ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1687/2007)
15 Σεπτεμβρίου, 2009
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΒΡΑΧΙΜΗΣ ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά.
Ε. Καρακάννα (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α. Ευσταθίου (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 11/9/07 με την οποία μετά από επανεξέταση προήγαγε και πάλι τα Ενδιαφερόμενα Πρόσωπα Δάφνη Στεφάνου (ΕΜ 1) και Χριστάκη Παπαγιάννη (ΕΜ 2) στη μόνιμη θέση Πρώτου Λειτουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η προσφυγή αποσύρθηκε και απορρίφθηκε εναντίον της Δάφνης Στεφάνου, ΕΜ 1 και έτσι παρέμεινε μόνο εναντίον του ΕΜ 2. Γι' αυτό, στη συνέχεια θα περιορίσω τις αναφορές μου κυρίως στο ΕΜ 2 και στον Αιτητή.
Α. Τα γεγονότα
Στις 20.6.2001 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, στο εξής η ΕΔΥ, προκήρυξε τις πιο πάνω δύο θέσεις οι οποίες είναι θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής. Μετά τη δημοσίευσή τους, υποβλήθηκαν 30 αιτήσεις. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού εξέτασε τα στοιχεία των υποψηφίων, θεώρησε ότι 23 υποψήφιοι κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα για πλήρωση των δύο θέσεων. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβανόταν το ΕΜ 2 και ο Αιτητής. Η Συμβουλευτική Επιτροπή κάλεσε τους 23 υποψηφίους σε προσωπική συνέντευξη. Το ΕΜ 2 βαθμολογήθηκε «Εξαίρετος» (9.6) και ο Αιτητής «Πολύ Καλός» (7.88). Μετά την ολοκλήρωση των συνεντεύξεων, η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού προέβη σε «γενική και τελική αξιολόγηση των υποψηφίων», επέλεξε 8 υποψήφιους, τα ονόματα των οποίων παρέθεσε κατά αλφαβητική σειρά, ως κατάλληλους για διορισμό στην επίδικη θέση. Μεταξύ αυτών ήταν και το ΕΜ 2, όχι όμως και ο Αιτητής.
Η ΕΔΥ αφού δέχθηκε την εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, δεν αξιολόγησε τον Αιτητή ο οποίος δεν περιλαμβανόταν στον κατάλογο των συστηθέντων. Τελικά, η ΕΔΥ στις 13.12.02 επέλεξε τα ΕΜ 1 και 2.
Ο Αιτητής, με την προσφυγή του αρ. 277/2003, προσέβαλε την απόφαση της ΕΔΥ. Το Ανώτατο Δικαστήριο, με απόφαση του ημερομηνίας 31.5.05, ακύρωσε την αρχική απόφαση ημερομηνίας 13.12.02 της ΕΔΥ, λόγω έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας της Εισήγησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Το σχετικό μέρος της απόφασης του Δικαστηρίου από τη σελ. 11, που αφορά και στο δεδικασμένο, έχει ως εξής:-
«Σύμφωνα με τα όσα αποφασίστηκαν στις πιο πάνω υποθέσεις τα όσα παρατίθενται στην παρούσα υπόθεση από πλευράς της Σ.Ε. δεν ικανοποιούν τη ρητή απαίτηση του άρθρου 34(6) και (10) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90 ως έχει τροποποιηθεί), για αιτιολόγηση, της Έκθεσης της προς την Ε.Δ.Υ. Είναι άγνωστο τι από τους φακέλους, τις εκθέσεις ή τα προσόντα μέτρησαν και σε ποιο βαθμό σε συσχετισμό με την προφορική εξέταση. Ούτε βέβαια γνωρίζουμε την κρίση της Σ.Ε. ως προς την πείρα, με αποτέλεσμα να τυγχάνουν απόλυτης εφαρμογής οι πιο πάνω αποφάσεις. Επομένως η προσφυγή επιτυγχάνει.».
Η ΕΔΥ, ύστερα από την ακύρωση από το Ανώτατο Δικαστήριο της προαγωγής των ΕΜ και ενεργώντας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34Α των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 2006, που αφορούν τη διαδικασία επανεξέτασης μετά από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη συνεδρία της ημερομηνίας 8.6.06, προχώρησε στην επανεξέταση της πλήρωσης των πιο πάνω δύο θέσεων και αποφάσισε όπως το θέμα σταλεί πίσω στη Συμβουλευτική Επιτροπή, με οδηγίες όπως αυτή συμμορφωθεί με την απόφαση αναφορικά με την ελλιπή αιτιολογία.
Η ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερομηνίας 25.10.06, αφού μελέτησε το περιεχόμενο της νέας Έκθεσης, ημερομηνίας 7.8.06, που στο μεταξύ υπέβαλε η Συμβουλευτική Επιτροπή, παρατήρησε τα ακόλουθα:-
«α) Οι υποψήφιοι Δούκας Νικόλαος και Ηλία Ανδρέας, που αποκλείστηκαν από την παραπέρα διαδικασία, θα έπρεπε να αποκλειστούν μόνο για την έλλειψη της απαιτούμενης πείρας και όχι λόγω έλλειψης του «απαιτούμενου μεταπτυχιακού», όπως αναφέρεται στη σελ. 2 της έκθεσης, διότι το Σχέδιο Υπηρεσίας δεν απαιτεί μεταπτυχιακό προσόν, αλλά προβλέπει ότι:-
«μεταπτυχιακή εκπαίδευση ή ειδική εκπαίδευση σε θέμα/θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους, θα αποτελεί πλεονέκτημα.»
β) Η Συμβουλευτική Επιτροπή, συνεχίζοντας τη λανθασμένη ερμηνεία του Σχεδίου Υπηρεσίας, και στην παρούσα έκθεση, δεν κάνει καμία αναφορά σε κατοχή πλεονεκτήματος, αναφέροντας απλώς ότι «όλοι οι υποψήφιοι που κλήθηκαν σε προφορική εξέταση κατέχουν την απαιτούμενη μεταπτυχιακή εκπαίδευση ή ειδική εκπαίδευση ...»
γ) Το στοιχείο της πείρας, δε φαίνεται να έχει αιτιολογηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως έχει επισημανθεί από το Δικαστήριο, αλλά γίνεται, όπως και στην αρχική έκθεση, μια γενική αναφορά σ' αυτή στις τελικές αξιολογήσεις όλων των υποψηφίων και παραπομπή στο Παράτημα ΙΙ που είχε επισυναφθεί στην αρχική έκθεση.
Η Επιτροπή, με βάση τις πιο πάνω παρατηρήσεις, αποφάσισε να σταλεί εκ νέου το θέμα πίσω στη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία θα πρέπει να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες.»
Η Συμβουλευτική Επιτροπή ανταποκρινόμενη στην εισήγηση της ΕΔΥ, ετοίμασε και απέστειλε Συμπληρωματική Έκθεση ημερομηνίας 21.11.06.
Η ΕΔΥ, στη συνεδρία της ημερομηνίας 25.1.07, συνεχίζοντας την επανεξέταση του θέματος, αφού προχώρησε στη μελέτη της Συμπληρωματικής Έκθεσης, ημερομηνίας 21.11.06, έκρινε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή ούτε και αυτή τη φορά τεκμηρίωνε επαρκώς την εκ μέρους των υποψηφίων απαιτούμενη πείρα, όπως αυτή καθορίζεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης. Ως εκ τούτου, αποφάσισε να σταλεί εκ νέου το θέμα πίσω στη Συμβουλευτική Επιτροπή, από την οποία ζήτησε να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες.
Περαιτέρω η ΕΔΥ, αφού έλαβε γνώση του περιεχομένου επιστολής του υποψηφίου Βραχίμη Χατζηχάννα, με ημερομηνία 19.1.2007, αποφάσισε όπως αυτή σταλεί στη Συμβουλευτική Επιτροπή, με την υπόδειξη να εξεταστεί το θέμα της αναδρομικής προαγωγής του πιο πάνω υποψηφίου, από 1.2.98, και κατ' επέκταση της πείρας και αρχαιότητας του.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η Συμβουλευτική Επιτροπή απέστειλε 3η Συμπληρωματική Έκθεση με ημερομηνία 26.4.07. Με αυτή συστήνονταν οι ίδιοι 8 υποψήφιοι οι οποίοι συστήθηκαν τις προηγούμενες φορές. Μεταξύ αυτών τα δύο ΕΜ, όχι όμως και ο Αιτητής.
Η ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερομηνίας 31.8.07, συνεχίζοντας την επανεξέταση της πλήρωσης των επίδικων θέσεων, αφού προχώρησε στη μελέτη της νέας Συμπληρωματικής Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, διαπίστωσε κατ' αρχάς, ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή επιλήφθηκε των παρατηρήσεων, οι οποίες είχαν διαβιβαστεί σ' αυτήν και προέβη στις κατάλληλες ενέργειες. Επίσης, διαπίστωσε ότι ο κατάλογος των συστηνομένων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή παρέμεινε ο ίδιος, όπως είχε υποβληθεί κατά την αρχική διαδικασία. Ειδικά η ΕΔΥ διαπίστωσε, ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή επιλήφθηκε και του θέματος της επιστολής του υποψήφιου Χατζηχάννα Βραχίμη, διόρθωσε τη σειρά αρχαιότητας του εν λόγω υποψηφίου και τον κατέταξε στην πέμπτη θέση αντί στη δέκατη που κατείχε στην αρχική Έκθεση, όμως η τελική αξιολόγηση του Χατζηχάννα παρέμεινε όπως και στην αρχική έκθεση, δηλαδή «Πολύ Καλός». Ενόψει των πιο πάνω, η ΕΔΥ υιοθέτησε τη νέα Συμπληρωματική Έκθεση.
Στη συνέχεια, η ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερομηνίας 11.9.07, συνεχίζοντας την επανεξέταση του θέματος, αποφάσισε να υιοθετήσει, ως μέρος του πραγματικού καθεστώτος, την αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση που έγινε από το Γενικό Διευθυντή, καθώς και τη σύσταση του για τα ΕΜ. Αποφάσισε, επίσης, να υιοθετήσει, ως μέρος του πραγματικού καθεστώτος, την κρίση που η ίδια αποκόμισε, υπό την τότε σύνθεση της, από την προφορική εξέταση των υποψηφίων. Τέλος, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, αποφάσισε να προάξει στις επίδικες θέσεις τα ίδια ΕΜ και πάλι, αναδρομικά από 15.1.03, ημερομηνία που ίσχυαν οι προαγωγές οι οποίες ακυρώθηκαν.
Ο Αιτητής προσβάλλει την πιο πάνω απόφαση της ΕΔΥ. Μετά την απόσυρση της προσφυγής εναντίον του ΕΜ 1, η προσφυγή, όπως έχω ήδη αναφέρει, παρέμεινε μόνο κατά του ΕΜ 2.
Β. Οι λόγοι ακύρωσης
Ο Αιτητής εγείρει σωρεία λόγων ακύρωσης, με επίκεντρο την Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Συγκεκριμένα προβάλλει ότι:-
(1) Πάσχει η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
(2) Η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το δεδικασμένο προηγούμενης ακυρωτικής απόφασης, αναφορικά με την αιτιολογία.
(3) Πάσχει η Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, λόγω έλλειψης αιτιολογίας και πλάνης.
(4) Παραγνωρίστηκαν τα πρόσθετα προσόντα του Αιτητή, χωρίς αιτιολογία.
(5) Η ΕΔΥ παράνομα εξέτασε την υποψηφιότητα 7 αντί 8 υποψηφίων, όπως προβλέπει ο Νόμος.
(6) Πλάνη της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΔΥ.
(7) Υπήρχε προκατάληψη εκ μέρους του Διευθυντή, ο οποίος ήταν μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
(8) Υπέρμετρη καθυστέρηση στη διεκπεραίωση της υπόθεσης.
Ο Αιτητής προβάλλει επίσης και άλλους παρεμφερείς λόγους ακύρωσης, τους οποίους όμως δεν θα εξετάσω ξεχωριστά, εφόσον θα εξεταστούν κάτω από την ενότητα που αφορά την αιτιολογία της Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Υπάρχουν βέβαια και ισχυρισμοί οι οποίοι αφορούν την επανεξέταση από την ίδια την ΕΔΥ. Αυτοί οι λόγοι δεν μπορούν να εξεταστούν εφόσον η ΕΔΥ δεν σύγκρινε τον Αιτητή με τους άλλους υποψηφίους, εφόσον ο ίδιος δεν είχε συστηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Επομένως, ισχυρισμοί ότι η ΕΔΥ δεν προέβη στη δέουσα έρευνα και δεν έλαβε υπόψη τα πρόσθετα προσόντα του Αιτητή, δεν έχουν οποιαδήποτε σημασία εφόσον η ΕΔΥ δεν προέβη σε κρίση αναφορικά με τον Αιτητή. Φαίνεται ότι ο πυρήνας των παραπόνων του Αιτητή, εστιάζεται κυρίως στον τρόπο που η Συμβουλευτική Επιτροπή επέλεξε τους 8 υποψηφίους, αποκλείοντας τον Αιτητή.
1. Η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής
Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής πάσχει λόγω της μη συμμετοχής του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ως ex officio Πρόεδρου της Συμβουλευτικής σύμφωνα με το άρθρο 32(1)(α)(ιι) του Ν. 1/90.
Δεν ευσταθεί ο λόγος ακύρωσης, αφού λόγω μετακίνησης του Γενικού Διευθυντή δεν μπορούσε να συμμετέχει στην σύνθεση της. Τα εναπομείναντα τρία μέλη της μπορούσαν, σύμφωνα με τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990 (Ν. 1/90), όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 31(Ι)/04 και συγκεκριμένα με την προσθήκη του εδαφίου (8) στο άρθρο 32, να αποτελέσουν απαρτία, ενώ σε περίπτωση κωλύματος του Προέδρου μπορεί να αντικατασταθεί από το αρχαιότερο μέλος. Συγκεκριμένα, το άρθρο 32(8) προβλέπει ότι:-
«(8) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 20 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, η νομιμότητα της συγκρότησης οποιασδήποτε Συμβουλευτικής Επιτροπής και η εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης ή εργασίας δεν επηρεάζονται λόγω θανάτου, παραίτησης, αφυπηρέτησης, απουσίας ή άλλου κωλύματος μέλους της, σε οποιοδήποτε στάδιο της ενώπιόν της διαδικασίας, εφόσον τηρούνται οι διατάξεις του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου.
Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται και για τις διαδικασίες πλήρωσης θέσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη.»
2. Το δεδικασμένο σε σχέση με την αιτιολογία της σύστασης
Θα εξετάσω στη συνέχεια, μαζί, τους συναφείς λόγους ακύρωσης 2-5. Κατ' αρχάς ο Αιτητής προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το δεδικασμένο της προηγούμενης ακυρωτικής απόφασης στην υπ' αριθμό 277/03 σε σχέση με την αιτιολογία της σύστασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής προς την ΕΔΥ, ως προς τα αξιολογικά κριτήρια την αρχαιότητα και την πείρα του Αιτητή σε σύγκριση με το ΕΜ 2. Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ότι και πάλιν η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν αιτιολογεί γιατί δεν συμπεριέλαβε στον κατάλογο υποψηφίων που συστήθηκαν για προαγωγή και τον Αιτητή. Κατά τον ισχυρισμό του, η απόφαση «είναι αυθαίρετη, υποκειμενική και χωρίς ουσιαστική αιτιολογία στο γιατί επιλέγονται τα ίδια ΕΜ» για συμπερίληψη στον κατάλογο συστηθέντων για επιλογή, όχι όμως και ο Αιτητής.
Από την άλλη, οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι δεν έχει παραβιαστεί οτιδήποτε που θα μπορούσε να ενταχθεί στην έννοια του δεδικασμένου. Κατά την άποψή τους, στην Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αναφέρεται ξεχωριστά για κάθε υποψήφιο, η κρίση της Επιτροπής και οι λόγοι για τους οποίους προέβη στην αξιολόγηση του κάθε υποψήφιου.
Κατά την άποψή μου, ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.
Ο ισχυρισμός περί παραβίασης του δεδικασμένου εξετάζεται πάντα σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της απόφασης του Δικαστηρίου για την οποία αναφέρεται και συγκεκριμένα μόνο σε σχέση με αυτά τα οποία το Δικαστήριο εξέτασε και αποφάσισε. Η πιο πάνω αρχή, κωδικοποιείται στο άρθρο 59(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99), το οποίο προβλέπει ότι κατά την επανεξέταση η διοίκηση δεσμεύεται από το διατακτικό της δικαστικής απόφασης και από τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου για την ύπαρξη ορισμένων νομικών και πραγματικών καταστάσεων που υφίσταντο κατά το χρόνο της έκδοσης της πράξης στις οποίες στηρίχθηκε το διατακτικό της απόφασης. Σχετικές είναι και οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Pieris v. Republic (1983) 3 CLR 1054 και Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 349.
Όπως προκύπτει από το σχετικό απόσπασμα την απόφασης του Δικαστηρίου το οποίο παράθεσα στην αρχή, το δεδικασμένο αφορά καθαρά στην επάρκεια της αιτιολογίας της σύστασης. Μετά την ακυρωτική απόφαση, η Συμβουλευτική Επιτροπή με την τρίτη κατά σειρά Συμπληρωματική Έκθεση της, ημερομηνίας 26.4.07, σύστησε ξανά τους 8 υποψηφίους, όχι όμως και τον Αιτητή. Το σχετικό μέρος της αιτιολογίας της σε σχέση με το ΕΜ 2 και τον Αιτητή, έχει ως εξής:-
«ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ
Είναι κάτοχος:
- Πτυχίου Γεωπονίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
- Τίτλου M.Sc. in Agricultural Economics του American University of Beirut (πλεονέκτημα).
- Άλλων προσόντων όπως φαίνονται στο Παράρτημα 2.
Πείρα:
- Η Επιτροπή, αφού μελέτησε τα καθήκοντα που εκτελούσε ο εν λόγω λειτουργός, όπως διατυπώνονται και επιβεβαιώνονται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, διαπίστωσε ότι κατέχει τόσο την απαιτούμενη δεκαετή πείρα σε υπεύθυνη θέση, όσο και την πενταετή διοικητική πείρα που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης. Συγκεκριμένα ο εν λόγω λειτουργός εργάστηκε τα τελευταία 10 χρόνια προ του ουσιώδους χρόνου και κατείχε τις θέσεις Λειτουργού Γεωργικών Ερευνών Α΄ και Ανώτερου Λειτουργού Γεωργικών Ερευνών στο Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών και από το 1998 ήταν τοποθετημένος στο Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων, θέσεις που κατά την κρίση της Επιτροπής είναι υπεύθυνες θέσεις. Τα καθήκοντα τα οποία εκτελούσε είναι αυτά που προβλέπονται από τα Σχέδια Υπηρεσίας των αντίστοιχων θέσεων, (Παράρτημα 9Α) καθώς και τα καθήκοντα που αναφέρονται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, (Παράρτημα 11) τα οποία είναι σχετικά με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος και μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν την εκτέλεση διοικητικών καθηκόντων. Κατά την κρίση της Επιτροπής ο υποψήφιος πληροί τόσο τη δεκαετή πείρα, όσο και την πενταετή διοικητική πείρα.
- Διαθέτει επίσης επιπρόσθετη πείρα, η οποία φαίνεται στο Παράρτημα 2.
Κατέχει τη θέση Ανώτερου Λειτουργού Γεωργικών Ερευνών (ΙΓΕ) από 15 Φεβρουαρίου, 1999 και είναι τοποθετημένος στο Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων.
Κατά την περίοδο 1995-2000 η βαθμολογία του, όπως προκύπτει από τις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, είναι:
1995 6 Εξαίρετος 2 Πολύ Ικανοποιητικά
1996 8 Εξαίρετος
1997 8 Εξαίρετος
1998 8 Εξαίρετος
1999 8 Εξαίρετος
2000 8 Εξαίρετος
Από πλευράς αρχαιότητας είναι έβδομος στη σειρά.
Η γενική εντύπωση που έκαμε κατά την προφορική εξέταση τον κατατάσσει ως «Εξαίρετο».
Τελική αξιολόγηση:
Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη της (α) την αξία του υποψηφίου κατά τα τελευταία έξι χρόνια, η οποία είναι στα 46 σημεία «Εξαίρετη» και στα 2 σημεία «Πολύ Ικανοποιητική», (β) τα προσόντα που κατέχει, όπως αναφέρονται πιο πάνω, (γ) την αρχαιότητα του, είναι έβδομος στη σειρά όπως φαίνεται στο Παράρτημα 4, (δ) την απαιτούμενη πείρα και (ε) τη γενική εντύπωση που έκαμε κατά την προφορική εξέταση «Εξαίρετος», έκρινε τον υποψήφιο ως «Εξαίρετο».
.....................
ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ ΒΡΑΧΙΜΗΣ
Είναι κάτοχος:
- Πτυχίου Γεωπονίας της Ανώτατης Γεωπονικής Σχολής Αθηνών.
- Τίτλου M.Sc. in Extension του University of Reading (πλεονέκτημα).
- Άλλων προσόντων όπως φαίνονται στο Παράρτημα 2.
Πείρα:
- Η Επιτροπή, αφού μελέτησε τα καθήκοντα που εκτελούσε ο εν λόγω λειτουργός, όπως διατυπώνονται και επιβεβαιώνονται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, διαπίστωσε ότι κατέχει τόσο την απαιτούμενη δεκαετή πείρα σε υπεύθυνη θέση, όσο και την πενταετή διοικητική πείρα που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης. Συγκεκριμένα ο εν λόγω λειτουργός εργάστηκε τα τελευταία 10 χρόνια προ του ουσιώδους χρόνου και κατείχε τις θέσεις Γεωργικού Λειτουργού Α΄ και Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού στο Τμήμα Γεωργίας, θέσεις που κατά την κρίση της Επιτροπής είναι υπεύθυνες θέσεις. Τα καθήκοντα τα οποία εκτελούσε είναι αυτά που προβλέπονται από τα Σχέδια Υπηρεσίας των αντίστοιχων θέσεων, (Παραρτήματα 6 Α&Β) τα οποία είναι σχετικά με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος και μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν την εκτέλεση διοικητικών καθηκόντων. Κατά την κρίση της Επιτροπής ο υποψήφιος πληροί τόσο τη δεκαετή πείρα, όσο και την πενταετή διοικητική πείρα.
- Διαθέτει επίσης επιπρόσθετη πείρα, η οποία φαίνεται στο Παράρτημα 2.
Κατέχει τη θέση Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού στο Τμήμα Γεωργίας από 1 Φεβρουαρίου, 1998.
Κατά την περίοδο 1995-2000 η βαθμολογία του, όπως προκύπτει από τις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, είναι:
1995 - 7 Εξαίρετος 1 Πολύ Ικανοποιητικά
1996 - 8 Εξαίρετος
1997 - 7 Εξαίρετος 1 Πολύ Ικανοποιητικά
1998 - 7 Εξαίρετος 1 Πολύ Ικανοποιητικά
1999 - 6 Εξαίρετος 2 Πολύ Ικανοποιητικά
2000 - 7 Εξαίρετος 1 Πολύ Ικανοποιητικά
Από πλευράς αρχαιότητας είναι πέμπτος στη σειρά.
Η γενική εντύπωση που έκαμε κατά την προφορική εξέταση τον κατατάσσει ως «Πολύ καλό».
Τελική Αξιολόγηση
Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη της (α) την αξία του υποψηφίου, κατά τα τελευταία έξι χρόνια, η οποία είναι στα 42 σημεία «Εξαίρετη» και στα 6 σημεία «Πολύ Ικανοποιητική», (β) τα προσόντα που κατέχει, όπως αναφέρονται πιο πάνω, (γ) την αρχαιότητά του, είναι πέμπτος στη σειρά, όπως φαίνεται στο Παράρτημα 4, (δ) την απαιτούμενη πείρα και (ε) τη γενική εντύπωση που έκαμε κατά την προφορική εξέταση «Πολύ καλός», έκρινε τον υποψήφιο ως «Πολύ καλό».
Η Συμβουλευτική Επιτροπή, επιλέγοντας το ΕΜ2 μεταξύ των κατάλληλων υποψηφίων για να συστήσει στην ΕΔΥ, όχι όμως και τον Αιτητή, έδωσε την εξής αιτιολογία:-
«Λαμβάνοντας υπόψη την τελική αξιολόγηση των υποψηφίων, όπως φαίνεται πιο πάνω και όλα τα άλλα ουσιώδη στοιχεία που είχε ενώπιον της η Επιτροπή αποφάσισε ομόφωνα να περιλάβει στον κατάλογο τους ακόλουθους υποψηφίους κατά αλφαβητική σειρά, οι οποίοι κρίνονται κατάλληλοι για επιλογή και διορισμό/προαγωγή στη θέση Πρώτου Λειτουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.»
Στην προκειμένη περίπτωση, η Συμβουλευτική Επιτροπή συμμορφούμενη με το δεδικασμένο, προχώρησε σε νέα και πληρέστερη αιτιολόγηση. Είναι γεγονός ότι στην τρίτη Συμπληρωματική Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ημερομηνίας 26.4.07, παρατίθενται όλα τα στοιχεία των φακέλων, αξία, αρχαιότητα και πείρα. Απουσιάζει όμως η αιτιολογία, γιατί συστήνεται το ΕΜ 2 και όχι ο Αιτητής. Δεν επεξηγούνται οι λόγοι γιατί το ΕΜ 2 υπερέχει έκδηλα έναντι του Αιτητή, ώστε να συμπεριληφθεί αυτός στον κατάλογο, αντί του Αιτητή.
Μπορεί το ΕΜ 2 να συγκεντρώνει 46 «Εξαίρετος» στις Αξιολογικές Εκθέσεις των 5 τελευταίων χρόνων, σε αντίθεση με τον Αιτητή που συγκέντρωσε 42 κατά την ίδια περίοδο, αλλά ο Αιτητής στα 10 χρόνια είχε 71 «Εξαίρετος», σε αντίθεση με το ΕΜ που είχε 59. Αυτό δεν σταθμίστηκε και ούτε δόθηκε οποιαδήποτε εξήγηση. Σίγουρα τα τελευταία χρόνια είναι πιο σημαντικά, αλλά το όλο θέμα χρειάζεται στάθμιση, αφού εκείνο που θα έπρεπε να μετρήσει είναι η γενική εικόνα των υποψηφίων (Βλ. Κέντα ν. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 485). Σε ό,τι αφορά τα πρόσθετα προσόντα του Αιτητή, η Συμβουλευτική Επιτροπή τα παραθέτει χωρίς όμως να τα αξιολογεί για να διαπιστώσει τη σημασία ή τη συνάφειά τους με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης. Σταθμίζοντας τα πρόσθετα προσόντα η Συμβουλευτική Επιτροπή όφειλε, όπως έχει νομολογηθεί στην Πούρος ν. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 374 να αποφύγει τα δύο άκρα, αφενός να μην δώσει υπερβολική βαρύτητα, ώστε να φτάνει σε σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής και αφετέρου να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης.
Υπάρχει και το θέμα της κατοχής του πτυχίου Νομικής από τον Αιτητή, το οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη ως πρόσθετο προσόν σχετικό με τη θέση (τέταρτος λόγος ακύρωσης). Στη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, δεν εξειδικεύονται οι λόγοι που ώθησαν τη Συμβουλευτική Επιτροπή να μην λάβει υπόψη το πτυχίο Νομικής ως πρόσθετο προσόν, για μια θέση που ήταν αρκετά ψηλά στην ιεραρχία. Η συνεκτίμηση και αυτού του παράγοντα ενδεχομένως να οδηγούσε σε διαφορετική αξιολόγηση στο κριτήριο «Προσόντα».
Η Συμβουλευτική Επιτροπή, δεν αξιολόγησε τα προσόντα των δύο υποψηφίων ώστε να είναι σε θέση να σταθμίσει τη βαρύτητά τους. Στην πραγματικότητα καμία σύγκριση δεν έγινε μεταξύ του ΕΜ 2 και του Αιτητή για να διαφανεί ότι ο ένας είναι καταλληλότερος του άλλου για να προταθεί στην ΕΔΥ. Το αποτέλεσμα είναι ότι το Δικαστήριο αδυνατεί να αντιληφθεί τι τελικά μέτρησε υπέρ του ΕΜ 2 και τι δεν προσμέτρησε υπέρ του Αιτητή, ώστε να μην συμπεριληφθεί και αυτός στον κατάλογο των συστηθέντων.
Μελετώντας την Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, δεν είμαι σε θέση να αντιληφθώ πού τελικά υστερούσε ο Αιτητής έναντι του ΕΜ. Αναμφίβολα, στην προφορική εξέταση το ΕΜ 2 βαθμολογήθηκε «Εξαίρετος» έναντι «Πολύ Καλός» του Αιτητή. Όμως, το στοιχείο αυτό δεν σταθμίστηκε έναντι των άλλων στοιχείων, κατά την εξέταση των προσμετρήσιμων κριτηρίων. Το έργο της στάθμισης, είναι έργο της Συμβουλευτικής Επιτροπής και όχι του Δικαστηρίου. Φαίνεται ότι στην προκειμένη περίπτωση η Συμβουλευτική Επιτροπή έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στη βαθμολογία της προφορικής εξέτασης και περιορίστηκε στην αναπαραγωγή των στοιχείων των φακέλων, χωρίς να προβεί σε στάθμιση των προσμετρήσιμων κριτηρίων.
Κατά την άποψή μου, η Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη, όπως απαιτείται από το άρθρο 34(6) του Νόμου και από το δεδικασμένο που δημιουργήθηκε μετά την απόφαση στην προσφυγή με αρ. 277/2003. Ως εκ τούτου, ο κατάλογος που καταρτίστηκε ήταν παράνομος.
Βάσιμο είναι και το παράπονο του Αιτητή σε σχέση με τον πέμπτο λόγο ακύρωσης, ότι παραβιάστηκε το άρθρο 34(7), με το οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή έχει υποχρέωση, σε περίπτωση που διεξαχθεί μόνο προφορική εξέταση, να συστήνει αριθμό υποψηφίων τετραπλάσιο των θέσεων. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, μετά την επανεξέταση, όντως σύστησε τετραπλάσιο αριθμό υποψηφίων (8), αλλά ο ένας από αυτούς δεν προσήλθε όταν κλήθηκε ενώπιον της ΕΔΥ. Κατά την άποψή μου, η ΕΔΥ όφειλε να ζητήσει από τη Συμβουλευτική Επιτροπή να συστήσει ένα ακόμα υποψήφιο, ώστε να ικανοποιείται η ουσία της σχετικής πρόνοιας του Νόμου.
3. Πλάνη ως προς την ημερομηνία αναδρομικής προαγωγής
Με τον έκτο λόγο ακύρωσης, ο Αιτητής προβάλλει επίσης πραγματική πλάνη τόσο της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσο και της ΕΔΥ ως προς την ημερομηνία αναδρομικής προαγωγής του στην αμέσως προηγούμενη θέση, αντί από την 1.2.1998, γεγονός που επηρέασε την σειρά αρχαιότητας του.
Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί, αφού με βάση τα στοιχεία του φακέλου και συγκεκριμένα τη νέα συμπληρωματική έκθεση της Συμβουλευτικής, η τελευταία κατόπιν υπόδειξης της ΕΔΥ προχώρησε στη σχετική διόρθωση τόσο της ημερομηνίας όσο και της σειράς αρχαιότητας του Αιτητή.
4. Προκατάληψη και έχθρα του Διευθυντή
Με τον έβδομο λόγο ακύρωσης, ο Αιτητής προβάλλει ακόμη προκατάληψη και έχθρα από μέρους του Διευθυντή και προς υποστήριξη του εν λόγω ισχυρισμού αναφέρεται σε παλαιότερες καταγγελίες του Διευθυντή εναντίον του και άλλες αντιπαραθέσεις. Απάντηση στον εν λόγω ισχυρισμό του Αιτητή τον οποίο ήγειρε και σε άλλες υποθέσεις, δίνει η απόφαση της Ολομέλειας Βραχίμης Χατζηχάννας ν. ΕΔΥ, Α.Ε. 3617, ημερομηνίας 11.5.06, όπου σε παρόμοια περίπτωση του Αιτητή τόνισε ότι:-
«Ο εφεσείων υποστηρίζει ότι ο Διευθυντής Γεωργίας έχει οξεία προκατάληψη και έχθρα εναντίον του και είναι και αντίδικος του σε άλλες προσφυγές. Υποστηρίζει ακόμα ότι το Ε/Μ έλαβε μέρος στην αξιολόγηση του παρά το γεγονός ότι είναι αντίδικος του σε προσφυγή για τις θέσεις Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τις αιτιάσεις αυτές του εφεσείοντα αναφέροντας τα εξής με τα οποία συμφωνούμε απόλυτα:-
«Σύμφωνα με τη νομολογία, η έγερση προσφυγών εκ μέρους κάποιου αιτητή δεν οδηγεί στο αναπόδραστο συμπέρασμα της απόδειξης στον απαιτούμενο βαθμό έλλειψης αντικειμενικότητας οιουδήποτε λειτουργού. Η έλλειψη αντικειμενικότητας θα πρέπει να αποδεικνύεται με βεβαιότητα (βλέπε σχετικά Ιακωβίδης ν. Ε.Δ.Υ. (1997) 3 Α.Α.Δ., σελ. 28).
Το άρθρο 42(2) και (3) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν. 158(1)/99, προβλέπει ότι δεν μετέχει στην παραγωγή διοικητικής πράξης, πρόσωπο που βρίσκεται σε οξεία έχθρα με το άτομο που αφορά η εξεταζόμενη υπόθεση ή που έχει συμφέρον για την έκβασή της. Όμως, σύμφωνα με το εδάφιο (3) του ίδιου άρθρου, ακόμα κι' αν υπάρχουν τα πιο πάνω κωλύματα, η συμμετοχή στο διοικητικό όργανο επιτρέπεται, όταν η διοικητική πράξη δεν μπορεί να εκδοθεί από άλλο κατά νόμο αρμόδιο όργανο ή όταν το αρμόδιο συλλογικό όργανο δεν μπορεί να συνέλθει επειδή δεν θα υπάρχει απαρτία. Έτσι ακόμα και αν είχαν τα πράγματα, η συμμετοχή του Διευθυντή του Τμήματος Γεωργίας ήταν επιβεβλημένη. Εν πάση περιπτώσει η έχθρα αυτή δεν έχει αποδειχτεί.
Όπως έχει αποφασιστεί, η έναρξη δικαστικής διαδικασίας από κάποιον εναντίον άλλου, δεν στοιχειοθετεί έλλειψη αντικειμενικότητας (Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437). Όπως δε εξηγείται και στη γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση, ο Διευθυντής δεν έχει οποιοδήποτε συμφέρον γιατί η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής και συνεπώς, είναι γι' αυτόν αδιάφορο, αν ο αιτητής κατέχει ή όχι την επίδικη θέση.»
Ο εφεσείων έχει επανειλημμένα προβάλει ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου τους ίδιους λόγους με τα ίδια ή παρόμοια γεγονότα και περιστατικά. Οι θέσεις του αυτές έχουν επανειλημμένα απορριφθεί από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, πέραν των άλλων, και για το γεγονός ότι επικαλείται αόριστα την προκατάληψη χωρίς να αποσείει το βάρος απόδειξης που έχει (Βλέπε Soteriadou and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 321, Στέλιος Βασιλείου κ.ά. ν. ΕΔΥ, Συνεκδ. Υποθ. 604/2001 κ.ά., ημερ. 18.4.2001, Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 312 και Βραχίμης Χατζηχάννας κ.ά. ν. ΕΔΥ, Υποθέσεις αρ. 397/2003 κ.ά., ημερ. 29.7.2004). Φαίνεται ότι ο Αιτητής ερμηνεύει την κάθε πράξη του Διευθυντή, η οποία κατά την άποψή του δεν τον εξυπηρετεί, ως πράξη μεροληπτική και εκδικητική. Όμως, όπως υποδεικνύεται στην πιο πάνω απόφαση, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η εκδήλωση έχθρας ή έλλειψη αντικειμενικότητας, θα πρέπει να αποδεικνύονται και εδώ, κατά την άποψή μου, ο Αιτητής απέτυχε να το πράξει.
5. Υπέρμετρη καθυστέρηση στη διεκπεραίωση της υπόθεσης
Τέλος, με τον όγδοο λόγο ακύρωσης, ισχυρίζεται ότι τόσο η τρίτη Συμπληρωματική Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ημερομηνίας 26.4.07, όσο και η απόφαση της ΕΔΥ πάσχουν λόγω υπέρμετρης καθυστέρησης στην οριστική διεκπεραίωση της υπόθεσης.
Κατά την άποψή μου, ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.
Το άρθρο 34(6) του Νόμου στο οποίο αναφέρεται ο Αιτητής, αφορά στο χρόνο ολοκλήρωσης του έργου της Συμβουλευτικής Επιτροπής, κατά την αρχική διαδικασία πλήρωσης των θέσεων και όχι κατά την επανεξέταση, για την οποία ο Νόμος σιωπά, με αποτέλεσμα να εφαρμόζεται η γενική αρχή ότι η διαδικασία θα έπρεπε να ολοκληρωθεί μέσα σε εύλογο χρόνο.
Με βάση τα πραγματικά περιστατικά η ακυρωτική απόφαση εκδόθηκε στις 31.05.05, η διαδικασία της επανεξέτασης άρχισε στις 8.06.2006 και η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε στις 11.09.2007. Κατά την άποψη μου η καθυστέρηση δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως υπέρμετρη, εάν ληφθούν υπόψη όλες οι περιστάσεις και ιδιαίτερα η αναγκαία περίοδος για επανεξέταση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα ζητήματα που τέθηκαν τόσο από τον Αιτητή όσο και από την ΕΔΥ και η ανάγκη για διαλεύκανσή τους, όπως η σειρά αρχαιότητας του Αιτητή καθώς και η ανάγκη λήψης νομικής γνωμάτευσης από το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, σε σχέση με το ζήτημα της σύνθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Ενόψει της επιτυχίας των λόγων ακύρωσης 2-5, οι οποίοι αφορούν στην παραβίαση του δεδικασμένου και ειδικά στην αιτιολογία της Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής με την οποία δεν συστήθηκε ως κατάλληλος για προαγωγή ο Αιτητής, η προσφυγή θα πρέπει να έχει επιτυχή κατάληξη, εφόσον η ΕΔΥ στηρίχθηκε στην πάσχουσα σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής που απέκλεισε τον Αιτητή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Ο Αιτητής δικαιούται στα πραγματικά του έξοδα.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ