ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Υπόθεση Αρ. 1581/2007)
5 Φεβρουαρίου, 2009
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΕΤΡΟΣ ΚΩΜΟΔΡΟΜΟΣ,
Αιτητής,
ν.
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Α. Τριανταφυλλίδης, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, προσβάλλεται η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 11.7.2007 με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος Δέσπω Φάττα-Κάσινου ανελίχθηκε στη βαθμίδα/θέση Επίκουρου Καθηγήτριας στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος των καθ΄ ων η αίτηση.
Η διαδικασία για την ανέλιξη του ακαδημαϊκού προσωπικού του Πανεπιστημίου Κύπρου, («το Πανεπιστήμιο»), διέπεται από τους περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Εκλογή, Ανέλιξη και Ανανέωση Συμβάσεων Ακαδημαϊκού Προσωπικού) (Τροποποιητικούς) Κανονισμούς, ΚΔΠ 145/2001 και από τον Κώδικα Δεοντολογίας αναφορικά με τη σύσταση και λειτουργία Ειδικών Επιτροπών για Ανελίξεις και Εκλογές Ακαδημαϊκού Προσωπικού.
Τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος, διορίστηκαν στη βαθμίδα του Λέκτορα στο Πανεπιστήμιο (Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος) από 1.9.2003. Αφού συμπλήρωσαν τρία έτη υπηρεσίας στην εν λόγω βαθμίδα, υπέβαλαν αίτηση για ανέλιξη, σύμφωνα με τον Καν. 9(1) της ΚΔΠ 145/01.
Η Σύγκλητος κατά τη συνεδρία της ημερ. 4 Οκτωβρίου, 2006 προέβη στη σύσταση Ειδικής Επιτροπής για την αξιολόγηση και ανέλιξη του ενδ. μέρους στη θέση Επίκουρου Καθηγήτριας στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος.
Η Ειδική Επιτροπή εισηγήθηκε ομόφωνα την ανέλιξη του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Επίκουρου Καθηγήτριας. Το Εκλεκτορικό Σώμα κατά τη συνεδρία του ημερ. 21 Ιουνίου 2007 ομόφωνα αποφάσισε την ανέλιξη του ενδιαφερόμενου μέρους στην προαναφερόμενη θέση. Ομόφωνη ήταν και η απόφαση της Συγκλήτου ημερ. 4 Ιουλίου 2007 για το ίδιο θέμα. Η Επιτροπή Προσωπικού και Κανονισμών του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου επικύρωσε και αυτή ομόφωνα την απόφαση της Συγκλήτου για την ανέλιξη του ενδιαφερόμενου μέρους στην εν λόγω θέση.
Η αξιολόγηση για την ανέλιξη του αιτητή στη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή, έγινε στα πλαίσια άλλης, χωριστής διαδικασίας και υπό διαφορετική σύνθεση Ειδικής Επιτροπής.
Υποβάλλεται από πλευράς αιτητή, ότι η απόφαση για την ανέλιξη του ενδ. μέρους στη θέση Επίκουρου Καθηγητή είναι το αποτέλεσμα πάσχουσας διαδικασίας και ότι, με την προσβαλλόμενη απόφαση πλήττεται άμεσα το έννομο συμφέρον του καθότι, από τη θέση του Επίκουρου Καθηγητή, η οποία είναι ιεραρχικά ανώτερη από τη θέση του Λέκτορα, το ενδιαφερόμενο μέρος δικαιούται να λαμβάνει μέρος στη λήψη αποφάσεων κατά τη διαδικασία αξιολόγησης της ανέλιξης του αιτητή. Αυτό έχει ήδη συμβεί με τη συμμετοχή του ενδιαφερόμενου μέρους στο Εκλεκτορικό Σώμα της Πολυτεχνικής Σχολής στις 14.9.2007 όπου, στα πλαίσια διαδικασίας αξιολόγησης της ανέλιξης του αιτητή, τάχθηκε εναντίον τόσο της ανέλιξης του όσο και της ανανέωσης της σύμβασης για την παραμονή του στη βαθμίδα του Λέκτορα. Η πάσχουσα διαδικασία ανέλιξης του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση του Επίκουρου Καθηγητή συνέτεινε ώστε ο αιτητής να βρεθεί σε δυσμενή θέση.
Οι καθ΄ ων η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος για προσβολή της επίδικης απόφασης. Υποβάλλουν ότι η διαδικασία, στα πλαίσια της οποίας λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, αφορούσε αποκλειστικά στην αξιολόγηση της ανέλιξης του ενδιαφερόμενου μέρους για τη θέση Επίκουρου Καθηγητή στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος. Η αξιολόγηση της ανέλιξης του αιτητή για την ίδια θέση, έγινε στα πλαίσια ξεχωριστής διαδικασίας από Ειδική Επιτροπή υπό άλλη σύνθεση. Και εφόσον ο αιτητής δεν ήταν αξιολογούμενος στη διαδικασία δεν τον αφορούσε ούτε η προσβαλλόμενη απόφαση η οποία, εν πάση περιπτώσει, δεν προσβάλλει οποιοδήποτε συμφέρον του υλικό ή ηθικό, παρόν ή προβλεπτό.
Η θέση του αιτητή επί της προδικαστικής ένστασης είναι ότι τόσο αυτός όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος, διορίστηκαν την ίδια ημερομηνία στη βαθμίδα του Λέκτορα. Η αξιολόγησή τους για ανέλιξη στη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή άρχισε την ίδια ημέρα με ξεχωριστές διαδικασίες που προχώρησαν παράλληλα μέχρι την ανέλιξη του ενδιαφερόμενου μέρους στη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή χωρίς όμως να είχε μέχρι τότε συμπληρωθεί και η διαδικασία σχετικά με τη δική του ανέλιξη. Ο αιτητής εισηγείται πως με αυτά τα δεδομένα, διατηρεί ηθικό έννομο συμφέρον προσβολής της επίδικης απόφασης η οποία, με την παράνομη προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους, ανέτρεψε τη μεταξύ τους ιεραρχία ενώ κατ΄ άνιση μεταχείριση και μεροληπτικά δεν συμπληρώθηκε η διαδικασία που αφορά στην αξιολόγηση της δικής του ανέλιξης με αποτέλεσμα το ενδιαφερόμενο μέρος, μέσα από πάσχουσα διαδικασία βρέθηκε σε ιεραρχικά ανώτερη βαθμίδα.
Είναι γεγονός ότι ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος αξιολογήθηκαν για σκοπούς ανέλιξης με ξεχωριστές και ανεξάρτητες μεταξύ τους διαδικασίες και χωρίς να υπήρχε το στοιχείο της σύγκρισης. Είναι επίσης γεγονός ότι κατά το χρόνο που υπέβαλαν αίτηση για αξιολόγηση, βρίσκονταν στην ίδια βαθμίδα της ιεραρχίας και ήταν προσοντούχοι για ανέλιξη στην αμέσως επόμενη βαθμίδα. Η ανέλιξη του ενδιαφερόμενου μέρους στη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή συνεπάγεται μισθολογικά και άλλα ωφελήματα και προνόμια και οπωσδήποτε προβάδισμα στην ιεραρχία έναντι του αιτητή. Αυτά ακριβώς τα δεδομένα, συνιστούν επαρκώς λόγο στοιχειοθέτησης εννόμου συμφέροντος του αιτητή για προσβολή της επίδικης απόφασης εφόσον δι΄ αυτής, ανατράπηκε σε βάρος του η αμέσως πριν από την απόφαση υπάρχουσα μεταξύ τους έννομη σχέση. Σχετικό επί του θέματος είναι το πιο κάτω απόσπασμα από το Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου του Επαμ. Σπηλιωτόπουλου που αναφέρει:
«Το έννομο συμφέρον αφορά κάθε νομική ή πραγματική κατάσταση που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, από την οποία ο αιτών, βάσει ενός ειδικού δεσμού αντλεί ωφέλεια, η οποία θίγεται αμέσως ή εμμέσως από την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη, δηλαδή μεταβλήθηκε ή δε ρυθμίστηκε, με συνέπεια την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης σ΄ αυτόν.»
Για το ίδιο θέμα βλ. επίσης Χαρ. Σουρουλλά κα ν. ΕΔΥ, συνεκδ. υποθ. αρ. 424/04 και 430/04, ημερ. 10.10.2005, Κουτσού ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1085/91, ημερ. 30.11.1992 και Λοχίας Γεωργίου κα ν. Παναγή κα & Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 81.
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι πάσχει η σύσταση της Ειδικής Επιτροπής η οποία αποφάσισε την ανέλιξη του ενδιαφερόμενου μέρους επειδή ο κατάλογος με τα ονόματα των Καθηγητών δεν ετοιμάστηκε από το Συμβούλιο του Τμήματος αλλά από τον Πρόεδρο του κ. Παπαναστασίου.
Ο Καν. 7(3) της ΚΔΠ 145/01 προνοεί:
«7. (3) Η επιλογή των μελών της Επιτροπής γίνεται από κατάλογο που περιλαμβάνει τα ονόματα τεσσάρων καθηγητών από πανεπιστήμια του εξωτερικού και τα ονόματα έξι μελών του ακαδημαϊκού προσωπικού του Πανεπιστημίου Κύπρου, τον οποίο υποβάλλει το Συμβούλιο του οικείου τμήματος στη Σύγκλητο μέσω του Συμβουλίου της οικείας Σχολής.»
Ο Κανονισμός δεν προβλέπει ειδική μέθοδο ετοιμασίας του καταλόγου των ονομάτων των καθηγητών. Στην προκείμενη περίπτωση, ο κατάλογος ετοιμάστηκε από τον Πρόεδρο του Τμήματος. Τα μέλη του Συμβουλίου προδήλως συμφώνησαν με τα ονόματα του καταλόγου και ακολούθως επικυρώθηκαν από τη Σύγκλητο. Με αυτά τα δεδομένα υπόψη, δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε παρανομία αναφορικά με την ετοιμασία του καταλόγου.
Ο αιτητής ισχυρίζεται περαιτέρω ότι υπήρξε παραβίαση του Καν. 7(3) που αφορά στην επιλογή της Ειδικής Επιτροπής. Λέγει συναφώς ότι η επιλογή της Συγκλήτου για την Ειδική Επιτροπή έπρεπε να είχε γίνει από κατάλογο έξι ονομάτων, μελών του Πανεπιστημίου Κύπρου. Αντί αυτού, η επιλογή έγινε από κατάλογο δύο ονομάτων.
Οι καθ΄ ων η αίτηση απαντούν ότι το Συμβούλιο του οικείου Τμήματος, πρότεινε κατάλογο ονομάτων τεσσάρων μελών του ακαδημαϊκού προσωπικού του Πανεπιστημίου Κύπρου και έξι καθηγητών από πανεπιστήμια του εξωτερικού επειδή δεν υπήρχαν άλλα μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού του Τμήματος με συνάφεια αντικειμένου ευρύτερου επιπέδου της ειδικότητας του ενδιαφερόμενου μέρους και ως εκ τούτου, το Συμβούλιο στην προσπάθειά του να συμμορφωθεί με τον Κώδικα Δεοντολογίας, πρότεινε τα ονόματα έξι καθηγητών από το εξωτερικό και τεσσάρων από το Πανεπιστήμιο Κύπρου. Οι καθ΄ ων η αίτηση εισηγούνται ότι αυτή η απόκλιση από τον κανονισμό είναι επουσιώδης και δεν επηρεάζει το κύρος της προσβαλλόμενης απόφασης.
Δεν θα συμφωνήσω με την τελευταία εισήγηση. Εχω τη γνώμη ότι η παρέκκλιση από τον κανονισμό είναι ουσιώδης εφόσον οι αριθμοί καθορίζονται ρητά στον Κανονισμό χωρίς περιθώριο παρέκκλισης. Και αν ακόμα η θέση τους είναι ορθή, έχω τη γνώμη ότι η συγκεκριμένη προπαρασκευαστική πράξη πάσχει νομικά γιατί δεν καταγράφεται στα πρακτικά ή σε άλλο έγγραφο η αιτιολογία για την παρέκκλιση. Είναι γνωστό ότι ισχυρισμοί οι οποίοι προβάλλονται εκ των υστέρων από τους δικηγόρους των διαδίκων χωρίς να υποστηρίζονται από τα πρακτικά δεν λαμβάνονται υπόψη εφόσον δεν αποτελούν μέρος της επίδικης απόφασης.
Ενόψει της πιο πάνω διαπίστωσης θεωρώ ότι παρέλκει η εξέταση των υπόλοιπων λόγων ακύρωσης εφόσον η παρανομία της προπαρασκευαστικής πράξης άπτεται του κύρους και των πράξεων που ακολούθησαν συμπεριλαμβανομένης και της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται υπέρ του αιτητή €1500 έξοδα συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.