ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1105/2006)
23 Ιουλίου, 2009
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
SAYEDEHRAZIEH SAASATMAND BOKA,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
Μ. Μαστρανδρίκου για Ξ. Ξενόπουλο, για την Αιτήτρια.
Ο. Σοφοκλέους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι ιρανικής καταγωγής και αφίχθηκε νόμιμα στην Κύπρο στις 26/06/2002 οικογενειακώς μαζί με το σύζυγο και τα δυο της παιδιά. Υπέβαλε αίτηση ασύλου στις 02/07/2003 μαζί με έντυπο προσωπικών στοιχείων και στις 23/09/2003 διεξήχθη συνέντευξη της από αρμόδιο λειτουργό του κλάδου Ασύλου, ενώ στις 04/11/2003 διεξήχθη δεύτερη συμπληρωματική. Ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα της για μια καλύτερη ζωή, λόγω των κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε εκεί. Ανέφερε επίσης πως με πρόφαση το επάγγελμα της κομμωτικής που εξασκούσε από 16 χρονών, ταξίδεψε δυο φορές στο Dubai προκειμένου να τραγουδήσει αφού το επάγγελμα της τραγουδίστριας είναι απαγορευμένο για τις γυναίκες στο Ιράν. Συνελήφθη στο αεροδρόμιο κατά την επιστροφή της από ταξίδι στο Dubai και ανακρίθηκε από τις αρχές σχετικά με τους λόγους για τις συχνές της επισκέψεις εκεί και γι' αυτό το λόγο φοβάται ότι διώκεται. Ο άντρας της μετά από καταγγελία της κόρης τους στην Κύπρο, συνελήφθη και κατηγορήθηκε για σεξουαλική παρενόχληση, όμως οι καταγγελίες τελικά αποσύρθηκαν. Η Αρχή Προσφύγων υιοθετώντας την εισήγηση της αρμόδιου λειτουργού, απέρριψε το αίτημα. Στις 18/03/2004 καταχωρήθηκε διοικητική προσφυγή από την Κίνηση Στήριξης Αλλοδαπών (ΚΙΣΑ) μαζί με επιστολή της αιτήτριας καθώς επίσης και μια κασέτα με ηχογραφημένη τη φωνή της, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της. Η λειτουργός της Αναθεωρητικής Αρχής κάλεσε την αιτήτρια σε συνέντευξη στις 11/04/2006 στην οποία προσκόμισε φωτογραφίες. Την ίδια επίσης μέρα διεξήχθη συνέντευξη και στην κόρη της αιτήτριας από αρμόδιο λειτουργό της καθ'ης η αίτηση, ενώ στις 26/04/2006 ο σύζυγος της αιτήτριας υπεβλήθη σε προσωπική συνέντευξη στην οποία επισύναψε και επιστολή του νομικού του εκπροσώπου. Στις 04/05/2006 αρμόδιος λειτουργός της καθ'ης η αίτηση ετοίμασε εισηγητική έκθεση. Η Αναθεωρητική Αρχή απέρριψε τη διοικητική προσφυγή στις 05/05/2006 και η απόφαση μαζί με την απορριπτική επιστολή γνωστοποιήθηκαν στην αιτήτρια στις 11/05/2006.
Η αιτήτρια πρόβαλε ως πρώτο λόγο ακύρωσης της πιο πάνω απόφασης την αποστέρηση του δικαιώματος παρουσίας δικηγόρου τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, όσο και κατά την ακρόαση της διοικητικής της προσφυγής.
Σε σχέση με την ουσία του παραπόνου της η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι η απόφαση της Αρχής στηρίχθηκε σε γεγονότα και ενέργειες που δεν έπρεπε να ληφθούν υπόψη. Συγκεκριμένα η συνήγορος πρόβαλε επί του προκειμένου ότι υιοθετήθηκαν οι αυθαίρετες κρίσεις του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την αναξιοπιστία της αιτήτριας, χωρίς να διεξαχθεί από τους καθ'ων η αίτηση περαιτέρω έρευνα.
Η απόφαση, συνέχισε η αιτήτρια, λήφθηκε υπό καθεστώς πραγματικής και νομικής πλάνης και οι καθ'ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη ουσιώδεις ισχυρισμούς της αιτήτριας που ξεπρόβαλαν μέσα από τις συνεντεύξεις της. Απέδειξε, κατέληξε η συνήγορος, να θεμελιώσει βάσιμο λόγο δίωξης και βάσιμο φόβο για σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.
Τέλος η αιτήτρια εισηγήθηκε ότι η συγκεκριμένη απόφαση στερείται επαρκούς αιτιολογίας.
Η συνήγορος των καθ'ων η αίτηση πρόβαλε ότι κανένας περιορισμός δεν τέθηκε στην αιτήτρια και θα μπορούσε αν επιθυμούσε να συνοδεύεται από δικηγόρο.
Υπεραμύνθηκαν οι καθ'ων η αίτηση της ορθότητας της διαδικασίας που ακολουθήθηκε και ότι αυτή έγινε με πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων της αιτήτριας. Χαρακτήρισε δε η συνήγορος την έκθεση του αρμόδιου λειτουργού ως πολύ αναλυτική, εμπεριέχουσα τη δέουσα αιτιολογία.
Θα εξετάσω τους δύο πρώτους λόγους σωρευτικά, γιατί ουσιαστικώς άπτονται της διαδικασίας που ακολουθήθηκε από την Αρχή.
Κατ' αρχήν δεν συμφωνώ με την εισήγηση ότι στερήθηκε η αιτήτρια του δικαιώματος παράστασης δικηγόρου. Ο περί Προσφύγων Νόμος 6(Ι)/2000, δεν επιβάλλει οποιαδήποτε υποχρέωση στην Αρχή. Συνεπώς δεν τίθεται θέμα παράλειψης νόμιμης ενέργειας.
Το άρθρο 28Ζ προσδιορίζει ότι η διαδικασία ενώπιον της Αρχής μπορεί να είναι τόσο γραπτή όσο και ακροαματική. Η Αρχή εξετάζει κάθε διοικητική προσφυγή, ύστερα από διερεύνηση της υπόθεσης από αρμόδιο λειτουργό, ο οποίος υποβάλλει έκθεση. (Βλέπε Singh v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 393). Στην προκείμενη περίπτωση η Αρχή, αφού εξέτασε το διοικητικό φάκελο και την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, έκρινε ότι έπρεπε να προχωρήσει σε περαιτέρω εξέταση της αιτήτριας και πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις τόσο της αιτήτριας, όσο του συζύγου και της κόρης της.
Συνεπώς βρίσκω ότι είναι ατεκμηρίωτος ο ισχυρισμός ότι η απόφαση της Αρχής στηρίχτηκε σε κρίσεις του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου. Αντίθετα, όπως σαφώς αναφέρεται στην απόφαση της 05/05/2006, αυτή τούτη η αμφισβήτηση της ορθότητας της "πρώτης" απόφασης επέβαλε την εκ νέου διερεύνηση. Δεν διαπιστώνω να υπήρχε οποιαδήποτε παραβίαση των προνοιών του άρθρου 28Ζ, αφού η Αρχή διεξήγαγε τη διαδικασία μέσα στα προβλεπόμενα νομοθετικά πλαίσια.
Οι υπόλοιποι προβληθέντες λόγοι ακύρωσης της απόφασης της Αρχής άπτονται της ουσίας του αιτήματος για παροχή ασύλου.
Δεν έχει καταδειχθεί με οποιοδήποτε τρόπο ότι οι καθ'ων δεν είχαν προχωρήσει σε επαρκή έρευνα ούτε κρίνεται η απόφαση αναιτιολόγητη. Έχω μελετήσει τη σχετική απόφαση και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε ενώπιον μου.
Το πιο πάνω συμπέρασμα μου έχει ως έρεισμα τη νομολογία της Ολομέλειας και ειδικότερα τις αποφάσεις Zahmatkesh v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 376 και Samson v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 390, όπου τέθηκε η νομική αρχή ότι το παρόν Δικαστήριο δεν υποκαθιστά την κρίση της Αρχής ούτε επανεκτιμά τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της Αρχής.
Το κρίσιμο στοιχείο στην υπόθεση αυτή είναι η διαπίστωση αναξιοπιστίας στην οποία προέβηκε η Αρχή εξετάζοντας το αίτημα για αναθεώρηση της απόφασης παροχής ασύλου.
Η αδυναμία της αιτήτριας ν' ασχοληθεί με το τραγούδι αποτελούσε τον πυρήνα της ανησυχίας και του φόβου που ένοιωθε επιστρέφοντας στη χώρα της. Η Αρχή έδωσε επαρκείς λόγους που άπτονται των αντιφατικών δηλώσεων σε σχέση με το θέμα αυτό.
Με γνώμονα τα πιο πάνω βρίσκω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε ύστερα από ενδελεχή έρευνα με βάση τα πραγματικά στοιχεία που έθεσε η αιτήτρια ενώπιον των αρμόδιων οργάνων. Η απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη.
Πριν ολοκληρώσω την απόφαση μου θεωρώ σκόπιμο ν' ασχοληθώ με την προβληθείσα ένσταση σε σχέση με τη συμπερίληψη ως καθ'ου η αίτηση 1 του "Υπουργείου Εσωτερικών".
Είναι ορθή η θέση των καθ'ων η αίτηση ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε ενέργεια ή παράλειψη από το συγκεκριμένο διάδικο που μπορεί να θεωρηθεί ότι δυνατό να συμπεριληφθεί στην προσβαλλόμενη απόφαση. Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, που εγκαθιδρύθηκε με βάση τον περί Προσφύγων Νόμο 6(Ι)/2000, είναι μια ανεξάρτητη αρχή (άρθ. 2) μη υπαγόμενη στο Υπουργείο Εσωτερικών (άρθ. 28(3)). Συνακόλουθα θα προχωρούσα σε απόρριψη της προσφυγής εναντίον των καθ'ων η αίτηση 1, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της ουσίας της αίτησης.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.000,00 έξοδα υπέρ των καθ'ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΔΓ