ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Υπόθεση Αρ. 713/2007)
18 Νοεμβρίου, 2008
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΕΝΑ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
Ι. Νικολάου, για την Αιτήτρια.
Θ. Ραφτοπούλου, για την Καθ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου ημερ. 7/3/07 με την οποία διορίστηκαν οι Ιωαννίδης Χρίστος (ε.μ.1), Μακρή Αντρέας (ε.μ.2) και Πλατρίτου Μαρία (ε.μ.3) στη Θέση Λειτουργού Β΄ Τάξης/Λογιστή.
Οι θέσεις προκηρύχθηκαν ως θέσεις πρώτου διορισμού και για την πλήρωσή τους, η Επιτροπή Προσωπικού, σύμφωνα με το άρθρο 22(3) του περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου του 2002-2003 («ο Νόμος»), εκχώρησε τις αρμοδιότητες της σε Υποεπιτροπή η οποία ανέλαβε τη διεξαγωγή γραπτών και προφορικών εξετάσεων. Η διαδικασία πλήρωσης δυνάμει της παραγρ. 8 των περί Υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Οροι Υπηρεσίας) Οδηγιών Κ.Δ.Π. 233/04 («οι οδηγίες») είχε προκαθορισθεί .Στο γραπτό διαγωνισμό μεταξύ 18 επιτυχόντων υποψηφίων η αιτήτρια κατετάγη 3η με βαθμολογία 62,50%, ο Ιωαννίδης Χρ. 14ος με 51%, ο Μακρή Α. 9ος με 57% και η Πλατρίτου Μ. 7η με 58,50%. Στη συνέχεια οι επιτυχόντες υποψήφιοι κλήθηκαν σε προφορική εξέταση και απάντησαν σε ερωτήσεις αναφορικά με την ακαδημαϊκή και την επαγγελματική τους ανέλιξη (περιλαμβανομένων και διευκρινίσεων σχετικά με τα προσόντα τους), την προσωπικότητα, την οργάνωση και τη μεθοδικότητα τους, καθώς και σε ερωτήσεις αναφορικά με τις εμπειρίες και τις γνώσεις τους στο λογιστικό/ελεγκτικό τομέα. Στην προφορική εξέταση η αιτήτρια χαρακτηρίστηκε «Καλή» και τα ενδ. μέρη ως «Εξαίρετοι».
Η Υποεπιτροπή διαπίστωσε ότι όλοι οι υποψήφιοι πληρούσαν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα. Η αιτήτρια και τα ενδ. μέρη ήταν επίσης κάτοχοι του πλεονεκτήματος («αναγνωρισμένος πανεπιστημιακός ή μεταπτυχιακός τίτλος στα Οικονομικά ή τη Διοίκηση επιχειρήσεων ή σε άλλο κατάλληλο θέμα»).Τα προσόντα της αιτήτριας και των ενδ. μερών είναι αντιστοίχως τα ακόλουθα,
«ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΕΝΑ (Αιτήτρια)
Λύκειο Κύκκου Γ΄, Λευκωσία (19 4/12)
BSc in Economics (Pass)
University of London - The London School of Economics & Political Science (1995-1998)
The Institute of Chartered Accountants in England and Wales (1998-2001)
Μέλος του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Ενδ. μέρος 1)
Λύκειο Ακροπόλεως Λευκωσία (16 1/11)
BA in Accounting and Finance (First Class Honours)
University of Essex (09/1999 - 06/2002)
The Intstitute of Chartered Accountants in England and Wales (09/2002 - 9/2005)
Μέλος του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου
ΜΑΚΡΗΣ ΑΝΤΡΕΑΣ (Ενδ. μέρος 2)
Παγκύπριο Γυμνάσιο, Λευκωσία (15 5/12)
Πτυχίο Οικονομικών Επιστημών (8.02, Λίαν Καλώς)
Αριστοτέλιο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (1997-2001)
Μεταπτυχιακό τίτλο στη Χρηματοοικονομική Πανεπιστήμιο Κύπρου (2001-2003)
The Institute of Chartered Accountants in England and Wales (2003-2006)
ΠΛΑΤΡΙΤΟΥ ΜΑΡΙΑ (Ενδ. μέρος 3)
The English School, Λευκωσία
BSc in Accounting and Finance (First Class Honours)
The University of Warwick (2000-2003)
The Institute of Chartered Accountants in England and Wales (2003-2006)»
Η Υποεπιτροπή αφού έλαβε υπόψη την επίδοση των υποψηφίων στις γραπτές και τις προφορικές εξετάσεις αλλά και τα προσόντα τους, ομόφωνα σύστησε τα ενδ μέρη δίνοντας τους πιο κάτω λόγους:
«Η Υπεπιτροπή σημείωσε ότι οι υποψήφιες Ιωαννίδου Στέλλα, Χαραλάμπους Κοραλλία, Χατζηκωνσταντίνου Αντρεα και Πλατρίτου Μαρία στη γραπτή εξέταση κατέλαβαν την πρώτη, τρίτη, πέμπτη και έβδομη θέση, αντίστοιχα, ενώ στην προφορική εξέταση αξιολογήθηκαν όλες ως Εξαίρετες και υπερείχαν έναντι των υπολοίπων υποψηφίων οι οποίοι στη γραπτή εξέταση κατέλαβαν χαμηλότερες θέσεις. Περαιτέρω, η Υπεπιτροπή σημείωσε ότι οι υποψήφιοι Μακρής Αντρέας και Ιωαννίδης Χρίστος παρόλο που στη γραπτή εξέταση κατέλαβαν την ένατη και δέκατη τέταρτη θέση, αντίστοιχα, στην προφορική εξέταση επίσης αξιολογήθηκαν ως Εξαίρετοι. Συγκεκριμένα, οι απαντήσεις που έδωσαν οι υποψήφιοι Ιωαννίδου Στέλλα, Χαραλάμπους Κοραλία, Χατζηκωνσταντίνου Αντρεα, Πλατρίτου Μαρία, Μακρή Αντρέας και Ιωαννίδης Χρίστος, κατά την προφορική εξέταση, σχετικά με τον έλεγχο του πιστωτικού κινδύνου, την εσωτερική διακυβέρνηση, την κεφαλαιουχική επάρκεια και το ρόλο της Εποπτικής Αρχής ήταν πιο τεκμηριωμένες και σαφείς σε σύγκριση με τις απαντήσεις των υπόλοιπων υποψηφίων.
Ιδιαίτερη σύγκριση έγινε μεταξύ της υποψήφιας Θεοδοσίου Αποστολένας, η οποία στις γραπτές εξετάσεις εξασφάλισε βαθμολογία 62,50% και κατέλαβε την τρίτη θέση και των υποψηφίων Χατζηκωνσταντίνου Αντρεας, Πλατρίτου Μαρίας, Μακρή Αντρέα και Ιωαννίδη Χρίστου, οι οποίοι στις γραπτές εξετάσεις εξασφάλισαν βαθμολογία 62,00%, 58,50%, 57,00% και 51,00%, αντίστοιχα, και κατέλαβαν την πέμπτη, έβδομη, ένατη και δέκατη τέταρτη θέση, αντίστοιχα. Η Υπεπιτροπή σημείωσε ότι οι απαντήσεις των υποψηφίων Χατζηκωνσταντίνου Αντρεας, Πλατρίτου Μαρίας, Μακρή Αντρέα και Ιωαννίδη Χρίστου, οι οποίοι κατά την προφορική εξέταση αξιολογήθηκαν ως Εξαίρετοι, υπερτερούσαν καταφανώς έναντι των αντίστοιχων απαντήσεων της υποψήφιας Θεοδοσίου Αποστολένας, η οποία αξιολογήθηκε ως Καλή. Επίσης, ιδιαίτερη σύγκριση έγινε μεταξύ της υποψήφιας Μηνά Ελενας, η οποία στις γραπτές εξετάσεις εξασφάλισε βαθμολογία 59,00% και κατέλαβε την έκτη θέση και των υποψηφίων Πλατρίτου Μαρίας, Μακρή Αντρέα και Ιωαννίδη Χρίστου, οι οποίοι στις γραπτές εξετάσεις εξασφάλισαν βαθμολογία 58,50%, 57,00% και 51,00%, αντίστοιχα, και κατέλαβαν την έβδομη, ένατη και δέκατη τέταρτη θέση, αντίστοιχα.»
Η αποφασιστική αρμοδιότητα, βάσει του άρθρου 20 του Νόμου, ανήκει στο Διοικητή ο οποίος «ενεργεί σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής Προσωπικού». Ο Διοικητής, καθώς αναφέρει σε σημείωμα του ημερ. 7 Μαρτίου 2007, μελέτησε τα στοιχεία και έλαβε υπόψη τις αρχές οι οποίες διέπουν την πλήρωση θέσεων όπως καθορίζονται στην παρ. 8 των Οδηγιών. Ακολουθώντας τη γνώμη της Επιτροπής, αποφάσισε το διορισμό των ενδιαφερόμενων προσώπων, ως των πιο κατάλληλων, μεταξύ όλων των υποψηφίων. Η αιτήτρια κατατάχθηκε τέταρτη επιλαχούσα. Η παρ. 8 των Οδηγιών προνοεί,
«8.-(1) Ολες οι κενές θέσεις πληρούνται με οποιοδήποτε τρόπο αποφασίσει ο Διοικητής, ο οποίος ενεργεί σύμφωνα με γνωμοδότηση της Επιτροπής Προσωπικού. Κατά την πλήρωση κενών θέσεων δίνεται προτεραιότητα σε μέλος του υφιστάμενου προσωπικού, νοουμένου ότι κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα και πείρα, όπως καθορίζονται στους Ορους και τα Σχέδια Υπηρεσίας, εκτός αν η διάρθρωση της υπηρεσίας απαιτεί διαφορετικά προς το συμφέρον της Τράπεζας.
(2) Στην περίπτωση πλήρωσης κενών θέσεων Λειτουργού Β΄ Τάξης, δίνεται προτεραιότητα σε μέλος του υφιστάμενου προσωπικού το οποίο είναι υποψήφιο για διορισμό και κατέχει όλα τα απαιτούμενα προσόντα εφόσον η Επιτροπή Προσωπικού ικανοποιηθεί ότι-
(α) έχει επιτύχει, στη δοκιμασία και τις εξετάσεις που θα υποβληθεί, επίπεδα απόδοσης όχι χαμηλότερα από εκείνα που θα επιτύχουν οι άλλοι διαγωνιζόμενοι υποψήφιοι.
(β) διαθέτει τις ικανότητες για να ασκεί τα καθήκοντα της θέσης.
(γ) δεν υστερεί σε αξία και προσόντα όταν συγκρίνεται με άλλους υποψήφιους.»
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η καθ΄ ης η αίτηση, παρέλειψε να ερευνήσει επαρκώς την πείρα, τα ακαδημαϊκά, επαγγελματικά και άλλα προσόντα των υποψηφίων. Λέγει ότι η πείρα και τα προσόντα που αυτή διαθέτει είναι απολύτως συναφή με τα καθήκοντα της θέσης.
Ο όρος 1.5 του παραρτήματος των Οδηγιών (Οροι και Σχέδια Υπηρεσίας) προνοεί:
«1.5 Κατάλληλα ακαδημαϊκά, επαγγελματικά ή άλλα προσόντα που είναι ισάξιου επιπέδου με εκείνα τα οποία καθορίζονται ειδικά για κάποια θέση είναι δυνατόν να γίνουν αποδεκτά. Η Επιτροπή η οποία συνιστάται σύμφωνα με το άρθρο 22 του Νόμου αποφασίζει για τα προσόντα που θεωρούνται ισάξια ή κατάλληλα για κάθε συγκεκριμένη θέση καθώς επίσης και για την πείρα που θεωρείται κατάλληλη.»
Η Υποεπιτροπή, ως η μόνη αρμόδια να αξιολογήσει τα προσόντα των υποψηφίων, διαπίστωσε ότι η αιτήτρια και τα ενδ. μέρη πληρούσαν τα προσόντα που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας και ότι είχαν όλοι το πλεονέκτημα. Η πείρα δεν είναι μεταξύ των προσόντων που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης και ως εκ τούτου, η Υποεπιτροπή δεν είχε υποχρέωση να ερευνήσει για την πείρα των υποψηφίων. Ωστόσο, το θέμα αυτό απασχόλησε εμμέσως την Επιτροπή κατά την προφορική εξέταση. Οι συγκεκριμένες ερωτήσεις που υποβλήθηκαν στους υποψήφιους αφορούσαν θέματα συναφή με τα καθήκοντα της θέσης και για να απαντηθούν χρειαζόταν γνώση απορρέουσα ενδεχομένως από την πείρα. Η αξιολόγηση των υποψηφίων με βάση τις απαντήσεις που έδωσαν έγινε συγκριτικά και συνοδεύεται από δέουσα αιτιολογία (ανωτέρω).
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι το ενδ. μέρος Πλατρίτου Μαρία δεν κατέχει το απαιτούμενο προσόν της πολύ καλής γνώσης της ελληνικής γλώσσας. Η διαπίστωση των προσόντων των υποψηφίων για την πλήρωση θέσης ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου και αποτελεί πτυχή της διοικητικής λειτουργίας. Το Δικαστήριο εξετάζει μόνο κατά πόσο το διορίζον όργανο, με βάση το ενώπιόν του υλικό, μπορούσε εύλογα να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι συγκεκριμένος υποψήφιος κατείχε ή όχι συγκεκριμένο προσόν. Με βάση το υλικό που έχω ενώπιόν μου κρίνω αβάσιμο τον ισχυρισμό. Ολα τα ενδιαφερόμενα μέρη ικανοποιούσαν το προσόν της πολύ καλής γνώσης της ελληνικής και αγγλικής γλώσσας. Η ύπαρξη του εν λόγω προσόντος διαπιστώθηκε τόσο κατά τη γραπτή όσο και κατά την προφορική εξέταση. Όταν οι υποψήφιοι κλήθηκαν για να λάβουν μέρος στη γραπτή εξέταση πληροφορήθηκαν με την επιστολή που τους στάληκε ότι μια τουλάχιστον ερώτηση της επιλογής τους έπρεπε να απαντηθεί στα ελληνικά και μια στα αγγλικά. Η προφορική εξέταση έγινε στα ελληνικά. Το γραπτό της Πλατρίτου, βαθμολογήθηκε με 58,5% και στα προφορικά κρίθηκε ως «εξαίρετη». Το αποτέλεσμα των δύο εξετάσεων φανερώνει ότι η Πλατρίτου Μαρία κρίθηκε ως κατέχουσα το προσόν της πολύ καλής γνώσης της ελληνικής. Η κατοχή του εν λόγω προσόντος τεκμαίρεται και από το γεγονός ότι αυτή παρουσίασε πιστοποιητικό ότι πέρασε GCEE Advanced Level στα ελληνικά με βαθμό επιτυχίας Α. Η κατοχή τέτοιου πιστοποιητικού θεωρείται από το Ιδρυμα Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ) ως αποδεκτό τεκμήριο της πολύ καλής γνώσης της ελληνικής γλώσσας για σκοπούς διεκδίκησης υποτροφίας για μεταπτυχιακές σπουδές στην Ελλάδα.
Προβάλλεται ισχυρισμός ότι η καθ΄ ης η αίτηση απέδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση χωρίς να αξιολογήσει τα επιπρόσθετα προσόντα και την πείρα της αιτήτριας. Δεν θα επανέλθω στο θέμα των προσόντων και της πείρας αφού με αυτά ασχολήθηκα προηγουμένως. Ο ισχυρισμός ότι η Υποεπιτροπή απέδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση δεν ευσταθεί. Η προφορική εξέταση ήταν ένα από τα κριτήρια επιλογής και εξετάστηκε σε συνάρτηση με τα προσόντα των υποψηφίων και την απόδοσή τους στη γραπτή εξέταση. Η αιτιολογία που έδωσε η Υποεπιτροπή κατά την αξιολόγηση της αιτήτριας και των ενδιαφερομένων μερών στην προφορική εξέταση παρέχει σαφή εικόνα των σημείων στα οποία η αιτήτρια υστέρησε καθώς και των σημείων στα οποία η απόδοση των ενδ. μερών κρίθηκε καλύτερη από την απόδοση της αιτήτριας με αποτέλεσμα η αιτήτρια να χαρακτηριστεί ως «καλή» και τα ενδ. μέρη ως «εξαίρετοι».
Οι θέσεις πληρώθηκαν ως θέσεις πρώτου διορισμού και συνεπώς δεν υπήρχαν συγκριτικά στοιχεία ως προς την αξία των υποψηφίων συναρτημένα με προηγούμενη υπηρεσία τους στην Κεντρική Τράπεζα. Τα βασικά κριτήρια επιλογής στην προκείμενη περίπτωση ήταν τα προσόντα των υποψηφίων και το πλεονέκτημα για όσους το διέθεταν καθώς και η απόδοσή τους στη γραπτή εξέταση και στις προφορικές συνεντεύξεις που νομίμως προκρίθηκε η διεξαγωγή τους. Κανένα από τα προαναφερόμενα κριτήρια δεν λειτουργεί μόνο του αποκλείοντας τα άλλα. Το αποτέλεσμα της γραπτής εξέτασης δεν καθορίζει αφ΄ εαυτού, εκ των προτέρων, τον καταλληλότερο. Το ίδιο ισχύει και για το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης, τα προσόντα, το πλεονέκτημα κλπ. Αναμφίβολα η σημασία της γραπτής εξέτασης είναι σημαντική εφόσον γενικά προσφέρεται ως αξιόπιστο κοινό μέτρο. Ωστόσο, και η προφορική εξέταση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο ως κριτήριο για την επιλογή του καλύτερου. Μέσω αυτής της εξέτασης κρίνεται η προσωπικότητα των υποψηφίων, η συμπεριφορά τους, ο τρόπος που αντιδρούν κλπ. Επομένως δεν μπορεί να ισχύσει τίποτε ως απόλυτο σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, όπου η διοίκηση, ενασκώντας αποφασιστική αρμοδιότητα, επέλεξε να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη διαδικασία επιλογής. Στην προκείμενη περίπτωση είναι γεγονός ότι η αιτήτρια στη γραπτή εξέταση εξασφάλισε ψηλότερη βαθμολογία από τα ενδιαφερόμενα μέρη, χωρίς όμως η διαφορά να αποκαλύπτει καθοριστική υπεροχή. Αυτή ακριβώς η διαφορά καθιστούσε κρίσιμη την απόδοση της αιτήτριας και των ενδιαφερομένων μερών στις συνεντεύξεις, όπου η Υποεπιτροπή εξηγεί επαρκώς γιατί, η αιτήτρια αξιολογήθηκε «καλή» και τα ενδ. μέρη «εξαίρετοι», κλίνοντας τελικά την πλάστιγγα υπέρ των ενδ. μερών, αφού σημείωσε ότι λήφθηκαν υπόψη τα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων και τα προσόντα των υποψηφίων.
Συνεκτιμώντας όλα τα πιο πάνω στοιχεία έχω τη γνώμη ότι η Επιτροπή Προσωπικού και ο Διοικητής καλόπιστα επέλεξαν τα ενδ. μέρη αντί της αιτήτριας για διορισμό στην επίδικη θέση. Η αιτήτρια δεν παρουσίασε έκδηλη υπεροχή και η απόφαση για διορισμό των ενδ. μερών αντί της αιτήτριας ήταν ευλόγως επιτρεπτή χωρίς να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής εξουσίας της καθ΄ ης η αίτηση.
Ενόψει των ανωτέρω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1200 έξοδα σε βάρος της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.