ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 419/2008)
30 Απριλίου, 2009
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 8, 9, 10, 11, 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
RANGA PRIYAL SAMARASINGHE URAGODAGE,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
(1) ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/Ή
(2) ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
΄Ελενα Ερωτοκρίτου (κα), για τον Αιτητή.
Γιάννα Χατζηχάννα - Ευαγόρου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 30/1/2008, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του όπως αποκτήσει το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος στη Δημοκρατία, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/109/ΕΚ, (η «Ευρωπαϊκή Οδηγία»), είναι άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα, όπως άκυρη είναι και η απόφασή τους να τον θεωρούν ότι βρίσκεται παράνομα στην Κύπρο.
Ο αιτητής, ο οποίος κατάγεται από τη Σρι Λάνκα, ήλθε στην Κύπρο για πρώτη φορά στις 8/9/1999, για να εργαστεί ως εργάτης στην εταιρεία Βάσος Λεπτός Λτδ. Εξασφάλισε άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι 9/6/2000 και, στη συνέχεια, κατόπιν διαδοχικών παρατάσεων, μέχρι 8/9/2005. Στις 19/9/2005, ζήτησε, μέσω του τότε δικηγόρου του, νέα παράταση της άδειας παραμονής του, αίτημα, όμως, το οποίο απορρίφθηκε στις 25/1/2006, για το λόγο ότι αυτός συμπλήρωσε τέσσερα χρόνια παραμονής στη Δημοκρατία, που είναι η ανώτατη περίοδος παραμονής για υπηκόους τρίτων χωρών, σύμφωνα με απόφαση της αρμόδιας Υπουργικής Επιτροπής. Ο αιτητής όσο και ο συνήγορός του ειδοποιήθηκαν σχετικά και ο ίδιος κλήθηκε να αναχωρήσει αμέσως από τη Δημοκρατία. Δε συμμορφώθηκε, με αποτέλεσμα, στις 24/3/2006, τα στοιχεία του να καταχωρηθούν στον Κατάλογο των Αναζητουμένων Προσώπων.
Στις 28/3/2007, ο αιτητής, μέσω των συνηγόρων του στην παρούσα προσφυγή, ζήτησε όπως του αναγνωριστεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία και, στις 11/6/2007, υπέβαλε αίτηση για να του παραχωρηθεί άδεια παραμονής και εργασίας ως οικιακός βοηθός σε συγκεκριμένο εργοδότη. Τα αιτήματά του απορρίφθηκαν με επιστολή προς τον ίδιο, ημερομηνίας 30/8/2007, το περιεχόμενο της οποίας έχει ως εξής:-
"I am directed to refer to your letter dated 28/3/2007 requesting the long term residence permit and to your application dated 11/6/2007 requesting a temporary residence permit as a houseboy and to inform you that they are rejected because you are illegally staying in the Republic since the expiry date of your temporary residence permit 8/9/2005.
Please note that our Department has informed you in written on 26/01/2006 that your request for renewal of your temporary residence/ employment permit cannot be further examined because you have completed the 4 years of employment in the Republic.
Therefore you are hereby requested to depart from the Republic at once otherwise measures will be taken for your departure."
Ακολούθως, στις 30/1/2008, απέστειλαν νέα επιστολή τόσο στον ίδιο τον αιτητή όσο και στους συνηγόρους του, επαναλαμβάνοντας, ουσιαστικά, το περιεχόμενο της επιστολής τους ημερομηνίας 30/8/2007.
Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 30/1/2008. Αυτή, σύμφωνα με τους συνηγόρους του, παραβιάζει την Ευρωπαϊκή Οδηγία, την οποία οι καθ' ων η αίτηση είχαν υποχρέωση να εφαρμόσουν από 1/5/2004, ημερομηνία προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση. Ισχυρίζονται ότι οι καθ' ων η αίτηση, παρά το γεγονός ότι ο αιτητής στις 8/9/2005 είχε συμπληρώσει στη Δημοκρατία τη συνεχή νόμιμη διαμονή διάρκειας πέντε χρόνων, απέρριψαν το αίτημά του για παραχώρηση σ' αυτόν του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος, όπως απέρριψαν και το αίτημά του για ανανέωση της άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας του, ημερομηνίας 11/6/2007, κατά παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης. Οι καθ' ων η αίτηση, εισηγήθηκαν, κάθε άλλο παρά, κατά την άσκηση της διακριτικής τους εξουσίας, ενήργησαν κατά τρόπο που να διασφαλιζόταν για τον αιτητή η εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Οδηγίας, η οποία θα ετίθετο σε ισχύ εντός σύντομου χρόνου. Η καθυστέρηση ενσωμάτωσής της στην Κυπριακή Νομοθεσία δεν μπορεί να χρησιμοποιείται από μέρους των καθ' ων η αίτηση για να παραβλάπτονται τα δικαιώματα που αντλεί από αυτή ο αιτητής. ΄Οταν αυτός ήλθε για πρώτη φορά στη Δημοκρατία, δεν υπήρχε οποιοσδήποτε περιορισμός, ο οποίος, εν πάση περιπτώσει, τέθηκε με σκοπό να μην εφαρμοστεί η Ευρωπαϊκή Οδηγία.
Οι καθ' ων η αίτηση, με τη γραπτή τους αγόρευση, υποστήριξαν τη νομιμότητα της απόφασης και εισηγήθηκαν ότι το αίτημα απορρίφθηκε, αφού ο αιτητής δεν ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Οδηγίας. Η άδεια παραμονής του, υπέβαλε η συνήγορος, έληξε πριν από τις 23/1/2006, ημερομηνία μέχρι την οποία η Κυπριακή Δημοκρατία είχε υποχρέωση να ενσωματώσει την Ευρωπαϊκή Οδηγία στην εσωτερική έννομη τάξη της. Με αναφορά σε νομολογία[1], υποστήριξε ότι, πριν από την πιο πάνω προθεσμία, η Ευρωπαϊκή Οδηγία δεν παρείχε απ' ευθείας δικαιώματα σε άτομα. Απευθυνόταν μόνο στα κράτη μέλη, για να εναρμονίσουν τη νομοθεσία τους.
Επειδή, κατά την ετοιμασία της απόφασης, διαπίστωσα μέσα από τα γεγονότα ότι τα αιτήματα, για τα οποία παραπονείται ο αιτητής ότι παράνομα απορρίφθηκαν, είχαν και προηγουμένως απορριφθεί και ότι, ενδεχόμενα, η προσβαλλόμενη απόφαση να μην είναι εκτελεστή, επανάνοιξα την υπόθεση και άκουσα τους συνηγόρους. Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή αλλά βεβαιωτική, σε αντίθεση με την κ. Ερωτοκρίτου για τον αιτητή, η οποία υπέβαλε ότι αυτός δεν παρέλαβε τις προηγούμενες επιστολές, στις οποίες η προσβαλλόμενη απόφαση παραπέμπει.
Το πρώτο ζήτημα που προκύπτει για εξέταση, ενόψει των γεγονότων της υπόθεσης, είναι κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εκτελεστή.
Στη Shakeel Ahmed Mohammed ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 879/06, 11/5/07, όπου είχα την ευκαιρία να εξετάσω τις αρχές σε σχέση με αυτό το ζήτημα, αναφέρονται τα εξής:-
«Η νομολογία, σε σχέση με την εκτελεστότητα διοικητικών πράξεων, είναι πλούσια και οι αρχές διατυπωμένες με σαφήνεια. Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 236-237, αναφέρεται ότι:-
'Εις προσβολήν δι' αιτήσεως ακυρώσεως δεν υπόκειται οιαδήποτε πράξις απορρέουσα εκ διοικητικού οργάνου, δρώντος ως τοιούτου, αλλά μόνον αι εκτελεσταί πράξεις. ... Το κύριον στοιχείον της εννοίας της εκτελεστής πράξεως είναι η άμεσος παραγωγή εννόμου αποτελέσματος, συνισταμένου εις την δημιουργίαν, τροποποίησιν ή κατάλυσιν νομικής καταστάσεως, ...'
Στη Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, απόφαση Πική, Δ., (όπως ήταν τότε και μετέπειτα Προέδρου Ανωτάτου Δικαστηρίου), το θέμα τέθηκε ως εξής:- (σελ. 31)
'Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους. Πράξη εκτέλεσης είναι εκείνη που έχει ως λόγο την εφαρμογή εκτελεστής πράξης. Διοικητικά μέτρα για την εφαρμογή εκτελεστής πράξης συνιστούν πράξη εκτέλεσης που όπως υποδηλώνει ο όρος η πράξη δεν είναι αφ' αυτής γενεσιουργός δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αλλά μοχλός για την υλοποίηση της γενέτειρας πράξης ή απόφασης. (Βλ. ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ, 1929-1959, σελ. 240, Τσάτσος - Η ΑΙΤΗΣΙΣ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ, σελ. 127 κ.επ., και Στασινόπουλος - ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ, σελ. 125).'
Σε σχέση με τις βεβαιωτικές πράξεις, στην υπόθεση Ζίττης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394, αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 401-403)
'Αποτελεί πάγια θέση της νομολογίας μας ότι οι βεβαιωτικές πράξεις δεν είναι πράξεις εκτελεστές διότι δεν περιέχουν οποιαδήποτε επιταγή αλλά βεβαιούται απλώς η εμμονή της 'διοικήσεως εις προγενεστέραν επιταγήν'. Για να είναι νεώτερη πράξη βεβαιωτική προγενεστέρας απαιτείται:
(α) Ταυτότητα της Αρχής που έχει εκδώσει και τις δύο πράξεις.
(β) Ταυτότητα του προσώπου ή των προσώπων στα οποία αφορούν οι πράξεις.
(γ) Ταυτότητα της νομίμου διαδικασίας.
(δ) Ταυτότητα της πραγματικής αιτιολογίας και των δύο πράξεων.
(ε) Ταυτότητα του διατακτικού.
(Βλ. Τσάτσου, 'Αίτησις Ακυρώσεως', ΄Εκδοση Τρίτη, σελ. 131-132 - Βλ. και Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054, 1062, 1063 - απόφαση της Ολομέλειας).
........................................................................................................
Πράξη η οποία περιέχει επιβεβαίωση προηγούμενης δεν είναι εκτελεστή, εκτός αν λήφθηκε ύστερα από νέα έρευνα και λήφθηκαν υπόψη νέα στοιχεία που, έστω και αν προϋπήρχαν, ήταν άγνωστα ή/και δεν λήφθηκαν υπόψη ενωρίτερα (Βλ. Σιακαλλής ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 519, 523, Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 474.)
Το τι αποτελεί νέα έρευνα το πραγματεύεται ο Μιχ. Δ. Στασινόπουλος ως πιο κάτω στο σύγγραμμα του 'Δίκαιον των Διοικητικών Διαφορών', ΄Εκδοση Τέταρτη, σελ. 176:
'Πότε υπάρχει νέα έρευνα - Πότε υπάρχει νέα έρευνα, είναι ζήτημα πραγματικόν. Θεωρείται όμως γενικώς νέα έρευνα η λήψις υπ' όψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων, κρίνεται δε αυστηρώς το χρησιμοποιηθέν νέον υλικόν, διότι δεν πρέπει ο απολέσας την προθεσμίαν διά την προσβολήν μιας εκτελεστής πράξεως, να δύναται να καταστρατηγή την προθεσμίαν ταύτην διά της δημιουργίας νέας πράξεως, η οποία εξεδόθη κατ' επίφασιν μεν κατόπιν νέας ερεύνης, κατ' ουσίαν όμως επί τη βάσει των αυτών στοιχείων. ...'
(Βλ. και Varnava v. Republic (1968) 3 C.L.R. 566)'»
Στην παρούσα υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα αιτήματα που υπέβαλε ο αιτητής απορρίφθηκαν και ειδοποιήθηκε σχετικά ο ίδιος με την επιστολή ημερομηνίας 30/8/2007, καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή. Ο γενικός και εν πολλοίς αόριστος ισχυρισμός της συνηγόρου του ότι αυτός δεν παρέλαβε τις επιστολές δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη. Τα γεγονότα, όπως αυτά έχουν εκτεθεί με την ένσταση των καθ' ων η αίτηση, δεν αμφισβητήθηκαν, ούτε δόθηκε από πλευράς του αιτητή οποιαδήποτε μαρτυρία ή άλλο στοιχείο ότι δεν παρέλαβε τις επιστολές. Με την επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30/1/2008, απλά επιβεβαιώνεται η απόφασή τους να απορρίψουν το αίτημά του για παράταση της άδειας παραμονής του - (επιστολές με ημερομηνίες 25/1/2006 προς τον τότε συνήγορό του και 26/1/2006 προς τον ίδιο) - και το αίτημά του για παραχώρηση σ' αυτόν του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος - (επιστολή ημερομηνίας 30/8/2007). Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι τίποτε άλλο παρά βεβαιωτική των προηγούμενων αποφάσεων, όπως προκύπτει από το ίδιο το κείμενό της.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.000,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ
[1] Joudine κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 500