ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 4 ΑΑΔ 441
10 Ιουνίου, 2008
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Αιτητής,
v.
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟΥ ΕΙΔΗΣΕΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 2285/2006)
Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων ― Διορισμός Διευθυντή ― Το νομοθετικό πλαίσιο και η εφαρμογή του, η οποία κρίθηκε πεπλανημένη, στην εξετασθείσα υπόθεση.
Ο περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Γενικών Διευθυντών) Νόμος αρ. 115/90 (ως τροποποιήθηκε) ― Κατά πόσο εφαρμόζεται και ως προς τον διορισμό Διευθυντή στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων ― Ερμηνεία και εφαρμογή του Νόμου στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής προσέβαλε τον μη διορισμό του στη θέση Διευθυντή του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων (ΚΥ.Π.Ε.), απόφαση που λήφθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, στα πλαίσια της αρμοδιότητάς του για έγκριση του διορισμού.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Ο περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Γενικών Διευθυντών) Νόμος του 1990 διέπει γενικά, «ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε οικείου νόμου» το διορισμό των γενικών διευθυντών των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Αποτελεί κοινό έδαφος ότι το Κ.Υ.Π.Ε. είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ότι σύμφωνα με το Άρθρο 9(2) του περί Κ.Υ.Π.Ε. Νόμου του 1989, ο διευθυντής του Κ.Υ.Π.Ε. είναι το ανώτατο εκτελεστικό όργανο του πρακτορείου. Είναι φανερό ότι ο ρόλος του Υπουργικού Συμβουλίου στον διορισμό περιορίζεται απλά στον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης που έλαβε το οικείο διοικητικό συμβούλιο. Όλα τα επιμέρους θέματα τα οποία αφορούν στη διαδικασία της πλήρωσης της κενής θέσης όπως για παράδειγμα η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας, η αξιολόγηση των προσόντων, της πείρας και της καταλληλότητας γενικά των υποψηφίων εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του οικείου διοικητικού συμβουλίου που έχει την αποφασιστική αρμοδιότητα και είναι το διορίζον όργανο.
2. Το Υπουργικό Συμβούλιο εν προκειμένω πεπλανημένα και παράνομα υπεισήλθε στην εξέταση θεμάτων που αφορούσαν στην πείρα και τα προσόντα του αιτητή και στην ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης. Η εξέταση των εν λόγω θεμάτων αναγόταν αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου του Κ.Υ.Π.Ε..
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Χατζηβασιλείου ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού κ.ά. (1993) 4(Β) Α.Α.Δ. 981.
Προσφυγή.
Αλ. Μαρκίδης, για τον Αιτητή.
Ρ. Πετρίδου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Στις 16.9.05 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας προκήρυξη για την πλήρωση της θέσης Διευθυντή του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων (Κ.Υ.Π.Ε.). Υποβλήθηκαν 10 αιτήσεις από ισάριθμους ενδιαφερόμενους ανάμεσα στους οποίους και ο αιτητής. Το διοικητικό συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. απέκλεισε από την περαιτέρω διαδικασία πέντε από τους δέκα ενδιαφερόμενους και κάλεσε για συνέντευξη τους υπόλοιπους ανάμεσα τους και τον αιτητή. Στη συνέχεια, το διοικητικό συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. προέβη στην αξιολόγηση/βαθμολογία των πέντε υποψηφίων. Ο αιτητής βαθμολογήθηκε ως Εξαίρετος ενώ οι άλλοι τέσσερις ως Σχεδόν Εξαίρετος, Πολύ Καλός, Καλή και Καλή αντίστοιχα.
Το διοικητικό συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν του στοιχεία έκρινε ομόφωνα ότι ο αιτητής υπερέχει των άλλων υποψηφίων και ότι είναι ο καταλληλότερος για διορισμό στην υπό πλήρωση θέση για περίοδο τριών χρόνων. Η απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Κ.Υ.Π.Ε. διαβιβάστηκε στον Υπουργό Εσωτερικών ο οποίος υπέβαλε πρόταση προς το Υπουργικό Συμβούλιο για διορισμό του αιτητή στη θέση Διευθυντή του Κ.Υ.Π.Ε. για περίοδο τριών χρόνων αφού λάβει υπόψη (το Υπουργικό Συμβούλιο) την εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του Κ.Υ.Π.Ε. (Άρθρο 9(1) των περί Κ.Υ.Π.Ε. Νόμων 1989 - 2005). Ακολούθησε αλληλογραφία που είχε ως αντικείμενο την απάντηση σε ερωτήματα που είχαν εγερθεί αναφορικά με τα προσόντα του αιτητή κλπ, τη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου του Κ.Υ.Π.Ε., που στο μεταξύ είχε αλλάξει, καθώς και για άλλα επιμέρους ζητήματα. Τελικά, το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφασή του ημερ. 1.11.06 αποφάσισε να μη διορίσει τον αιτητή στη θέση του Διευθυντή του Κ.Υ.Π.Ε. «διότι δεν πληροί τα προσόντα της παραγράφου 3 των απαιτούμενων προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης Διευθυντή του Κ.Υ.Π.Ε.». Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου παρατίθεται αυτούσια:
«Το Συμβούλιο, αφού έλαβε δεόντως υπόψη την εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων (Κ.Υ.Π.Ε.) για διορισμό του κ. Χριστόφορου Χριστοφόρου στη θέση του Διευθυντή του Κ.Υ.Π.Ε. καθώς και όλα τα ενώπιόν του στοιχεία, τα προσόντα, την υπηρεσία και την πείρα του κ. Χριστοφόρου, ασκώντας τις εξουσίες που παρέχονται σ' αυτό από το Άρθρο 9(1) των περί Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Νόμων του 1989 έως 2005, αποφάσισε να μην τον διορίσει στην εν λόγω θέση, καθότι κρίνει ότι η πείρα του, σε σχέση με τη δεκαετή τουλάχιστον πείρα σε θέματα δημοσιογραφίας, περιορίζεται σε παρεμφερή αλλά όχι ουσιαστικής και πραγματικής άσκησης δημοσιογραφικών καθηκόντων θέματα ή/και δεν την διαθέτει σε απαιτούμενο βαθμό, στοιχείο απαραίτητο, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Διευθυντή του Κ.Υ.Π.Ε. και, ως εκ τούτου, ο κ. Χριστοφόρου δεν πληροί τα προσόντα της παραγράφου 3 των απαιτούμενων προσόντων του εν λόγω Σχεδίου Υπηρεσίας.»
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:
«1. Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η Αίτηση 1 ημερομηνίας 01.11.2006, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 06.11.2006, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται ως Παράρτημα «Α» στην παρούσα, και με την οποία οι καθ' ων η Αίτηση 1 αποφάσισαν να μην διορίσουν τον αιτητή στη θέση του Διευθυντή του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων (ΚΥ.Π.Ε.), είναι άκυρη και στερείται οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»
Ο αιτητής εισηγείται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο πεπλανημένα θεώρησε ότι η εξουσία διορισμού ανήκε σ' αυτό βάσει του περί Κ.Υ.Π.Ε. Νόμου 87/89, όπως έχει τροποποιηθεί. Σύμφωνα με την εισήγηση, η εν λόγω εξουσία, με βάση τις πρόνοιες του περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Γενικών Διευθυντών) Νόμος 115/90, ανήκει στο διοικητικό συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. του οποίου η απόφαση, υπόκειται στην έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Το Άρθρο 9(1) του περί Κ.Υ.Π.Ε. Νόμου, Ν. 87/89, αναφέρει,
«9.-(1) Ο Διευθυντής του Πρακτορείου διορίζεται υπό του Υπουργικού Συμβουλίου, λαμβανομένης υπ' όψιν της εισηγήσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Πρακτορείου.»
Το Άρθρο 3 του περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Γενικών Διευθυντών) Ν. 115/90 όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, αναφέρει:
«3.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε οικείου Νόμου, ο Γενικός Διευθυντής νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου διορίζεται από το οικείο Συμβούλιο.
(2) Η σχετική απόφαση του Συμβουλίου υποβάλλεται στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση.
(3) Αν το Υπουργικό Συμβούλιο δεν εγκρίνει τον πιο πάνω διορισμό, πρέπει να αιτιολογήσει ειδικά την Απόφασή του.»
Δυνάμει του Άρθρου 2 του τροποποιητικού Νόμου 29(1)/2006 η πιο πάνω διάταξη (Άρθρο 3) αντικαταστάθηκε. Οι πρόνοιες του νέου Άρθρου 3 που εδώ ενδιαφέρουν είναι οι πιο κάτω:
«3.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε οικείου Νόμου, ο Γενικός Διευθυντής νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου διορίζεται από το οικείο Συμβούλιο, μετά από προκήρυξη της θέσης, με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου πενταετούς διάρκειας, ή μικρότερη, ώστε να μην υπερβαίνει το καθορισμένο όριο ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου υπαγορευόμενης από αντικειμενικούς λόγους, μέσα στα πλαίσια του Άρθρου 7 του περί Εργοδοτουμένων με Εργασία Ορισμένου Χρόνου (Απαγόρευση Δυσμενούς Μεταχείρισης) Νόμου:
.............................»
Το Άρθρο 3(3) του ιδίου νόμου αναφέρει:
«3(3) Η απόφαση του οικείου Συμβουλίου δυνάμει του εδαφίου (1) είναι δημοσίου δικαίου και υποβάλλεται στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση.
Το Άρθρο 3(5) του ιδίου νόμου αναφέρει:
«3(5) Το Υπουργικό Συμβούλιο οφείλει να αιτιολογήσει ειδικά την απόφασή του, αν με αυτή δεν εγκρίνεται ο προτεινόμενος σύμφωνα με το εδάφιο (3) διορισμός.»
Ο περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Γενικών Διευθυντών) Νόμος του 1990 διέπει γενικά, «ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε οικείου νόμου» το διορισμό των γενικών διευθυντών των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Αποτελεί κοινό έδαφος ότι το Κ.Υ.Π.Ε. είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ότι σύμφωνα με το Άρθρο 9(2) του περί Κ.Υ.Π.Ε. Νόμου του 1989, ο διευθυντής του Κ.Υ.Π.Ε. είναι το ανώτατο εκτελεστικό όργανο του πρακτορείου. Ο σκοπός του νομοθέτη, όπως εύκολα συνάγεται από τις πρόνοιες του νόμου περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Γενικών Διευθυντών) είναι η καθιέρωση ενιαίου τρόπου ρύθμισης της διαδικασίας διορισμού των γενικών διευθυντών όλων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Στο νόμο, καθορίζονται ευκρινώς τα όρια των αρμοδιοτήτων των οργάνων που συμμετέχουν στη διαδικασία διορισμού μέχρι το στάδιο της τελείωσης της απόφασης. Σαφώς ο νόμος προβλέπει πως ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε οικείου νόμου, οι γενικοί διευθυντές των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου διορίζονται από το οικείο συμβούλιο μετά την προκήρυξη της θέσης κλπ, ενώ το Υπουργικό Συμβούλιο εγκρίνει το διορισμό που προτείνει το οικείο διοικητικό συμβούλιο ή τον απορρίπτει με αιτιολογημένη απόφασή του. Είναι φανερό ότι ο ρόλος του Υπουργικού Συμβουλίου περιορίζεται απλά στον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης που έλαβε το οικείο διοικητικό συμβούλιο. Όλα τα επιμέρους θέματα τα οποία αφορούν στη διαδικασία της πλήρωσης της κενής θέσης όπως για παράδειγμα η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας, η αξιολόγηση των προσόντων, της πείρας και της καταλληλότητας γενικά των υποψηφίων εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του οικείου διοικητικού συμβουλίου που έχει την αποφασιστική αρμοδιότητα και είναι το διορίζον όργανο.
Με βάση τον περί Κ.Υ.Π.Ε. Νόμο του 1989 (όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο) ο διευθυντής του Κ.Υ.Π.Ε. είναι το ανώτατο εκτελεστικό όργανο του πρακτορείου. Έχω τη γνώμη ότι ο νομοθέτης κατά τη ρύθμιση του θέματος του διορισμού των γενικών διευθυντών των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δεν είχε πρόθεση να εξαιρέσει από τις πρόνοιες του εν λόγω νόμου (Ν. 115/90) την περίπτωση του Διευθυντή του Κ.Υ.Π.Ε. εφόσον η εν λόγω θέση, καθώς προκύπτει από τον οικείο νόμο, είναι αντίστοιχη ή ανάλογη προς τη θέση του γενικού διευθυντή των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Εξάλλου δεν φαίνεται ότι υπήρχε αποχρών λόγος που εύλογα θα δικαιολογούσε την εξαίρεση της περίπτωσης διορισμού του Διευθυντή του Κ.Υ.Π.Ε. από τη γενική νομοθετική ρύθμιση που επέφερε με τη θέσπισή του ο νόμος 115/90. Η άποψη μου νομίζω πως ενισχύεται και από το γεγονός ότι η έννοια του όρου «Γενικός Διευθυντής», ύστερα από σχετική τροποποίηση του Άρθρου 2 του νόμου 115/90 (βλ. Άρθρο 2(α) του Ν. 171(1)/07), σημαίνει Γενικό Διευθυντή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και περιλαμβάνει τον ανώτατο εκτελεστικό λειτουργό του, με οποιοδήποτε άλλο τίτλο, εφόσον αυτός κατέχει την ανώτατη ιεραρχικά θέση σ' αυτό.
Ο επαναπροσδιορισμός της έννοιας του Γενικού Διευθυντή έγινε προφανώς για την αποφυγή οποιασδήποτε σύγχυσης ή αμφιβολίας αναφορικά με την εμβέλεια της έννοιας του όρου «Γενικός Διευθυντής» όπως ίσχυε πριν από την τροποποίηση.
Ενόψει των πιο πάνω, θεωρώ ότι το Υπουργικό Συμβούλιο πεπλανημένα και παράνομα υπεισήλθε στην εξέταση θεμάτων που αφορούσαν στην πείρα και τα προσόντα του αιτητή και στην ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης. Η εξέταση των εν λόγω θεμάτων αναγόταν αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου του Κ.Υ.Π.Ε. που, καθώς έχει ειπωθεί, είναι το διορίζον όργανο. Ο ρόλος και η αρμοδιότητα του Υπουργικού Συμβουλίου εξαντλείται στον έλεγχο της νομιμότητας της διαδικασίας που προηγείται ενώπιον του οικείου διοικητικού συμβουλίου και ανάλογα εγκρίνει το διορισμό ή ειδικά αιτιολογεί την απόρριψή του. Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου τελειώνει την πράξη και την καθιστά εκτελεστή. Η απόφαση επενεργεί αναδρομικά και καθώς είναι αυτονόητο, η αποφασιστική αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου δεν μετατίθεται στο Υπουργικό Συμβούλιο. Βλ. Χ"Βασιλείου ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού κ.ά. (1993) 4(Β) Α.Α.Δ. 981.
Ενόψει της πιο πάνω διαπίστωσης, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται και υπό τις περιστάσεις σαφώς δεν ενδείκνυται η εξέταση των υπόλοιπων λόγων ακύρωσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €1.200 έξοδα συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. υπέρ του αιτητή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.