ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 2060/2006)
16 Ιουνίου, 2009
[Κ. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΤΣΑΠΑΡΕΛΛΑ ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ,
2. ΤΟΥΡΣΙΔΟΥ ΝΑΤΑΛΙΑ,
3. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΙΛΙΑΔΑ,
4. ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΧΡΙΣΤΙΝΑ,
5. ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΜΑΡΙΑ,
6. ΧΡΙΣΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ,
7. ΣΑΜΟΥΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ,
Αιτήτριες,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Α. Ευσταθίου, για τις Αιτήτριες.
Ε. Λοϊζίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η
Αίτηση.
Α. Σοφοκλέους, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Ο διορισμός ως έκτακτης καθηγήτριας της Ρωσικής γλώσσας στη Μέση Γενική Εκπαίδευση του ενδιαφερόμενου μέρους Φιλίτσας Φιλίππου από την 1.9.2006, οδήγησε στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής από τις επτά συνολικά αιτήτριες οι οποίες προσβάλλουν την εγκυρότητα της σχετικής απόφασης της καθ΄ης η αίτηση Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (η Επιτροπή).
Το κύριο έρεισμα των αιτητριών για προώθηση της υπόθεσής τους έγκειται στην αμφισβήτηση των ακαδημαϊκών προσόντων του ενδιαφερόμενου μέρους. Συγκεκριμένα, το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Καθηγητή (Κλ. Α8-Α10-Α11) για εγγραφή στους πίνακες διοριστέων απαιτεί, μεταξύ άλλων, όπως κάθε αιτητής κατέχει: ".Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στην ειδικότητα που προορίζεται να διδάξει." Τόσο οι αιτήτριες όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος, κατόπιν αίτησής τους, είχαν περιληφθεί στον πίνακα διοριστέων καθηγητών Ρωσικής γλώσσας. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει τον τίτλο M.A. in Education - Translator, Interpreter and Teacher of German and Russian, τον οποίο τίτλο απέκτησε από το Moscow State Pedagogical Institute of Foreign Languages της Ρωσίας. Εξετάζοντας την αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους, η Επιτροπή κατά τη συνεδρίασή της ημερομηνίας 25.5.2004, την ενέκρινε και με βάση τον αριθμό κατάταξής της στον πίνακα διοριστέων καθηγητών Ρωσικής γλώσσας, διορίστηκε στη θέση καθηγήτριας σε έκτακτη βάση από 1.9.2006 - 23.2.2007, διορισμός ο οποίος έκτοτε ανανεωνόταν.
Προσβάλλουσες την πιο πάνω απόφαση για διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους αντί των ιδίων, οι αιτήτριες εγείρουν δύο νομικούς λόγους οι οποίοι, κατά την άποψή τους, συνηγορούν υπέρ της ακύρωσης της απόφασης:
α. Παράλειψη διενέργειας δέουσας έρευνας και ενδεχόμενη πλάνη ως προς τα απαιτούμενα προσόντα - Πάσχουσα αιτιολογία.
β. Παράλειψη τήρησης πρακτικού συνεδρίας.
Θα ασχοληθώ με τους δύο αυτούς λόγους με τη σειρά που τους έχω παραθέσει:
α. Μη δέουσα έρευνα. Ενδεχόμενο πλάνης ως προς απαιτούμενα προσόντα. Πάσχουσα αιτιολογία.
Σύμφωνα με τις αιτήτριες, το δίπλωμα το οποίο κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος είναι δίπλωμα μεταφραστή και διερμηνέα στη Γερμανική και Ρωσική γλώσσα και ως τέτοιο, ο κάτοχός του μπορεί να ασκεί το επάγγελμα του μεταφραστή και διερμηνέα. Ακόμα και η προσθήκη στο δίπλωμα αναφοράς σε "teacher of German and Russian" δεν διαφοροποιεί την κατάσταση αφού δεν προσδιορίζει σε ποιας βαθμίδας εκπαίδευσης σχολείο θα μπορούσε να διδάξει, ενώ ο τίτλος "teacher" αναφέρεται σαν τρίτος τίτλος (". translator, interpreter and teacher of German and Russian"). Από τα 29 μαθήματα τα οποία είχε παρακολουθήσει το ενδιαφερόμενο μέρος, τα δέκα αφορούν τη Γερμανική γλώσσα και δεν σχετίζονται με τη Ρωσική, ενώ δεν έχει διδαχθεί άλλα βασικά μαθήματα όπως λογοτεχνίας, ιστορίας, μοντέρνας Ρωσικής γλώσσας κλπ. Ακόμα και αν τα μαθήματα διδασκαλίας περιλάμβαναν 41% διδαχή της Ρωσικής γλώσσας, όπως διαπίστωσε η Eπιτροπή, αυτό δεν έπρεπε να θεωρηθεί ικανοποιητικό για αναγνώριση ικανότητας κάποιου να διδάσκει μια γλώσσα.
Επικαλούμενες αυτά τα στοιχεία, τα οποία σε λεπτομέρεια ανέπτυξαν στην αγόρευσή τους, οι αιτήτριες ισχυρίζονται ότι η Eπιτροπή θα έπρεπε να είχε ερευνήσει ενδελεχώς το θέμα, ή να το παραπέμψει στο Κ.Υ.Σ.Α.Τ.Σ, ενώ περιορίστηκε μόνο στο ότι το ποσοστό 41% που κάλυπταν τα μαθήματα Ρωσικής γλώσσας ήταν αρκετό. Λόγω αυτής δε της παράλειψης, η Επιτροπή παρέλειψε να προβεί στη δέουσα έρευνα, υπέπεσε σε πλάνη ως προς τα απαιτούμενα για διορισμό προσόντα και παρέλειψε να αιτιολογήσει με επάρκεια την απόφασή της.
Αντικρούοντας αυτές τις θέσεις, η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση, δίδει ιδιαίτερη έμφαση στο ότι η επίδικη θέση αφορά τη διδαχή της Ρωσικής γλώσσας και όχι Ρωσικής φιλολογίας και ρητά αναφέρεται στο πτυχίο του ενδιαφερόμενου μέρους ότι είναι προσοντούχο πρόσωπο για καθηγητής (teacher) της Γερμανικής και Ρωσικής. Όπως ορθά δε αναφέρεται στο έντυπο αξιολόγησης υποψηφίου που περιλαμβάνεται στο διοικητικό φάκελο του ενδιαφερόμενου μέρους, το ποσοστό 41% των μαθημάτων που παρακολούθησε αφορούσαν τη Ρωσική γλώσσα, ενώ ήσαν επιπλέον τα μαθήματα των Παιδαγωγικών, Ψυχολογίας, Ιστορίας κλπ.
Στη δική του αγόρευση, το ενδιαφερόμενο μέρος, αφού επισημαίνει ότι η ερμηνεία και εφαρμογή σχεδίου υπηρεσίας ανήκει στο διορίζον όργανο, εισηγείται ότι εδώ, η Επιτροπή διενήργησε η ίδια έρευνα σχετικά με το επίμαχο προσόν του ενδιαφερόμενου μέρους και αποδέχτηκε την αίτησή της για εγγραφή στον πίνακα διοριστέων. Παρέθεσε δε η Επιτροπή τα στοιχεία στα οποία στήριξε την κρίση της. Παραχώρησε δε μία μονάδα για τον τίτλο που κατείχε η αιτήτρια και το Δικαστήριο δεν μπορεί να παρέμβει ως προς το θέμα τούτο, υποκαθιστώντας την κρίση της Επιτροπής με τη δική του κρίση.
Ως προς το θέμα της διεξαγωγής δέουσας έρευνας, ορθά έγινε παραπομπή από τις αιτήτριες μεταξύ άλλων και στην απόφαση στην υπόθεση Κουκουνίδης ν. Ρ.Ι.Κ. (2004) 3 ΑΑΔ 510. Όπως εκεί είχε επιβεβαιωθεί, καθώς επίσης και σε παλαιότερες αποφάσεις (Γιαγκουλλής ν. Δημοκρατίας μέσω Ε.Δ.Υ. (1999) 3 ΑΑΔ 81 κ.ά.), θέματα τα οποία σχετίζονται με την ύπαρξη προσόντων, αξία πρόσθετων προσόντων κλπ., θα πρέπει να διερευνώνται και ν΄ αποφασίζονται από το αρμόδιο διοικητικό όργανο και μόνο η ασκηθείσα κρίση του οργάνου υπόκειται σε δικαστική αναθεώρηση, χωρίς να γίνεται από το Δικαστήριο πρωτογενής εξέταση του θέματος. Είναι δε επιτρεπτή η τυχόν συμπλήρωση της δοθείσας αιτιολογίας από το περιεχόμενο των τηρουμένων διοικητικών φακέλων, αν βέβαια προκύπτει απ΄ αυτό, τι ακριβώς είχε υπόψη του το αποφασίζον όργανο όταν λάμβανε την επίδικη απόφαση. (Χρυστάλλα Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 145).
Εγκύπτοντας στα γεγονότα που συνθέτουν το υπό εξέταση θέμα στην παρούσα προσφυγή, παρατηρώ τα εξής:
Κατά την ουσιώδη συνεδρίαση ημερομηνίας 25.5.2004, κατά την οποία είχε ληφθεί η επίδικη απόφαση, το πρακτικό που τηρήθηκε επισυνάφθηκε στη Γραπτή Αγόρευση της καθ΄ης η αίτηση σαν Τεκμήριο Χ4 και το περιεχόμενό του, που αφορά εδώ, έχει ως εξής:
"Δ. ΠΙΝΑΚΕΣ ΔΙΟΡΙΣΤΕΩΝ
.................. Φιλίτσα Φιλίππου-Μασώνου-42/Δ/33833,
.....................................
......................................
Υποβάλλουν αιτήσεις για εγγραφή στον πίνακα διοριστέων Καθηγητών Ρωσσικών.
ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ
Φιλίτσα Φιλίππου-Μασώνου: Κατέχει M.A. in Education - Translator, Interpreter and Teacher of German and Russian, που απέκτησε από το Moscow State Pedagogical Institute of Foreign Languages της Ρωσσίας.
ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ
Οι αιτήσεις τους γίνονται δεκτές.
Γραμματέας κ. Σοφοκλής Νεάρχου, Ανώτερος Διοικητικός Λειτουργός
ΠΡΟΕΔΡΟΣ"
Όπως αναφέρεται στα γεγονότα που παρατίθενται στην Ένσταση, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος στα πλαίσια των σπουδών της παρακολούθησε ικανοποιητικό αριθμό μαθημάτων Ρωσικής γλώσσας (41%). Επίσης αναφέρεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος επιπρόσθετα παρακολούθησε συναφή μαθήματα, όπως παιδαγωγικά, ψυχολογία, ιστορία, μεθοδολογία της διδασκαλίας και φιλοσοφία. Σε σχέση με τούτο, θα πρέπει να σημειωθεί πως κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται στο προαναφερθέν πρακτικό συνεδρίασης της 25.5.2004. Όπως εξάλλου διαπιστώνεται από τα συνημμένα στην Ένσταση έγγραφα και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου του ενδιαφερόμενου μέρους, αναφορά περί παρακολούθησης ικανού αριθμού μαθημάτων Ρωσικής γλώσσας γίνεται όχι στο πρακτικό συνεδρίασης της Επιτροπής, αλλά στο λεγόμενο "Έντυπο αξιολόγησης υποψηφίων για τον κατάλογο διοριστέων Ρωσικής γλώσσας", το οποίο έντυπο επισυνάπτεται στη Γραπτή Αγόρευση της καθ΄ης η αίτηση ως Τεκμήριο Χ2. Συγκεκριμένα, εκεί αναφέρονταν και τα εξής:
"Παρατηρήσεις:
41% Ρωσσική Γλώσσα/Λογοτεχνία και επιπλέον μαθήματα Παιδαγωγικά, Ψυχολογία, Ιστορία, μεθοδολογία της διδασκαλίας, Φιλοσοφία.
Εγκρίνεται: Ικανοποιητικός αριθμός μαθημάτων
Ρωσσικής Γλώσσας και συναφή μαθήματα.
Υπογραφή: ......... Ημερομηνία: 26/05/04
Απόφαση Επιτροπής: ΝΑΙ ΟΧΙ
Σκεπτικό:
................................................................................................................"
Όμως, το υπογεγραμμένο από το συντάκτη του εκείνο έντυπο φέρεται να καταρτίστηκε, όπως στο ίδιο αναγράφεται, κατά την 26.5.2004, δηλαδή την επομένη ημέρα της συνεδρίασης ημερομηνίας 25.5.2004, κατά την οποία λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση της συμπερίληψης του ονόματος του ενδιαφερόμενου μέρους στον κατάλογο διοριστέων. Σχολιάζοντας αυτή τη διάσταση, η συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση είχε αναφέρει στο στάδιο των διευκρινίσεων ότι, αν και πέραν της ημερομηνίας σύνταξης του εγγράφου, κάπου πιο πάνω στο κείμενο του εντύπου αναγράφεται και η ημερομηνία 12.5.2004, εν τούτοις το έγγραφο παρουσιάζεται πράγματι να συντάχθηκε μια μέρα μετά τη συνεδρίαση της Επιτροπής και αυτό φαίνεται να οφείλεται σε λάθος.
Βέβαια, το γεγονός παραμένει και κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν έχει παρουσιαστεί από το οποίο να καταδεικνύεται ότι η αναγραφείσα ημερομηνία ήταν εσφαλμένη, πέραν της πιθανολόγησης στην οποία προέβη η συνήγορος. Το περιεχόμενο δε του εγγράφου εκείνου, ακόμα και αν θεωρείτο ότι παρείχε επαρκή αιτιολογία, μια τέτοια αιτιολογία θα ήταν απαράδεκτη εφόσον συνιστά "αιτιολογία μεταγενέστερα" ληφθείσας απόφασης. Όπως εντοπίζεται και στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, στη σελίδα 189:
"Ως βασική αρχή τίθεται, ότι δεν θεραπεύει το αναιτιολόγητον πράξεως αιτιολογία προβαλλομένη μεταγενεστέρως της εκδόσεώς της, περιεχομένη δ΄ εν μεταγενεστέρω εγγράφω: 469 (56), σημειώματι ή υπομνήματι: 750-762(48), 1066(51), ή εν μεταγενεσέρα αυτοτελεί πράξει: 72 (31) και δη μετά την δι΄ αιτήσεως ακυρώσεως προσβολήν: 687 (41), 190 (58), [πρβ. Όμως 2030 (50)], μη προερχομένη μάλιστα εξ αυτού του αποφασίζοντος οργάνου:"
Επομένως, ένα τέτοιο έγγραφο, ή καλύτερα το περιεχόμενο ενός τέτοιου εγγράφου με τα στοιχεία τα οποία αυτό απεικονίζει, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι προσθέτει στην παντελή έλλειψη αιτιολογίας ως προς την έγκριση της αίτησης του ενδιαφερόμενου μέρους για εγγραφή στον κατάλογο διοριστέων, η οποία έγκριση παρουσιάζεται να είχε δοθεί πριν από την αξιολόγηση των ακαδημαϊκών προσόντων της.
Είναι βέβαια και το άλλο: Το πτυχίο το οποίο είχε παρουσιάσει το ενδιαφερόμενο μέρος στην καθ΄ης η αίτηση για εγγραφή δεν αναφερόταν αμιγώς σε διδαχή της Ρωσικής γλώσσας, αλλά η Ρωσική γλώσσα αναφερόταν ως δεύτερη γλώσσα μετά τη Γερμανική. Το ίδιο το πιστοποιητικό φοίτησης του ενδιαφερόμενου μέρους, αναφερόμενο στο πτυχίο το οποίο αυτή εξασφάλισε, ανέφερε ότι της παρείχε μεν τα προσόντα να διδάσκει τη Γερμανική και τη Ρωσική, αλλά ως τρίτο προσόν μετά την αναφορά σε προσόντα μεταφραστή και διερμηνέα. Αυτή δε η αναφορά δεν διευκρινίζει σε ποιο επίπεδο εκπαίδευσης της διδόταν η δυνατότητα να διδάσκει. Το γεγονός ότι ακόμα και κατά μέγιστο ποσοστό το ενδιαφερόμενο μέρος είχε διδαχθεί μαθήματα που σχετίζονταν με τη Ρωσική γλώσσα κατά 41%, αυτό θα ήταν αρκετό σχεδόν από μόνο του να οδηγήσει σε θετική αξιολόγηση και έγκριση της αίτησης;
Κατά την άποψή μου, και χωρίς βέβαια να επιχειρώ να υποκαταστήσω την κρίση την οποία άσκησε η καθ΄ης η αίτηση Επιτροπή, ενόψει όλων των πιο πάνω στοιχείων, η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε προβεί σε ενδελεχέστερη έρευνα ως προς την επάρκεια των κατεχομένων από το ενδιαφερόμενο μέρος προσόντων, είτε με δική της διερεύνηση, είτε με παραπομπή σε άλλο αρμόδιο όργανο, προτού εγκρίνει την τοποθέτησή της στον κατάλογο διοριστέων και προχωρήσει μετά στον επίδικο διορισμό της.
Εξάλλου η κατάληξη ότι το 41% των μαθημάτων είναι ικανοποιητικό ποσοστό για σκοπούς του συγκεκριμένου σχεδίου υπηρεσίας παρέμεινε χωρίς καμιά αιτιολογία ή τεκμηρίωση και με άγνωστο το σκεπτικό που οδήγησε στην κατάληξη εκείνη.
Επομένως, η πράξη του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ότι είχε βασιστεί στην κατάταξή της στον πίνακα διοριστέων η οποία λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και επαρκή αιτιολογία.
β. Παράλειψη ορθής τήρησης πρακτικού συνεδρίας.
Ο ορθός τρόπος τήρησης πρακτικού συνεδρίασης ενός συλλογικού οργάνου επεξηγείται από το άρθρο 24(1) του Νόμου 158(Ι)/1999, οι πρόνοιες του οποίου έχουν ως εξής:
"24.(1) Πρέπει να τηρούνται λεπτομερή πρακτικά των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων, στα οποία να διατυπώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις που λαμβάνονται. Η τήρηση των άρτιων πρακτικών είναι υποχρέωση κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία."
Σύμφωνα με τις αιτήτριες η απόφαση της Επιτροπής ημερομηνίας 25.5.2004, με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος περιλήφθηκε στον κατάλογο διοριστέων και οδήγησε στο διορισμό της, δεν αποδόθηκε με την απαιτούμενη επάρκεια σε οποιοδήποτε πρακτικό συνεδρίασης που τηρήθηκε. Έχω παραθέσει προηγουμένως το πλήρες κείμενο του σχετικού πρακτικού που είχε τηρηθεί κατά την 25.5.2004, στο βαθμό βέβαια που αφορούσε το ενδιαφερόμενο μέρος.
Αν και, είναι γεγονός ότι ένα τέτοιο πρακτικό δεν είχε επισυναφθεί στην Ένσταση, εν τούτοις είναι επίσης γεγονός ότι το πρακτικό είχε τηρηθεί, βρισκόταν στο διοικητικό φάκελο και τελικά επισυνάφθηκε και στη Γραπτή Αγόρευση της συνηγόρου της καθ΄ης η αίτηση Επιτροπής. Ανεξάρτητα δε από την ελλιπή αιτιολογία της απόφασης η οποία καταγράφεται στο πρακτικό, τα άλλα απαραίτητα στοιχεία, όπως τα μέλη της Επιτροπής που ήσαν παρόντα, ημερομηνία, ώρα και ληφθείσα απόφαση, είναι καταγεγραμμένα με σαφήνεια.
Επομένως, αυτός ο λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.
Λόγω όμως του ότι έχει κριθεί ότι ευσταθεί ο πρώτος λόγος ακύρωσης περί μη επαρκούς διερεύνησης και αιτιολογίας, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Επιδικάζονται υπέρ των αιτητριών και εναντίον της καθ΄ης η αίτηση €1.500 έξοδα.
Κ. Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ