ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Νίκου Τσιάκκα κ.α. ν. Αρχής Ηλεκτρισμού κ.α., Υπόθεση Αρ. 495/2000, 18 Σεπτεμβρίου 2002
ΤΑΚΗΣ Ε. ΜΙΧΑΗΛ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ κ.α, Υπόθεση Αρ. 963/2004, 15 Ιουνίου 2007
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΡΥΩΝΙΔΗΣ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 72/2009, 26/10/2012
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ κ.α ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ κ.α, Υπόθεση Αρ. 922/2007, 13 Οκτωβρίου 2010
&nb sp; Υπóθεση Αρ. 2365/2006
12 Φεβρουαρίου, 2009
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO AΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΑ ΠΑΜΠΟΡΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, ΣΥΖΥΓΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΠΑΠΑΓΑΠΙΟΥ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΜΕ ΑΡ. 375/03 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΗΜΕΡ. 21/12/03
Αιτήτρια
- και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθών η αίτηση
ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 9/4/08
ΓΕΩΡΓΙΑ ΠΑΜΠΟΡΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, ΣΥΖΥΓΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΠΑΠΑΓΑΠΙΟΥ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΜΕ ΑΡ. 375/03 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΗΜΕΡ. 21/12/03
Αιτήτρια
- και -
1. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΙΜΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθών η αίτηση
..........
Σ. Νικολάου (κα) για Α. Παπαχαραλάμπους, για την αιτήτρια
Καμιά εμφάνιση, για τον καθού η αίτηση 1
Θ. Πιπερή (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθών η αίτηση 2
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά την ακόλουθη θεραπεία που παραθέτω αυτούσια:
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η διοικητική πράξη και/ή απόφαση των Καθ' ων Αίτηση, η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 10.11.2006 με αριθμό 4124 με την οποία εκδόθηκε διάταγμα απαλλοτρίωσης σύμφωνα με το άρθρο 6 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου είναι άκυρη, παράνομη και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Το Κοινοτικό Συμβούλιο Σίμου, με την απόφαση του ημερ. 1.7.03, αποφάσισε να προχωρήσει στην απαλλοτρίωση του τεμ. 289 του Φ/Σχ. ΧΧΧV/45 στη Σίμου, με σκοπό την ανέγερση σ' αυτό κοινοτικών κτιρίων.
Το τεμάχιο που επέλεξε το Κοινοτικό Συμβούλιο ελέγχθηκε από αρμόδιο λειτουργό της Επαρχιακής Διοίκησης και από τις Τεχνικές Υπηρεσίες και διαπιστώθηκε η ανάγκη απόκτησης κοινοτικών κτιρίων για την εξυπηρέτηση των κατοίκων του χωριού (κοινοτικά γραφεία, αίθουσα συνεδριάσεων, κοινόχρηστοι χώροι), καθώς και η καταλληλότητα του επιλεγέντος τεμαχίου για το σκοπό αυτό. Ακολούθως ζητήθηκε, με επιστολή ημερ. 21.10.03, από το Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας να ετοιμάσει τα απαιτούμενα σχέδια και πίνακα περιγραφής της επηρεαζόμενης ακίνητης ιδιοκτησίας.
Ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, με επιστολή του ημερ. 16.4.04, διαβίβασε τα πιο πάνω στοιχεία και με βάση αυτά το Γραφείο Επάρχου διαβίβασε, με επιστολή ημερ. 3.5.04, στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών Ειδοποίηση, σύμφωνα με το άρθρο 63(2) του περί Κοινοτήτων Νόμου (Ν86(1)/99), για δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Η Ειδοποίηση δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 3888 και ημερ. 30.7.04.
Ακολούθως ετοιμάστηκαν επιστολές με ημερ. 30.8.04 προς όλους τους επηρεαζόμενους ιδιοκτήτες, μεταξύ των οποίων και η αιτήτρια, με τις οποίες καλούνταν να υποβάλουν ένσταση μέσα σε 30 ημέρες από τη λήψη της Ειδοποίησης. Ενόψει του ότι η επίδοση των επιστολών δεν κατέστη δυνατή από τον κοινοτάρχη και σε συνέχεια της επιστολής του Έπαρχου ημερ. 4.10.04, σύμφωνα με την σχετική Νομοθεσία έγινε δημοσίευση σε δύο καθημερινές εφημερίδες στις 27.10.2004, (Φιλελεύθερος και Χαραυγή).
Ο Έπαρχος, με επιστολή του με αρ. φακ. 53/83/35/Α και ημερ. 17.1.05 και αφού δεν είχαν υποβληθεί οποιεσδήποτε ενστάσεις, διαβίβασε στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, το Διάταγμα Έγκρισης Απαλλοτρίωσης και τη σχετική Ανάληψη Υποχρέωσης από μέρους του Κοινοτικού Συμβουλίου Σίμου.
Το Διάταγμα Έγκρισης Απαλλοτρίωσης, σύμφωνα με το άρθρο 63(4) των περί Κοινοτήτων Νόμων, δημοσιεύτηκε ως Α.Δ.Π. 834 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4027 και ημερ. 2.9.2005. Στη συνέχεια, δημοσιεύτηκε η Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης ως Α.Δ.Π. 1109 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4049 και ημερ. 1.11.05.
Ακολούθως ετοιμάστηκαν επιστολές ημερ. 20.12.05 προς όλους τους επηρεαζόμενους ιδιοκτήτες, με τις οποίες καλούνταν να υποβάλουν ένσταση μέσα σε ένα μήνα από τη λήψη της επιστολής. Η επίδοση των επιστολών και πάλιν δεν κατέστη δυνατή από τον κοινοτάρχη και τότε, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία, έγινε δημοσίευση σε δύο καθημερινές εφημερίδες στις 12.1.2006 (Φιλελεύθερος και Χαραυγή).
Ο Έπαρχος, με επιστολή του με αρ. φακ. 53/83/35/Α και ημερ. 17.2.06, και αφού δεν είχαν υποβληθεί οποιεσδήποτε ενστάσεις, διαβίβασε στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης. Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, με επιστολή του με αρ. φακ. 19.19.15.109 και ημερ. 3.8.06, διαβίβασε στον Έπαρχο Πάφου, ζητώντας τις απόψεις του, αντίγραφα επιστολών με ημερ. 18.7.06 και 26.7.06 της αιτήτριας, Γεωργίας Παμπόρη, εκ μέρους όλων των νόμιμων κληρονόμων του κτήματος με αρ. 289, Φ/Σχ. 35/45 και 46 στη Σίμου, στις οποίες η αιτήτρια παρέθετε τους λόγους για τους οποίους, δεν υπέβαλε έγκαιρα την ένσταση της. Ο Έπαρχος, με επιστολή του ημερ. 20.9.06 προς τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, εξέφρασε τις θέσεις του αναφορικά με τους ισχυρισμούς της ενισταμένης αιτήτριας.
Η ένσταση εξετάσθηκε και κατόπιν σχετικής γνωμάτευσης του Γενικού Εισαγγελέα, αυτή δεν έγινε δεκτή για το λόγο ότι υποβλήθηκε εκπρόθεσμα. Ακολούθως, δημοσιεύτηκε το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης ως Α.Δ.Π. 1075 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4124 και ημερ. 10.11.06.
Ο Έπαρχος, με επιστολή του ημερομηνίας 20.9.2006 προς τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, εξέφρασε τις θέσεις του αναφορικά με τους ισχυρισμού της ενισταμένης ατήτριας.
Η ένσταση εξετάσθηκε και κατόπιν σχετικής γνωμάτευσης του Γενικοί Εισαγγελέα, αυτή δεν έγινε δεκτή για το λόγο ότι υποβλήθηκε εκπρόθεσμα. Ακολούθως, δημοσιεύτηκε το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης ως Α.Δ.Π. 1075 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ 4124 και ημερομηνία 10.11.06 και στις 15/12/06 καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση αρ. 2 προβάλλει προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από το Κοινοτικό Συμβούλιο Σίμου (καθού η αίτηση αρ. 1) και όχι από τον Υπουργό Εσωτερικών εναντίον του οποίου στρέφεται η παρούσα προσφυγή και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
Για την ουσία της προσφυγής ο συνήγορος της αιτήτριας προβάλλει τους εξής ισχυρισμούς: (α) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας ως προς την ανεύρεση των συνιδιοκτητών της επίδικης ακίνητης ιδιοκτησίας, (β) ότι ήταν λανθασμένα τα στοιχεία της γνωστοποίησης για την απαλλοτρίωση, (γ) ότι υπήρξαν παραλείψεις σε σχέση με την εφαρμογή των σχετικών προνοιών της νομοθεσίας, (δ) ότι παραβιάσθηκε η αρχή της νομιμότητας και ουσιώδης τύπος γιατί δεν έγινε έρευνα για την εξακρίβωση των διευθύνσεων των νόμιμων κληρονόμων της επίδικης ακίνητης περιουσίας, (ε) έλλειψη αιτιολογίας και/ή μη δέουσα αιτιολογία, (στ) υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας, και (ζ) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της ισότητας.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Η ύπαρξη προδικαστικής ένστασης επιβάλλει την εξέταση της, κατά σειρά προτεραιότητας, αφού η τυχόν αποδοχή της θα καθορίσει τελικά το αποτέλεσμα ολόκληρης της προσφυγής. Με αυτή η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση αρ. 2 προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από το Κοινοτικό Συμβούλιο Σίμου και όχι από τον Υπουργό Εσωτερικών εναντίον του οποίου στρέφεται η παρούσα προσφυγή, και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Η άποψη μου, ενόψει και της τροποποίησης του τίτλου που μεσολάβησε, είναι ότι η προδικαστική ένσταση ευσταθεί αφού, στην παρούσα περίπτωση, αποκλειστικό όργανο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης είναι το Κοινοτικό Συμβούλιο Σίμου. Η συγκατάθεση του Έπαρχου, ως αρμόδιος Λειτουργός του Υπουργείου Εσωτερικών, έχει απλώς τυπική μορφή και δεν συνιστά ούτε μέρος της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης, αλλά ούτε αυτοτελή εκτελεστή διοικητική απόφαση. Σχετικά με το ζήτημα ο Ηλιάδης, Δ., στην πρόσφατη απόφαση του, Τάκης Μιχαήλ ν. ΑΗΚ κ.ά., υποθ.αρ.963/04, ημερ. 15.6.2007, τόνισε ότι:
«Εκ μέρους του δικηγόρου του καθ'ου η αίτηση 2 προβάλλεται προδικαστική ένσταση σύμφωνα με την οποία η συγκατάθεση του Επάρχου δεν συνιστά αυτοτελή εκτελεστή πράξη και δεν μπορεί να προσβληθεί αυτοτελώς, αφού πρόκειται για συγκατάθεση που συνιστούσε προϋπόθεση για τη διέλευση του ηλεκτρικού ρεύματος από την ακίνητη ιδιοκτησία του αιτητή.
Η πιο πάνω εισήγηση είναι ορθή. Από τη διατύπωση της θεραπείας που επιζητείται φαίνεται ότι μοναδικό αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η συγκατάθεση του Επάρχου για την εκτέλεση της απόφασης της καθ'ης η αίτηση 1 για την τοποθέτηση του ηλεκτρικού δικτύου. Όμως, όπως έχει ήδη αποφασιστεί σε τρεις παρόμοιες περιπτώσεις από το Ανώτατο Δικαστήριο, η συγκατάθεση του Επάρχου δεν συνιστά εκτελεστή πράξη και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αυτοτελούς αναθεωρητικού ελέγχου. Η έγκριση του Επάρχου συνιστά προϋπόθεση της απόφασης της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, η οποία είναι η μόνη εκτελεστή και μόνο μέσα στα πλαίσια προσφυγής εναντίον της τελευταίας αυτής απόφασης είναι δυνατός ο έλεγχος και της συγκατάθεσης του Επάρχου (βλ. Νίκος Τσιάκκας κ.ά. ν. Α.Η.Κ. κ.ά., Υπόθεση Αρ. 107/2004, της 24/5/005, Χαράλαμπος Σ. Ιωαννίδης ν. Α.Η.Κ. κ.ά., Υπόθεση Αρ. 678/2002, της 7/5/2004 και Νίκος Τσιάκκας κ.ά. ν. Α.Η.Κ. κ.ά., Υπόθεση Αρ. 495/2000, της 18/9/2002). Όπως τονίστηκε στην Τσιάκκας (αρ. 495/2000, πιο πάνω),
«Απασχόλησε κατ' αρχάς, προς διευκρίνιση του αντικειμένου, ο συσχετισμός μεταξύ της απόφασης της Α.Η.Κ. για την εγκατάσταση του αγωγού και της συγκατάθεσης του Επάρχου. Είναι νομίζω προφανές πως εκτελεστή είναι μόνο η απόφαση της Α.Η.Κ., κατόπιν της τελείωσής της με την απαιτούμενη συγκατάθεση του Επάρχου, η οποία συνιστούσε προϋπόθεση. Σε αυτό το πλαίσιο ελέγχεται βέβαια και η συγκατάθεση με αναφορά στα ερείσματα και το περιεχόμενό της. Εξετάζεται λοιπόν η προσφυγή με αντικείμενο την απόφαση της Α.Η.Κ., ενώ σε ό,τι αφορά το μέρος που στρέφεται κατά της Δημοκρατίας θεωρείται απαράδεκτη.»
Έτσι κατά την άποψη μου η παρούσα προσφυγή σε σχέση με τον καθ' ου η αίτηση αρ. 2, θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και παραμένει ως προς το καθ' ου η αίτηση αρ.1 Κοινοτικό Συμβούλιο.
Είναι κατάλληλο το στάδιο να σημειώσω ότι μετά την τροποποίηση του τίτλου της προσφυγής και την προσθήκη του Κοινοτικού Συμβουλίου Σίμου ως καθού η αίτηση αρ.1, το τελευταίο, παρόλο που η προσφυγή του επιδόθηκε δεόντως, δεν εμφανίστηκε στην παρούσα διαδικασία. Έτσι από πλευράς καθ' ου η αίτηση αρ. 1 δεν έχω οτιδήποτε που να υποστηρίζει την προσβαλλόμενη απόφαση.
Ο συνήγορος της αιτήτριας, μεταξύ άλλων λόγων, προβάλλει και τον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας ως προς την ανεύρεση των συνιδιοκτητών της επίδικης ακίνητης ιδιοκτησίας και έτσι εσφαλμένα έκριναν και την ένσταση της εκπρόθεσμη. Η άποψη μου είναι ότι αυτός ο λόγος ακυρώσεως ευσταθεί. Είναι γεγονός ότι από το σχετικό φάκελο (Κυανούν 34) προκύπτει ότι με επιστολή του Επάρχου προς Πρόεδρο Κοινοτικού Συμβουλίου Σίμου ημερ. 30.8.2004 του αποστέλλονται οι επιστολές ειδοποιήσεως προς την αιτήτρια και τους άλλους ενδιαφερόμενους (Κυανούν 33 έως 21) για να φροντίσει για την επίδοση τους. Η επιστολή προς την αιτήτρια Γεωργία Παμπόρη, Προπυλαίων 17, Παλλουριώτισσα είναι το κυανούν 30. Προκύπτει ότι μετά, που σύμφωνα με τον ισχυρισμό των καθ' ων η αίτηση αρ. 2, δεν κατέστη δυνατή η προσωπική επίδοση των επίδικων ειδοποιήσεων, βάσει της σχετικής νομοθεσίας ο Έπαρχος με επιστολή του ημερ.4.10.2004 προς τον Πρόεδρο Κοινοτικού Συμβουλίου Σίμου, του δίνει οδηγίες να προχωρήσει στις αναγκαίες δημοσιεύσεις και ενέργειες ώστε οι ενδιαφερόμενοι να λάβουν γνώση.
Είναι γεγονός ότι σύμφωνα με τον περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμο του 1962 (όπως τροποποιήθηκε, μεταξύ άλλων και με το Νόμο 135(1)/99. άρθρο 4) διαλαμβάνεται ότι η Απαλλοτριούσα Αρχή μεριμνά για την επίδοση αντιγράφου της δημοσιευθείσας γνωστοποιήσεως απαλλοτριώσεως στο κάθε ενδιαφερόμενο μέρος και ότι εκεί «που καθίσταται αδύνατη η επίδοση λόγω μη ανεύρεσής του και η τοπική αρχή επιβεβαιώνει ότι έγινε κάθε δυνατή προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή» μπορεί να γίνει η δημοσίευση σε δύο τουλάχιστον καθημερινές εφημερίδες που κυκλοφορούν στην επαρχία όπου βρίσκεται η ακίνητη ιδιοκτησία. Εδώ δεν υπάρχει οποιοσδήποτε εκ μέρους του καθ' ου η αίτηση αρ. 1 που να ικανοποιεί το δικαστήριο ότι έκανε την κάθε δυνατή προσπάθεια για επίδοση της γνωστοποιήσεως και στην αιτήτρια. Βέβαια στο διοικητικό φάκελο (τεκμ. 1) Κυανούν 187 ο πρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου Σίμου αναφέρει ότι «δεν κατέστη δυνατή η επίδοση». Όμως δεν αναφέρει ότι κατεβλήθη «κάθε δυνατή προσπάθεια». Επομένως κρίνω ότι δεν υπήρχε συμμόρφωση με την πρόνοια του Νόμου και αυτό επηρεάζει και το δικαίωμα της αιτήτριας για έγκαιρη ένσταση. Καταλήγω λοιπόν ότι δεν έχει γίνει η δέουσα έρευνα για εντοπισμό των ενδιαφερομένων μερών, ιδιαίτερα της αιτήτριας, ούτως ώστε να μπορούσε να θεωρηθεί αρκετή η δημοσίευση τους σε δυο καθημερινές εφημερίδες.
Ενόψει των πιο πάνω καταλήγω ότι η προσφυγή επιτυγχάνει γι' αυτό το λόγο και επομένως δεν το θεωρώ αναγκαίο να εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1300 έξοδα υπέρ της αιτήτριας και εναντίον του καθ΄ου η αίτηση αρ. 1 Κοινοτικού Συμβουλίου Σίμου. Αναφορικά με τον καθ' ου η αίτηση αρ. 2 η προσφυγή απορρίπτεται αλλά κάτω από τις περιστάσεις χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται σύμφωνα με Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑς