ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.1828/2006)
17 Σεπτεμβρίου, 2009
[Κ. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA AΡΘΡA 23(3) 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
MAJDI SAMIR SALIBA NASR,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Γ. Ζ. Γεωργίου με κα Γ. Χατζηπροδρόμου, για τον Αιτητή.
Β. Χριστοφόρου για την κα Δ. Εργατούδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή του, ο αλλοδαπός αιτητής ζητεί όπως κηρυχθεί άκυρη η πράξη και/ή απόφαση της καθ΄ης η αίτηση Διευθύντριας Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, η οποία απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή κατά την 8.7.2006 και με την οποία διατάχθηκε η σύλληψη, κράτηση και ακολούθως η απέλασή του από την Κύπρο. Όπως διαπιστώνεται από τα καταχωρηθέντα δικόγραφα και από το διοικητικό φάκελο της περίπτωσης του αιτητή, αυτός είναι Ιορδανός υπήκοος, ο οποίος είχε αφιχθεί στην Κύπρο κατά το 1996 για να φοιτήσει σε Κολλέγιο της Λευκωσίας, οπότε και του είχε παραχωρηθεί φοιτητική άδεια παραμονής, ισχύος μέχρι την 30.10.1997, η οποία και ανανεώθηκε. Στις 7.3.2001 ο ίδιος υπέβαλε αίτηση για να εργαστεί ως Sales Manager στην εταιρεία Forzando Overseas Trading Ltd και του εκδόθηκε άδεια ισχύος μέχρι 27.10.2001. Στις 25.2.2002 ζητήθηκε και του παραχωρήθηκε άδεια εισόδου στην Κύπρο ως φοιτητής στο ίδιο Κολλέγιο και αυτή η άδεια, αν και είχε χαρακτηρισθεί ως τελευταία (final), εν τούτοις, έτυχε και άλλων ανανεώσεων. Στις 16.4.2004, κατόπιν αιτήματος της τότε δικηγόρου του αιτητή, του επιτράπηκε να παραμείνει στην Κύπρο ως επισκέπτης μέχρι 30.10.2004. Του εκδόθηκε ακολούθως νέα άδεια ως επισκέπτη εν αναμονή εξέτασης αίτησής του προς την Κυπριακή Τράπεζα για να απασχοληθεί στην εταιρεία Forzando Trading. Η αίτησή του ημερομηνίας 21.2.2005 για να παραμείνει στην Κύπρο και να εργαστεί ως Εκτελεστικός Διευθυντής της εταιρείας, απορρίφθηκε. Συγκεκριμένα, με επιστολή ημερομηνίας 29.3.2005 της καθ΄ης η αίτηση προς τη δικηγόρο του αιτητή, επληροφορείτο ότι η αίτησή του απορρίφθηκε λόγω μακρόχρονης παραμονής. Προετρέπετο δε ο αιτητής όπως αναχωρήσει από την Κύπρο εντός 15 ημερών, διαφορετικά θα ελαμβάνονταν μέτρα για την απομάκρυνσή του. Ο αιτητής δεν συμμορφώθηκε, οπότε η Αστυνομία, αφού διαπίστωσε ότι αυτός συνέχιζε να βρίσκεται παράνομα πλέον στην Κύπρο, εισηγήθηκε, με σημείωμά της ημερομηνίας 18.7.2005, όπως εκδοθούν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης. Εν τω μεταξύ όμως, όπως διαφάνηκε, ο αιτητής είχε υποβάλει απευθείας προς τον Υπουργό Εσωτερικών επιστολή ημερομηνίας 23.5.2005. Ο Υπουργός ζήτησε ενημέρωση ως προς το θέμα από την καθ΄ης η αίτηση, η οποία με επιστολή της ημερομηνίας 6.9.2005, εξήγησε προς τον Υπουργό τους λόγους της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή. Στις 8.7.2006 ο αιτητής, μετά από αστυνομική έφοδο κατ΄ εκτέλεση δικαστικού εντάλματος έρευνας, κατόπιν πληροφορίας για κατοχή ναρκωτικών, εντοπίστηκε και παρόλον ότι η έρευνα δεν απεκάλυψε οτιδήποτε, συνελήφθη, αφού διαπιστώθηκε ότι βρισκόταν παράνομα στην Κύπρο. Την επομένη, 9.8.2006, κατόπιν αιτήματος της Υπηρεσίας Αλλοδαπών Λεμεσού, η καθ΄ης η αίτηση εξέδωσε εναντίον του αιτητή διάταγμα για την απέλασή του, καθώς επίσης και διάταγμα για την κράτησή του μέχρι την απέλαση. Ο αιτητής κρατήθηκε στα Αστυνομικά Κρατητήρια Λεμεσού για μερικές μέρες και απελάθηκε.
Με την προσφυγή του ο αιτητής εγείρει τρεις κύριους λόγους για τους οποίους επιζητεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης για την απέλασή του. Θα τους εξετάσω με τη σειρά με την οποία αυτοί προωθήθηκαν κατά την εκδίκαση της υπόθεσής του.
α. Η κατ΄ ισχυρισμό έλλειψη αιτιολογίας η οποία συναρτάται με πλάνη και κατάχρηση εξουσίας και/ή μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας.
Με τη γραπτή αγόρευσή του, ο αιτητής προβαίνει σε εκτεταμένη συζήτηση, σε θέσεις και νομικές εισηγήσεις, οι οποίες καθάπτονται της ορθότητας και/ή νομιμότητας της προηγηθείσας απόφασης της καθ΄ης η αίτηση με την οποία είχε απορριφθεί το αίτημά του για να του επαραχωρείτο άδεια παραμονής και εργασίας στην προαναφερθείσα εμπορική εταιρεία. Εγείρονται προς τούτο θέσεις ότι η καθ΄ης η αίτηση παρέλειψε να προβεί στη δέουσα έρευνα εξατομικεύοντας την ειδική περίπτωση του αιτητή και ότι έχει εμφιλοχωρήσει πλάνη σε βαθμό που να μη γνωρίζει αυτή η ίδια η καθ΄ης η αίτηση για ποιους λόγους δεν είχε επιτραπεί στον αιτητή να παραμείνει στην Κύπρο.
Σύμφωνα όμως με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τα θέματα τούτα και γενικά τα θέματα τα οποία καθάπτονται της ορθότητας ή νομιμότητας της προηγηθείσας απόφασης της καθ΄ης η αίτηση που αφορούσε την απόρριψη αιτήματος για άδεια παραμονής και/ή εργασίας στην Κύπρο, δεν μπορούν να εγερθούν και εξετασθούν στο πλαίσιο διερεύνησης της μεταγενέστερης απόφασης για απέλαση και κράτηση μέχρι απέλασης του αιτητή. Σχετικές προς τούτο είναι οι παρατηρήσεις του Εφετείου στην ΑΕ αρ. 107/2005, Κυπριακή Δημοκρατία ν. Milos Dejic, ημερομηνίας 17.7.2008. Στη σελίδα 4 της απόφασής του, το Εφετείο είχε αναφέρει και τα εξής:
"Όπως υποδεικνύει η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Salandi Khatatea v. Δημοκρατίας Α.Ε.149/05 ημερ. 14.1.08, δεν μπορεί ο εφεσίβλητος προσβάλλοντας αυτοτελώς τα διατάγματα κράτησης και απέλασης του, τα οποία αυτοτελώς δεν πάσχουν, να επιδιώξει την ακύρωση των προηγούμενων αποφάσεων των καθ΄ων που απετέλεσαν και το υπόβαθρο για την έκδοση τους και οι οποίες δεν προσεβλήθησαν. Η Kedoum ν. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 505, σελ. 510, έθεσε τον ίδιο κανόνα, ότι δηλαδή η προσβολή του διατάγματος απέλασης ήταν χωρίς υπόβαθρο και έρεισμα εφόσον αυτό ήταν το αποτέλεσμα της συνέχισης της παράνομης διαμονής του εφεσείοντα στην Κύπρο. Η απόρριψη του προηγούμενου αιτήματος του για παράβαση της άδειας παραμονής και εργασίας δεν είχε προσβληθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου."
Έτσι και εδώ, ο αιτητής, ενώ δεν προσέβαλε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου την ορθότητα ή νομιμότητα της απόρριψης του αιτήματός του για άδεια παραμονής και εργασίας στην Κύπρο, παρέμεινε παράνομα για μήνες στη χώρα, ενώ είχε κληθεί ν΄ αναχωρήσει και μετά που εντοπίστηκε ως παράνομος μετανάστης προσέβαλε τη νομιμότητα της έκδοσης εναντίον του των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.
Η μόνη αιτιολογία η οποία θα μπορούσε να δοθεί και δόθηκε, αναφορικά με την έκδοση των προσβαλλομένων διαταγμάτων της κράτησης και απέλασης, ήταν ότι ο αιτητής κατέστη απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει της παρα. (κ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105. Και αυτό το γεγονός δεν μπορεί να τύχει έμμεσης αμφισβήτησης προσβάλλοντας τώρα τη γενεσιουργό αιτία που το είχε προκαλέσει.
Επομένως, ο προβαλλόμενος αυτός λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.
β. Η κατ΄ ισχυρισμό παραβίαση ρητών νομοθετικών προνοιών.
Σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, η καθ΄ης η αίτηση παραβίασε τις ρητές πρόνοιες του άρθρου 14(6), του Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε με τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικό) Αρ. 2 Νόμο (Ν.164(Ι)/2001), καθώς επίσης και τον Κανονισμό 19 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών Κ.Δ.Π. 242. Σύμφωνα με αυτές τις νομοθετικές πρόνοιες πρόσωπο εναντίον του οποίου έχει εκδοθεί διάταγμα κράτησης και/ή απέλασης πληροφορείται γραπτώς σε κατανοητή γλώσσα για τη σχετική εναντίον του απόφαση και για το δικαίωμά του να αντιπροσωπευθεί ενώπιον του Λειτουργού Μετανάστευσης. Ισχυρίζεται ακόμα ότι παραβιάσθη στην περίπτωσή του και το άρθρο 1 του 7ου Πρωτοκόλλου του περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Θεμελιωδών Ελευθεριών Νόμου αρ. 18(ΙΙΙ)/2000 το οποίο επίσης κατοχυρώνει τα δικαιώματα αλλοδαπών όπως υποβάλλουν λόγους εναντίον της απέλασής τους, όπως η υπόθεσή τους τύχει αναθεώρησης και όπως αντιπροσωπεύονται ενώπιον της αρμόδιας αρχής. Τελικά δε, ισχυρίζεται ο αιτητής ότι η καθ΄ης η αίτηση παραβίασε και τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 109/2003 δυνάμει της οποίας μπορεί να παραχωρηθεί σε αλλοδαπό επί μακρόν διαμένοντα στη Δημοκρατία, το δικαίωμα παραμονής στη χώρα.
Αρχίζοντας από τον τελευταίο αυτό ισχυρισμό περί παραβίασης της Ευρωπαϊκής Οδηγίας, αρκεί να αναφερθεί πως ένας τέτοιος ισχυρισμός δεν μπορεί να εξετασθεί στο πλαίσιο προσφυγής εναντίον διατάγματος απέλασης, αφού αυτός καθάπτεται όχι της νομιμότητας του διατάγματος απέλασης, αλλά της προηγηθείσας απόφασης περί απόρριψης του αιτήματος του αιτητή για άδεια παραμονής στην Κύπρο, απόφασης η οποία δεν προσβλήθηκε με προσφυγή. [Βλ. Salandi Khatatea v. Δημοκρατίας (ανωτέρω)]
Ως προς τους άλλους δύο ισχυρισμούς περί παραβίασης νομικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων του αιτητή, αρκεί να αναφερθούν τα εξής: Το προαναφερθέν Άρθρο 1 του 7ου Πρωτοκόλλου του Νόμου αρ. 18(ΙΙΙ)/2000 δεν μπορεί εκ προϊμίου να τύχει εφαρμογής στην περίπτωση του αιτητή, εφόσον αυτό ρητά αναφέρεται στις περιπτώσεις αλλοδαπών οι οποίοι απελαύνονται ενώ είναι νόμιμοι κάτοικοι στην επικράτεια ενός κράτους. Υπενθυμίζεται ότι ο αιτητής, μετά την προηγηθείσα απόρριψη αιτήματός του για παραμονή στην Κύπρο, την οποία δεν προσέβαλε για ένα τέτοιο ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, κατέστη και παρέμεινε παράνομα διαμένων στην Κύπρο και για τούτο διατάχθηκε η απέλασή του.
Ως προς την κατ΄ ισχυρισμό παραβίαση των προαναφερθέντων άρθρων και κανονισμών της περί Αλλοδαπών πρωτογενούς και δευτερογενούς νομοθεσίας, θα πρέπει να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρατέθηκαν από την πλευρά της καθ΄ης η αίτηση και που βρίσκονται και στον κατατεθέντα διοικητικό φάκελο, είχε υπάρξει συμμόρφωση προς τις πρόνοιες εκείνες. Συγκεκριμένα, το έγγραφο - ερυθρό 250 είναι ειδοποίηση ημερομηνίας 9.7.2006, υπογεγραμμένη από την καθ΄ης η αίτηση, με την οποία ο αιτητής επληροφορείτο στην Αγγλική γλώσσα την οποία και κατανοούσε, για το ότι ήταν παράνομος μετανάστης δυνάμει των σχετικών προνοιών της νομοθεσίας, για το λόγο για τον οποίο κατέστη παράνομος και για το ότι είχαν εκδοθεί εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης. Επληροφορείτο δε ο αιτητής, ότι είχε το δικαίωμα να εκπροσωπηθεί ενώπιον της καθ΄ης η αίτηση, να θέσει ενστάσεις κλπ. Σύμφωνα δε με σχετική χειρόγραφη σημείωση αστυνομικού οργάνου, η οποία αναγράφεται στο έγγραφο, το κείμενο του διαβάστηκε και εξηγήθηκε στον αιτητή ο οποίος, αφού ανέφερε ότι το κατανόησε πλήρως, αρνήθηκε να το υπογράψει.
Για τους πιο πάνω λόγους ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης μπορεί να ευσταθήσει.
γ. Η κατ΄ ισχυρισμό παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης και ιδιαίτερα του δικαιώματος ακροάσεως.
Κάτω απ΄ αυτό το λόγο ακύρωσης, ο αιτητής εγείρει το θέμα ότι αν και ο αιτητής είχε και προσπάθησε να θέσει ενώπιον των αρμόδιων αρχών πολλούς και ισχυρούς λόγους που θα συνηγορούσαν υπέρ της έγκρισης του αιτήματός του για ανανέωση της παραμονής του στην Κύπρο, αυτοί είτε αγνοήθηκαν είτε δεν του δόθηκε το δικαίωμα να τους αναπτύξει.
Σε σχέση με αυτό τον ισχυρισμό, ορθά η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση παρέπεμψε στην απόφαση στην ΑΕ55/2006 Vera Joudine ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 28.7.2006, στην οποία, όπως επιβεβαιώθηκε από το Εφετείο, ο νόμος δεν επιβάλλει υποχρέωση στο Λειτουργό Μετανάστευσης να ειδοποιεί τους ενδιαφερομένους πριν την έκδοση του διατάγματος απέλασης. Όλα τα στοιχεία διερευνώνται σε προγενέστερο στάδιο. Το κατάλληλο δε και μόνο στάδιο να τεθούν ενώπιον του Λειτουργού Μετανάστευσης όλα τα σχετικά στοιχεία από τον αιτητή, ήταν βέβαια πριν από τη λήψη απόφασης ως προς την ανανέωση ή μη της παραμονής του στην Κύπρο ή και αργότερα, αν ασκούσε το δικαίωμά του για προσβολή της αρνητικής απόφασης με προσφυγή. Εν πάση όμως περιπτώσει, στα σχετικά έγγραφα - έντυπα και επιστολές που είχε απευθύνει ο αιτητής προς την καθ΄ης η αίτηση και τον αρμόδιο Υπουργό, είχε προβάλει τους λόγους για τους οποίους πίστευε ότι το αίτημά του εδικαιολογείτο.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους κανένας από τους προβληθέντες λόγους ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.
Η προσφυγή αναπόφευκτα απορρίπτεται με €1.000 έξοδα εναντίον του αιτητή.
Κ. Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ