ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 4 ΑΑΔ 177
26 Μαρτίου, 2008
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. KIBRIS TURK ILKOKUL OGRETMENLER
SENDIKASI,
2. SENER HASAN (ELCIL),
3. H. ONER (SERIFOGLU),
Αιτητές,
v.
1. ΓΕΝΙΚHΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛIAΣ ΠΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕYΕΙ
ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚO ΣΥΜΒΟYΛΙΟ ΚΥΠΡΙΑΚHΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤIΑΣ,
2. ΓΕΝΙΚHΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛIAΣ ΠΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕYΕΙ
ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕIΟ ΠΑΙΔΕIΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟY,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1614/2005)
Δίκαιο της Ανάγκης ― Συνδρομή των όρων επίκλησης του και περιστάσεις της παράτασης της ισχύος του.
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Ο περιορισμός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου υπό το Άρθρο 146 του Συντάγματος, μόνο στον έλεγχο εκτελεστών διοικητικών πράξεων, ως προς την νομιμότητά τους.
Έννομο Συμφέρον ― Η πάγια απόρριψη από την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου της action popularis.
Τουρκική Κοινότητα ― Δημοτική εκπαίδευση των τέκνων τουρκοκυπρίων ― Η υποχρέωση της Κυπριακής Δημοκρατίας να την επιμελείται και κάτω από τις περιστάσεις της συνεχιζόμενης έκρυθμης κατάστασης.
Τουρκική Κοινότητα ― Το ζήτημα της έκδοσης των πολιτειακών εγγράφων στην τουρκική γλώσσα ― Περιστάσεις, υπό τις οποίες κρίθηκε, ότι δεν στοιχειοθετείται παράβαση του Συντάγματος στην εξετασθείσα υπόθεση.
Οι αιτητές ζήτησαν με την προσφυγή τους, την έκδοση διαταγμάτων που θα εμπόδιζαν το Υπουργικό Συμβούλιο να επιλαμβάνεται και να αποφασίζει επί θεμάτων δημοτικής εκπαίδευσης των τέκνων τουρκοκυπρίων.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Εν όψει της ανώμαλης κατάστασης που επικρατεί στην Κύπρο αφότου η Τουρκοκυπριακή κοινότητα έπαυσε να συμμετέχει στο Κυπριακό κράτος και αποχώρησε και αφού από το 1974, ως συνέπεια της Τουρκικής εισβολής, η νόμιμη Κυβέρνηση έχασε τον έλεγχο στις κατεχόμενες περιοχές, ήταν αναπόφευκτο να εφαρμοστεί το Δίκαιο της Ανάγκης για να λειτουργήσει αυτό το ίδιο το κράτος.
2. Η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου κάτω από το Άρθρο 146 είναι μόνο ακυρωτική. Δηλαδή, με τη δικαιοδοσία αυτή κρίνονται εκτελεστές πράξεις της διοίκησης για να αποφασισθεί η νομιμότητά τους και το Δικαστήριο δεν έχει καμία δικαιοδοσία να εκδίδει διατάγματα, όπως τα αιτούμενα εν προκειμένω.
3. Η προσφυγή, με βάση το Άρθρο 146, δεν συνιστά actio popularis, ούτως ώστε οποιοσδήποτε πολίτης να δικαιούται να προσφεύγει εναντίον οποιασδήποτε πράξης ή απόφασης, χωρίς να έχει το απαιτούμενο προσωπικό συμφέρον.
4. Εξακολουθούν και σήμερα να υπάρχουν οι μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, που βρίσκονται υπό την κατοχή τουρκικών στρατευμάτων και η συνέχιση της άρνησης της Τουρκοκυπριακής κοινότητας να μετέχει στην Κυπριακή Πολιτεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος.
Εν όψει δε του γεγονότος ότι δεν υφίσταται και δεν λειτουργεί πλέον η Τουρκοκυπριακή Κοινοτική Συνέλευση, ήταν καθήκον της Κυπριακής Δημοκρατίας να φροντίσει για την κατάλληλη εκπαίδευση των τουρκόφωνων παιδιών και έπραξε τούτο και με τη συνεργασία και τις εισηγήσεις της UNFICYP. Εν πάση, όμως, περιπτώσει, επισημαίνεται πως το επίδικο σχολείο αυτό ουδέποτε λειτούργησε.
5. Όσον αφορά το παράπονο των Αιτητών, ότι τα σχετικά έγγραφα και οι αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου δεν εκδόθηκαν και στην τουρκική γλώσσα, η σαφής άποψη της νομολογίας, είναι ότι η δημοσίευση στην τουρκική γλώσσα, δυνάμει του Άρθρου 3 του Συντάγματος, είναι τώρα πρακτικά αδύνατη, λόγω της έκρυθμης κατάστασης και επομένως δεν επηρεάζεται το κύρος των πράξεων για τις οποίες παραπονούνται οι Αιτητές. Επισημαίνεται επίσης, ότι οι Αιτητές έχουν λάβει πλήρη γνώση των περιεχομένων των εγγράφων και της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου και κατ' ακολουθία προσέφυγαν και στο Δικαστήριο, όπου τους δόθηκαν όλες οι διευκολύνσεις, δηλαδή μεταφραστής και μετάφραση των σχετικών κειμένων της διαδικασίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Attorney General of the Republic v. Ibrahim a.o. (1964) C.L.R. 195,
Κιαμίλ ν. Υπουργού Εσωτερικών, Υπόθ. Αρ. 133/05, ημερ. 19.1.2007,
Suleyman v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2007) 4 Α.Α.Δ. 312.
Προσφυγή.
Oι Αιτητές 2 και 3 παρόντες, εμφανίζονται προσωπικά.
Ε. Φλουρέντζου (κα), για Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Το Υπουργικό Συμβούλιο, με την Απόφαση με αριθμό 62.563, ημερομηνίας 25.8.05, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 4.11.05, ενέκρινε τη σύσταση σχολείου δημοτικής εκπαίδευσης στη Λεμεσό για να λειτουργήσει από το Σεπτέμβριο του ιδίου χρόνου και του οποίου το πρόγραμμα και το εκπαιδευτικό προσωπικό να ανταποκρίνεται στις ανάγκες τουρκόφωνων μαθητών. Οι λόγοι που ώθησαν την Κυπριακή Δημοκρατία στη λήψη της απόφασης αυτής επεξηγήθηκαν αναλυτικά.
Μετά τη λήψη της απόφασης, αρμόδιοι λειτουργοί της Διεύθυνσης Δημοτικής Εκπαίδευσης διεξήγαγαν έρευνα, ερωτώντας όλους τους γονείς και μαθητές κατά πόσο θα ήθελαν τα παιδιά να φοιτούν στο σχολείο και κανένας δεν επέδειξε τέτοιο ενδιαφέρον, αφού όλοι ήταν, όπως φαίνεται, ευχαριστημένοι με τα μέτρα και την πολιτική που εφαρμοζόταν προηγουμένως. Ως αποτέλεσμα τούτου, το σχολείο δε λειτούργησε.
Ο Αιτητής 1 στην Αίτηση, σύμφωνα με το περιεχόμενο της Αίτησης, εγγράφηκε με τον αριθμό 827 στο «Πρωτοκολλητείο Συνδικάτων Κυπριακής Δημοκρατίας» στις 29.3.69 και είναι το Κυπριακό Συνδικάτο Τούρκων Διδασκάλων.
Ο Αιτητής 2 είναι Γενικός Γραμματέας του πιο πάνω Συνδικάτου, ο δε Αιτητής 3 είναι δικηγόρος από τη Αμμόχωστο.
Με την προσφυγή ζητούνται οι πιο κάτω θεραπείες:
«Α. Να δοθεί απόφαση από τους Καθ' ων η αίτηση ή από τον Καθ' ου η αίτηση 1 ή/και 2 που δε θα γεννά οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα ή που θα ακυρώνει ή και που θα παραλύει οποιοσδήποτε ενέργειες που έκαναν ή και την απόφαση που πήραν σχετικά με τα παιδιά που μιλούν τουρκικά μέσα στο περιβάλλον του ελληνικού σχολείου ή και του τουρκικού στην Λ/σό.
Β. Να δοθεί απόφαση από τον Καθ' ου η αίτηση 1 ή/και 2, ότι δεν είναι αρμόδια η απασχόληση δασκάλων ή και το άνοιγμα σχολείου ή/και η ρύθμιση σχετικά με τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων παιδιών.
C. Να δοθεί απόφαση ότι η αποκλειστική δικαιοδοσία για απόφαση ή/και για οποιαδήποτε πρωτοβάθμια εκπαίδευση των Τουρκοκυπρίων παιδιών, ανήκει στην Βουλή της Τουρκικής κοινότητας ή/και στην Τουρκική κοινότητα.»
Οι καθ' ων η αίτηση προβάλλουν αριθμό προδικαστικών ενστάσεων.
Εισηγούνται ότι, αφού το Δικαστήριο με βάση το Άρθρο 146 είναι μόνο ακυρωτικό Δικαστήριο, δεν μπορεί να εκδώσει τα διατάγματα και τις αποφάσεις που ζητούν οι Αιτητές.
Περαιτέρω, ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει εκ μέρους των Αιτητών το απαιτούμενο προσωπικό έννομο συμφέρον.
Όσον αφορά τη θέση των Αιτητών ότι το αρμόδιο όργανο για να ρυθμίζει τα θέματα εκπαίδευσης των Τουρκοκυπρίων είναι η Τουρκοκυπριακή Βουλή (εννοώντας, υποθέτω, την Τουρκοκυπριακή Κοινοτική Συνέλευση) και ότι το Υπουργικό Συμβούλιο είναι παράνομο, αφού σε αυτό δεν συμμετέχουν τρεις Τουρκοκύπριοι σύμφωνα με το Σύνταγμα και ότι το Υπουργείο Παιδείας δημιουργήθηκε με το Νόμο 47/93 και δεν υπάρχει στο Σύνταγμα του 1960, το θέμα, όπως ορθά εισηγούνται οι Καθ' ων η Αίτηση, ρυθμίζεται από το Δίκαιο της Ανάγκης.
Εν όψει της ανώμαλης κατάστασης που επικρατεί στην Κύπρο αφότου η Τουρκοκυπριακή κοινότητα έπαυσε να συμμετέχει στο Κυπριακό κράτος και αποχώρησε και αφού από το 1974, ως συνέπεια της Τουρκικής εισβολής, η νόμιμη Κυβέρνηση έχασε τον έλεγχο στις κατεχόμενες περιοχές, ήταν αναπόφευκτο να εφαρμοστεί το Δίκαιο της Ανάγκης για να λειτουργήσει αυτό το ίδιο το κράτος.
Είναι προφανές από τον τρόπο που είναι διατυπωμένες οι θεραπείες A. και B. που αιτούνται οι Αιτητές, ότι το τι ζητούν είναι κατ' ουσία να διατάξει το Δικαστήριο τους Καθ' ων η Αίτηση να ακυρώσουν οποιαδήποτε ενέργεια ή απόφαση έχουν πάρει και να δηλώσουν ότι την απασχόληση δασκάλων ή/ και το άνοιγμα σχολείου δεν είναι οι αρμόδιοι να αποφασίσουν. Επίσης, με τη θεραπεία C., ζητούν να δοθεί απόφαση (υποθέτω εννοούν από το Δικαστήριο) ότι η αποκλειστική δικαιοδοσία για μία τέτοια απόφαση για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση των Τουρκοκυπριακών παιδιών ανήκει στη Βουλή της Τουρκοκυπριακής κοινότητας.
Η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου κάτω από το Άρθρο 146 είναι μόνο ακυρωτική. Δηλαδή, με τη δικαιοδοσία αυτή κρίνονται εκτελεστές πράξεις της διοίκησης για να αποφασισθεί η νομιμότητά τους και το Δικαστήριο δεν έχει καμία δικαιοδοσία να εκδίδει διατάγματα, όπως τα πιο πάνω.
Είναι λοιπόν προφανές ότι ούτε οι θεραπείες Α. και Β. μπορούν να δοθούν από το παρόν ακυρωτικό Δικαστήριο, αλλά ούτε και η δηλωτική απόφαση που ζητείται με τη θεραπεία C., αφού δεν έχω τέτοια δικαιοδοσία. Ως εκ τούτου η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.
Έστω και αν όμως εδεχόμουν ότι το τι ουσιαστικά ζητούν οι αιτητές είναι απόφαση του Δικαστηρίου που να ακυρώνει την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία αναφέρθηκε πιο πάνω, η κατάληξή μου θα ήταν και πάλι η ίδια.
Είναι η βασική θέση των Αιτητών, αναφορικά με το έννομο συμφέρον, ότι ο Αιτητής 1 είναι νομικό πρόσωπο, το οποίο έχει το απαιτούμενο έννομο συμφέρον, αφού σκοπός του είναι η προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των μελών του και κατ' επέκταση έννομο συμφέρον έχει και ο Αιτητής 2, που είναι ο Γενικός Γραμματέας του Αιτητή 1.
Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι ο Αιτητής 3 είναι μέλος της Τουρκοκυπριακής κοινότητας και ως εκ τούτου έχει δικαίωμα και αρμοδιότητα να καταχωρήσει την προσφυγή, το θέμα είναι καθαρό. Η προσφυγή, με βάση το Άρθρο 146, δεν συνιστά actio popularis, ούτως ώστε οποιοσδήποτε πολίτης να δικαιούται να προσφεύγει εναντίον οποιασδήποτε πράξης ή απόφασης, χωρίς να έχει το απαιτούμενο προσωπικό συμφέρον. Ως εκ τούτου, στην περίπτωσή του, είναι καθαρό ότι οποιαδήποτε προσφυγή εναντίον της επίδικης πράξης δεν χωρεί.
Όσον αφορά το θέμα ύπαρξης έννομου συμφέροντος εκ μέρους των Αιτητών 1 και 2, οι Καθ' ων η Αίτηση, αναφερόμενοι και παραπέμποντας σε αποσπάσματα από συγγράμματα Ελλήνων συγγραφέων επί του προκειμένου, υποβάλλουν ότι δεν υπάρχει το απαιτούμενο άμεσο συμφέρον, αφού παρεμβάλλεται σε αυτό το προσωπικό συμφέρον των γονέων των ίδιων των παιδιών.
Ασχέτως του τελευταίου αυτού θέματος, παρατηρώ τα ακόλουθα όσον αφορά την εφαρμογή του Δικαίου της Ανάγκης.
Ενώ οι Αιτητές φαίνεται να δέχονται ως γενική αρχή το Δίκαιο της Ανάγκης, εντούτοις προβάλλουν ότι, από τις 23.4.03, που σύμφωνα με τον ισχυρισμό τους επιτρέπεται και είναι ελεύθερη η διακίνηση των Τουρκοκυπρίων στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές και αντίστροφα, εφαρμόζονται πλέον όλες οι διατάξεις του Συντάγματος και της Νομοθεσίας, και έτσι πλέον παύει να ισχύει η εφαρμογή του Δικαίου της Ανάγκης.
Επί του προκειμένου ορθή είναι η θέση των Καθ' ων η Αίτηση, που υποστηρίζουν ότι, παρόλα τα πιο πάνω, υπάρχουν οι μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, που βρίσκονται υπό την κατοχή τουρκικών στρατευμάτων και η συνέχιση της άρνησης της Τουρκοκυπριακής κοινότητας να μετέχει στην Κυπριακή Πολιτεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος. Η βασική αυθεντία για εφαρμογή του Δικαίου της Ανάγκης είναι η Attorney General of the Republic v. Mustafa Ibrahim and Others (1964) C.L.R. 195. Σχετικές με την εξακολούθηση των συνθηκών που επιβάλλουν την εφαρμογή του Δικαίου της Ανάγκης μέχρι σήμερα, είναι οι αποφάσεις Αλή Κιαμίλ ν. Υπουργού Εσωτερικών, Υπ. Αρ. 133/05, ημερ. 19.1.07 και Ahmet Mulla Suleyman v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2007) 4 Α.Α.Δ. 312.
Στη δεύτερη πιο πάνω υπόθεση, λέχθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 10 της απόφασης:
«Θα ήθελα να σημειώσω ότι δεν επικρατεί, όπως ισχυρίζεται ο αιτητής, καθεστώς ελεύθερης διακίνησης. Απλώς υπάρχει κάποια χαλάρωση στην προηγούμενη απαγόρευση. Ακόμα όμως κι' αν έτσι είχαν τα πράγματα, διαρκούσης της έκρυθμης κατάστασης και πριν την κήρυξη από το Υπουργικό Συμβούλιο της λήξης της, τίποτε δεν αλλάζει. Όπως και προηγουμένως, μεγάλο μέρος του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας εξακολουθεί να τελεί υπό κατοχή και η έκρυθμη κατάσταση συνεχίζεται. Η όποια δυνατότητα επισκέψεων δεν έχει εξαλείψει την από τη συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή δημιουργηθείσα κατάσταση. Η έκρυθμη κατάσταση θα λήξει, σύμφωνα με το Άρθρο 2 του Νόμου, μόνο όταν αποφασιστεί κάτι τέτοιο από το Υπουργικό Συμβούλιο.»
Εν όψει δε του γεγονότος ότι δεν υφίσταται και δεν λειτουργεί πλέον η Τουρκοκυπριακή Κοινοτική Συνέλευση, ήταν καθήκον της Κυπριακής Δημοκρατίας να φροντίσει για την κατάλληλη εκπαίδευση των τουρκόφωνων παιδιών και έπραξε τούτο και με τη συνεργασία και τις εισηγήσεις της UNFICYP.
Εν πάση, όμως, περιπτώσει, επισημαίνεται πως το σχολείο αυτό ουδέποτε λειτούργησε, εν όψει του ότι οι γονείς των παιδιών δεν το επιθυμούσαν, αφού φαίνεται να ικανοποιούνταν με τη λειτουργία της μονάδας εκπαίδευσης του Δημοτικού Σχολείου Αγίου Αντωνίου, όπου φοιτούν με τις διευκολύνσεις που τους παρέχονται και τη στήριξη Τουρκοκυπρίων διδασκάλων.
Όσον αφορά το παράπονο των Αιτητών, ότι τα σχετικά έγγραφα και οι αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου δεν εκδόθηκαν και στην τουρκική γλώσσα, η θέση των Καθ΄ων η Αίτηση στη γραπτή τους αγόρευση είναι ορθή. Η σαφής άποψη της νομολογίας είναι ότι η μη δημοσίευση στην τουρκική γλώσσα δυνάμει του Άρθρου 3 του Συντάγματος είναι τώρα πρακτικά αδύνατη λόγω της έκρυθμης κατάστασης και επομένως δεν επηρεάζεται το κύρος των πράξεων για τις οποίες παραπονούνται οι Αιτητές. Επισημαίνεται επίσης ότι οι Αιτητές έχουν λάβει πλήρη γνώση των περιεχομένων των εγγράφων και της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου και κατ' ακολουθία προσέφυγαν και στο Δικαστήριο, όπου τους δόθηκαν όλες οι διευκολύνσεις, δηλαδή μεταφραστής και μετάφραση των σχετικών κειμένων της διαδικασίας.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα εναντίον των Αιτητών, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.