ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                                   (Υπόθεση Αρ. 1256/2007)

10 Μαρτίου, 2009

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ELNICO IMPORTS LIMITED,

                             Αιτητές,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,

                             Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

Αλ. Ευαγγέλου, για τους Αιτητές.

Λ. Χριστοδουλίδου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  H αιτήτρια εταιρεία διατηρούσε επιχείρηση εισαγωγής και πώλησης μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, κυρίως από το Ηνωμένο Βασίλειο. Ενεγράφη στο Μητρώο ΦΠΑ από 14.2.07. Η Έφορος ΦΠΑ διαπίστωσε ότι ο διευθυντής της αιτήτριας κ. Νίκος Νικολάου, είναι επίσης διευθυντής της εταιρείας Divemed Centre Ltd η οποία όφειλε στους καθ' ων η αίτηση χρηματικές επιβαρύνσεις και τόκους. Συνεπεία της μη συμμόρφωσης της εταιρείας Divemed Centre Ltd με τις φορολογικές της υποχρεώσεις και της ενεργού συμμετοχής του κ. Νικολάου στη λήψη αποφάσεων της αιτήτριας, η Έφορος, για σκοπούς προστασίας των δημοσίων εσόδων από το ενδεχόμενο μη συμμόρφωσης της αιτήτριας με την περί ΦΠΑ νομοθεσία, απέστειλε στην αιτήτρια επιστολή με την οποία της γνωστοποιούσε τα ακόλουθα:

 

«2. Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, ασκώντας τις εξουσίες που μου παρέχει η παράγραφος 3(2) του Δέκατου Παραρτήματος των περί  Φόρου Προστιθέμενης αξίας Νόμων του 2000 μέχρι 2006, για σκοπούς προστασίας των Δημοσίων Εσόδων, απαιτώ όπως εντός 30 ημερών από την ημερομηνία λήψης της παρούσας επιστολής να μου παράσχετε εγγύηση για το συνολικό ποσό £8.600. Η παροχή εγγύησης απαιτείται ως όρος για να παραδίδεται αγαθά ή/και να παρέχετε υπηρεσίες με φορολογητέα συναλλαγή. Στην περίπτωση που μετά τη λήξη της πιο πάνω προθεσμίας συνεχίζετε να παραδίδετε αγαθά ή/και να παρέχετε υπηρεσίες χωρίς να μου έχετε παράσχει την απαιτούμενη εγγύηση διαπράττετε ποινικό αδίκημα σύμφωνα με το άρθρο 46(8) των ιδίων Νόμων.»

 

Ο υπολογισμός του ποσού της εγγύησης έγινε με βάση τα στοιχεία της αίτησης της αιτήτριας για εγγραφή στο Μητρώο ΦΠΑ για το αναμενόμενο ποσό φόρου εκροών που θα προέκυπτε τους πρώτους 6 μήνες από την έναρξη ισχύος εγγραφής της.

 

Η αιτήτρια προσβάλλει τη νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης με την παρούσα προσφυγή. Ισχυρίζεται ότι αποτελεί μια ξεχωριστή νομική οντότητα και δεν είναι με οποιοδήποτε τρόπο συνδεδεμένη επιχειρηματικά ή εμπορικά με την εταιρεία  Divemed Centre Ltd, ούτε οφείλει η ίδια οποιοδήποτε ποσό στο ΦΠΑ. Συνεπώς είναι υπό πλάνη που λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση γιατί το γεγονός από μόνο του της συμμετοχής του κ. Νικολάου, διευθυντή της εταιρείας  Divemed Centre Ltd, στο διοικητικό συμβούλιο της αιτήτριας δεν δημιουργεί θέμα προστασίας των δημοσίων εσόδων τη στιγμή που η ίδια επί της πολυετούς λειτουργία της δεν είχε οποιαδήποτε οφειλή ή εκκρεμότητα σε σχέση με το ΦΠΑ.

 

Αυτό που καταρχάς συζητήθηκε από την αιτήτρια  είναι το αν ορθά η καθ' ης η αίτηση θεώρησε ότι η εταιρεία Divemed ήταν συνδεόμενη προς την ίδια, επειδή είχαν τον ίδιο Διευθυντή. Τον όρο συνδεόμενη ή συνδεδεμένη εταιρεία βρίσκουμε σε διάφορες νομοθεσίες με άλλη έννοια*. Στην προκειμένη περίπτωση για σκοπούς της φορολογικής νομοθεσίας ενδιαφέρει ο ορισμός που υπάρχει στον περί Φορολογίας του εισοδήματος Νόμο Κατάταξη Αρθρων Ν.118(Ι)/02.  Το άρθρο 33 προνοεί:

 

«33.(1) Αν-

(α) Μια επιχείρηση στη Δημοκρατία συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση ή τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης άλλου προσώπου ή

(β) τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο δυο ή περισσοτέρων επιχειρήσεων και σε κάθε μια από τις περιπτώσεις αυτές τίθενται ή επιβάλλονται μεταξύ των δύο επιχειρήσεων στις εμπορικές ή οικονομικές τους σχέσεις όροι που διαφέρουν από εκείνους οι οποίοι θα ετίθεντο μεταξύ ανεξαρτήτων επιχειρήσεων, τότε οποιαδήποτε κέρδη ή οφέλη τα οποία, αν δεν υπήρχαν οι όροι αυτοί, θα πραγματοποιούντο από μια από τις επιχειρήσεις, αλλά, λόγω των όρων αυτών, δεν πραγματοποιήθηκαν, μπορεί να περιληφθούν στα κέρδη ή οφέλη της επιχείρησης εκείνης και να φορολογηθούν ανάλογα.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) εφαρμόζονται επίσης αναφορικά με οποιεσδήποτε συναλλαγές μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων.

(3)    Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ..

(α)   ....................................

(β)   ....................................

(γ)   μια εταιρεία είναι συνδεδεμένη με άλλη εταιρεία-

(i)    αν το ίδιο πρόσωπο έχει τον έλεγχο και των δύο, ή αν ένα πρόσωπο έχει τον έλεγχο της μιας και πρόσωπα συνδεδεμένα μαζί του, ή ο ίδιος και πρόσωπα συνδεδεμένα μαζί του, έχουν τον έλεγχο της άλλης. ή

(ii)   ....................................

(δ)   ................................................

(ε)   ....................................

(4)   στο παρόν άρθρο-

(α)   «έλεγχος», σε σχέση με εταιρεία, σημαίνει την εξουσία προσώπου να εξασφαλίσει-

(i)    μέσω κατοχής μετοχών ή δικαιώματος ψήφου στην εταιρεία ή σε σχέση με αυτή, ή σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη εταιρεία, ή

(ii)   δυνάμει οποιωνδήποτε εξουσιών που της παραχωρεί το καταστατικό ή άλλο έγγραφο που διέπει τη λειτουργία της εν λόγω εταιρείας ή οποιασδήποτε άλλης εταιρείας,

ότι οι υποθέσεις της πρώτης εταιρείας διεξάγονται σύμφωνα με τις επιθυνμίες του προσώπου αυτού, και ..... »

 

Με ανάλογη σημασία απαντάται ο όρος και στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε φορολογικές υποθέσεις (βλ. Omas Cyprus Ltd v. Δημοκρατίας, Αναθ. Εφεση 150/05, ημερ. 12/06/08, Γεώργιος Φραγκής (Εστιατόρια Λτδ) ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 65/04, ημερ. 16/03/05).   Στην παρούσα υπόθεση, ο κ. Νίκος Νικολάου είναι διευθυντής και γραμματέας της αιτήτριας κατέχοντας 499 μετοχές ενώ από ό,τι προκύπτει από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο ίδιος υπογράφει όλες τις αιτήσεις και αλληλογραφεί με την Έφορο. Είναι επίσης αποδεκτό ότι   φέρει την διευθυντική ιδιότητα στην εταιρεία  Divemed Centre Ltd. Συνεπώς, ορθά θεωρήθηκε από την καθ' ης η αίτηση για σκοπούς της περί ΦΠΑ νομοθεσίας  ότι οι δυο εταιρείες είναι  συνδεόμενες.

 

Είναι επίσης η θέση της αιτήτριας ότι  η παρ.3(2) του Δεκάτου Παραρτήματος των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000-2008, που αποτέλεσε το νομικό έρεισμα της προσβαλλόμενης απόφασης, είναι αντισυνταγματική διότι προσκρούει στο άρθρο 25 του Συντάγματος το οποίο  προστατεύει το δικαίωμα στην εργασία, στην απασχόληση και στο εμπόριο. Η παρ. 2 του εν λόγω άρθρου προνοεί τα ακόλουθα:

 

«2.  Η άσκησις του δικαιώματος τούτου δύναται να υπαχθή εις τους υπό του νόμου τιθέμενους όρους, περιορισμούς ή διατυπώσεις, αναφερομένους αποκλειστικώς εις τα συνήθως απαιτούμενα δια την άσκησιν οιουδήποτε επαγγέλματος προσόντα ή οίτινες είναι απαραίτητοι μόνον προς το συμφέρον της ασφαλείας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξεως ή της δημοσίας ασφαλείας ή της δημοσίας τάξεως ή της δημοσίας υγείας ή των δημοσίων ηθών ή της προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των ηγγυημένων υπό του Συντάγματος εις οιονδήποτε πρόσωπο ή προς το δημόσιον συμφέρον υπό τον όρον ότι διατυπώσεις, όροι και περιορισμοί δεν θα τίθενται δια νόμου. Κατ΄ επίκλησιν του δημοσίου συμφέροντος εφ΄ όσον είναι αντίθετοι προς τα συμφέροντα εκατέρας κοινότητος.»

 

Είναι λοιπόν φανερό, όπως εξάλλου υποστηρίζει και ή ίδια η αιτήτρια, ότι οι περιορισμοί που τίθενται δια νόμου, επιτρέπονται, εφόσον ανάγονται στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος.

 

Η φερόμενη ως αντισυνταγματική  πρόνοια έχει ως εξής:

 

«(2) Χωρίς επηρεασμό της εξουσίας του δυνάμει του άρθρου 37(7), όταν ο Εφορος το κρίνει αναγκαίο για την προστασία των δημόσιων εσόδων δύναται να απαιτεί από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, ως όρο για να παραδίδει αγαθά ή να παρέχει υπηρεσίες αυτό το πρόσωπο με φορολογητέα συναλλαγή, να παράσχει εγγύηση ή περαιτέρω εγγύηση, τόσου ποσού και με τρόπο που δύναται να καθορίσει, για την καταβολή οποιουδήποτε Φ.Π.Α. που είναι ή μπορεί να καταστεί οφειλόμενος από αυτό.»

 

Οι φορολογικές διατάξεις ερμηνεύονται αυστηρά και πάντοτε με αναφορά στον επιδιωκόμενο σκοπό. Η εξουσία της Εφόρου προς επιβολή εγγύησης, όπως ασκείται στην βάση του πιο πάνω άρθρου, αποσκοπεί στην προστασία των δημοσίων εσόδων. Η προστασία των δημοσίων εσόδων εν γένει και ειδικότερα η εξασφάλιση των φορολογικών οφειλών προς το δημόσιο, αναμφίβολα υπάγονται στον πυρήνα του δημοσίου συμφέροντος. Συνεπώς, ο όποιος περιορισμός της εμπορικής δραστηριότητας που  προκύπτει από την εφαρμογή της εν λόγω πρόνοιας κρίνεται συνταγματικός, διότι  αποσκοπεί στην διασφάλιση της καταβολής του Φ.Π.Α.  

 

 Η αιτήτρια απέτυχε εξάλλου να τεκμηριώσει αντισυνταγματικότητα διότι δεν απέδειξε πώς και σε ποιο βαθμό η προσβαλλόμενη απόφαση επηρέασε το δικαίωμα της σε επικερδή εργασία και απασχόληση. Η αιτήτρια δεν απέδειξε ότι η  καταβολή του ποσού Λ.Κ.8.600 ως εγγύηση  προκειμένου να προβαίνει σε φορολογητέες συναλλαγές ήταν τέτοιο μέτρο που παραβίαζε ή περιόριζε το δικαίωμα της στο ελεύθερο εμπόριο και απασχόληση.

 

Στη συνέχεια η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η πρόνοια επί της οποίας στηρίχθηκε η έκδοση της απόφασης, συγκρούεται με τη βασική αρχή του Εταιρικού Δικαίου που καθιερώνει την ξεχωριστή νομική οντότητα μεταξύ μιας εταιρείας και/ή των διοικητικών συμβούλων και μετόχων της. Η αιτήτρια προφανώς αναφέρεται στον λόγο και τον τρόπο που εφαρμόστηκε η συγκεκριμένη πρόνοια στην περίπτωση της και όχι γενικότερα στο νομοθετικό της περιεχόμενο. Η απόφαση ζητούσε από την ίδια την εταιρεία την καταβολή εγγύησης και δεν αφορούσε σε καμία περίπτωση   τον ίδιο τον διευθυντή της. Ούτε το σκεπτικό λήψης της απόφασης παραβιάζει την αρχή του εταιρικού δικαίου που διακρίνει μεταξύ της νομικής προσωπικότητας της εταιρείας και των φυσικών προσώπων που βρίσκονται πίσω από αυτήν, αφού συναρτήθηκε με την αφερεγγυότητα και τις φορολογικές υποχρεώσεις της συνδεόμενης με την αιτήτρια εταιρείας  και όχι με το πρόσωπο του διευθυντή της.

 

Τέλος, η αιτήτρια εισηγήθηκε ότι η απόφαση ήταν αυθαίρετη και ελήφθη υπό πλάνη αφού αναφερόταν σε φορολογικές επιβαρύνσεις και οφειλές που δεν είχαν προκύψει. Είναι γεγονός ότι η εξουσία της Εφόρου στη βάση  της επίδικης πρόνοιας της περί ΦΠΑ νομοθεσίας είναι δραστική  και η άσκηση της, εφόσον γίνεται προληπτικά για διασφάλιση φόρου που δεν κατέστη ακόμα πληρωτέος, πρέπει να γίνεται με φειδώ. Η διακριτική ευχέρεια της Εφόρου πρέπει να ασκείται μόνο σε εκείνες τις ειδικές περιπτώσεις όπου έχει εξ αντικειμένου σοβαρό λόγο να πιστεύει ότι ο φόρος που θα προκύψει δυνατό να μην εισπραχθεί,  προς ζημιά βέβαια των δημοσίων εσόδων του κράτους. Εναπόκειται στον Εφορο να εκτιμήσει όλα τα στοιχεία της ερευνας του, προκειμένου να διαπιστώσει ορατό κίνδυνο και να αποφασίσει κατά πόσο θα ασκήσει την εξουσία του.

 

Με βάση την αιτιολογία που δόθηκε και την εκτίμηση της αναξιοπιστίας στις φορολογικές συναλλαγές της συνδεόμενης εταιρείας με την οποία η αιτήτρια είχαν κοινό έλεγχο από το ίδιο πρόσωπο, θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή.  Δεν στοιχειοθετείται καθεστώς νομικής ή πραγματικής πλάνης, ούτε έχω διαπιστώσει με βάση τα στοιχεία του φακέλου οποιαδήποτε υπέρβαση των ορίων της διακριτικής εξουσίας της Εφόρου.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1200 έξοδα. Η  προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.  

 

 

 

                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

ΣΦ.



*Ο περί Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ) Νόμος του 2002, Ν.148(Ι)/02.

 Ο περί Τερματισμού Απασχόλησης Νόμος Ν.24/1967 (όπως τροποποιήθηκε)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο