στην προφορική εξέταση και είχε τη σύσταση του Γενικού Εισαγγελέα, ενώ η Αιτήτρια υπερείχε σε αρχαιότητα και ακόλουθη πείρα. Η επιλογή της ΕΔΥ ήταν εντός των πλαισίων της διακριτικής εξουσίας της και ευλόγως επιτρεπτή, ουδόλως δε αγνοήθηκε η εν λόγω υπεροχή της Αιτήτριας σε αρχαιότητα και ακόλουθη πείρα ή εδόθη υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να παρέμβει υπό αυτές τις συνθήκες.
Όπως παρατηρεί και η Δημοκρατία, η Αιτήτρια, αν και προσβάλλει με την προσφυγή την προαγωγή και των δύο ΕΜ, δεν επιχειρηματολογεί ως προς τον κ. Θεοδούλου, η δε ουσιαστική επιχειρηματολογία της με επίκεντρο της αρχαιότητα δεν θα μπορούσε βεβαίως να απευθύνεται στον κ. Θεοδούλου ο οποίος υπερέχει αυτής σε αρχαιότητα.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η Αιτήτρια θα καταβάλει €800 έξοδα στη Δημοκρατία.
Δ. Χατζηχαμπής,
Δ.
/ΚΧ"Π