ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 4 ΑΑΔ 221

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                   

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

       

                                      &nb sp;                          Υπóθεση  Αρ. 2263/2006

 

 

28 Απριλίου, 2009

 

 [Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ

 

                                    Αιτητής

- και -

 

1.     ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

2.     ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

                                    Καθών  η αίτηση

.............................

Α. Ζαχαρίου,  για τον αιτητή

Μ. Κυπριανού-Τρυφωνοπούλου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθών η αίτηση

Καμιά εμφάνιση, για το ενδιαφερόμενο μέρος 1 Ανδρέα Ματθαίου, Χρ. Αδάμου, για το ενδιαφερόμενο μέρος 2 Σάββα Κωνσταντίνου

Α. Σ. Αγγελίδης, για το ενδιαφερόμενο μέρος 3 Χρίστο Χριστοφόρου

 

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:   Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία, που παραθέτω αυτούσια:

 «(α)Δήλωση ή/και απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4140 την 27/10/06 (Παράρτημα Α) με την οποία ο Ανδρέας Ματθαίου, Σάββας Κωνσταντίνου και Χρίστος Χριστοφόρου προσλήφθηκαν ως Δικαστικοί Επιδότες αντί του αιτητή είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε νομίμου αποτελέσματος.»

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αρχιπρωτοκολλητής, Ανώτατο Δικαστήριο, Δικαστική Υπηρεσία, με επιστολή του με αρ. φακ. Α.Δ.15.21.02 και ημερομηνία 18.1.05 πληροφόρησε την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ότι στη Δικαστική Υπηρεσία υπάρχουν τρεις μόνιμες θέσεις Δικαστικού Επιδότη, που αναμένεται να κενωθούν εντός του 2006.

 

Επειδή σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας η θέση Δικαστικού Επιδότη, Δικαστική Υπηρεσία, είναι θέση Πρώτου Διορισμού, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, στη συνεδρία της με ημερομηνία 9.2.05, αποφάσισε να δημοσιευτούν οι πιο πάνω θέσεις στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και να δοθεί προθεσμία τριών εβδομάδων για την υποβολή αιτήσεων.  Έτσι οι θέσεις δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 25.2.05 και αριθμό γνωστοποίησης 1162.

 

Σε ανταπόκριση της πιο πάνω γνωστοποίησης υποβλήθηκαν 321 αιτήσεις. Ο Γραμματέας της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 33(3) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων, με επιστολή του με αρ. φακ.15.21.001.03.01.10/05 και ημερομηνία 15.6.05, έστειλε στον Αρχιπρωτοκολλητή, ως Πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, τις 321 αιτήσεις καθώς και αντίγραφα της σχετικής γνωστοποίησης και του Σχεδίου Υπηρεσίας της επίδικης θέσης.

 

Ο Αρχιπρωτοκολλητής, με επιστολή του με αρ. φακ. Α.Δ.15.21.01.5 και ημερομηνία 3.5.06 υπέβαλε στη Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής μαζί με τον προκαταρκτικό κατάλογο στον οποίο περιλαμβανόταν τόσο ο αιτητής όσο και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.

 

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, στη συνεδρία της με ημερομηνία 6.6.06 (Θέμα Β.(7)(2) των πρακτικών), εξέτασε τον προκαταρκτικό κατάλογο με βάση τα αποτελέσματα της γραπτής και της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και Φακέλων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων και προέβη στον καταρτισμό του τελικού καταλόγου που ήταν ο ίδιος με τον προκαταρκτικό, και αποφάσισε να καλέσει τους υποψήφιους σε προφορική εξέταση ενώπιον της, στην οποία να παραστεί και ο Αρχιπρωτοκολλητής.

 

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, στη συνεδρία της στις 15.9.06 δέχθηκε σε ομαδική προφορική εξέταση τους υποψήφιους. Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Αρχιπρωτοκολλητής εξέφρασε τις απόψεις του αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων σ'αυτή, και ακολούθως, μετά την αποχώρηση του Αρχιπρωτοκολλητή, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση τους υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Αρχιπρωτοκολλητή.

 

Στη συνέχεια η Επιτροπή ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.  Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού έλαβε υπόψη τα αποτελέσματα της γραπτής και της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων που διεξήχθησαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους και αποφάσισε να προσφέρει σ'αυτούς διορισμό στη μόνιμη θέση Δικαστικού Επιδότη, Δικαστική Υπηρεσία, από 16.10.2006 τους ακόλουθους:

1.          ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Σάββα

2.    ΜΑΤΘΑΙΟΥ Ανδρέα

3.          ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ Χριστάκη

 

Οι πιο πάνω διορισμοί δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 27.10.2006 και αρ. γνωστοποίησης 6655, με αποτέλεσμα την παρούσα προσφυγή.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση με τη γραπτή της αγόρευση εγείρει υπό τύπο προδικαστικής ένστασης, τον ισχυρισμό ότι ο συνήγορος του αιτητή προβάλλει ισχυρισμούς οι οποίοι βασίζονται σε αόριστα και γενικά σημεία τα οποία δεν εξειδικεύονται στην αίτηση (προσφυγή) και για αυτό το λόγο η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.    Διαζευκτικά υποστηρίζει τη νομιμότητα της απόφασης. Την ίδια ένσταση υιοθετεί και ο συνήγορος του ενδιαφερομένου μέρους αρ. 3.

 

Επί της ουσίας της υπόθεσης, ενώ στην ίδια την προσφυγή διατυπώνονται κάπου 21 λόγοι ακυρώσεως, με τη γραπτή της αγόρευση η πλευρά του αιτητή προωθεί ως λόγους ακυρώσεως τους ισχυρισμούς ότι (α) η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη, (β) ότι δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στην προφορική συνέντευξη και (γ) ότι ο αιτητής υπερτερούσε του ενδιαφερόμενου μέρους Χρίστου Χριστοφόρου.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Αρχίζω από τον ισχυρισμό των καθων η αίτηση  ότι οι νομικοί λόγοι της αίτησης είναι γενικοί και αόριστοι και αντίθετοι με τις πρόνοιες του Καν. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962.

 

Στην υπόθεση Βαρνάβας Νικολάου & Υιοί Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 (Γ) Α.Α.Δ. 1627 (απόφαση Πική, Π) αποφασίστηκε ότι με την αγόρευση του ο αιτητής δεν μπορεί να επεκτείνεται σε γεγονότα άλλα από αυτά που διατυπώνονται στην αίτηση, εκτός βέβαια αν είναι λόγοι δημόσιας τάξης  που μπορούν να εγερθούν και αυτεπάγγελτα από το ίδιο το δικαστήριο.  Η αρχή αυτή διατυπώθηκε και σε αποφάσεις της Ολομέλειας.  (βλ. μεταξύ άλλων Κυπριακή Δημοκρατία ν. C. Κassinos Construction Ltd. (1990) 3 (E) A.A.Δ. 3835, Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 (Β) Α.Α.Δ. 672, Φλωρεντία Πετρίδου ν. Ε.Δ.Υ. Α.Ε. 3315 ημερ. 10/1/05 και Ιάσων Γιασουμής  ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 3399, ημερ. 14/2/05)Παραπέμπω επίσης και στο σύγγραμμα «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου» Τόμος ΙΙ του Επαμ. Σπηλιωτόπουλου, 6η έκδοση, σελ. 480.

 

Σχετικός με το θέμα αυτό είναι ο Καν. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 αναφορικά με τον οποίο στην προαναφερθείσα υπόθεση Latomia Estate Ltd. κα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, σελ. 685-686 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.  Όπως αναφέρεται ρητά στο σχετικό Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου,

 

«7.  Έκαστος διάδικος δέον διά των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως.  Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμόν τούτον.»

 

Στην παρούσα περίπτωση η απλή επίκληση της παραβίασης ενός συνταγματικού άρθρου, συγκεκριμένων νόμων και γενικών διοικητικών αρχών χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή.  Οι εφεσείοντες απέτυχαν να συνοδεύσουν τους ισχυρισμούς με εκείνα τα στοιχεία και γεγονότα τα οποία θα εφοδίαζαν το Δικαστήριο με το απαραίτητο υλικό που θα επέτρεπε την εξέταση της νομιμότητας της διοικητικής απόφασης.  (Ίδε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598).»

 

Στη δική μας περίπτωση η πλευρά του αιτητή απλώς παρέθεσε στην προσφυγή ένα μεγάλο αριθμό λόγων ακυρώσεως χωρίς όμως να αιτιολογεί οποιονδήποτε από αυτούς.  Προσπάθησαν να πράξουν τούτο με την γραπτή τους αγόρευση, επικεντρωνόμενοι σε ισχυρισμό για έλλειψη αιτιολογίας ο οποίος όμως, μόνο ακροθιγώς αναφέρεται στο λόγο 6 όπου γίνεται αναφορά σε «αναιτιολόγητο παραγκωνισμό του».

 

Με βάση τα πιο πάνω τα όσα προωθεί ο αιτητής με τη γραπτή του  αγόρευση περί έλλειψης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης δεν μπορούν να εξεταστούν.

 

Το ερώτημα που απομένει είναι αν ο ισχυρισμός περί έκδηλης υπεροχής του αιτητή είναι δεόντως διατυπωμενος στην προσφυγή, ούτως ώστε να μπορεί να εξετασθεί.  Σχετικός είναι ο λόγος 4 που έχει ως εξής:

 

«4)  Οι καθ' ων η αίτηση έλαβαν την προσβαλλόμενη απόφαση ή/και προέβηκαν σε ενέργειες ενδιάμεσες ή/και προπαρασκευαστικές αυτής παραγνωρίζοντας την έκδηλη υπεροχή του αιτητή έναντι των ενδιαφερομένων προσώπων σε αξία, προσόντα, πείρα, ικανότητες, αρχαιότητα και καταλληλότητα για την επίδικη θέση.»

 

 

Με το νομικό λόγο 18 διατυπώνονται τα ακόλουθα:

 

 

«18)  Οι καθ' ων η αίτηση έλαβαν την προσβαλλόμενη απόφαση ή/και προέβηκαν σε ενέργειες ενδιάμεσες ή/και προπαρασκευαστικές αυτής παραγνωρίζοντας την αποδεδειγμένη έκδηλη υπεροχή του αιτητή έναντι των ενδιαφερομένων προσώπων σε αξία, προσόντα, αρχαιότητα, πείρα, ικανότητες και καταλληλότητα για την άσκηση των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων της επίδικης θέσεις, όπως αυτά καθορίζονται από την ισχύουσα περί δημοσίας υπηρεσίας νομοθεσία και από το οικείο σχέδιο υπηρεσίας.»

 

Παρόλο που και η πιο πάνω διατύπωση των νομικών λόγων δε συνάδει πλήρως με την απαίτηση του Καν. 7, έχω καταλήξει, έστω και με κάποιο δισταγμό, να προχωρήσω και εξετάσω το λόγο ότι ο αιτητής έχει έκδηλη υπεροχή έναντι του ε.μ. Χρίστου Χριστοφόρου, έναντι του οποίου τελικά περιόρισε τον ισχυρισμό αυτό.  Αναφορικά με τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη θεωρώ ότι εγκαταλείφθηκε ο ισχυρισμός.  Εν πάση περιπτώσει σίγουρα υπερτερούν αυτά του αιτητή, έστω και ελάχιστα.  Τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν χρειάζεται να αποδείξουν έκδηλη υπεροχή.  Ο αιτητής όμως έχει το βάρος να αποδείξει έκδηλη υπεροχή και παρά το γεγονός ότι με τα όσα αναφέρει στη γραπτή αγόρευση του υπερέχει κάπως του ε.μ. Χρίστου Χριστοφόρου εφόσον ο αιτητής συγκέντρωσε γενική βαθμολογία 82.20 ενώ το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος 79.40, η μικρή αυτή διαφορά δεν του δίνει έκδηλη υπεροχή  με την έννοια που αναφέρει η νομολογία. (Βλ. μεταξύ άλλων Μαρία Ν. Θεοδώρου κα ν. Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθέσεις 788/03 και 904/03 ημερ. 12/11/04 (Καλλής, Δ) με αναφορά και σε προηγούμενη νομολογία).

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήγω ότι ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει την υπόθεση του και ότι η απόφαση της Ε.Δ.Υ. ήταν εύλογα επιτρεπτή.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα (πλέον ΦΠΑ) εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθών η αίτηση.  Μεταξύ αιτητή και ενδιαφερομένων μερών καμιά διαταγή για τα έξοδα.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

 

/Κας

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο