ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ. 822/2007 και 846/2007)
12 Νοεμβρίου, 2008
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 822/2007)
ΛΟΙΖΟΣ ΠΑΝΑΓΗ,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
(Υπόθεση Αρ. 846/2007)
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΚΟΚΚΙΝΟΥ,
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - - -
Α. Κωνσταντίνου, για τους Αιτητές.
Λ. Λάμπρου-Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Χ. Αρτέμης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
- - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με τις πιο πάνω προσφυγές, που συνεκδικάστηκαν λόγω ταυτότητας πραγματικού και νομικού υπόβαθρου, οι αιτητές κ. Λοΐζος Παναγή, Ανώτερος Φαρμακευτικός Λειτουργός, και κα Παναγιώτα Κοκκίνου, Πρώτος Φαρμακοποιός, επιδιώκουν την ακύρωση του διορισμού της κας Παντελίτσας Κουπεπίδου στη θέση Διευθυντή Φαρμακευτικών Υπηρεσιών. Το πραγματικό υπόβαθρο των προσφυγών έχει, σε συντομία, ως εξής: Με επιστολή του προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), ημερομηνίας 23.1.2006, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας ζήτησε την πλήρωση μιας θέσης Διευθυντή Φαρμακευτικών Υπηρεσιών. Επειδή, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής, η ΕΔΥ αποφάσισε, σε συνεδρία στις 10.2.2006, όπως αυτή δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και δοθεί προθεσμία τριών εβδομάδων για την υποβολή αιτήσεων. Η θέση δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της 5.5.2006. Ως τελευταία ημερομηνία υποβολής αιτήσεων καθορίστηκε η 29.5.2006. Υποβλήθηκαν συνολικά έξι αιτήσεις. Στη συνέχεια, η ΕΔΥ, στη συνεδρία της 4.12.2006, αφού διακρίβωσε ότι όλοι οι αιτητές πληρούσαν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας, τους κάλεσε σε προφορική εξέταση. Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας, που παρέστη στη συνεδρία, αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση[1] και, προτού αποχωρήσει, συνέστησε για προαγωγή στη θέση την κα Παντελίτσα Κουπεπίδου-Τσέντα (ενδιαφερόμενο μέρος). Ακολούθως, η ΕΔΥ προέβη στη δική της αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. Η αξιολόγησή της, όσον αφορά τον αιτητή Παναγή Λοΐζο, είχε ως εξής:
"Παναγή Λοΐζος Αντωνίου: Πολύ Καλός. Έδωσε ορθές απαντήσεις σε αρκετές από τις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, επέδειξε όμως, αδυναμία σε θέματα που άπτονταν βασικών απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας (όπως βασικές αρχές Διοικητικού Δικαίου και οι γενόμενες τροποποιήσεις του Νόμου περί Δημόσιας Υπηρεσίας). Χειρίζεται το λόγο με άνεση, όμως, στο πεδίο των αδυναμιών του μακρηγορούσε, χωρίς να απαντά στην ουσία της ερώτησης, με ασάφειες και έλλειψη θετικού λόγου. Παρουσιάστηκε ψύχραιμος και άνετος, αν και ήταν εμφανές το άγχος του σε κάποιες περιπτώσεις. Μετά από ερωτήσεις διαπιστώθηκε η επαρκής γνώση της κείμενης νομοθεσίας και των διεθνών συμβάσεων που αφορούν εις την εμπορία και τον έλεγχο της άσκησης της φαρμακευτικής. Διαθέτει υψηλό επίπεδο κρίσης και αντίληψης. Είναι άτομο με αυτοπεποίθηση, ίσως υπερβολική."
Για την αιτήτρια Κοκκίνου Παναγιώτα:
"Κοκκίνου Παναγιώτα: Πολύ Καλή. Έδωσε ορθές απαντήσεις σε αρκετές από τις ερωτήσεις, όμως οι αδυναμίες της εστιάζονταν σε βασικά θέματα που άπτονταν καίρια των απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας (όπως Αρχές Διοίκησης και Νομοθεσία που αφορούσε τη Δημόσια Υπηρεσία). Χειρίζεται το λόγο με άνεση και διαθέτει συγκροτημένη σκέψη και λόγο. Στο πεδίο των θεμάτων που είχε γνώση, υπήρξε και θετική και σαφής. Επέδειξε επαρκή γνώση της νομοθεσίας και των διεθνών συμβάσεων που αφορούν την εμπορία και τον έλεγχο των φαρμάκων, καθώς και τον έλεγχο άσκησης της φαρμακευτικής. Αντιμετώπισε με ψυχραιμία την όλη εξέταση. Είναι ώριμη και σοβαρή."
Για το ενδιαφερόμενο μέρος Κουπεπίδου-Τσέντα Παντελίτσα:
"ΚΟΥΠΕΠΙΔΟΥ-ΤΣΕΝΤΑ Παντελίτσα: Εξαίρετη. Έδωσε ορθές απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν, επιδεικνύοντας εξαίρετο επίπεδο γνώσης στο όλο αντικείμενο της προφορικής εξέτασης. Με απόλυτη άνεση στη χρήση του λόγου έδωσε ολοκληρωμένες και σαφείς απαντήσεις, επιστρατεύοντας πάντοτε επιστημονική ορολογία και γλώσσα. Εξαίρετη γνώση επέδειξε και σε ερωτήσεις για την κείμενη νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις που αφορούν εις την εμπορία και τον έλεγχο των φαρμάκων και στον έλεγχο άσκησης της φαρμακευτικής. Διαθέτει υψηλό επίπεδο κρίσης και αντίληψης και οι απαντήσεις της συνοδεύονταν με τα ανάλογα πειστικά επιχειρήματα. Ώριμη, συγκροτημένη και δυνατή προσωπικότητα."
Ακολούθως, η ΕΔΥ, αφού μελέτησε τους σχετικούς φακέλους και έλαβε, επίσης, υπόψη την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, τις υπηρεσιακές εκθέσεις, τα προσόντα, την αρχαιότητά τους, καθώς και τη σύσταση του Διευθυντή, έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε των άλλων υποψηφίων και, στη συνέχεια, την προήγαγε στη θέση του Διευθυντή Φαρμακευτικών Υπηρεσιών. Το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά, έχει ως ακολούθως:
"Η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη τα προσόντα των υποψήφιων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψήφιων οι οποίοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και την απόδοση των υποψήφιων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψήφιων στο σύνολό τους, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ιδία, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια.
Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψήφιων, καθώς και την αρχαιότητά τους, η οποία φαίνεται στον ενώπιόν της κατάλογο των υποψήφιων.
Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένων και των καθιερωμένων κριτηρίων στο σύνολό τους, έκρινε ότι η ΚΟΥΠΕΠΙΔΟΥ-ΤΣΕΝΤΑ Παντελίτσα υπερέχει γενικά των υπολοίπων υποψήφιων, την επέλεξε ως την πιο κατάλληλη και αποφάσισε να προσφέρει σ΄ αυτήν προαγωγή στη μόνιμη θέση Διευθυντή Φαρμακευτικών Υπηρεσιών, από 15.5.01.
Επιλέγοντας την Κουπεπίδου-Τσέντα Παντελίτσα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή έχει αξιολογηθεί ως Εξαίρετη κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης και σε υψηλότερο σημείο από τους μη επιλεγέντες, είναι περίπου ισοδύναμη ή υπερέχει σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των τελευταίων χρονών, και έχει υπέρ της τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι οι μη επιλεγέντες υποψήφιοι Κοκκίνου Παναγιώτα και Παναγή Λοΐζος διαθέτουν το προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονέκτημα, θεώρησε, όμως, ότι αυτό δεν μπορεί να ανατρέψει την κρίση της ότι η Κουπεπίδου-Τσέντα, η οποία διαθέτει και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και αξιολογήθηκε σε αρκετά υψηλότερο από αυτούς επίπεδο κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση (Εξαίρετη και Πολύ Καλή, αντίστοιχα), είναι η καταλληλότερη για τη θέση."
Προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ως λόγος ακυρώσεως, και στις δύο προσφυγές, ότι η επίδικη απόφαση της ΕΔΥ είναι ακυρωτέα για το λόγο ότι η ΕΔΥ παραγνώρισε το πλεονέκτημα που κατείχαν οι αιτητές χωρίς να δώσει την απαιτούμενη ειδική αιτιολογία. Επίσης, ο Γενικός Διευθυντής προέβη σε σύσταση χωρίς και ο ίδιος να δώσει ειδική αιτιολογία για παραγνώριση του πλεονεκτήματος.[2] [3] Ο λόγος ακυρώσεως ευσταθεί. Έχει καθιερωθεί από τη νομολογία ότι, σε περίπτωση που επιλέγεται υποψήφιος μη κάτοχος του προβλεπόμενου από το Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονεκτήματος, αντί υποψήφιου που το κατέχει, το διορίζον όργανο οφείλει να δώσει ειδική αιτιολογία για την επιλογή του. Στην περίπτωση του ενδιαφερόμενου μέρους, που δεν κατείχε το πλεονέκτημα, η αιτιολογία που δόθηκε δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, σύμφωνα με τη νομολογία, ως ειδική ώστε να δικαιολογεί την παραγνώριση του προβλεπόμενου από το Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονεκτήματος που κατείχαν οι αιτητές. Όπως έχει τονιστεί στη Δημοκρατία ν. Γερμανού (2005) 3 ΑΑΔ 93:
"Με το δεύτερο λόγο έφεσης η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Ε.Δ.Υ. αγνόησε χωρίς αιτιολογία την κατοχή του πλεονεκτήματος από επτά αιτητές είναι λανθασμένη. Η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού καθόρισε ότι έξι μήνες πείρα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, θα εξασφάλιζαν στους κατόχους της το πλεονέκτημα, προχώρησε στον καταρτισμό του πίνακα των υποψηφίων που το διέθεταν. Ο πίνακας περιλάμβανε τον εφεσίβλητο - αιτητή Ν. Αδάμου, τον αιτητή στην προσφυγή 956/99 Μ. Καλαθά και τους εφεσιβλήτους - αιτητές Δώρα Γερμανού, Στυλιανό Χαραλάμπους, Αστέρω Αθηνοδώρου - Κυριάκου, Χαράλαμπο Μιχαήλ και Χαράλαμπο Χαραλάμπους. Η Ε.Δ.Υ. αφού υιοθέτησε την πιο πάνω θέση της Συμβουλευτικής Επιτροπής κατέληξε στην επιλογή των ενδιαφερόμενων μερών Μαρίας Γεωργίου και Νεοκλή Νεοκλέους, που δεν είχαν το πλεονέκτημα, χωρίς την απαραίτητη αιτιολογία αφού σημειώθηκε απλά στα πρακτικά της ότι:
"η Γεωργίου Μαρία έχει την υπέρ της σύσταση του Διευθυντή, αξιολογήθηκε ως Εξαίρετη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, αξιολογήθηκε στο ψηλότερο επίπεδο από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση (Πάρα πολύ καλή) και κατέχει μεταπτυχιακό προσόν. Επιλέγοντας τη Γεωργίου, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή δεν διαθέτει το πλεονέκτημα.
.....................................................................................................................................
Στην παρούσα υπόθεση δεν στοιχειοθετείται λόγος παρέμβασης στις διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με το συγκεκριμένο ζήτημα του πλεονεκτήματος. Η σταθερή και διαχρονική νομολογιακή προσέγγιση του θέματος αναγνωρίζει τη δυνατότητα παραγνώρισης του πλεονεκτήματος όταν παρέχεται από το διορίζον όργανο πειστική ειδική αιτιολογία.
.....................................................................................................................................
Πέραν τούτου, το γεγονός το οποίο επισημάνθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι δηλαδή η Ε.Δ.Υ. προτίμησε τα ενδιαφερόμενα μέρη Μ. Γεωργίου και Ν. Νεοκλέους που δεν διέθεταν το πλεονέκτημα, αντί των εφεσιβλήτων-αιτητών Δ. Γερμανού, Σ. Χαραλάμπους, Α. Αθηνοδώρου-Κυριακού, Χ. Μιχαήλ και Χ. Χαραλάμπους που το κατείχαν, λόγω της καλύτερης απόδοσης των πρώτων στην προφορική συνέντευξη, φέρνει στο προσκήνιο τα νομολογηθέντα στην Φιλίππου (πιο πάνω) στην οποία κρίθηκε ότι η καλύτερη απόδοση στη συνέντευξη δεν εκτοπίζει την κατοχή του πλεονεκτήματος από το διεκδικητή μιας θέσης. Σε μια παρόμοια περίπτωση στην υπόθεση Ζωή Αντωνίου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφ. Αρ. 806/99, της 22/6/2000 στην οποία η βαθμολογική διαφορά της προφορικής συνέντευξης, που προβλήθηκε ως ειδική αιτιολογία, ήταν μεγάλη, το Δικαστήριο ακυρώνοντας την επίδικη πράξη σημείωσε τα πιο κάτω:
"Υιοθετώ τα νομολογηθέντα στη Φιλίππου (πιο πάνω). Κρίνω ότι η ειδική αιτιολογία που έδωσε η Ε.Δ.Υ. - καλύτερη απόδοση στην προφορική εξέταση - δεν αποτελεί εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που παρέχει το πρόσθετο προσόν για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης (Βλ. και Σιδερά ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2540, 2543, "μέσα από τη νομολογία προβάλλει η αρχή ότι δεν δικαιολογείται η αντιστάθμιση ουσιαστικής ή αισθητής έστω υπεροχής από τα αποτελέσματα της συνέντευξης"). Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση τυγχάνει αναιτιολόγητη."
Δοθέντος ότι ο πιο πάνω λόγος ακυρώσεως ευσταθεί, δεν θεωρώ χρήσιμο να επεκταθώ στους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως που προβάλλονται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει λόγω ανεπαρκούς ειδικής αιτιολογίας, με €800 έξοδα, περιλαμβανομένου ΦΠΑ, υπέρ του κάθε αιτητή και εις βάρος της καθ΄ης η αίτηση.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ
[1] Η αξιολόγηση αυτή ήταν:
Για τον αιτητή στην προσφυγή αρ. 822/07 Παναγή Λοΐζο: Πάρα Πολύ Καλός.
Για την αιτήτρια στην προσφυγή αρ. 846/07 Κοκκίνου Παναγιώτα: Πάρα Πολύ Καλή.
Για το ενδιαφερόμενο μέρος Κουπεπίδου-Τσέντα Παντελίτσα: Εξαίρετη.
[2] Το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προέβλεπε ότι μεταπτυχιακό προσόν ή μεταπτυχιακές σπουδές θα θεωρούνται πλεονέκτημα.
[3] Το ενδιαφερόμενο μέρος πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι οι αιτητές δεν κατέχουν το πλεονέκτημα διότι (α) για τον αιτητή στην προσφυγή αρ. 822/2007, το πτυχίο του δεν μπορεί να θεωρηθεί μεταπτυχιακό και (β) για την αιτήτρια στην προσφυγή αρ. 846/2007 ο μεταπτυχιακός τίτλος που κατέχει δεν είναι συναφής με τα καθήκοντα της θέσης. Ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί. Η ΕΔΥ, η οποία ήταν αρμόδια να προβεί σε έρευνα αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων, εύλογα έκρινε ότι οι αιτητές είχαν το πλεονέκτημα. Ειδικά για τον αιτητή στην προσφυγή αρ. 822/07 υπάρχει και η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την οποία κρίθηκε ότι κατείχε το πλεονέκτημα (Πετρώνδα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 293).