ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 1633/2006)

 

10 Νοεμβρίου, 2008

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 28.1, 2 ΚΑΙ 146  ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΝΔΡΕΑΣ  ΣΑΒΒΑ,

Αιτητής,

v.

 

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,

Καθ' ου η αίτηση.

____________________

 

Α. Παπαντωνίου, για τον Αιτητή.

Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον  Καθ΄ ου η αίτηση.

_______________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:       Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή ζητά:

«Διακήρυξη και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων ημερομηνίας 20.6.2006 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του αιτητή για παραχώρηση άδειας βοηθού τελωνειακού πράκτορα είναι άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερείται εννόμου αποτελέσματος.»

 

Ο αιτητής  είχε υποβάλει  αίτηση για παραχώρηση άδειας βοηθού τελωνειακού πράκτορα.

 

Ο Ανώτερος Τελωνειακός Λειτουργός Λευκωσίας, με επιστολή του ημερομηνίας 31.3.2006  πληροφόρησε τη Διευθύντρια Τμήματος Τελωνείων ότι ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή ήταν ο πρώην οικονομικός διευθυντής της εταιρείας FRAΚAPOR LOGISTlCS LIΜΙΤΕD και είχε υποβάλει  αίτηση για παραχώρηση άδειας βοηθού τελωνειακού υπό την ιδιότητα του ως Γενικού Διευθυντή της  εταιρείας CKS ΙDΕΑL LOGISTlCS LIΜΙΤΕD, η οποία είναι κάτοχος άδειας τελωνειακού πράκτορα.

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία ενώπιον του Τμήματος  είχε διαπιστωθεί ότι πολλές από τις  επιταγές της εταιρείας FRAΚAPOR LOGISTlCS LIΜΙΤΕD, οι οποίες είχαν κατατεθεί στο Τμήμα και είχαν επιστραφεί ως ανεξαργύρωτες, έφεραν την υπογραφή του αιτητή ο οποίος, κατά τον ουσιώδη χρόνο, είχε την ιδιότητα του οικονομικού διευθυντή της εταιρείας FRAΚAPOR LOGISTlCS LIMITED.

Ενόψει του υποβληθέντος αιτήματος του αιτητή για παραχώρηση άδειας βοηθού τελωνειακού πράκτορα καθώς και της διαπίστωσης της εμπλοκής του στην οικονομική διαχείριση της εταιρείας FRAΚAPOR LOGISTlCS LΙΜΙΤΕD και του ύψους της οφειλής της εν λόγω εταιρείας προς το Τμήμα Τελωνείων, ως αποτέλεσμα της μη εξαργύρωσης των κατατεθεισών στο Τμήμα επιταγών της, το Τμήμα Τελωνείων, προέβηκε σε διευθέτηση συνάντησης με τον αιτητή, η οποία και πραγματοποιήθηκε στις 24.5.06.

 

Στα πλαίσια της  εν λόγω συνάντησης, ο αιτητής ανέφερε ότι δεν ήταν ο οικονομικός διευθυντής της εταιρείας FRAΚAPOR LOGISTlCS LIΜΙΤΕD, με καταγεγραμμένα καθήκοντα.  Δεν είχε παρουσιάσει ωστόσο οποιαδήποτε στοιχεία τα οποία υποστήριζαν τον ισχυρισμό του. Ως προς το ζήτημα των ανεξαργύρωτων επιταγών της εταιρείας FRAΚAPOR LOGISTlCS LIΜΙΤΕD ανέφερε ότι, ως εξουσιοδοτημένο πρόσωπο και ένεκα του γεγονότος ότι οι επιταγές έπρεπε να υπογραφούν  από δύο πρόσωπα και δεν υπήρχε άλλο πρόσωπο να υπογράψει, λόγω της δυσμενούς οικονομικής κατάστασης στην οποία περιήλθε η εταιρεία, υπέγραψε ο ίδιος 4 - 5 βιβλιάρια επιταγών των 50 επιταγών το κάθε βιβλιάριο. Ανέφερε επίσης ότι δεν ήταν αυτός ο οποίος  έδιδε εντολές για την έκδοση των επιταγών και αρνήθηκε κάθε ευθύνη σε σχέση με την έκδοση των ανεξαργύρωτων επιταγών. Ακόμα ανέφερε ότι η οικονομική διαχείριση της εταιρείας διενεργείτο από κάποιο άλλο πρόσωπο το οποίο εξακολουθούσε να κατέχει άδεια τελωνειακού πράκτορα και ο οποίος ήταν Γενικός Διευθυντής της εταιρείας. Περαιτέρω ανέφερε, ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση ήταν γνώστες των οικονομικών της εταιρείας, πλην όμως κάποιοι από αυτούς εξακολουθούσαν να κατέχουν άδεια τελωνειακού πράκτορα. Σε υπόδειξη ότι ως λογιστής και οικονομικός διευθυντής της εταιρείας FRAΚAPOR LOGISTlCS LIΜΙΤΕD όφειλε να γνωρίζει την οικονομική κατάσταση της εταιρείας και να μην υπογράφει ακάλυπτες επιταγές, ο αιτητής ανέφερε ότι δεν γνώριζε την οικονομική κατάσταση της εταιρείας και ούτε είχε οποιαδήποτε ευθύνη για τα οικονομικά της.

 

Στη συνέχεια το Τμήμα Τελωνείων, με επιστολή του ημερομηνίας 20.6.06 υπογεγγραμμένη από τη Διευθύντρια απέρριψε το αίτημα του αιτητή για εγγραφή του ως Βοηθού Τελωνειακού Πράκτορα.

 

Αυτούσιο το περιεχόμενο της επιστολής παρατίθεται κατωτέρω:

 

 «Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα καθώς και στην άσκηση του δικαιώματος της προηγούμενης ακρόασης το οποίο σας παραχωρήθηκε από το Τμήμα Τελωνείων σε σχέση με το πιο πάνω αίτημά σας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158(1)/99 και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:

 

Με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία, έχει διαπιστωθεί ότι έχετε εμπλακεί στην έκδοση σημαντικού αριθμού επιταγών της εταιρείας Frakapor Logistics Limited, οι οποίες φέρουν την υπογραφή σας και οι οποίες κατατέθηκαν στο Τμήμα Τελωνείων από την πιο πάνω εταιρεία και ακολούθως επιστράφηκαν στο Τμήμα ως ανεξαργύρωτες. Περαιτέρω διαπιστώθηκε ότι κατείχατε τη θέση του οικονομικού Διευθυντή της εταιρείας Frakapor Logistics Limited και συνεπώς, ως εκ της θέσεώς σας, γνωρίζατε ή οφείλατε να γνωρίζετε την οικονομική κατάσταση της πιο πάνω εταιρείας και θα έπρεπε να είχατε αποφύγει τη διενέργεια πράξεων, οι οποίες επέδρασαν δυσμενώς στην ομαλή λειτουργία των εργασιών του Τμήματος Τελωνείων και εν γένει στα δημόσια έσοδα.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, λυπούμαι να σας πληροφορήσω ότι το αίτημά σας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό.»

 

 

Είναι  ισχυρισμός του αιτητή ότι εφόσον  πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις του Κανονισμού 11 της ΚΔΠ 119/94 για παραχώρηση άδειας βοηθού τελωνειακού πράκτορα,  η απόρριψη του αιτήματος του ήταν αυθαίρετη . Λέγει συναφώς ότι η  αιτιολογία της απόφασης της Διευθύντριας Τελωνείων ήταν πλημμελής. Είναι η θέση του ότι τα προβλήματα που είχε η εταιρεία FRAΚAPOR LOGISTlCS  επενήργησαν  τιμωρητικά και εκδικητικά για τον ίδιο με αποτέλεσμα να έχει  πληγεί το συνταγματικό δικαίωμα του  για ελεύθερη άσκηση επαγγέλματος. Καταλήγει, ότι η Διευθύντρια ενήργησε κατά παράβαση των σχετικών Κανονισμών.

 

Από την άλλη πλευρά ο καθ΄ ου η αίτηση αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη και λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα των γεγονότων της υπόθεσης και μετά από τη δέουσα συνεκτίμησή τους . Οι επιταγές εκ μέρους της εταιρείας οι οποίες είχαν κατατεθεί στο Τμήμα Τελωνείων και ακολούθως επιστράφηκαν ως ανεξαργύρωτες  είχαν υπογραφεί από τον ίδιο τον αιτητή.  Επίσης σύμφωνα με τα στοιχεία που βρίσκονταν  στη διάθεση του Τμήματος,  ο αιτητής, κατά τον ουσιώδη χρόνο, κατείχε τη θέση του οικονομικού διευθυντή της εταιρείας Frakapor Logistics Limited. Τα στοιχεία  αυτά δεν αντικρούστηκαν από τον αιτητή και δεν προσκομίστηκε οτιδήποτε υποστηρικτικό της θέσης του περί του αντιθέτου.  

Περαιτέρω ο καθ´ ου η αίτηση υποβάλλει ότι ο αιτητής όφειλε να γνωρίζει την οικονομική κατάσταση της εταιρείας και συνεπώς όφειλε να συμπεριφέρεται κατά τρόπο που να αποφεύγει τη διενέργεια πράξεων ζημιογόνων για τα δημόσια έσοδα. Αναφορικά με τον ισχυρισμό, ότι ο αιτητής ήταν οικονομικός διευθυντής της μητρικής εταιρείας Frakapor Holdings Limited και όχι της θυγατρικής εταιρείας Frakapor Logistics Limited, ο καθ΄ ου η αίτηση λέγει ότι και αυτή η κατ' ισχυρισμό ιδιότητα του αιτητή δεν τον απαλλάσσει από την εγγενή υποχρέωσή του να γνωρίζει την οικονομική κατάσταση όχι μόνο της μητρικής αλλά και των θυγατρικών της εταιρειών καθώς και από την υποχρέωσή του για αποφυγή διενέργειας πράξεων οι οποίες είναι επιβλαβείς για τα δημόσια έσοδα.

 

Οι σχετικές με την επίδικη απόφαση νομοθετικές διατάξεις είναι οι περί Χορηγήσεως Αδείας εις Τελωνειακούς Πράκτορας και Βοηθούς Τελωνειακούς Πράκτορας Κανονισμοί του  1974 (Κ.Δ.Π. 119/74).

 

Ο Κανονισμός 3 των πιο πάνω Κανονισμών προνοεί:

 

«. ο Διευθυντής δύναται να χορηγήσει  άδεια εις πρόσωπα κατάλληλα να ενεργώσιν ως τελωνειακοί πράκτορες ή βοηθοί τελωνειακοί πράκτορες συμφώνως ταις διατάξεις του Νόμου και των παρόντων Κανονισμών»

 

 

 

Επίσης στον  Κανονισμό 4(3) αναφέρεται ότι:

 

«4(3) Άδεια βοηθού τελωνειακού πράκτορος δεν χορηγείται εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος πληροί τας προϋποθέσεις τας καθοριζομένας εν τοις παρούσι Κανονισμοίς καθ' όσον αφορά εις βοηθόν τελωνειακόν πράκτορα και είναι πρόσωπον αποκλειστικώς και πλήρως απασχολούμενος εν τη υπηρεσία τελωνειακού πράκτορος. Η άδεια βοηθού τελωνειακού πράκτορος παρέχει τω κατόχω αυτής το δικαίωμα να πράττει αναφορικώς προς οιαδήποτε εμπορεύματα παν ό, τι δικαιούται να πράξει και ο τελωνειακός πράκτωρ. Νοείται ότι ο βοηθός τελωνειακός πράκτωρ δεν δικαιούται να υπογράφει οιονδήποτε τελωνειακόν έγγραφον, εκτός εάν είναι εγγράφως επί τούτω εξουσιοδοτημένος υπό του τελωνειακού πράκτορος παρ' ω υπηρετεί και μόνον κατά την έκτασιν της παρασχεθείσης αυτώ εξουσιοδοτήσεως.»

 

Οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στον πιο πάνω Κανονισμό απαριθμούνται στον Κανονισμό 11 ο οποίος αναφέρει:

 

«11. Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου και των παρόντων Κανονισμών, ο Διευθυντής δεν θα χορηγεί άδειαν βοηθού τελωνειακού πράκτορος, εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι ο υποβαλών την επί τούτω αίτησιν ­

 

(α) συνεπλήρωσε το δέκατον έβδομον έτος,

 

(β) είναι απόφοιτος αναγνωρισμένης σχολής μέσης παιδείας ή κάτοχος ισοδυνάμου εκπαιδευτικού προσόντος, και

 

(γ) είναι πρόσωπον καλού χαρακτήρα.»

 

 

Στην προκείμενη υπόθεση  δεν αμφισβητείται το γεγονός ότι οι επιταγές που είχαν κατατεθεί στο Τμήμα Τελωνείων εκ μέρους της εταιρείας και ακολούθως επιστράφηκαν ως ανεξαργύρωτες, είχαν υπογραφεί και από τον αιτητή. Επομένως, το γεγονός αυτό  ήταν αρκετό, κατά την κρίση μου, για  να δημιουργήσει στην  Διευθύντρια εύλογη αμφιβολία αναφορικά με το χαρακτήρα του αιτητή. Η συμπεριφορά του αιτητή ως προς την εμπλοκή του στην έκδοση των ακάλυπτων επιταγών προς το Τμήμα της, αποτελούσε  ενέργεια που κατά τη γνώμη της δεν πληρούσε την προϋπόθεση του καλού χαρακτήρα, η οποία προϋπόθεση τίθεται ρητά στους τελωνειακούς Κανονισμούς. Καταλήγω λοιπόν στο ότι η συμπεριφορά του αιτητή ως προς τις ακάλυπτες επιταγές προς το τελωνείο , εύλογα μπορούσε να θεωρηθεί και να ερμηνευθεί από τη Διευθύντρια ως γεγονός που άπτετο  του καλού χαρακτήρα του. Επομένως ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη κατά κατάχρηση εξουσίας  απορρίπτεται ως ανεδαφικός.

 

Ούτε ο ισχυρισμός για παράλειψη της Διοίκησης να προβεί σε επαρκή έρευνα είναι κατά την κρίση μου βάσιμος.  Αντίθετα, από το περιεχόμενο του φακέλου, φαίνεται ότι η Διοίκηση προέβη σε επαρκή έρευνα.  Είχε δοθεί  επίσης η ευκαιρία στον αιτητή  να προβάλει τις θέσεις και τους ισχυρισμούς του  ενώπιον της Διοίκησης. Η διαπίστωση των γεγονότων ανήκει στην αρμόδια αρχή και το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο, αν υπάρχει πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο ή η αρμόδια αρχή υπερέβη  τα ακραία όρια της διακριτικής της εξουσίας, με την έννοια ότι η διαπίστωση των γεγονότων δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή με βάση τα ενώπιον της στοιχεία. Με αυτά τα δεδομένα, και με βάση τα στοιχεία που η Διοίκηση είχε ενώπιον της,  η απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως απόλυτα έγκυρη και αιτιολογημένη.

 

Ως προς τον τελευταίο ισχυρισμό του αιτητή για παραβίαση του άρθρου 25 του Συντάγματος το οποίο διασφαλίζει το δικαίωμα εργασίας, είναι σωστή η τοποθέτηση  του καθ΄ ου η αίτηση πως εδώ δεν τίθεται θέμα απαγόρευσης άσκησης του επαγγέλματος του αιτητή,  καθώς πρόκειται περί νόμου ο οποίος θέτει μόνο κάποιους περιορισμούς στο ποιός δικαιούται να εγγραφεί ως βοηθός τελωνειακός πράκτορας και ποιος όχι. Σίγουρα το άρθρο 25 του Συντάγματος διασφαλίζει το δικαίωμα ενός προσώπου «να ασκεί οιονδήποτε επάγγελμα ή να επιδίδεται απασχόλησιν, εμπόριον, ή επικερδή εργασίαν». Όμως το δικαίωμα αυτό υπόκειται σε περιορισμούς ή διατυπώσεις σχετικές με τα προσόντα και οι όποιοι περιορισμοί τίθενται δια νόμου.

 

Νομοθετική πρόνοια, για να θεωρηθεί ότι παραβιάζει το άρθρο 25 θα πρέπει να περιορίζει ουσιαστικά και αυθαίρετα το δικαίωμα άσκησης κάποιου επαγγέλματος..  (Δέστε,  μεταξύ άλλων, Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 441).  Δεν θεωρώ ότι  οι προϋποθέσεις για την άσκηση του επαγγέλματος του Βοηθού Τελωνειακού Πράκτορα που αναφέρονται στον Καν. 11 συνιστούν παραβίαση του δικαιώματος άσκησης του επαγγέλματος. Τέτοιοι περιορισμοί, δηλαδή που αναφέρονται σε προϋποθέσεις για την άσκηση ενός επαγγέλματος, κρίθηκαν συνταγματικοί,  σε  αριθμό νομοθετημάτων.  (Δέστε:  The Board for Registration of Architects & Ciνil Engineers ν. Christodoulos Kyriakides (1966) 3 CLR 640 και  SABA & Another ν. Republic (1980) 3 CLR 149).

 

Εν όψει των όσων έχω αναφέρει, καταλήγω στο συμπέρασμα  ότι η απόφαση της Διευθύντριας ήταν ορθή, νόμιμη και εντός των πλαισίων της διακριτικής της ευχέρειας. Ο  καθ' ου η αίτηση ενήργησε καλόπιστα και υπεύθυνα.  Συνακόλουθα η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα €1.200.-, περιλαμβανομένου Φ.Π.Α., εναντίον του αιτητή.

 

 

 

 

                                                      Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                    Δ.

 

 

/ΕΑΠ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο