ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2008) 4 ΑΑΔ 722

1 Σεπτεμβρίου, 2008

[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ANTENNA ΛΙΜΙΤΕΔ,

Αιτητές,

v.

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 126/2007)

 

Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή σε αντιδιαστολή προς πράξη εκτελέσεως ― Περιστάσεις, υπό τις οποίες η επίδικη απόφαση της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, κρίθηκε ως πράξη εκτελέσεως στην εξετασθείσα υπόθεση.

Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Κρίση περί ενοχής τηλεοπτικού σταθμού για συγκεκριμένες παραβάσεις, σε αντιδιαστολή προς την πράξη εκτελέσεως για είσπραξη του επιβληθέντος προστίμου ― Διακρίσεις και συνέπειες.

Οι αιτητές επεδίωξαν την ακύρωση απόφασης της καθ' ης η αίτηση Αρχής, με την οποία τους καλούσε να της εμβάσουν το ποσό διοικητικού προστίμου ύψους Λ.Κ. 5.400, το οποίο τους είχε επιβληθεί υπό όρους με προηγούμενη απόφαση της Αρχής.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Έννομα αποτελέσματα και υποχρεώσεις εναντίον των αιτητών δημιούργησε εν προκειμένω η απόφαση ημερ. 28/4/04, με την οποία κρίθηκαν ένοχοι και τους επιβλήθηκε το πρόστιμο των Λ.Κ. 5.400.  Αυτό που αναστάληκε είναι η καταβολή του ποσού, υπό τον όρο ότι δε θα διέπρατταν νέα παράβαση παρόμοιας φύσης το διάστημα 15/5/04-31/5/04.  Η σύνδεση της είσπραξης του ποσού με άλλο γεγονός, δεν αφαιρεί την εκτελεστότητα της απόφασης της 28/4/04, με την οποία κρίθηκαν ένοχοι και επιβλήθηκε το πρόστιμο. 

Εκτελεστή είναι η προαναφερθείσα απόφαση της 28/4/04, έστω κι' αν αυτή ήταν υπό τον όρο ότι η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης δεν θα προχωρούσε στην είσπραξη του ποσού των Λ.Κ. 5.400 αν δεν υπήρχε νέα παραβίαση της νομοθεσίας από τους αιτητές.  Ο όρος δεν ήταν ότι σε περίπτωση μη διάπραξης νέας παράβασης θα θεωρείτο άκυρη η απόφαση.  Η διάπραξη νέων αδικημάτων, εκτός του ότι ενεργοποιούσε την καταβολή του ποσού των Λ.Κ. 5.400, αποτελούσε και νέα διοικητική πράξη, που εδώ οι αιτητές προσέβαλαν με την προσφυγή 112/07.

Η ύπαρξη της εν λόγω προσφυγής δεν βοηθά τους αιτητές.

Η προσβαλλόμενη απόφαση της 15/12/06 είναι πράξη εκτελέσεως και επομένως όχι εκτελεστή διοικητική πράξη.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Limited (1994) 3 Α.Α.Δ. 26,

Γιασεμίδου ν. Δήμου Στροβόλου κ.ά. (Αρ.1) (1996) 3 Α.Α.Δ. 357,

Σολωμονίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 315,

Αρχή Λιμένων Κύπρου ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Δ) Α.Α.Δ. 2399.

Προσφυγή.

Χρ. Χριστοφίδης, για τους Αιτητές.

Α. Κ. Ευαγγέλου, για την Καθ' ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία που παραθέτω αυτούσια:

«Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της Καθ' ης η αίτηση, η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτητές στις 15/12/2006 και με την οποία ενεργοποίησε διοικητικό πρόστιμο ύψους Λ.Κ. 5.400 που επιβλήθηκε στην υπόθεση της υπ' αρ. 48/2003(1) είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η καθ' ης η αίτηση εξέτασε αυτεπάγγελτα τις από μέρους του τηλεοπτικού σταθμού «ΑΝΤΕΝΝΑ» (αιτητών) πιθανές παραβάσεις του Άρθρου 33(2)(η) του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου 7(1) του 1998 (όπως αυτός τροποποιήθηκε), καθώς και της παραγράφου ΣΤ.3 του Κώδικα Διαφημίσεων, Τηλεμπορικών Μηνυμάτων και Προγραμμάτων Χορηγίας όπως εκτίθενται στο Παράρτημα ΙΧ των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000). Τις παραβάσεις αυτές διαπίστωσε η Λειτουργός της καθ' ης η αίτηση Αρχής που ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης Αρ. Φακ. 48/2003(1) σε πόρισμά της ημερομηνίας 13.5.2003.

Στη συνέχεια η καθ' ης η αίτηση, σε συνεδρία της αρ. 17/2003 και ημερ. 13.5.2003, εξέτασε το πόρισμα της Λειτουργού, που υπέβαλε σύμφωνα με τον κανονισμό 42(5) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000) και αποφάσισε όπως η υπόθεση προωθηθεί σύμφωνα με τον κανονισμό 42(6) των προαναφερθέντων κανονισμών, με ενημέρωση του καθ' ου η καταγγελία και πρόσκλησή του να δηλώσει κατά πόσο επιθυμεί να είναι παρών κατά την εξέτασή της.

Στις 16.5.2003 η καθ' ης η αίτηση με επιστολή της έθεσε ενώπιον των αιτητών τις προαναφερθείσες διερευνώμενες πιθανές παραβάσεις για οποιεσδήποτε εξηγήσεις και/ ή παραστάσεις και κάλεσε τους αιτητές όπως δηλώσουν κατά πόσο επιθυμούν να παρευρεθούν κατά την εξέταση της υπόθεσης. Στην ίδια επιστολή αναφέρεται επίσης ότι σε περίπτωση που δε ληφθεί οποιαδήποτε απάντηση μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, η καθ' ης η αίτηση θα είναι υποχρεωμένη να προχωρήσει στη λήψη απόφασης χωρίς την απάντηση των αιτητών.

Οι αιτητές, με επιστολή του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Σταθμού, ημερ. 5.6.03, δήλωσαν ότι δεν υπήρξε από μέρους τους παραβίαση της επίδικης νομοθεσίας και παράλληλα πληροφόρησαν την Αρχή ότι επιθυμούν να παρευρεθούν κατά την εξέταση της υπόθεσης για να παραθέσουν τις θέσεις των αιτητών. Στις 11.2.2004 η καθ' ης η αίτηση, με επιστολή της, ενημέρωσε τους αιτητές ότι η εξέταση της υπόθεσης, η οποία ήταν προγραμματισμένη για τις 16.2.2004, αναβάλλεται. Ακολούθως η Λειτουργός της καθ' ης η αίτηση Αρχής υπέβαλε στην Αρχή σχετικό σημείωμα ημερ. 12.3.2004 για την υπό αναφορά υπόθεση. Η καθ' ης η αίτηση με επιστολή της ημερ.16.3.2004, κάλεσε τους αιτητές σε συνεδρία της την Τετάρτη 24.3.2004 για την εξέταση της υπόθεσης.

Κατά την ενώπιον της καθ' ης η αίτηση ακροαματική διαδικασία σε συνεδρία αρ. 19/2004 και ημερ. 24.3.2004, εκ μέρους των αιτητών παρευρέθηκε ο Προέδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Σταθμού και προχώρησε σε εξηγήσεις εκ μέρους των αιτητών. Κατή την ίδια συνεδρία, η καθ' ης η αίτηση μελέτησε όλα τα ενώπιον της στοιχεία και περιστατικά συμπεριλαμβανομένων και των γραπτών εξηγήσεων των αιτητών, όπως έχουν εκφρασθεί μέσω του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Σταθμού, και έκρινε ότι υπάρχουν παραβάσεις Άρθρου 33(2)(η) του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου 7(Ι)  του 1998 (όπως αυτός τροποποιήθηκε), στα υπο στοιχεία 2, 3, 4 , 5, 6, 7, 10, 11, 12, 13, 15, 16, 17, 18, 19, 24, 25, 26, 27 και 28 καθώς και της παραγράφου ΣΤ.3 του Κώδικα Διαφημίσεων, Τηλεμπορικών Μηνυμάτων και Προγραμμάτων Χορηγίας όπως εκτίθενται στο Παράρτημα IX των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000), υπό στοιχεία 1, 8, 9, 14, 20, 21, 22, 23 και 29 όπως φαίνεται στην απόφαση με ημερ. 24.3.2004.

Η καθ' ης η αίτηση με επιστολή της ημερομ. 2.4.2004 έστειλε στους αιτητές την απόφαση της 24/3/04 και κάλεσε αυτούς, εάν επιθυμούν, όπως υποβάλουν τις απόψεις τους εγγράφως για σκοπούς επιβολής κυρώσεων μέσα σε δεκατέσσερις (14) μέρες από τη λήψη της επιστολής. Στην ίδια επιστολή αναφέρεται επίσης ότι αν δεν ληφθεί απάντηση μετά την καθορισμένη προθεσμία, η καθ' ης η αίτηση θα προχωρήσει στην επιβολή κυρώσεων.

Οι αιτητές μέσω του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Σταθμού με επιστολή του ημερ. 15.4.2004 ζήτησαν να υποβάλουν προφορικές παραστάσεις. Ανάφερε επίσης και το εξής:  «και ταυτόχρονα να ζητήσω να παρακολουθήσει η Αρχή ένα τυποποιημένο ΘΗΣΑΥΡΟΦΥΛΑΚΙΟ για να υποβάλω τις παραστάσεις του Σταθμού.  Θα ζητήσω επίσης αναψηλάφιση μέρους της απόφασης σας ως προνοείται στο Διοικητικό Δίκαιο.»

Στις 16.4.2004 η καθ' ης η αίτηση με επιστολή της κάλεσε τους αιτητές σε συνεδρία της την Τετάρτη 21.4.2004 για την συνέχιση τη εξέτασης της υπόθεσης. Στο μεταξύ, στις 19.4.2004, ημερομηνία κατά την οποία εξεταζόταν από την καθ' ης η αίτηση άλλη υπόθεση (με αρ. Φακ. 7.2003(1)(Α)), ο κ. Παπαφιλίππου εκ μέρους των αιτητών κατέθεσε επιστολή της κας Κλερ Χριστοφίδου ημερ. 5.4.04 και ζήτησε όπως η εν λόγω επιστολή κατατεθεί και για την υπόθεση με αρ. Φακ. 48/2003(1). Την εν λόγω επιστολή κατέθεσε και κατά τη συνέχιση της εξέτασης της υποθ. 48/2003(1) (δηλαδή της παρούσας) στην ενώπιον της καθ' ης αίτηση ακροαματική διαδικασία η οποία, μετά από ορισμένες αναβολές (21/4/04, 22/4/04 και 26/4/04) τελικά έγινε στη συνεδρία αρ. 29/2004 και ημερ. 28.4.2004.

Κατά την ενώπιον της καθ' ης η αίτηση ακροαματική διαδικασία της 28.4.2004, εκ μέρους των αιτητών παρέστη ο Πρόεδρος το Διοικητικού Συμβουλίου του σταθμού, ο οποίος προχώρησε σε εξηγήσεις εκ μέρους των αιτητών για σκοπούς επιβολής κύρωσης, όπως φαίνεται στην απόφαση ημερ. 28.4.2004, σελ. 3-5. Η καθ' ης η αίτηση μελέτησε όλα τα ενώπιον της στοιχεία για σκοπούς επιβολής κύρωσης και αποφάσισε να επιβάλει στους αιτητές το διοικητικό πρόστιμο των Λ.Κ. 5.400 για τις παραβάσεις του Άρθρου 33(2)(η) όπως φαίνεται στην απόφαση ημερ. 28.4.2004. Η καθ' ης η αίτηση με επιστολή της ημερ. 28.4.2004, απέστειλε στους αιτητές την απόφαση της ιδίας ημερομηνίας αναφορικά με την υπόθεση 48/2003(1) και τους πληροφόρησε ότι η καθ' ης η αίτηση έχει επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο των Λ.Κ. 5.400 το οποίο δεν θα καταβληθεί στην περίπτωση που από την 15.5.2004 μέχρι και τις 31.5.2004 ο σταθμός συμμορφωθεί πλήρως με τις διατάξεις του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου 7(1) του 1998 (όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα), και του Κώδικα Διαφημίσεων, Τηλεμπορικών Μηνυμάτων και Προγραμμάτων Χορηγίας, όπως εκτίθεται στο Παράρτημα IX των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000) και δεν προβεί σε πιθανές παραβάσεις παρόμοιας φύσεως. Στην αντίθετη περίπτωση, κατά την οποία θα υπήρχαν παρόμοιας φύσεως παραβάσεις, το ποσό θα καταβάλλετο.

Η καθ' ης η αίτηση με επιστολή της ημερ. 24.9.2004 ενημέρωσε τους αιτητές ότι σε συνέχεια με τα πιο πάνω έχει διεξαχθεί έρευνα για παρόμοιας φύσεως παραβάσεις από τις 15.5.2004 μέχρι τις 31.5.2004 και έχουν διαπιστωθεί πιθανές παραβάσεις των Άρθρων 33(2)(η) και 34(2) περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου 7(1) του 1998 (όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα) και της παραγράφου ΣΤ.3 και του Κώδικα Διαφημίσεων, Τηλεμπορικών Μηνυμάτων και Προγραμμάτων Χορηγίας όπως εκτίθεται στο Παράρτημα IX των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000) και όπως αυτές καταγράφονται στον Πίνακα Α΄ με ημερομ. 14/6/04. Έτσι με επιστολή της ημερ. 15.12.06 ενημέρωσε τους αιτητές ότι σε συνέχεια με τα πιο πάνω έχει βρει το σταθμό ένοχο για τις παραβάσεις  για την Υπόθεση με Αρ. Φακ. 88/2004(1), όπως αυτές καταγράφονται στον Πίνακα Α' με ημερομ. 14/6/04 και κάλεσε τους αιτητές να εμβάσουν προς την καθ' ης η αίτηση το διοικητικό πρόστιμο που τους έχει επιβληθεί με την απόφαση ημερ. 28.4.2004 για την υπόθεση με Αρ. Φακ. 48/2003(1) μέσα σε τριάντα (30) μέρες από την κοινοποίηση σ' αυτούς της επιστολής. Αποτέλεσμα ήταν η καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Με τη γραπτή του αγόρευση ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση (α) εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο, (β) ότι κατά την έκδοση της υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος της προηγούμενης ακρόασης των αιτητών, (γ) ότι στερείται νόμιμης και επαρκούς αιτιολογίας και (δ)  ότι εκδόθηκε κατά παράβαση του Άρθρου 5 του Ν. 158(1)/99, του Άρθρου 6 του Συντάγματος και του Άρθρου 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Από πλευράς της καθ' ης η αίτηση, με την ένστασή της, προβάλλεται προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση «δεν είναι δεκτή προσβολής, καθότι η επίδικη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά πράξη εκτελεσεως». Διαζευκτικά υποστηρίζεται η νομιμότητα της απόφασης.

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Αξιολογώντας τους ενώπιον μου αντίστοιχους νομικούς ισχυρισμούς το κρίνω ορθό όπως εξετάσω πρώτα την προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.

Είναι ο ισχυρισμός της καθ' ης η αίτηση ότι η γενεσιουργός δικαιωμάτων ενέργεια της καθ' ης η αίτηση είναι η απόφασή της ημερ. 28/4/04 που κοινοποιήθηκε στους αιτητές την ίδια μέρα με την οποία τους επέβαλε το διοικητικό πρόστιμο των Λ.Κ. 5.400 και όχι η επιστολή της 15/12/06 (προσβαλλόμενη απόφαση) αφού αυτή αποσκοπούσε στο να εισπράξει το εν λόγω πρόστιμο και επομένως αποτελεί απλώς πράξη εκτελέσεως.

Στην απαντητική αγόρευση των αιτητών αναφέρεται ότι η καθ' ης η αίτηση «προβάλλει για πρώτη φορά με τη γραπτή της αγόρευση, προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή αλλά πράξη εκτελέσεως». Παρατηρώ ότι τούτο δεν είναι ορθό, αφού ήδη ανάφερα ότι ο ισχυρισμός αυτός διατυπώνεται με τον πρώτο νομικό λόγο της ένστασης (Πίνακας Α στην Ένσταση). Αναφορικά με το κατά πόσο είναι εκτελεστή ή όχι, οι αιτητές ισχυρίζονται ότι τα ίδια τα γεγονότα, που αποτελούν κοινό έδαφος, δείχνουν ότι η απόφαση της 28/4/04 (υποθ. 48/2003(1)) με την οποία κρίθηκε ένοχος ο σταθμός των αιτητών διαλάμβανε ότι το πρόστιμο «δεν θα καταβαλλόταν σε περίπτωση που από την 15/5/04 μέχρι και την 31/5/04 ο σταθμός των αιτητών συμμορφωνόταν πλήρως με τις διατάξεις του Νόμου 7(1)/98 και την Κ.Δ.Π. 10/2000 και δεν διαπιστώνονταν ίδιας ή και παρόμοιας φύσεως παραβάσεις». Επομένως για να ενεργοποιήσει το πρόστιμο των Λ.Κ. 5.400 έπρεπε η καθ' ης η αίτηση να «προβεί στις εξής δύο κρίσεις»:

(1)   Να προβεί σε κρίση (εκτελεστή διοικητική πράξη) ότι ο σταθμός των αιτητών από την 15/5/04 μέχρι και την 31/5/04 δεν συμμορφωνόταν πλήρως με τις διατάξεις του Νόμου 7(1)/98 και την Κ.Δ.Π. 10/2000.

(2)   Σε περίπτωση που έκρινε ότι ο σταθμός των αιτητών δεν είχε συμμορφωθεί πλήρως με τις διατάξεις του Νόμου 7(1)/98 και την Κ.Δ.Π. 10/2000, κατά την εν λόγω χρονική περίοδο, έπρεπε ακολούθως να προβεί στην κρίση/εκτελεστή διοικητική πράξη ότι αυτή η μη συμμόρφωση του έγκειται σε «ίδιας ή/και παρόμοιας φύσεως παραβάσεις με αυτές που διαπιστώθηκαν στην υπόθεση υπ' αρ. 48/2003(1)».

Ισχυρίστηκε περαιτέρω η πλευρά των αιτητών ότι χωρίς τη δεύτερη κρίση δεν υπήρχε οποιαδήποτε υποχρέωση για τους αιτητές.

Αμφότερες οι πλευρές επικαλέστηκαν, μεταξύ άλλων, την υπόθεση Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Limited (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, για υποστήριξη των αντίστοιχων θέσεων. Στην εν λόγω υπόθεση σελ. 31, αποφασίστηκαν τα ακόλουθα:

«Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους. Πράξη εκτέλεσης είναι εκείνη που έχει ως λόγο την εφαρμογή εκτελεστής πράξης.  Διοικητικά μέτρα για την εφαρμογή εκτελεστής πράξης συνιστούν πράξη εκτέλεσης που όπως υποδηλώνει ο όρος η πράξη δεν είναι αφ' αυτής γενεσιουργός δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αλλά μοχλός για την υλοποίηση της γενέτειρας πράξης ή απόφασης.  (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 240, Τσάτσος - Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 127 κ. επ., και Στασινόπουλος - Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων, σελ. 125). Χρήσιμη αναφορά για τη φύση και χαρακτήρα των πράξεων της Αρχής Λιμένων μπορεί να γίνει στη Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 882 καθώς και στα χαρακτηριστικά πράξεων εξουσίας.

Πράξη δε χάνει τον εκτελεστό της χαρακτήρα όπου η έκδοσή της προοιωνίζεται από προγενέστερη εκτελεστή διοικητική πράξη. Το κριτήριο για την εκτελεστότητα πράξης ή απόφασης παραμένει αμετάβλητο και συναρτάται αποκλειστικά από τα έννομα αποτελέσματα της πράξης. Εάν η πράξη είναι παράγωγος εννόμων αποτελεσμάτων αυτή είναι εκτελεστή.»

Τα πιο πάνω υιοθετήθηκαν και από μεταγενέστερες αποφάσεις (βλ. μεταξύ άλλων Γιασεμίδου ν. Δήμου Στροβόλου κ.ά. (Αρ.1) (1996) 3 Α.Α.Δ. 357 και Σολωμονίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 315).

Εξέτασα τις αντίστοιχες θέσεις και για τους λόγους που εξηγώ στη συνέχεια έχω καταλήξει να δεχθώ τη θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου της καθ' ης η αίτηση.

Έννομα αποτελέσματα και υποχρεώσεις εναντίον των αιτητών δημιούργησε η απόφαση ημερ. 28/4/04 με την οποία κρίθηκαν ένοχοι και τους επιβλήθηκε το πρόστιμο των Λ.Κ. 5.400. Αυτό που αναστάληκε είναι η καταβολή του ποσού υπό τον όρο ότι δε θα διέπρατταν νέα παράβαση παρόμοιας φύσης το διάστημα 15/5/04-31/5/04. Η σύνδεση της είσπραξης του ποσού με άλλο γεγονός, δεν αφαιρεί την εκτελεστότητα της απόφασης της 28/4/04 με την οποία κρίθηκαν ένοχοι και επιβλήθηκε το πρόστιμο. Στην υπόθεση Αρχή Λιμένων Κύπρου ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Δ) Α.Α.Δ. 2399, ο Διευθυντής Τμήματος Τελωνείων παραχώρησε στην Αρχή Λιμένων άδεια παραλαβής, φύλαξης και παράδοσης εισαγόμενων φορτίων, υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση που θα διαπιστωθεί ότι έλειπαν εμπορεύματα, η Αρχή θα καταβάλλει η ίδια τους δασμούς που βαρύνουν τα ελλείποντα. Με την προσφυγή αμφισβητήθηκε η απόφαση του Διευθυντή Τελωνείων με την οποία ζήτησε από την Αρχή να καταβάλει δασμούς για ελλείποντα εμπορεύματα. Το Δικαστήριο εξέτασε σε πρώτο στάδιο το κατά πόσο η απόφαση αυτή, για είσπραξη των δασμών, ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη και αποφάνθηκε ότι ήταν απλώς πράξη εκτελέσεως. Εκτελεστή ήταν η διοικητική πράξη με την οποία χορηγήθηκε η άδεια για παραλαβή, φύλαξη και παράδοση εμπορευμάτων, περιλαμβανομένου του σχετικού όρου ότι θα ήταν υπόχρεη η Αρχή να καταβάλλει τους δασμούς για τα ελλείποντα εμπορεύματα.

Θεωρώ ότι και στη δική μας υπόθεση εκτελεστή είναι η προαναφερθείσα απόφαση της 28/4/04 έστω κι' αν αυτή ήταν υπό τον όρο ότι η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης δε θα προχωρούσε στην είσπραξη του ποσού των Λ.Κ. 5.400 αν δεν υπήρξε νέα παραβίαση της νομοθεσίας από τους αιτητές, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω. Ο όρος δεν ήταν ότι σε περίπτωση μη διάπραξης νέας παράβασης θα θεωρείτο άκυρη η απόφαση. Η διάπραξη νέων αδικημάτων, εκτός του ότι ενεργοποιούσε την καταβολή του ποσού των Λ.Κ. 5.400 αποτελούσε και νέα διοικητική πράξη, που εδώ οι αιτητές προσέβαλαν με την προσφυγή 112/07.

Αναφορικά με την Προσφυγή Αρ. 112/07, Αντέννα Λίμιτεδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης που καταχώρησαν οι αιτητές στις 11/1/07, που σύμφωνα με τον ισχυρισμό του ευπαιδεύτου συνηγόρου τους θα πρέπει πρώτα να αποφασιστεί υπέρ της Αρχής για να έχει δικαίωμα είσπραξης του ποσού των Λ.Κ. 5.400, κρίνω ότι η ύπαρξη της εν λόγω προσφυγής δε βοηθά τους αιτητές στο θέμα που εξετάζουμε.  Αυτό που θα δικαιούνται απλώς οι αιτητές, σε περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής 112/07 (αμφισβητούν εκεί την απόφαση της Αρχής ότι υπήρξαν ίδιας και/ή παρόμοιας φύσης παραβάσεις κατά την περίοδο 15/5/04-31/5/04), είναι να μην πληρώσουν το ποσό των Λ.Κ. 5.400 ή αν ήδη το πλήρωσαν, να δικαιούνται σε επιστροφή του.

Ενόψει όλων των πιο πάνω καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της 15/12/06 είναι πράξη εκτελέσεως και επομένως όχι εκτελεστή διοικητική πράξη με αποτέλεσμα την απόρριψη της προσφυγής.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.200 έξοδα εναντίον των αιτητών.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο