ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 4 ΑΑΔ 833

30 Σεπτεμβρίου, 2008

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

K. KALLIS ESTATES LTD,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 291/2007)

 

Δεδικασμένο ― Δεδικασμένο από ακυρωτική απόφαση ― Όροι δημιουργίας του ― Η δυνατότητα επαναδιερεύνησης της υπόθεσης από τη διοίκηση, κατά την επανεξέταση που ακολουθεί την ακυρωτική απόφαση.

Διοικητικό Δίκαιο ― Η αρχή της καλής πίστης ― Περιστάσεις, υπό τις οποίες κρίθηκε ότι δεν αλλοιώθηκε ευνοϊκή υπέρ του διοικουμένου κατάσταση, στην εξετασθείσα υπόθεση.

Πολεοδομία και Χωροταξία ― Αίτηση για πολεοδομική άδεια ― Όροι νομιμότητας της απόρριψής της ― Δεν παραβιάστηκαν στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.

Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της απόρριψης της αίτησής τους, για χορήγηση πολεοδομικής άδειας αλλαγής χρήσης του ακινήτου τους. Είχε προηγηθεί ακύρωση της αρχικής απόρριψης μίας όμοιας αίτησης των αιτητών.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.  Οι ακυρωτικές αποφάσεις του Δικαστηρίου, αποτελούν δεδικασμένο, αναφορικά με το κριθέν και μόνο, ζήτημα.  Ως κριθέν δε ζήτημα, θεωρείται εκείνο το οποίο, αφού διαγνώστηκε και κρίθηκε, αποτέλεσε το αναγκαίο στήριγμα του γενομένου από την απόφαση δεκτού ως συμπεράσματος, όχι όμως και άλλα περιστατικά, απλώς αναφερόμενα και μη αναγκαία για τη συναγωγή του συμπεράσματος, όπως διατυπώνεται στο διατακτικό της απόφασης.

     Στην επανεξέταση που ακολουθεί στη βάση του ακυρωτικού αποτελέσματος, το διοικητικό όργανο διατηρεί την ευχέρεια να προβαίνει σε διερεύνηση ενός θέματος, όπου κρίνει μια τέτοια ενέργεια σκόπιμη, χωρίς να επηρεάζεται η νομολογιακά αναγνωρισμένη δυνατότητα του διοικητικού οργάνου, να επαναδιερευνά όταν διαπιστώνεται λόγος.

     Οι καθ' ων η αίτηση εν προκειμένω, είχαν την ευχέρεια να απορρίψουν την αίτηση για τους λόγους άρνησης χορήγησής της που θέτουν και που έκριναν σκόπιμους μετά από δέουσα έρευνα στην οποία προέβηκαν και εφ' όσον οι λόγοι αυτοί δεν προϋπήρχαν στην αρχική πράξη και δεν κρίθηκαν παράνομοι από το δικαστήριο στην προσφυγή 696/05.

2.  Η επίδικη οικοδομή μπορούσε να χρησιμοποιείται ως κατοικία, βάσει της άδειας οικοδομής που είχε εκδοθεί.  Η μακροχρόνια χρήση της οικοδομής ως μουσικοχορευτικού κέντρου, χωρίς την έκδοση πολεοδομικής άδειας, αλλά και άδειας οικοδομής που να εξουσιοδοτεί αυτή τη μετατροπή, καθιστά τη χρήση αυθαίρετη και παράνομη και συνεπώς δεν τίθεται θέμα παράλειψης της Πολεοδομικής Αρχής να λάβει υπόψη ευνοϊκή κατάσταση υπέρ των αιτητών.

3.  Οι αιτητές υποστηρίζουν ακόμα έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας, για την παρέκκλιση των καθ' ων η αίτηση από την άποψη του Κ.Ο.Τ..  Καθήκον της πολεοδομικής αρχής είναι η αξιολόγηση όλων των ουσιωδών στοιχείων, μεταξύ των οποίων και αυτά τα οποία παρέχονται από αρμόδιες υπηρεσίες, πριν καταλήξει στην απόφασή της.  Συνεπώς, δεν τίθεται θέμα υποχρέωσής της να αιτιολογήσει την παρέκκλισή της από τις απόψεις του Κ.Ο.Τ. γιατί, από τη μια δεν δεσμεύεται από αυτές και δεύτερο γιατί η αίτηση απορρίφθηκε για λόγους άλλους, από αυτούς που εξέφρασε προκαταρκτικά ο Κ.Ο.Τ.

4.  Οι καθ' ων η αίτηση εξηγούν με σαφήνεια την κρίση τους, γιατί η αιτούμενη πολεοδομική ανάπτυξη δεν πληροί συγκεκριμένες διατάξεις της Δήλωσης Πολιτικής. 

5.  Εφόσον το έντυπο ζητούσε από τους αιτητές να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με την υδροδότηση των τεμαχίων τους, εναπόκειται στους ίδιους να παράσχουν στην πολεοδομική αρχή ορθές και πλήρεις πληροφορίες για την υδροδότηση του τεμαχίου τους.  Στην απουσία εκπλήρωσης της υποχρέωσης αυτής ο λόγος άρνησης χορήγησης άδειας (503) είναι πρόδηλα νόμιμος.  Η διοίκηση δεν υποχρεούται σε έρευνα, πέραν των στοιχείων που οι ίδιοι οι αιτητές έδωσαν, στοιχεία που ήταν αναληθή.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054,

Παπαδάτου ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (1999) 3 Α.Α.Δ. 230,

Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (2001) 3 Α.Α.Δ. 19,

Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Δαβερώνα κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 147,

Παπαδόπουλος ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601,

Ναζίρης ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 38,

Χατζηγέρου ν. Α.Η.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 345,

Μυλωνάς ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (1997) 3 Α.Α.Δ. 332.

Προσφυγή.

Λ. Γεωργίου, για τους Αιτητές.

Δ. Λυσάνδρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές αξιώνουν ακύρωση της απόφασης της πολεοδομικής αρχής ημερ. 30.11.2006, σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε και πάλι η αίτησή τους για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για αλλαγή χρήσης από κατοικία σε μουσικοχορευτικό κέντρο, σε σχέση με τεμάχιό τους στο χωριό Τσέρι. Η διαδικασία προέκυψε ύστερα από επανεξέταση.

Οι αιτητές είναι ιδιοκτήτες τεμαχίου που βρίσκεται στο Τσέρι της επαρχίας Λευκωσίας, στην πολεοδομική ζώνη Γ3, όπου η επικρατούσα χρήση είναι γεωργική.

Στις 30.4.2004, οι αιτητές είχαν υποβάλει αίτηση στην πολεοδομική αρχή για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας για μετατροπή της χρήσης από κατοικία σε μουσικοχορευτικό κέντρο, αίτηση η οποία απορρίφθηκε στις 7.4.2005. Οι αιτητές κατέφυγαν, με την προσφυγή υπ' αρ. 696/05, στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο ακύρωσε την πιο πάνω απόφαση.

Κατά την επανεξέταση η αίτηση και πάλι απορρίφθηκε για τέσσερις λόγους:

(500)          Δεν τηρούνται οι πρόνοιες της παραγράφου 1(α), της Πολιτικής 9 (Ξ), της Δήλωσης Πολιτικής, σε σχέση με τη χωροθέτηση της ανάπτυξης.

(501)          Η προτεινόμενη ανάπτυξη, δεν εμπίπτει στις αναπτύξεις που περιγράφονται στην παράγραφο 9.10.1 που αναφέρεται στις παρόδιες διευκολύνσεις για την εξυπηρέτηση και παροχή υπηρεσιών σε διερχόμενους ταξιδιώτες, οι οποίες θα μπορούσαν, υπό προϋποθέσεις, να εγκριθούν με βάση τις πρόνοιες της Πολιτικής 9 (Λ), της Δήλωσης Πολιτικής.

(502)          Στο τεμάχιο δεν εξασφαλίστηκαν το απαραίτητο οδικό δίκτυο και δημόσιος χώρος πρασίνου, τα οποία ούτε και προνοούνται στα σχέδια που υποβλήθηκαν. Για τη διεύρυνση του εφαπτόμενου δρόμου είχε τεθεί όρος παραχώρησης και κατασκευής με την αρχική άδεια οικοδομής για το υφιστάμενο κτίριο, η οποία άδεια εφαρμόστηκε μερικώς με την ανέγερση μόνο της οικοδομής.

(503)          Στο έντυπο της αίτησης δηλώνεται δημόσια υδατοπρομήθεια, ενώ το τεμάχιο βρίσκεται εκτός των ορίων υδατοπρομήθειας.

Οι αιτητές επικαλούνται παραβίαση του δεδικασμένου που απορρέει από την απόφαση στην προσφυγή τους με αριθμό 696/05 γιατί, (α), οι λόγοι άρνησης χορήγησης πολεοδομικής άδειας, οι οποίοι παρατίθενται στην προσβαλλόμενη πράξη είναι οι ίδιοι με τους απορριπτικούς λόγους που κηρύχθηκαν άκυροι από την πιο πάνω δικαστική απόφαση και (β), οι καθ' ων η αίτηση επανεξέτασαν την υπόθεση εφ' όλης της ύλης, με αποτέλεσμα να έχουν απορρίψει την πολεοδομική τους αίτηση και για λόγους για τους οποίους δεν είχε δημιουργηθεί δεδικασμένο.

Και τα δύο επιχειρήματα θα πρέπει να απορριφθούν. Το Ανώτατο Δικαστήριο βασικά κατέληξε στην ακύρωση της πρώτης απόφασης των καθ' ων γιατί έκρινε ότι η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής, επί της οποίας βασίστηκε η προσβαλλόμενη τότε απόφαση της πολεοδομικής αρχής, ήταν άσχετη με την πολεοδομική αίτηση και ως εκ τούτου λανθασμένα θεωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση ως ουσιώδης παράγων για την απόρριψη της αίτησής τους. Ομοίως άσχετα ήταν και τα τρία θέματα που αναφέρονταν στις σημειώσεις των απορριπτικών λόγων.

Το δικαστήριο δεν έκρινε ως εσφαλμένο τον πρώτο απορριπτικό λόγο και συνεπώς δεν συνιστά δεδικασμένο ως προς τη δυνατότητα επανάληψής του στην επίδικη απόφαση. Στην απόφασή του παρατήρησε υπό τύπο σχολίου (obiter dictum) ότι αν οι καθ' ων η αίτηση δεν λάμβαναν υπ' όψιν τους, λανθασμένα, το δεύτερο λόγο και τις σημειώσεις, θα ήταν ίσως δυνατόν να παρακαμφθεί ο πρώτος λόγος άρνησης, με κάποιο τρόπο, όπως με χαλάρωση. Το δικαστήριο δεν μπορούσε να εκτιμήσει τη βαρύτητα που οι καθ' ων η αίτηση απέδωσαν, λανθασμένα, στην προαναφερόμενη απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής, αλλά και στα θέματα που αναφέρονταν στις σημειώσεις επί των λόγων άρνησης χορήγησης της άδειας. Γι' αυτό είχε κρίνει ότι δεν ήταν ορθό να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση μόνο για τον πρώτο λόγο άρνησης, χωρίς να ληφθεί υπ' όψιν ο δεύτερος λόγος και οι σημειώσεις.

Οι ακυρωτικές αποφάσεις του Δικαστηρίου αποτελούν δεδικασμένο, αναφορικά με το κριθέν και μόνο, ζήτημα. Ως κριθέν δε ζήτημα θεωρείται εκείνο το οποίο, αφού διαγνώστηκε και κρίθηκε, αποτέλεσε το αναγκαίο στήριγμα του γενομένου από την απόφαση δεκτού ως συμπεράσματος, όχι όμως και άλλα περιστατικά, απλώς αναφερόμενα και μη αναγκαία για τη συναγωγή του συμπεράσματος όπως διατυπώνεται στο διατακτικό της απόφασης (βλέπε μεταξύ άλλων Pieris v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 1054, Παπαδάτου ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (1999) 3 Α.Α.Δ. 230 και Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (2001) 3 Α.Α.Δ. 19, 25-26).

Ως προς τον ισχυρισμό των αιτητών ότι ο λόγος απόρριψης (501) της προσβαλλόμενης απόφασης είναι ίδιος με τους λόγους που απορρίφθηκε η προηγούμενη απόφαση των καθ' ων κατά παράβαση του δεδικασμένου, παρατηρώ ότι δεν τίθεται τέτοιο θέμα μιας και αυτός ο λόγος δεν χρησιμοποιήθηκε την πρώτη φορά, αλλά τέθηκε μόνο στην προσβαλλόμενη απόφαση. Ως προς τους λόγους απόρριψης (502) και (503) θα πρέπει να λεχθεί ότι δεν έχουν τεθεί στην πρώτη απορριφθείσα απόφαση των καθ' ων η αίτηση.  Προφανώς οι αιτητές αναφέρονται στις «σημειώσεις» της πρώτης απόφασης, οι οποίες κρίθηκαν από το Δικαστήριο ως μη σχετικές με την ακυρωθείσα απόφαση και κατ' επέκταση στην κατ' ισχυρισμόν παραβίαση του δεδικασμένου. Οι λόγοι απόρριψης (502) και (503) της προσβαλλόμενης απόφασης, οι οποίοι θα πρέπει να πούμε είναι τεκμηριωμένοι σύμφωνα με τη Δήλωση Πολιτικής που ισχύει, δεν ταυτίζονται με τις «σημειώσεις» της πρώτης απορριπτικής απόφασης.

Αναφορικά με το τελευταίο σκέλος του ισχυρισμού για παραβίαση του δεδικασμένου, ότι δηλαδή κατά την επανεξέταση η εξέταση επεκτάθηκε παράνομα εφ' όλης της ύλης και δεν περιορίστηκε απλώς στα κριθέντα ως παράνομα από την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, θα πρέπει να λεχθεί ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν βρίσκει έρεισμα στη νομολογία. Στην επανεξέταση που ακολουθεί στη βάση του ακυρωτικού αποτελέσματος, το διοικητικό όργανο διατηρεί την ευχέρεια να προβαίνει σε διερεύνηση ενός θέματος όπου κρίνει μια τέτοια ενέργεια σκόπιμη, χωρίς να επηρεάζεται η νομολογιακά αναγνωρισμένη δυνατότητα του διοικητικού οργάνου να επαναδιερευνά όταν διαπιστώνεται λόγος (Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Δαβερώνα κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 147, Παπαδόπουλος ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601). Στην επανεξέταση που ακολουθείται στη βάση του ακυρωτικού αποτελέσματος, το διοικητικό όργανο διατηρεί την ευχέρεια να προβαίνει σε διερεύνηση ενός θέματος όταν κρίνει μια τέτοια ενέργεια σκόπιμη (Ναζίρης ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 38  και Χατζηγέρου ν. Α.Η.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 345.

Οι καθ' ων η αίτηση είχαν συνεπώς την ευχέρεια να απορρίψουν την αίτηση για τους λόγους άρνησης χορήγησής της που θέτουν και που έκριναν σκόπιμους μετά από δέουσα έρευνα στην οποία προέβηκαν και εφ' όσον οι λόγοι αυτοί δεν προϋπήρχαν στην αρχική πράξη και δεν κρίθηκαν παράνομοι από το δικαστήριο στην προσφυγή 696/05.

Οι αιτητές υποστηρίζουν περαιτέρω ότι οι καθ΄ων η αίτηση με την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης παραβίασαν την αρχή της καλής πίστης, της χρηστής διοίκησης και της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη διοίκηση. Υποστηρίζουν ότι ο προηγούμενος ιδιοκτήτης της οικοδομής είχε εξασφαλίσει σχετικές άδειες και πιστοποιητικά, όπως άδεια πώλησης οινοπνευματωδών, πιστοποιητικό καταλληλότητας από τον Επαρχιακό Μηχανικό Λευκωσίας, άδεια λειτουργίας κέντρου από τον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού και πιστοποιητικό καταλληλότητας ως μουσικοχορευτικό κέντρο από το Διευθυντή του Τμήματος των Δημοσίων Έργων. Επισημαίνουν ακόμα ότι ο Κ.Ο.Τ. εξέφρασε στην πολεοδομική αρχή την άποψη ότι τα αρχιτεκτονικά σχέδια ικανοποιούν κατ' αρχήν τους περί Κέντρων Αναψυχής Κανονισμούς, νοουμένου ότι θα εκδοθεί πρώτα η κατά νόμο απαιτούμενη πολεοδομική άδεια.  Τα στοιχεία αυτά, ισχυρίζονται οι αιτητές, δημιούργησαν μια ευνοϊκή γι' αυτούς κατάσταση, την οποία οι καθ' ων η αίτηση δεν μπορούσαν να αγνοήσουν, βάσει της αρχής του estoppel.

Και αυτό το επιχείρημα θα πρέπει να απορριφθεί. Το επίδικο θέμα στην παρούσα προσφυγή δεν είναι οι ενέργειες της διοίκησης γενικά, αλλά αυτές της πολεοδομικής αρχής σε σχέση με την προσβαλλόμενη απόφαση και σίγουρα όχι όσον αφορά την άδεια οικοδομής. Τα πλείστα των πιο πάνω πιστοποιητικών και αδειών είχαν, εν πάση περιπτώσει, λήξει πολύ πριν την 30.4.2004, ημερομηνία υποβολής της πολεοδομικής αίτησης και συνεπώς τα έγγραφα αυτά, ούτως ή άλλως δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν ευνοϊκή κατάσταση για τους αιτητές. Επιπροσθέτως, ακόμα και μακροχρόνια χρήση της οικοδομής ως μουσικοχορευτικού κέντρου, για να είναι νόμιμη, απαιτείται, σύμφωνα με το Άρθρο 21 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972, Ν.90/72, πολεοδομική άδεια. Και «ανάπτυξη» εντός της εννοίας του Άρθρου 21 περιλαμβάνει και την οποιαδήποτε ουσιώδη μεταβολή στη χρήση της οικοδομής (βλέπε Άρθρο 20). Μάλιστα το Άρθρο 87(2) (α) και (3) ποινικοποιεί την έναρξη οποιασδήποτε ανάπτυξης κατά παράβαση των διατάξεων του Νόμου.

Η επίδικη οικοδομή μπορούσε να χρησιμοποιείται ως κατοικία βάσει της άδειας οικοδομής που είχε εκδοθεί. Η μακροχρόνια χρήση της οικοδομής ως μουσικοχορευτικού κέντρου χωρίς την έκδοση πολεοδομικής άδειας αλλά και άδειας οικοδομής που να εξουσιοδοτεί αυτή τη μετατροπή, καθιστά τη χρήση αυθαίρετη και παράνομη και συνεπώς δεν τίθεται θέμα παράλειψης της Πολεοδομικής Αρχής να λάβει υπ' όψιν ευνοϊκή κατάσταση υπέρ των αιτητών.

Οι αιτητές υποστηρίζουν ακόμα έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας, για την παρέκκλιση των καθ' ων η αίτηση από την άποψη του Κ.Ο.Τ. ότι τα υποβληθέντα αρχιτεκτονικά σχέδια του προτεινόμενου κέντρου ικανοποιούν τις πρόνοιες των περί Κέντρων Αναψυχής Κανονισμών. Και αυτός ο ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί. Οι απόψεις του Κ.Ο.Τ. εκτός του ότι ήταν βέβαια προκαταρκτικές, αφορούσαν μόνο τον ίδιο τον Oργανισμό. Η κατ' αρχήν πλήρωση των προϋποθέσεων που θέτουν οι περί Κέντρων Αναψυχής Κανονισμοί, δεν αναιρεί βέβαια το γεγονός ότι η οικοδομή δεν πληροί συγκεκριμένες διατάξεις της εφαρμοστέας Δήλωσης Πολιτικής. Δεν χρειάζεται να λεχθεί ότι οι απόψεις άλλων αρμοδίων αρχών δεν δεσμεύουν την πολεοδομική αρχή, ούτε αυτές καθίστανται παράγοντας μείζονος σημασίας για την άσκηση των εξουσιών της (Μυλωνάς ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (1997) 3 Α.Α.Δ. 332, 336).  Καθήκον της πολεοδομικής αρχής είναι η αξιολόγηση όλων των ουσιωδών στοιχείων, μεταξύ των οποίων και αυτά τα οποία παρέχονται από αρμόδιες υπηρεσίες, πριν καταλήξει στην απόφασή της. Συνεπώς, δεν τίθεται θέμα υποχρέωσής της να αιτιολογήσει την παρέκκλισή της από τις απόψεις του Κ.Ο.Τ. γιατί, από τη μια δεν δεσμεύεται από αυτές και δεύτερο γιατί η αίτηση απορρίφθηκε για λόγους άλλους από αυτούς που εξέφρασε, επαναλαμβάνω, προκαταρκτικά ο Κ.Ο.Τ..

Οι αιτητές ισχυρίζονται ακόμα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη γιατί παραπέμπει απλώς στις σχετικές πρόνοιες της εφαρμοστέας Δήλωσης Πολιτικής χωρίς να εξειδικεύονται από την αρμόδια αρχή οι όροι ή οι προϋποθέσεις που δεν πληρούνται.  Όπως προκύπτει από το κείμενο της απόφασης η πολεοδομική αρχή παρέθεσε ως λόγους άρνησης χορήγησης της πολεοδομικής άδειας, τους λόγους 500-503. Οι καθ' ων η αίτηση εξηγούν με σαφήνεια την κρίση τους γιατί η αιτούμενη πολεοδομική ανάπτυξη δεν πληροί συγκεκριμένες διατάξεις της Δήλωσης Πολιτικής.  Σύμφωνα με το Άρθρο 26(1) του Ν.90/72, η πολεοδομική αρχή για να καταλήξει σε πολεοδομική απόφαση λαμβάνει υπ' όψιν τις πρόνοιες του εφαρμοστέου στην περίπτωση σχεδίου ανάπτυξης, καθώς και οποιοδήποτε άλλο ουσιώδη παράγοντα.

Οι αιτητές προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι οι καθ' ων η αίτηση παράνομα απέρριψαν την αίτησή τους γιατί η προτεινόμενη ανάπτυξη θα επηρεαστεί από μελλοντικά σχέδια διέλευσης ή διεύρυνσης του εφαπτόμενου δρόμου, ή από σχέδια δημιουργίας χώρου πρασίνου. Στην ουσία ο ισχυρισμός αυτός διαστρεβλώνει το λόγο άρνησης χορήγησης άδειας (502), ο οποίος δεν βασίζεται σε μελλοντικά γεγονότα, αλλά εκφράζει την άποψη της πολεοδομικής αρχής ότι κατά το χρόνο εξέτασης της αίτησης, δεν έχουν εξασφαλιστεί στο τεμάχιο οι απαιτούμενες συνθήκες ανάπτυξης της περιοχής, όπως το απαραίτητο οδικό δίκτυο και δημόσιος χώρος πρασίνου.

Οι αιτητές ισχυρίζονται ακόμα ότι η πολεοδομική αρχή περιέπεσε σε νομική και πραγματική πλάνη σχετικά με το δημόσιο χώρο πρασίνου διότι δεν αναφέρθηκε στην απόφαση στην παράγραφο 3.3 της εφαρμοστέας Δήλωσης Πολιτικής η οποία αφορά τη δημιουργία πρασίνου. Η παράγραφος 3.3 της Δήλωσης Πολιτικής αναφέρεται σε εξαιρέσεις οι οποίες, κατά τη διακριτική ευχέρεια της πολεοδομικής αρχής, μπορούν να υπαχθούν οι διάφορες περιπτώσεις οικοπέδων, τεμαχίων και ανάπτυξης, αναφορικά με την απαίτηση εφαρμογής ή μη εφαρμογής της παραγράφου 3.2 της Δήλωσης Πολιτικής, ως προς την παραχώρηση ποσοστού ιδιοκτησίας γης για σκοπούς, μεταξύ άλλων, πρασίνου. Η παρούσα περίπτωση δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις της παραγράφου 3.3 και, εν πάση περιπτώσει, εφ' όσον παρέχεται διακριτική ευχέρεια εφαρμογής της από την πολεοδομική αρχή, εξυπακούεται ότι η τελευταία δεν θα ήταν υπόχρεη να αιτιολογήσει στην απόφασή της τη μη άσκηση αυτής της ευχέρειας.

Και ο τελευταίος ισχυρισμός των αιτητών που αφορά το λόγο απόρριψης (503) ότι δηλαδή η πολεοδομική αρχή όφειλε να προβεί σε δέουσα έρευνα σχετικά με την υδατοπρομήθεια του τεμαχίου και όχι απλώς να καταγράψει ότι οι αιτητές δεν παρουσίασαν σχετικά στοιχεία, θα πρέπει να απορριφθεί. Στην αίτησή τους οι αιτητές σημείωσαν ότι το τεμάχιο απολάβει δημόσιας υδατοπρομήθειας. Η δήλωση αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, ενώ στην αίτηση δεν παρέχονται στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι άλλως πως παρέχεται υδροδότηση στο συγκεκριμένο υποστατικό.  Εξυπακούεται, βεβαίως, ότι εφ' όσον το έντυπο ζητούσε από τους αιτητές να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με την υδροδότηση των τεμαχίων τους, εναπόκειται στους ίδιους να παράσχουν στην πολεοδομική αρχή ορθές και πλήρεις πληροφορίες για την υδροδότηση του τεμαχίου τους. Στην απουσία εκπλήρωσης της υποχρέωσης αυτής ο λόγος άρνησης χορήγησης άδειας (503) είναι πρόδηλα νόμιμος. Η διοίκηση δεν υποχρεούται σε έρευνα πέραν των στοιχείων που οι ίδιοι οι αιτητές έδωσαν, στοιχεία που ήταν αναληθή.

Αναφορικά δε με τις βεβαιώσεις άλλων αρχών στις οποίες παραπέμπουν, παρατηρώ ότι αυτές, όπως είδαμε προηγουμένως, δεν δεσμεύουν την πολεοδομική αρχή, ενώ από την άλλη είναι εμφανώς άσχετες με το θέμα της υδατοπρομήθειας και συνεπώς δεν θεραπεύουν την παράλειψη των αιτητών να παράσχουν στην πολεοδομική αρχή τις απαιτούμενες περί υδροδότησης πληροφορίες.

Με βάση τα πιο πάνω, η προσφυγή των αιτητών απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται, με €1.000 έξοδα, εναντίον των αιτητών.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο