ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1546/2007)

 

 

6 Ιουλίου, 2009

 

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

 

 

ΕΥΑ ΤΤΟΥΣΟΥΝΑ,

 

Αιτήτρια,

 

ν.

 

                             ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

                         1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

                         2. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ

                              ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,

 

Καθ' ων η αίτηση.

 

 

Χρ. Χριστάκη, για την Αιτήτρια.

 

Ε. Κλεόπα, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η Εύα Ττουσούνα (αιτήτρια)  προσβάλλει την απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής της 21/6/2007, που της κοινοποιήθηκε με σχετική επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών (καθ'ων η αίτηση), σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή της εναντίον της απορριπτικής απόφασης του Επαρχιακού Γραφείου του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Αμμοχώστου (Πολεοδομική Αρχή) σε αίτημα για ανέγερση κατοικίας στο Παραλίμνι.

 

 

 

 

 

(α) Τα γεγονότα και οι λόγοι της προσφυγής.

Η αιτήτρια είναι ιδιοκτήτρια του τεμαχίου αρ. 107 στο Παραλίμνι, το οποίο περιλαμβάνεται στη Ζώνη Ζ (Δασική γη). Το τεμάχιο βρίσκεται εκτός του ορίου ανάπτυξης του Δήμου Παραλιμνίου, εκτός ορίου υδατοπρομήθειας, εκτός του ορίου του Κυβερνητικού Υδατικού Έργου "Πρωταρά" Παραλιμνίου και σε περιοχή ειδικού φυσικού ενδιαφέροντος. Η προηγούμενη ιδιοκτήτρια του πιο πάνω τεμαχίου είχε υποβάλει στην Πολεοδομική Αρχή αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανέγερση κατοικίας, η οποία απορρίφθηκε με σχετική γνωστοποίηση ημερομηνίας 12/12/2005 γιατί,

 

(i)                 Το τεμάχιο δεν διέθετε ικανοποιητική προσπέλαση κατά παράβαση των προνοιών 1(γ) της Πολιτικής 3(Α) της Δήλωσης Πολιτικής και γιατί,

 

(ii)               Η προτεινόμενη ανάπτυξη σε περιοχή με αξιόλογο φυσικό περιβάλλον αναμενόταν να επηρεάσει δυσμενώς το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία του τοπίου, κατά παράβαση των προνοιών των παραγράφων 1(ε) και 1(στ) της Πολιτικής 3(Α) της Δήλωσης Πολιτικής και σε αντίθεση με τους στρατηγικούς στόχους για την ανάπτυξη στην Ύπαιθρο που καθορίζονται στις πρόνοιες των παραγράφων 1.8(γ) και 2.1(ζ) των Κεφ. 1 και 2, αντίστοιχα, της Δήλωσης Πολιτικής.

 

 

Στις 13/1/2006 υποβλήθηκε από την αιτήτρια και την προηγούμενη ιδιοκτήτρια ιεραρχική προσφυγή εναντίον της πιο πάνω απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής, υποστηρίζοντας ότι υπάρχει ικανοποιητική προσπέλαση προς το τεμάχιο 107, ότι είχαν εγκριθεί παρόμοιες αναπτύξεις σε γειτονικά τεμάχια και ότι το τεμάχιο δεν είχε αξιόλογη δασώδη βλάστηση ή άγρια μορφολογία, αφού χρησιμοποιείτο προηγουμένως για γεωργικούς σκοπούς.

 

Το Υπουργείο Εσωτερικών, αφού έλαβε τις σχετικές απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής και του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως (οι οποίοι σύστησαν την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής) καθώς και του Δήμου Παραλιμνίου (ο οποίος ευνοούσε την αίτηση), ετοίμασε σημείωμα για την Υπουργική Επιτροπή με εισήγηση για την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής. Η Υπουργική Επιτροπή συνεδρίασε στις 21/6/2007 και αποφάσισε να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή, κρίνοντας ότι "η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής να αρνηθεί τη χορήγηση της αιτούμενης πολεοδομικής άδειας για τους λόγους που αναφέρονταν στη σχετική γνωστοποίηση της 12/12/2005 είναι ορθή και σύμφωνη με την Πολεοδομική Νομοθεσία και τις σχετικές πρόνοιες της ισχύουσας κατά το χρόνο λήψης της πολεοδομικής απόφασης Δήλωσης Πολιτικής του Δήμου Παραλιμνίου".

 

Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης ισχυριζόμενη ότι,

 

(i)                 Έχει παραβιαστεί το δικαίωμα της ακρόασής της,

 

(ii)               Υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας και δεν διενεργήθηκε η δέουσα έρευνα και γιατί,

 

(iii)             Έτυχε άνισης μεταχείρισης κατά παράβαση των αρχών της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης.

 

 

(β) Το δικαίωμα ακρόασης της αιτήτριας.

Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι έπρεπε να της είχε δοθεί η ευκαιρία να ακουστεί για τα διάφορα θέματα που προέκυψαν με την ιεραρχική προσφυγή της και ότι θα έπρεπε η Υπουργική Επιτροπή να την καλέσει να αναπτύξει την επιχειρηματολογία της για να σχηματίσει άμεση αντίληψη του ζητήματος, δεν ευσταθεί. Η ιεραρχική προσφυγή εξετάζεται με βάση το άρθρο 31(2) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου αρ. 90/72 (όπως τροποποιήθηκε), από το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο όμως έχει εκχωρήσει τις εξουσίες του στην Υπουργική Επιτροπή με την Κ.Δ.Π. 196/93. Το γεγονός ότι η αιτήτρια δεν κλήθηκε σε προφορική ακρόαση από την Υπουργική Επιτροπή δεν συνιστά παραβίαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης, γιατί σύμφωνα με τον Κανονισμό 7(4) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών, Κ.Δ.Π. 55/90, η ακρόαση του ενδιαφερομένου επαφίεται στη διακριτική εξουσία του εξετάζοντος οργάνου. Η Υπουργική Επιτροπή εξετάζει την προσφυγή και κοινοποιεί την απόφασή της στον αιτητή. Πριν την έκδοση της απόφασης, η Επιτροπή, "αν το κρίνει σκόπιμο, ακούει ή δίδει την ευκαιρία στον ενδιαφερόμενο να υποστηρίξει τους λόγους στους οποίους βασίζεται η προσφυγή". Στην παρούσα υπόθεση η αιτήτρια υπέβαλε τις θέσεις της με την ιεραρχική προσφυγή της και η Υπουργική Επιτροπή δεν θεώρησε σκόπιμο να την καλέσει ενώπιον της. Το θέμα έχει ήδη κριθεί νομολογιακά. (Βλ. Χριστοδούλου κ.ά. ν. Επάρχου Λευκωσίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 810).

 

(γ) Έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

Έχει υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν προέβησαν σε έρευνα, διερεύνηση και διαπίστωση όλων των γεγονότων και περιστατικών που εγέρθηκαν με την ιεραρχική προσφυγή, δεν αιτιολόγησαν την απόρριψη των ισχυρισμών της αιτήτριας και ότι η Υπουργική Επιτροπή ενώ είχε την αποφασιστική αρμοδιότητα δεν διενήργησε δική της έρευνα αλλά απλά αποδέκτηκε τις εισηγήσεις του Επαρχιακού Λειτουργού του Τμήματος Πολεοδομίας, του Διευθυντή του Τμήματος και του Υπουργείου Εσωτερικών, επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά την απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής.

 

Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί φαίνεται ότι η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής βασίστηκε πάνω στο "Σημείωμα" που ετοιμάστηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών, ημερομηνίας 7/5/2007, με το οποίο τέθηκαν ενώπιον της όλα τα απαραίτητα στοιχεία καθώς και η γνώμη και εισηγήσεις της Πολεοδομικής Αρχής, του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, του Δήμου Παραλιμνίου και του Υπουργείου Εσωτερικών, όπως επίσης και τα επιχειρήματα της ιεραρχικής προσφυγής. Το γεγονός ότι η απόφαση συμπίπτει με τις εισηγήσεις των πολεοδομικών αρχών και του Υπουργείου Εσωτερικών δεν σημαίνει ότι η Υπουργική Επιτροπή έχει απεμπολήσει την αποφασιστική της εξουσία. Σύμφωνα με εφαρμοζόμενες νομολογιακές αρχές, η διενέργεια της έρευνας από το ίδιο το αποφασίζον όργανο δεν είναι επιβεβλημένη. Η Επιτροπή είχε κάθε δικαίωμα να απευθυνθεί σε οποιοδήποτε θεωρεί ως αρμόδιο φορέα ή τμήμα για τις απόψεις του, (βλ. Χρυσάνθου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 286/97 της 29/1/99 και Δημητριάδη κ.ά. ν. Υπουργικού Συμβουλίου κ.ά. (1996)                  3 Α.Α.Δ. 85, 109) και να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή αν έκρινε ότι η Πολεοδομική Αρχή εφάρμοσε σωστά και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της τις πρόνοιες της πολεοδομικής νομοθεσίας και της ισχύουσας Δήλωσης Πολιτικής του Δήμου Παραλιμνίου (βλ. Στρούθος ν. Δημοκρατίας (2001)               3 Α.Α.Δ. 72).

 

Ο ισχυρισμός επίσης ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Η αιτιολογία μιας διοικητικής απόφασης δεν είναι απαραίτητο να παρουσιάζεται μόνο στο σώμα της ίδιας της απόφασης, αλλά μπορεί να διαπιστώνεται και από τα στοιχεία του φακέλου (Κυριακίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, 304).

 

Στην παρούσα υπόθεση η αιτιολογία συμπληρώνεται επαρκώς από τα στοιχεία του φακέλου και αφορά τους δύο λόγους άρνησης που αναφέρονται στη γνωστοποίηση της Πολεοδομικής Αρχής, δηλαδή, (α) την απουσία ικανοποιητικής προσπέλασης και (β) το δυσμενή επηρεασμό του χαρακτήρα και της φυσιογνωμίας της περιοχής. Πιο συγκεκριμένα, στο σχετικό σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών παρέχεται με ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία η θεμελίωση των πιο πάνω λόγων απόρριψης της αίτησης της αιτήτριας, με παράλληλη αναφορά στην επιχειρηματολογία της ιεραρχικής προσφυγής και αντίκρουση των ισχυρισμών της. Τα πιο πάνω στοιχεία καθιστούν την επίδικη απόφαση δεόντως αιτιολογημένη.

 

(δ) Παραβίαση των αρχών της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης.

Έχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της ισότητας και είναι αντίθετη με τις αρχές της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, γιατί σε δύο άλλες παρόμοιες αιτήσεις η Υπουργική Επιτροπή εξουσιοδότησε την Πολεοδομική Αρχή να χορηγήσει τις πολεοδομικές άδειες με κατάλληλους όρους και με την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλιζόταν απόκλιση από τις σχετικές πρόνοιες της Εντολής 1/94 του Υπουργού Εσωτερικών.

 

Η πιο πάνω εισήγηση είναι ανεδαφική. Στην έκθεση της Πολεοδομικής Αρχής επεξηγείται ότι δεν έχει δοθεί οποιαδήποτε έγκριση για ανάπτυξη στην περιοχή, η οποία να μην ήταν απόλυτα σύμφωνη με τις πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής. Σημειώνεται δε ότι οι υφιστάμενες διεσπαρμένες κατοικίες είτε είχαν εξασφαλίσει άδεια οικοδομής πριν την πλήρη εφαρμογή του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, είτε πιθανόν σε ορισμένες περιπτώσεις να υφίσταντο χωρίς τις σχετικές άδειες, με την παρατήρηση όμως ότι το γεγονός αυτό δεν αποτελεί λόγο για παράβαση των βασικών αρχών που διέπουν την ανάπτυξη στην περιοχή με βάση τις πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής η οποία τέθηκε σε εφαρμογή το Μάιο του 2003 και στο Δήμο Παραλιμνίου ως ύστατη προσπάθεια καθορισμού ενός πολεοδομικού/ χωροταξικού πλαισίου για την ορθολογική ανάπτυξη της περιοχής και προστασίας της από προτάσεις ανάπτυξης όπως η εξεταζόμενη.

 

Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες νομολογιακές αρχές η λήψη παράνομων διοικητικών αποφάσεων δεν είναι επιτρεπτή έστω και κατ' επίκληση της καλής πίστης. Όπως έχει τονιστεί στην απόφαση Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191,

 

"Ούτε η καλή πίστη συναρτάται με τον υπερακοντισμό της νομιμότητας στη λειτουργία της Διοίκησης. Όπως διευκρινίζεται στην Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, η αρχή της καλής πίστης σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία. Δεν υπερφαλαγγίζει όμως την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, που είναι συνυφασμένη, όπως και κάθε κρατική λειτουργία, με την αρχή του κράτους δικαίου. Όπως υποδεικνύεται στην Παμπόρη ν. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 164/95, 15.12.1995, η αρχή της καλής πίστης, δεν μεταβάλλει τις αρχές δικαίου που διέπουν την άσκηση των εξουσιών που εναποτίθενται σε διοικητικό όργανο, ούτε προεξοφλεί την άσκηση της εξουσίας η οποία παρέχεται."

 

 

 

Στην παρούσα υπόθεση η σχετική νομοθεσία δεν επέτρεπε τη ζητούμενη ανάπτυξη και συνεπώς η Πολεοδομική Αρχή δεν είχε άλλη επιλογή από την απόρριψη της αίτησης.

 

 

 

 

 

 

 

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.700 έξοδα σε βάρος της αιτήτριας. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

 

 

 

 

                                                       Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

                                                               Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο