ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
&nb sp; Υπóθεση αρ. 1260/2007
26 Mαρτίου, 2009
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23 ΚΑΙ 146 TOY ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΜΑΡΙΑ ΠΑΦΙΤΗ ΛΤΔ
2. TRADEFORD LTD
3. ΚΡΕΟΠΩΛΕΙΟ ΠΑΜΠΟΣ ΛΑΜΠΙΔΗΣ ΛΤΔ.
4. ΑΡΤΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΗΛΙΟΣ ΛΤΔ.
5. ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ Κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΛΤΔ.
6. CHRIS SPIRITS LTD.
Αιτητές
- και -
1. ΔΗΜΟΥ ΠΟΛΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΥΣ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθών η αίτηση
........
Κ. Κακουλλή (κα) με Γ. Σεραφείμ, για τους αιτητές
Α. Νεοκλέους με Χρ. Μελίδη, για τον καθού η αίτηση 1
Αρ. Ζερβού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον καθού η αίτηση 2
Χρ. Χριστοφίδης για ενδιαφερόμενο μέρος CAC Papantoniou Ltd.
...........
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν την πιο κάτω θεραπεία που παραθέτω αυτούσια:
«1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Καθ' ού η Αίτηση 1 που λήφθηκε κατά/ή περί τις 19/7/07 να εγκρίνει την «αίτηση άδειας οικοδομής» του Ενδιαφερόμενου Μέρους C.A.C. Papantoniou Ltd. για αλλαγή χρήσης εκθεσιακών χώρων σε Υπεραγορά με βάση πολεοδομική αίτηση ΠΑΦ/1635/2001, είναι άκυρη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.
2. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Καθ' ου η αίτηση ημερομηνίας 24.5.07 με την οποία δέχτηκε την ιεραρχική προσφυγή του Ενδιαφερόμενου Μέρους ημερομηνίας 2.8.06 κατά της απόφασης του Καθ' ου η Αίτηση 1 ημερομηνίας 5.7.06, να μην εξετάσει την αίτηση ΠΑΦ/1635/2001 και αποφάσισε ότι ο Καθ' ου η Αίτηση όφειλε να εξετάσει την αίτηση ΠΑΦ/1635/2001 ως αίτηση για έκδοση άδειας οικοδομής, είναι άκυρη και στερημένη έννομου αποτελέσματος.»
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Οι αιτητές έχουν επιχειρηματική δραστηριότητα στην Πόλη της Χρυσοχούς. Συγκεκριμένα οι αιτητές 1, 2, 5 και 6 διατηρούν μικρού μεγέθους υπεραγορές, οι αιτητές 3 κρεοπωλείο και οι αιτητές 4 αρτοποιείο.
Στις 20/11/01 το ενδιαφερόμενο μέρος (στο εξής ε.μ.) υπέβαλε στο Επαρχιακό Γραφείο Πολεοδομίας Πάφου την πολεοδομική αίτηση αρ. ΠΑΦ/1635/2001 για αλλαγή χρήσης εκθεσιακών χώρων για τους οποίους είχε εξασφαλίσει πολεοδομική άδεια από τις 26/6/01 (ΠΑΦ/0964/2000), σε υπεραγορά. Για τον εκθεσιακό χώρο είχε εκδοθεί και η άδεια οικοδομής Β15/2001 Αρ. 02732 ημερ. 9/5/03. Προς τούτο επισύναψαν και τις απόψεις (1) του Επαρχιακού Μηχανικού Τμήματος Δημοσίων Έργων, (2) του Υγιεινομικού Επιθεωρητού Λεμεσού-Πάφου, (3) Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας, (4) της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, (5) του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Πάφου, μερικοί από τους οποίους σύστησαν την άδεια και άλλοι δήλωσαν ότι δεν είχαν ένσταση στην έγκριση της άδειας. Ζήτησαν, για τους λόγους που εξήγησαν στην επιστολή ημερ. 3/11/05, όπως η αίτηση εξεταστεί με βάση το νομικό καθεστώς που ίσχυε το 1979 δηλαδή τον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο, Κεφ. 96.
Το Δημοτικό Συμβούλιο Πόλης Χρυσοχούς στις 5/7/06 αποφάσισε να μην συζητήσει ούτε και να εξετάσει την αίτηση ΠΑΦ/1635/01, η οποία στάληκε στο Δημοτικό Συμβούλιο Πόλης Χρυσοχούς από την Πολεοδομική Αρχή για να εξετασθεί ως αίτηση για έκδοση άδειας οικοδομής για αλλαγή χρήσης εκθεσιακού χώρου σε Υπεραγορά, σύμφωνα με τον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης της 5/7/06, το Δικηγορικό Γραφείο Λ. Παπαφιλίππου &Σια με επιστολή του ημερ. 2/8/06, υπέβαλε εκ μέρους των πελατών του C.A.C Papantoniou Ltd. (ε.μ.) Ιεραρχική Προσφυγή, σύμφωνα με το άρθρο 18 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου Κεφ. 96.
Το Υπουργείο Εσωτερικών με επιστολή του ημερ. 28/8/06, διαβίβασε την πιο πάνω επιστολή στο Δήμαρχο της Πόλης Χρυσοχούς και παρακάλεσε να υποβληθεί σχετική έκθεση στο Δήμο.
Ο Δήμαρχος Πόλης Χρυσοχούς με επιστολή του ημερ. 7/3/07, ανέφερε ότι το Δημοτικό Συμβούλιο Πόλης Χρυσοχούς, ενεργώντας ως αρμόδια Αρχή δυνάμει του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, αποφάσισε, σε συνεδρία του ημερ. 26.2.2007, ότι εκκρεμεί ενώπιον του η αίτηση της εταιρείας C.A.C Papantoniou Ltd η οποία υποβλήθηκε με επιστολές της Εταιρείας ημερ. 7.10.2003 και 8.10.2003 και η οποία θα μελετηθεί με βάση τις πρόνοιες του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου και την Κ.Δ.Π. 213/79 (και όχι η Πολεοδομική αίτηση με αρ. ΠΑΦ/1635/2001). Ως εκ τούτου ανάφερε ότι η Ιεραρχική Προσφυγή της εταιρείας C.A.C Papantoniou Ltd θα πρέπει να απορριφθεί. Στην εν λόγω επιστολή ημερ. 7/3/07, εκ παραδρομής, ως ισχυρίζονται οι καθ' ων η αίτηση, αναφέρεται ότι η σχετική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου λήφθηκε την 26/2/06 ενώ όπως προκύπτει από τα πρακτικά η σωστή ημερομηνία είναι 26/2/07.
Στις 19.3.2007 λήφθηκε στο Υπουργείο Εσωτερικών επιστολή του δικηγόρου κ. Γεώργιου Σεραφείμ, με την οποία υπέβαλε Ιεραρχική Προσφυγή, εκ μέρους επιχειρηματιών/καταστηματαρχών της Πόλης Χρυσοχούς (αιτητών), σύμφωνα με το άρθρο 18 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, εναντίον της απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου, ημερ. 26/2/07, αναφορικά:
α) με αίτηση της εταιρείας C.A.C Papantoniou Ltd, για χορήγηση άδειας για αλλαγή χρήσης Εκθεσιακού Χώρου σε Υπεραγορά, και
β) αναφορικά με τη σχετική Ιεραρχική Προσφυγή ημερ. 2.8.2006 που υπέβαλε η εταιρεία C.A.C Papantoniou Ltd.
Ο Δήμαρχος Πόλης Χρυσοχούς με τηλεομοιότυπο ημερ. 6.3.2007, διαβίβασε ύστερα από παράκληση του Υπουργείου Εσωτερικών:
α) αντίγραφο επιστολής του που απέστειλε στις 26.2.2007 στο Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών και στο Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, και
β) αντίγραφο των πρακτικών της συνεδρίας του Δημοτικού Συμβουλίου ημερ. 26.2.2007, σχετικά με την απόφαση του για το χειρισμό της Ιεραρχικής Προσφυγής της εταιρείας C.A.C Papantoniou Ltd. (ε.μ.)
Το Υπουργείο Εσωτερικών υπέβαλε στις 7.5.2007, σημείωμα στον Υπουργό Εσωτερικών, όσον αφορά τις υποβληθείσες δύο Ιεραρχικές Προσφυγές, αναφέροντας το ιστορικό του θέματος και υποβάλλοντας τις ακόλουθες εισηγήσεις:
α) Αποδοχή της Ιεραρχικής Προσφυγής της Εταιρείας C.A.C Papantoniou Ltd και ακύρωση της απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου ημερ. 5.7.2006, με εισήγηση όπως το Δημοτικό Συμβούλιο εξετάσει την αίτηση ΠΑΦ/1635/2001 ως αίτηση για έκδοση άδειας οικοδομής (αλλαγή χρήσης εκθεσιακού χώρου σε υπεραγορά) και να απαιτήσει από την Εταιρεία την προσκόμιση και υποβολή οποιουδήποτε σχεδίου ή εγγράφου θεωρεί αναγκαία προς τροποποίηση της άδειας οικοδομής Β15/2001 αρ. 02732, που ήδη έχει εκδοθεί για τη συγκεκριμένη οικοδομή.
β) Όπως η απόφαση που έλαβε το Δημοτικό Συμβούλιο στις 26.2.2007 και κατά της οποίας υποβλήθηκε Ιεραρχική Προσφυγή από τους επιχειρηματίες (αιτητές), κριθεί ως άνευ αντικειμένου.
γ) Απόρριψη της Ιεραρχικής Προσφυγής των επιχειρηματιών (αιτητών), που υπέβαλε εκ μέρους τους ο δικηγόρος κ. Γεώργιος Σεραφείμ στις 19.3.2007.
Ο Υπουργός Εσωτερικών, αφού μελέτησε το σχετικό διοικητικό φάκελο, το πιο πάνω σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, καθώς και σχετική συμβουλή που δόθηκε από τη Νομική Υπηρεσία στο Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως στις 17.3.2006, ενέκρινε τις υποβληθείσες εισηγήσεις.
Το Υπουργείο Εσωτερικών με επιστολές του ημερ. 19.6.2007 προς τον δικηγόρο των αιτητών κ. Σεραφείμ και το Δικηγορικό Γραφείο Λ. Παπαφιλίππου & Σια, τους ενημέρωσε για την απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, αναφορικά με τις δύο Ιεραρχικές Προσφυγές.
Ενόψει των πιο πάνω ο καθού η αίτηση αρ. 1 Δήμος Πόλης Χρυσοχούς, στις 19/7/97 αποφάσισε την έγκριση της άδειας με βάση την Πολεοδομική αίτηση με αρ. ΠΑΦ/1635/2001 για αλλαγή χρήσης των εκθεσειακών χώρων σε Υπεραγορά και στις 9/8/07 εκδόθηκε και η σχετική άδεια οικοδομής με αρ. 2924.
Στις 30/8/07 καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση αρ. 2 με την ένστασή της εγείρει προδικαστικό θέμα ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να προσβάλλουν την επίδικη απόφαση, αφού όπως ισχυρίζεται, οι αιτητές θα νομιμοποιούνταν να προσβάλουν την απόρριψη της ιεραρχικής τους προσφυγής, αλλά όχι την αποδοχή της ιεραρχικής προσφυγής του ε.μ.
Ένσταση καταχώρησε και ο καθού η αίτηση αρ. 1 Δήμος Πόλης Χρυσοχούς ο οποίος επίσης προβάλλει προδικαστική ένσταση ως ακολούθως:
«1. Οι Καθ' ών η Αίτηση 1 προβάλλουν προδικαστική ένσταση και ισχυρίζονται ότι οι Αιτητές δεν νομιμοποιούνται και/ή στερούνται εννόμου συμφέροντος προς προώθηση και/ή καταχώρηση της παρούσας Προσφυγής, γιατί οι Αιτητές δεν πληρούν τις καθοριζόμενες από τον σχετικό Νόμο προϋποθέσεις και/ή το συμφέρον των Αιτητών δεν ευρίσκει οποιοδήποτε νομικό έρεισμα και/ή άλλως πως και/ή οι Αιτητές είναι ξένοι προς την προσβαλλόμενη πράξη και/ή δεν δύνανται να θεωρηθούν ως «ανταγωνιστές» εν τη εννοία που καθορίζεται και/ή ερμηνεύεται από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Περαιτέρω οι Καθ' ών η Αίτηση 1 αναφέρουν ότι το άρθρο 146 του Συντάγματος αποκλείει το δικαίωμα της άσκησης λαϊκής αγωγής (action popularis) και περιορίζει τον κύκλο αυτών που έχουν δικαίωμα να προσφύγουν στο Ανώτατο Δικαστήριο και ως εκ τούτου οι Αιτητές εμποδίζονται στην καταχώρηση της παρούσας Προσφυγής.
2. Οι Καθ' ων η Αίτηση 1 προβάλλουν και δεύτερη προδικαστική ένσταση και ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση είναι μη εκτελεστή και/ή απόφαση στερείται εκτελεστότητας και/ή απώλεσε την εκτελεστότητα της και/ή δεν δύναται να προσβληθεί με Προσφυγή και/ή άλλως πως.»
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών, με τη γραπτή τους αγόρευση, αφού πρώτα απαντούν στις προδικαστικές ενστάσεις και ζητούν την απόρριψή τους, επί της ουσίας της υπόθεσης προβάλλουν ότι επίδικο θέμα της προσφυγής είναι οι δυο αποφάσεις που αναφέρονται στο αιτητικό 1 και 2 της προσφυγής, οι οποίες, σύμφωνα με τον ισχυρισμό τους, λήφθηκαν παράνομα, για τους λόγους που εξηγούν στις αγορεύσεις τους.
Με το πρώτο αιτητικό προσβάλλεται απόφαση ημερ. 19/7/07 για χορήγηση άδειας για αλλαγή χρήσης και η προσφυγή θεωρείται εμπρόθεσμη και θα πρέπει να εξεταστεί.
Αναφορικά όμως με το αιτητικό της παραγράφου 2 που προσβάλλει απόφαση του καθ' η αίτηση 2 ημερ. 24/5/07 με την οποία δέχθηκε την ιεραρχική προσφυγή του ε.μ. ημερ. 2/8/06 κατά της απόφασης του καθού η αίτηση αρ. 1 ημερ. 5/7/06, τίθεται, εκ πρώτης όψεως, θέμα εμπροθέσμου, εφόσον η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 30/8/07. Ενόψει όμως του ισχυρισμού των αιτητών (βλ. παραγρ. 13 των λόγων που υποστηρίζουν την αίτηση) ότι για την απόφαση της 24/5/07 έλαβαν γνώση με επιστολή του καθ' ου η αίτηση αρ. 2 ημερ. 19/6/07, ο οποίος ισχυρισμός δεν έχει αμφισβητηθεί, θα δεχθώ ως εμπρόθεσμη την προσφυγή και για τη θεραπεία 2.
Ήδη ανέφερα ότι επί της ουσίας της προσφυγής οι αιτητές προβάλλουν διάφορους λόγους ακύρωσης. Ενόψει όμως των προαναφερθεισών προδικαστικών ενστάσεων, κρίνω ότι επιβάλλεται όπως εξετάσω πρώτα αυτές. Οι ενστάσεις αφορούν στο έννομο συμφέρον των αιτητών.
Σύμφωνα με το άρθρο 146.2 του Συντάγματος η προσφυγή ασκείται «υπό παντός προσώπου, του οποίου προσεβλήθη ευθέως δια της αποφάσεως, της πράξεως ή της παραλείψεως, ίδιον ενεστώς έννομον συμφέρον, όπερ κέκτηται τούτο είτε ως άτομον είτε ως μέλος κοινότητας τινός». Στο Αγγλικό κείμενο του Συντάγματος το «προσεβλήθη ευθέως» διατυπώνεται ως «is adversely and directly affected."
Για την ανάγκη όπως ο δυσμενής επηρεασμός είναι άμεσος και όχι έμμεσος, όπως και ότι πρέπει το έννομον συμφέρον να είναι ενεστώς, υπάρχει αρκετή νομολογία. (βλ. μεταξύ άλλων, Kritiotis v. Municipality of Paphos (1986) 3 C.L.R. 322, 344, Μαυρουδής κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 123, Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (αρ. 1) (1996) 3 Α.Α.Δ. 73, 79-82, Dias United Publishing Co. Ltd. v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550, Thanos Club Hotels v.ΕΤΕΚ (2000) 3 ΑΑΔ 323, Βασιλείου κα ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 485, 494-495 και Lumiere Television Ltd. κα ν. Ραδιοφωνικός Σταθμός Αντενα κα (1998) 3 Α.Α.Δ. 242). Από τη νομολογία προκύπτει ότι είναι αρκετό για ένα αιτητή να έχει πιθανολογήσει την ύπαρξη τέτοιου συμφέροντος. Στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (αρ. 1), πιο πάνω, σελ. 82 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Η προσβαλλόμενη πράξη δεν αφορά άμεσα την εφεσείουσα. Προκύπτει επομένως το ερώτημα κατά πόσο έχει πιθανολογήσει έννομο συμφέρον με το να ισχυρισθεί ευλόγως ότι θίγονται δικά της συμφέροντα. (Δαγτόγλου, πιο πάνω, παρα.551,553). Θεωρούμε ότι για την επίλυση του επίδικου ερωτήματος πρέπει να προσφύγουμε στους ισχυρισμούς που περιέχονται στο δικόγραφο της εφεσείουσας σύμφωνα με τους οποίους: «με την έκδοση της άδειας οι εφεσίβλητοι θα ζημιώσουν τα μέγιστα την εφεσείουσα διότι θα δημιουργηθεί οχληρία και δυσοσμία αφόρητη για την υγεία και την ευημερία τόσο της εφεσείουσας όσο και της οικογένειάς της προκειμένου να χρησιμοποιηθούν τα κτήματά της για σκοπούς αυτοστέγασης ή άλλης ανάπτυξης.»
Στην προαναφερθείσα υπόθεση Μαυρουδής κα ν. Δημοκρατίας, με την οποία οι αιτητές προσέβαλαν απόφαση των καθών η αίτηση για έκδοση άδειας ανόρυξης φρέατος με το δικαιολογητικό του δυσμενούς επηρεασμού της πηγής ή πηγών άρδευσης του αρδευτικού τμήματος Καλοπαναγιώτη-Οίκου, πρωτόδικα αποφασίστηκε ότι οι αιτητές στερούνταν εννόμου συμφέροντος διότι δεν απέδειξαν ότι υπήρξε επηρεασμός των πηγών. Η Ολομέλεια δέχθηκε ορθή την απόφαση και απέρριψε την έφεση, αναφέροντας τα εξής:
«Το υλικό που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου καθιστούσε την πρωτόδικη απορριπτική απόφαση αναπόφευκτη. Η ίδια διαπίστωση επισφραγίζει και την τύχη της έφεσης. Οι εφεσείοντες απέτυχαν να τεκμηριώσουν την ύπαρξη του απαιτούμενου συμφέροντος που θα τους νομιμοποιούσε να επιδιώξουν την αναθεώρηση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση. Παρά το συμπέρασμα αυτό, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε προδικαστική ένσταση των εφεσιβλήτων, η οποία, αν ευσταθεί, έπρεπε να είχε θέσει την προσφυγή τους εκποδών λόγω έλλειψης εξουσιοδότησης για προσφυγή στο Δικαστήριο.»
Βέβαια η Ολομέλεια, αυτεπάγγελτα απέρριψε την έφεση και για άλλο λόγο που δεν μας αφορά.
Αναφορικά με το έννομο συμφέρον ανταγωνιστού, που είναι και η περίπτωση μας, σχετικές είναι, μεταξύ άλλων και οι εξής υποθέσεις: Άδωνης Παπαντωνίου κα ν. Υπουργικού Συμβουλίου (αρ. 1) Υποθ. Αρ. 574/92 ημερ. 25/2/93, Lumiere T.V. Ltd. v. Αντένα, πιο πάνω, Ν.Α. Theofanous (matic) Laundries Ltd. v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 793, (απόφαση πλειοψηφίας 3-2), και Grangwood Trading Ltd. κα ν. Υπεραγοράς Χρ. Θεοδώρου Λτδ κα (2006) 3 Α.Α.Δ. 329.
Στην προαναφερθείσα υπόθεση Lumiere T.V. Ltd. v. Αντένα, σελ. 248-250 παρατίθενται οι νομικές αρχές οι οποίες διέπουν την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος. Ιδιαίτερα σχετικά είναι τα όσα αναφέρονται στη σελ. 249 που διαλαμβάνουν ως εξής:
«Η ΑΝΤΕΝΑ επικαλέστηκε προς υποστήριξη της ύπαρξης έννομου συμφέροντος απόσπασμα της απόφασης Dias United Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550, στο οποίο τονίστηκε ότι η χορήγηση άδειας μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς ένα «ανταγωνιστή» σε βαθμό που να τον νομιμοποιεί να αμφισβητήσει την εγκυρότητα της απόφασης. Στην υπόθεση Dias United Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (πιο πάνω) δεν εξετάστηκε ποιος είναι ο «ανταγωνιστής» που νομιμοποιείται να προσβάλει τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης. Αναμφίβολα ο καθορισμός του «ανταγωνιστή» δεν μπορεί να συμπεριλάβει τον οποιοδήποτε που υποβάλλει σχετική αίτηση.»
Στην υπόθεση Grangwood, πιο πάνω, σελ. 332 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Εδώ, οι εφεσίβλητοι, πρόσβαλαν την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου να εκδώσει πολεοδομική άδεια στους εφεσείοντες. Στην έκδοση της πολεοδομικής άδειας οι εφεσίβλητοι δεν είχαν άμεσο και ενεστώς συμφέρον γιατί δεν εμπίπτουν σε όποια κατηγορία, σύμφωνα με τη νομολογία μας, θα είχαν τέτοιο συμφέρον, όπως π.χ. ο περίοικος. Ο ενδεχόμενος ανταγωνισμός των επιχειρήσεων θα προέκυπτε από την έκδοση άδειας λειτουργίας της οικοδομής ως υπεραγορά. Και το είδος τέτοιας άδειας είναι άσχετο με την έκδοση πολεοδομικής άδειας, για την ανέγερση της οικοδομής, η ανέγερση της οποίας δεν προεξοφλεί ασφαλώς και την έκδοση άδειας λειτουργίας της ως υπεραγοράς.»
Στην υπόθεση Αδωνης Παπαντωνίου (πιο πάνω), που επικαλέσθηκε η πλευρά των αιτητών, οι αιτητές αρ. 3 ήταν ιδιοκτήτες οικοδομής, την οποία οι άλλοι δυο αιτητές χρησιμοποιούσαν, σύμφωνα με άδεια, ως εστιατόριο με την επωνυμία ΜΑGIC SANDY BAY. Άλλη εταιρεία, από τη Λευκωσία, ιδιοκτήτρια διπλανής οικοδομής, ζήτησε την εξασφάλιση άδειας οικοδομής για εσωτερικές μόνο μετατροπές και πολεοδομική άδεια για αλλαγή χρήσης της υφιστάμενης κατοικίας ούτως ώστε να λειτουργούν ως εστιατόριο. Το αίτημα έγινε δεκτό και οι αιτητές προσέβαλαν την έκδοση άδειας με προσφυγή. Σε ένσταση των καθ' ων η αίτηση ότι οι αιτητές δεν έχουν έννομο συμφέρον, το δικαστήριο (Στυλιανίδης Δ., όπως ήταν τότε) απέρριψε την προδικαστική ένσταση. Με αναφορά σε άρθρο του καθηγητή Β. Σκουρή «Η Άσκηση Αιτήσεως Ακυρώσεως από Τρίτους» Τόμος Τιμητικός του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1979, Τόμος 1 σελ. 371 και 385 κατέληξε ότι οι αιτητές «έχουν ιδιαίτερο δεσμό με την προσβαλλόμενη πράξη, και ως εκ τούτου, αυξημένο συμφέρον, το οποίο είναι άμεσο» και ότι «η προσβαλλόμενη πράξη τους θίγει ευθέως εφόσον θα υποστούν οικονομική βλάβη».
Στην υπόθεση Αrmonia Εστατες Λτδ. v. Συμβουλίου Τάλας (2000) 3 Α.Α.Δ. 119 σελ. 120 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Το πρώτο ζήτημα που απασχόλησε το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν αν οι εφεσείοντες είχαν έννομο συμφέρον, απαραίτητη προϋπόθεση βάσει του άρθρου 146(2) του Συντάγματός μας, να προσβάλουν τη διοικητική πράξη που αφορούσε στα ενδιαφερόμενα μέρη. Σύμφωνα με τη νομολογία μας, οι εφεσείοντες, παρουσιάζοντας στοιχεία, θα έπρεπε να πιθανολογήσουν την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος δείχνοντας, στην προκείμενη περίπτωση, με ποιο τρόπο η οικοδομή των ενδιαφερομένων μερών επηρέαζε βλαπτικά τα συμφέροντά τους στη δική τους. Πάνω σ' αυτό το κρίσιμο και μοναδικό ερώτημα ο πρωτόδικος συνάδελφος διαπίστωσε τα εξής:
«Όσον αφορά το πιο πάνω ερώτημα η αιτήτρια εταιρεία εντελώς αόριστα αναφέρει ότι η υλοποίηση της σχετικής άδειας οικοδομής θα επιφέρει βλαπτικές συνέπειες σ' αυτή και σ' όσους έχουν αγοράσει απ' αυτήν υποστατικά. Δεν εξειδικεύεται ούτε στη γραπτή αγόρευση του ευπαιδεύτου δικηγόρου της αιτήτριας από πού θα προκληθούν αυτές οι βλαπτικές συνέπειες και φυσικά ποιες θα είναι αυτές. Δεν εξειδικεύονται, ούτε καν έμμεσα αναφέρονται, αυτές οι βλαπτικές συνέπειες από την οικοδόμηση μιας οργανωμένης οικιστικής ανάπτυξης.»
(η υπογράμμιση είναι δική μου)
Με βάση τα πιο πάνω θα πρέπει να εξεταστεί αν οι αιτητές έχουν πιθανολογήσει την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος. Μελέτησα την προσφυγή και τις γραπτές αγορεύσεις (αρχική και απαντητική). Εκτός από τον ισχυρισμό που προβάλλουν οι αιτητές στις ένορκες δηλώσεις τους ότι η υπεραγορά του ε.μ. θα είναι «σε κάποια απόσταση» από τα δικά τους υποστατικά (επιχειρήσεις), δεν αναφέρουν οτιδήποτε άλλο που να δείχνουν ότι έχουν επηρεαστεί ή πως θα επηρεαστούν. Απλώς το θεωρούν ως δεδομένο, διότι η υπεραγορά του ε.μ. είναι μεγάλη ενώ οι δικές τους επιχειρήσεις πιο μικρής εμβέλειας. Αναφορικά με την απόσταση των υποστατικών τους από την υπεραγορά του ε.μ. σε σχετικές ένορκες δηλώσεις οι αιτητές 1 την καθορίζουν σε 500 μέτρα, οι αιτητές 3 κάπου 150 μέτρα, οι αιτητές 4 σε 500 μέτρα και οι αιτητές 6 σε 400 μέτρα. Επομένως κρίνω ότι οι ισχυρισμοί είναι αόριστοι και γενικοί όπως και στην προαναφερθείσα υπόθεση Armonia Estates Ltd.
Είμαι επίσης της άποψης, ότι τα όσα αναφέρονται στο πιο πάνω άρθρο του Βασίλειου Σκουρή και γενικά σε νομολογία πριν το 2008 που ψηφίσθηκε ο περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος του 2008 (Ν. 13(1)/2008), ο σκοπός του οποίου είναι η ρύθμιση και προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού στη Δημοκρατία και η εφαρμογή της πράξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Κανονισμός (ΕΚ) αρ. 1/2003 για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης», πρέπει να επηρεάζονται έτσι που ο απλός χαρακτηρισμός κάποιου ως ανταγωνιστή, να μην είναι αρκετός για να του δίνει έννομο συμφέρον να αμφισβητεί τη δημιουργία μιας νέας επιχείρησης. Αν η νέα επιχείρηση λειτουργεί με τρόπο που παραβιάζονται οι πρόνοιες του εν λόγω νόμου, μπορούν τότε οι αιτητές να απευθυνθούν στο δικαστήριο για θεραπεία.
Με βάση τις πιο πάνω αυθεντίες καταλήγω ότι οι αιτητές παρόλο που μπορούν να θεωρούνται ως «ανταγωνιστές», με τα στοιχεία που έθεσαν ενώπιον μου δεν έχουν ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι έχουν έννομο συμφέρον να προωθήσουν την προσφυγή.
Παρά το ότι η πιο πάνω κατάληξη μου είναι αρκετή για απόρριψη της προσφυγής, προτιμώ να εξετάσω ακόμα ένα προδικαστικό ζήτημα που έχει εγερθεί. Ήταν ο ισχυρισμός των καθών η αίτηση και του ε.μ. ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος και για το λόγο ότι οι ίδιοι λειτουργούν τις δικές τους επιχειρήσεις παράνομα, δηλαδή μερικοί χωρίς άδεια οικοδομής (π.χ. ο αιτητής 3) και όλοι χωρίς πιστοποιητικά τελικής έγκρισης. Για το σκοπό αυτό ακούστηκε και σχετική μαρτυρία από την οποία προέκυψαν, περιληπτικά, τα ακόλουθα:
Οι Αιτητές υπ' αρ 1
Αρχικά εξασφάλισαν άδεια οικοδομής για κατάστημα και ψησταριά για τα οποία απέκτησαν και πιστοποιητικό έγκρισης. Στη συνέχεια όμως εξασφάλισαν άδεια οικοδομής για επέκταση της υφιστάμενης οικοδομής για την οποία όμως δεν έλαβαν ποτέ πιστοποιητικό έγκρισης. Επιπροσθέτως προς τα ανωτέρω οι Αιτητές ανέγειραν αποθήκη στην πίσω πλευρά της οικοδομής χωρίς να εξασφαλίσουν πρόσθετη άδεια και η οποία δεν καλύπτεται από την ήδη υπάρχουσα άδεια.
Οι Αιτητές υπ' αρ. 2:
Κατέχουν άδεια οικοδομής καθώς και πιστοποιητικό έγκρισης όμως έχουν κάνουν κάποιες επεκτάσεις στην πρόσοψη οι οποίες δεν καλύπτονται από την άδεια και ως εκ τούτου δεν έχουν τελική έγκριση της οικοδομής όπως έχει αυτή διαμορφωθεί με τις επεκτάσεις.
Οι Αιτητές υπ' αρ. 3
Αρχικά εξασφάλισαν άδεια για ανέγερση διαμερίσματος το οποίο όμως μετέτρεψαν σε κρεοπωλείο. Συνεπώς σήμερα δεν κατέχουν άδεια οικοδομής αλλά ούτε και πιστοποιητικό τελικής έγκρισης.
Οι Αιτητές υπ' αρ. 4:
Εξασφάλισαν άδεια οικοδομής αλλά δεν κατέχουν πιστοποιητικό τελικής έγκρισης. Περαιτέρω έκαναν κάποιες παράνομες επεκτάσεις οι οποίες δεν καλύπτονται από την δοθείσα άδεια.
Οι Αιτητές υπ' αρ. 5:
Κατέχουν άδεια οικοδομής αλλά δεν έχουν πιστοποιητικό τελικής έγκρισης.
Οι Αιτητές υπ' αρ. 6:
Εξασφάλισαν άδεια οικοδομής αλλά δεν κατέχουν πιστοποιητικό τελικής έγκρισης. Οι Αιτητές υπ' αρ. 6 έκαναν κάποιες παράνομες προσθήκες για τις οποίες εκδόθηκε και Διάταγμα Δικαστηρίου με το οποίο όμως δεν συμμορφώθηκαν.
Σύμφωνα με το άρθρο 10 (1) του προαναφερθέντος Νόμου Κεφ. 96 κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να κατέχει ή να χρησιμοποιεί ή να επιτρέπει ούτως ώστε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο κατέχει ή χρησιμοποιεί ή επιτρέπει ή ανέχεται τη χρήση οποιασδήποτε οικοδομής για την οποία δεν έχει εξασφαλιστεί πιστοποιητικό τελικής έγκρισης. Παράβαση των προνοιών του άρθρου αυτού τιμωρείται με χρηματική ποινή και περαιτέρω το δικαστήριο έχει διακριτική ευχέρεια να εκδώσει και διάταγμα κατεδάφισης της οικοδομής εκτός αν στο μεταξύ εξασφαλιστεί το πιστοποιητικό τελικής έγκρισης. Βέβαια τα πιο πάνω, δηλαδή η επιβολή χρηματικής ποινής και έκδοση διατάγματος κατεδάφισης, εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου στην άσκηση της ποινικής του δικαιοδοσίας. Όμως αν υπάρχει παρανομία, αυτή μπορεί να ληφθεί υπόψη και για σκοπούς της παρούσας υπόθεσης.
Στην δική μας υπόθεση, το ότι υπάρχουν οι πιο πάνω παρανομίες, προκύπτει από τη μαρτυρία του Δημοτικού Μηχανικού του καθού η αίτηση αρ. 1 Σπύρου Σπύρου, που είναι και ο πιο αρμόδιος από όλους τους ενόρκως δηλούντες να καταθέσει επί του θέματος. Περισσότερες λεπτομέρειες των παρανόμων υποστατικών φαίνονται στην ένορκη δήλωση του ιδίου προσώπου ημερ. 22/4/08. Οι αιτητές στις δικές τους ένορκες δηλώσεις ουσιαστικά ισχυρίστηκαν ότι ουδέποτε τους έγινε παρατήρηση, ούτε και λήφθηκαν δικαστικά μέτρα εναντίον τους για τις κατ' ισχυρισμό παρανομίες, αλλά αντίθετα ο καθού η αίτηση αρ. 1 εισέπραττε και εισπράττει επαγγελματικό φόρο, τέλη σκυβάλων και για άδεια λειτουργίας της επιχείρησης τους. Ισχυρίζονται περαιτέρω ότι δεν τους έγινε οποιαδήποτε ποινική δίωξη.
Ήταν η θέση των καθ' ων η αίτηση και του ε.μ. ότι η προαναφερθείσα υπόθεση Άδωνης Παπαντωνίου, ανωτέρω, που επικαλέσθηκαν οι αιτητές διακρίνεται από την παρούσα για το λόγο ότι εκεί οι αιτητές ασκούσαν νόμιμα την επιχείρηση τους, ενώ εδώ οι αιτητές λειτουργούν τις επιχειρήσεις τους παράνομα, βασικά χωρίς πιστοποιητικό τελικής έγκρισης.
Οι καθ' ων η αίτηση και ε.μ. επικαλέστηκαν και την υπόθεση Κάτια Αντωνίου ν. Δημοκρατίας κα, υποθ. Αρ. 173/94 ημερ. 22/8/95, όπου ο Πικής, Δ., όπως ήταν τότε, ανάφερε τα εξής:
«Όπως υποδεικνύεται στην πρόσφατη απόφασή μας Κ. and M. (Transport) Ltd. κ.α. ν. Αναθεωρητής Αρχής Αδειών (1995) 3 Α.Α.Δ. 225, ο επηρεασμός οικονομικού συμφέροντος του προσφεύγοντα από την έκδοση διοικητικής απόφασης, δεν καθιστά αφεαυτού παραδεκτή την προσφυγή. Το συμφέρον το οποίο θίγεται πρέπει να έχει νομικό έρεισμα. Δηλαδή, να εκπορεύεται από το Νόμο. Ο Νόμος δεν παρέχει δικαίωμα στους ιδιοκτήτες φαρμακείων για αποκλεισμό του ανταγωνισμού στην περιοχή όπου λειτουργεί το φαρμακείο τους ή σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή. Το συμφέρον το οποίο επικαλείται η αιτήτρια στερείται νομικού ερείσματος.»
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Τα ίδια έχουν επαναληφθεί στην υπόθεση Κωνσταντίνου κα ν. Δήμου Πάφου (1998) 3 Α.Α.Δ. 707, σελ. 718-719 από όπου προκύπτει ότι το συμφέρον πρέπει να έχει νομική βάση και όχι να είναι αντίθετο με το νόμο.
Στο σύγγραμμα «Η ΑΙΤΗΣΙΣ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ», Τσάτσος, Έκδοση τρίτη, σελ. 44 διαβάζουμε ότι:
«Έννομον είναι το συμφέρον, εφόσον ερείδεται επί νομίμου ιδιότητος και δεν αντίκειται εις το δίκαιον».
Στην υπόθεση Μαούρη ν. Δημου Παραλιμνίου (2001) 3 (Α) Α.Α.Δ. 266, αποφασίστηκε ότι ο εφεσείων που δεν είχε εξασφαλίσει ποτέ άδεια για παροχή υπηρεσιών ή την τοποθέτηση κρεβατιών και ομπρέλλων μπροστά από το συγκρότημα του και παρόλο που έπραττε τούτο για πολλά χρόνια, δεν είχε έννομο συμφέρον να προσβάλει την απόφαση του Δήμου Παραλιμνίου με την οποία τον πληροφορούσε ότι θα τοποθετεί ο ίδιος ο Δήμος τα εν λόγω αντικείμενα και έπρεπε ο ίδιος να σταματήσει.
Ενόψει των πιο πάνω είναι σαφές ότι αναφορικά με τα υποστατικά (οικοδομή) στα οποία στεγάζονται οι επιχειρήσεις των αιτητών υπάρχουν τέτοιες παρανομίες που αποστερούν τους αιτητές από το έννομο συμφέρον τους για να επικαλούνται την πιθανολόγηση πρόκλησης ζημιάς. Το γεγονός ότι ο καθού η αίτηση Δήμος εισέπραττε δικαιώματα και τέλη, δεν νομιμοποιεί τους αιτητές για την κατοχή και χρήση του υποστατικού τους χωρίς το πιστοποιητικό τελικής έγκρισης. (βλ. District Officer of Limassol v. Nicolaou (1980) 2 C.L.R. 100). Στην εν λόγω υπόθεση ο εφεσίβλητος κατηγορήθηκε για ανέγερση υποστατικού στο Τρόοδος το οποίο χρησιμοποιούσε ως καφεστιατόριο και μπαρ, παράνομα για αρκετά χρόνια. Ο πρωτόδικος δικαστής λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός αυτό, ότι δηλαδή οι αρχές ανέχθηκαν την παρανομία για χρόνια και μάλιστα εισέπρατταν φόρους και δικαιώματα από τον εφεσίβλητο, αρνήθηκε να εκδώσει και διάταγμα κατεδάφισης αλλά περιορίστηκε σε επιβολή χρηματικής ποινής £1.00. Σε έφεση κατά της άρνησης έκδοσης διατάγματος κατεδάφισης, αποφασίστηκε ότι η εν λόγω ανοχή και είσπραξη δικαιωμάτων δεν εξουδετέρωνε την παρανομία.
Εφαρμόζοντας τα πιο πάνω κατ' αναλογία και στην παρούσα υπόθεση, καταλήγω ότι το γεγονός ότι ο καθού η αίτηση αρ. 1 εισέπραττε δικαιώματα από τους αιτητές, δεν εξαλείφει την παρανομία. Επομένως δεν είναι περίπτωση που τυγχάνει εφαρμογής η αρχή ότι ένας δεν μπορεί να επιδοκιμάζει και αποδοκιμάζει ταυτόχρονα μια κατάσταση γεγονότων με σκοπό να αποκομίσει όφελος, όπως εξηγήθηκε η αρχή αυτή από τη νομολογία. (Βλ. μεταξύ άλλων Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ν. China Wanbao Engineering Corporation (2000) 3 A.A.Δ. 406).
Ενόψει των πιο πάνω καταλήγω ότι κι αν ακόμα οι αιτητές ως ανταγωνιστές είχαν πιθανολογήσει συμφέρον, το συμφέρον τους δεν είναι έννομο και αυτός είναι επιπρόσθετος λόγος για απόρριψη της προσφυγής. Με αυτά τα γεγονότα κρίνω ότι δεν χρειάζεται να εξεταστούν οι υπόλοιποι νομικοί λόγοι που εγείρονται στην προσφυγή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα πλέον ΦΠΑ εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ' ων η αίτηση 1 και 2, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή. Μεταξύ αιτητών και ενδιαφερόμενου μέρους καμιά διαταγή για έξοδα.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑς