ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 4 ΑΑΔ 872

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                   

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

       

                                   &nb sp;                             Υπóθεση  αρ. 850/2007

 

 

20 Οκτωβρίου, 2008

 

 

 [Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO AΡΘΡΟ 146 TOY ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΕΥΑΓ. ΑΓΑΘΑΓΓΕΛΟΥ

Αιτητής

 

-         και -

 

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ

ΚΥΠΡΟΥ (ΕΤΕΚ)

Καθών η αίτηση

 

........

Αλ. Μαρκίδης με Ε. Δρυμιώτου (κα),  για τον αιτητή

Αλ. Κουντουρή (κα), για τους καθών η αίτηση

 

............

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:   Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθών η αίτηση ημερ. 28/3/07, η οποία του κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 3/5/07 και με την οποία οι καθών η αίτηση απέρριψαν την αίτησή του ημερ. 4/2/04 για να εγγραφεί ως μέλος των καθών η αίτηση στον κλάδο της Επιμέτρησης και Εκτίμησης στην Εκτίμηση Γης, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε έννομο αποτέλεσμα.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Το Επιμελητήριο αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που εγκαθιδρύθηκε με βάση τον περί Επιστημονικού Επιμελητηρίου Νόμο (Ν.224/90) και ασκεί εξουσία και αρμοδιότητα δυνάμει του πιο πάνω Νόμου. (όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενέστερα με τους Ν.106(Ι)/92, Ν. 15(1)93, Ν.31(1)/93, Ν.53(1)/93, Ν.44(1)/96, Ν.34(1)/97, Ν15(1)/02, 24(1)/02, 221(1)/02, 19(1)/03 και 151(1)/03), που πιο κάτω θα αναφέρονται απλώς ως «ο Νόμος» και των δυνάμει τούτου εκδοθέντων Κανονισμών.

 

Μεταξύ των εξουσιών και αρμοδιοτήτων του Επιμελητηρίου είναι και η εγγραφή των προσοντούχων προσώπων στο Μητρώο Μελών του.  Το Επιμελητήριο εκδίδει επίσης τα σχετικά πιστοποιητικά και τις άδειες ασκήσεως επαγγέλματος (άρθρα 5, 6 και 25 του Νόμου).  Κατά τον καταρτισμό του Μητρώου Μελών του, το Επιμελητήριο υποβοηθείται από διάφορες επιτροπές οι οποίες συστάθηκαν δυνάμει του Νόμου.  Ειδικότερα, δυνάμει του άρθρου 7 του Νόμου, για την εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου (εφεξής αναφερόμενο ως «το Μητρώο») και για την απόκτηση της ιδιότητας του μέλους του Επιμελητηρίου, απαιτείται όπως ο εκάστοτε αιτητής:-

 

«7.(1)  Με την επιφύλαξη των εδαφίων (1Α) και (1Γ), κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου και να είναι μέλος του Επιμελητηρίου αν-

 

(α) κατέχει πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης, το οποίο να του επιτρέπει να ασκεί το επάγγελμα στην χώρα που αποκτήθηκε και να είναι αναγνωρισμένο από το Επιμελητήριο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού:-

 

Νοείται ότι, σε περίπτωση αμφιβολίας για την ακαδημαϊκή αναγνώριση τίτλου σπουδών οποιουδήποτε αιτητή, το Επιμελητήριο μπορεί να απευθύνεται στο ΚΥΣΑΤΣ για γνωμοδότηση:

 

Νοείται περαιτέρω ότι, για την εγγραφή πολιτών κρατών μελών στα μητρώα του Επιμελητηρίου σε οποιοδήποτε κλάδο της μηχανικής επιστήμης εξαιρουμένης της αρχιτεκτονικής, ισχύουν και οι διατάξεις του περί Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου του 2002.

 

(β)(ί) Είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή κατά την ημέρα υποβολής της αίτησης είναι σύζυγος πολίτη της Δημοκρατίας και έχει τη συνήθη διαμονή του στην Κύπρο, ή

(ii) είναι πολίτης κράτους μέλους ο οποίος είναι εγκατεστημένος στην Δημοκρατία.

 

Νοείται ότι, εγκατάσταση δεν προϋποθέτει μόνιμη διαμονή.

 

(γ) έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του, και

 

(δ)           δεν έχει καταδικαστεί σε ποινή φυλακίσεως για αδίκημα ατιμωτικής φύσης ή που ενέχει ηθική αισχρότητα, το οποίο κατά την κρίση του Γενικού Συμβουλίου, το καθιστά ακατάλληλο για να είναι μέλος του Επιμελητηρίου.

 

.......................»

 

Κατά τον καταρτισμό του Μητρώου, το Επιμελητήριο υποβοηθείται από την Επιτροπή Εγγραφής Μελών δυνάμει της Κ.Δ.Π. 133/97.

 

Ο αιτητής αποτάθηκε στις 4/2/2004 στο Επιμελητήριο με αίτηση για εγγραφή στο Μητρώο του Επιμελητηρίου στον Κλάδο Επιμέτρησης και Εκτίμησης Γης, στην Εκτίμηση Γης.  Η Επιτροπή Εγγραφής Μελών του Επιμελητηρίου σε συνεδρία της ημερ. 13/7/2004 επιλήφθηκε της πιο πάνω αίτησης και αποφάσισε να εισηγηθεί στο Επιμελητήριο την απόρριψή της για το λόγο που εμφαίνεται στο πρακτικό της εν λόγω συνεδρίας, δηλαδή διότι «δεν πληροί τα υπό του Νόμου προβλεπόμενα προσόντα (άρθρο 7(1)(α) (δεν κατέχει δίπλωμα ή πτυχίο ή άλλο ισότιμο προσόν αναγνωρισμένο από το Υπουργικό Συμβούλιο για τους σκοπούς του Νόμου περί ΕΤΕΚ).

 

Η Διοικούσα Επιτροπή του Επιμελητηρίου, ασκώντας τις εξουσίες που της παρέχει το Άρθρο 14 του Ν. 224/90 (όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενέστερα), επιλήφθηκε του θέματος σε συνεδρία της ημερ. 29/7/04 και με βάση τα ενώπιον της στοιχεία αποφάσισε, μεταξύ άλλων, να απορρίψει την αίτηση του αιτητή για εγγραφή του στον Κλάδο Επιμέτρησης και Εκτίμησης Γης, στην Εκτίμηση Γης και με επιστολή ημερ. 17/10/04 ενημέρωσε τον αιτητή για την εν λόγω απόφασή της.

 

Η πιο πάνω απόφαση του Επιμελητηρίου προσβλήθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο από τον αιτητή και με απόφαση του, που εκδόθηκε στις 10/8/06, το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχτηκε την προσφυγή και ακύρωσε την απόφαση του Επιμελητηρίου για μη δέουσα έρευνα και αιτιολογία (βλ. Κωνσταντίνος Αγαθαγγέλου ν. ΕΤΕΚ, υποθ. Αρ. 948/04 ημερ. 10/8/06).

 

Ο Διευθυντής του Επιμελητηρίου με επιστολή του ημερ. 12/9/06 ενημέρωσε τον αιτητή ότι θα έπρεπε να προσκομίσει το Πιστοποιητικό του "Diploma in Surveying" of THE COLLEGE OF ESTATE MANAGEMENT, το οποίο δεν είχε προσκομίσει με την αίτηση του για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Κλάδου Επιμέτρησης και Εκτίμησης Γης, στην Εκτίμηση Γης, πράγμα που ο αιτητής έπραξε.  Υποεπιτροπή του Επιμελητηρίου εισηγήθηκε στην Επιτροπή Εγγραφής Μελών του Επιμελητηρίου την απόρριψη της αίτησης εγγραφής του αιτητή για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του κλάδου Εκτίμησης Γης για τους λόγους που εμφαίνονται στη σχετική Έκθεση ημερ. 7/3/07 (Παράρτημα 7 στην Ένσταση).

 

Η Επιτροπή Εγγραφής Μελών του Επιμελητηρίου σε συνεδρία της ημερ. 15/3/07 αποφάσισε ομόφωνα να εισηγηθεί στο Επιμελητήριο την απόρριψη της αίτησης για το λόγο που εμφαίνεται στο πρακτικό της εν λόγω συνεδρίας (Παράρτημα 8 στην Ένσταση).

 

Η Διοικούσα Επιτροπή του Επιμελητηρίου επιλήφθηκε του θέματος σε συνεδρία της ημερ. 28/3/07 (Παράρτημα 9 στην Ένσταση) και με βάση τα ενώπιον της στοιχεία αποφάσισε να απορρίψει την αίτηση του Αιτητή για εγγραφή του στον Κλάδο Επιμέτρησης και Εκτίμησης Γης, στην Εκτίμηση Γης.  Το Επιμελητήριο με επιστολή του ημερομηνίας 3/5/07 (Παράρτημα 10 στην Ένσταση) ενημέρωσε τον αιτητή για την εν λόγω απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής και στις 9/6/07 καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Οι καθών η αίτηση προβάλλουν προδικαστικά, ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος να προωθήσει την παρούσα προσφυγή καθότι δεν διαθέτει τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου, δοθέντος ότι το ακαδημαϊκό του προσόν "Diploma in Surveying" of THE COLLEGE OF ESTATE MANAGEMENT, δεν είχε τύχει αναγνώρισης από το Επιμελητήριο δυνάμει του Άρθρου 7(1 )(α) του περί Επιστημονικού Επιμελητηρίου Νόμου (Ν.224/90, όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενέστερα).

 

Επίσης προδικαστικά (με τη γραπτή τους αγόρευση) προβάλλουν ότι η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, γιατί, όπως ισχυρίζονται, στο αιτητικό αυτής δε γίνεται αναφορά στην παράλειψη των καθών να αναγνωρίσουν το προσόν του για σκοπούς εγγραφής στο σχετικό Μητρώο.

 

Επί  της ουσίας της υπόθεσης, ο συνήγορος του αιτητή προβάλλει τους εξής ισχυρισμούς:  (α) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τον περί Επιστημονικού Επιμελητηρίου Νόμο (Ν.224/90) (όπως αυτός έχει τροποποιηθεί) και/ή τους ισχύοντες Κανονισμούς, (β) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τον περί Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμο (Ν.179(Ι)/02), ο οποίος εκδόθηκε για σκοπούς εναρμόνισης με την Οδηγία 89/48/ΕΟΚ, (γ) ότι η απόφαση των καθών η αίτηση είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας, (δ) ότι η επίδικη απόφαση είναι αποτέλεσμα νομικής και πραγματικής πλάνης και αναιτιολόγητη, (ε) ότι εκδόθηκε κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης και (στ) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του δεδικασμένου.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Αναφορικά με την προδικαστική ένσταση ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος διότι δεν κατέχει τα απαιτούμενα για εγγραφή προσόντα, αυτή έχει, ορθά κατά την άποψη μου, εγκαταλειφθεί στο στάδιο των διευκρινίσεων.  Το κατά πόσο κατέχει ή όχι τα προσόντα αφορά την ουσία της προσφυγής.

 

Αναφορικά με τη δεύτερη προδικαστική ένσταση, που εγείρεται με τη γραπτή αγόρευση και η οποία δε φαίνεται να έχει εγκαταλειφθεί, αφού έλαβα υπόψη και τα όσα αναφέρονται στην απαντητική αγόρευση, ότι δηλαδή η αίτηση έπρεπε να είχε εξεταστεί με βάση τα όσα προβλέπονταν από την Κ.Δ.Π. 17/94 και μέσα σε εύλογο χρόνο από την υποβολή της, θα θεωρήσω το λόγο αυτό απλώς ως νομικό, που θα εξεταστεί στην ουσία της προσφυγής και όχι προδικαστικά.

 

Αναφορικά με την ουσία της προσφυγής, εφόσον γίνεται ισχυρισμός για παραβίαση δεδικασμένου, θα εξετάσω πρώτα αυτό τον ισχυρισμό.

 

Είναι η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή ότι η απόφαση στην προσφυγή 948/04 ημερ. 10/8/06 αποτελεί δεδικασμένο ως προς την ερμηνεία του όρου «ισοδύναμο προσόν» ότι δηλαδή ο όρος αυτός δεν περιλαμβάνει μόνο ακαδημαϊκά προσόντα αλλά και διπλώματα, τίτλους, πιστοποιητικά εκδοθέντα από επαγγελματικά σωματεία που είναι αναγνωρισμένα από τις Κ.Δ.Π. 17/94 και 302/02.  Εδώ οι καθών η αίτηση παρέβηκαν το δεδικασμένο, σύμφωνα με το συνήγορο του αιτητή, για δυο λόγους:  (α) διότι επανέκδοσαν την πράξη με αιτιολογία που στηρίζεται στα ίδια ακριβώς στοιχεία, όπως και η προηγούμενη απόφαση και (β) τα πραγματικά στοιχεία που είχαν στη διάθεση τους κατά την επανεξέταση ήταν επίσης τα ίδια όπως και την πρώτη φορά που απέρριψαν την αίτηση του αιτητή.

 

Η πλευρά των καθών η αίτηση υποστήριξε ότι δεν έχει παραβιασθεί οτιδήποτε από το δεδικασμένο της εν λόγω προσφυγής.

 

Για σκοπούς απάντησης του θέματος αυτού, είναι σημαντικό όπως δούμε τη βασική αιτιολογία για την οποία είχε επιτύχει η προσφυγή 948/04.  Από ανάγνωση της εν λόγω απόφασης προκύπτουν τα ακόλουθα:

(α)  ότι η αιτιολογία απόρριψης της αίτησης του αιτητή από το ΕΤΕΚ ήταν η εξής:  «Ο αιτητής δεν πληροί τα υπό του Νόμου προβλεπόμενα προσόντα (άρθρο 7(1)(α) (Δεν κατέχει δίπλωμα ή πτυχίο ή άλλο ισότιμο προσόν αναγνωρισμένο από το Υπουργικό Συμβούλιο για τους σκοπούς του Νόμου περί ΕΤΕΚ)».

 

(β) Με την αίτηση του προς το Ε.Τ.Ε.Κ. ο αιτητής παρουσίασε έγγραφα από τα οποία προέκυπτε ότι κατά τα έτη 1998-2001 είχε φοιτήσει στο «College of Estate Management" στην Αγγλία, ότι το πρόγραμμα σπουδών αποτελείτο από τρία θέματα, ήτοι «Statutory Valuation, Development Policy Practice, Applied Valuation», ότι αυτά ικανοποιούσαν τις ακαδημαϊκές απαιτήσεις του RICS για να καταστεί μέλος λόγω πείρας («experience route to membership») με βάση πρόγραμμα για υποψηφίους ώριμης ηλικίας (RICS Mature Entry Scheme) και ότι πήρε το δίπλωμα εκλελεγμένου μέλους του RICS την 1 Νοεμβρίου 2003.

 

Το Δικαστήριο, αφού ανάφερε ότι τόσο η λεγόμενη «Υποεπιτροπή» που ενήργησε με την εντύπωση ότι ο αιτητής κατείχε το προσόν όσο και η Επιτροπή Επιλογής Μελών η οποία στήριξε την εισήγηση της για απόρριψη του αιτήματος στο ότι το προσόν του αιτητή δεν συνιστούσε πανεπιστημιακό δίπλωμα, παραγνωρίζοντας ότι το άρθρο 7(1)(α) του Νόμου προέβλεπε ως αρκετό και «άλλο ισοδύναμο προσόν», κατέληξε ως εξής:

 

«Οι Κ.Δ.Π. 17/94 και 302/02 αποτελούν ακριβώς παραδείγματα τέτοιου άλλου προσόντος.  Τέλος, η Διοικούσα Επιτροπή με τη δική της γενική αιτιολογία, η οποία επαναλάμβανε μέρος της νομοθετικής πρόνοιας, τίποτε δεν προσέθεσε στα προηγηθέντα.  Διαπιστώνω λοιπόν έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.  Άλλα τεθέντα ζητήματα δεν χρειάζεται να με απασχολήσουν.»

 

 

Συγκρίνοντας την αιτιολογία που δόθηκε την προηγούμενη φορά και την αιτιολογία που δόθηκε κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, διαπιστώνω ότι αυτή είναι ουσιαστικά η ίδια.  Απλώς τώρα πέραν της απλής αναφοράς στο λεκτικό του Νόμου, οι καθών η αίτηση προχωρούν και εξηγούν στον αιτητή γιατί δεν ικανοποιεί τη σχετική νομοθετική πρόνοια.  Βλέπουμε ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση (επιστολή ημερ. 3/5/07 παράρτημα 10 στην ένσταση) πληροφορείται ο αιτητής ότι δεν δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου (στον κλάδο Επιμέτρησης και Συντήρησης στην Εκτίμηση Γης) γιατί δεν κατέχει τα υπό του Νόμου απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα και του εξηγείται το «γιατί» ως ακολούθως:

 

«Ειδικότερα πληροφορείσθε ότι, το προσόν «Diploma of Professional Member" από "THE ROYAL INSTITUTE OF CHARTERED SURVEYORS", του Η.Β, που κατέχετε δεν έχει τύχει αναγνώρισης από το Επιμελετηριο (αρμόδιο σώμα αναγνώρισης τίτλων σπουδών, δυνάμει του άρθρου 7 του Ν. 224/90) για τους σκοπούς του Νόμου του ΕΤΕΚ.

 

Το εν λόγω προσόν δεν ικανοποιεί τις πρόνοιες του άρθρου 7(1)(α) του περί ΕΤΕΚ Νόμου για σκοπούς εγγραφής στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ.  Δεν είναι πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν στη μηχανική επιστήμη όπως απαιτείται από το αναφερόμενο άρθρο του Νόμου.  Το εν λόγω πιστοποιητικό αποκτήθηκε μετά από παρακολούθηση τριών (3) μαθημάτων μόνο χωρίς την εξασφάλιση ή απόκτηση οποιουδήποτε διπλώματος ή πτυχίου Πανεπιστημίου ή άλλου ισοδύναμου προσόντος.  Δεν ικανοποιείται ο βασικός κύκλος σπουδών για σκοπούς εγγραφής στον εν λόγω κλάδο.  Δεν έχετε περατώσει με επιτυχία κύκλο σπουδών διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών σε πανεπιστήμιο ή ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα.»

 

Η ουσία της απόφασης στην προσφυγή 948/04 ήταν ότι δε διεξήχθη η δέουσα έρευνα κατά πόσο το προσόν του αιτητή μπορούσε να θεωρηθεί ως «άλλο ισοδύναμο προσόν» με την έννοια της Κ.Δ.Π. 17/94 και 302/02 όπως και για έλλειψη αιτιολογίας, αφού επανάλαβαν απλώς το λεκτικό του Νόμου.  Του είχαν πει τότε ότι «δεν πληροί τα υπό του Νόμου προβλεπόμενα προσόντα (άρθρο 7(1)(α)) ότι δηλαδή «δεν κατέχει δίπλωμα ή πτυχίο ή άλλο ισότιμο προσόν αναγνωρισμένο από το Υπουργικό Συμβούλιο για σκοπούς του Νόμου περί ΕΤΕΚ».  Επομένως από άποψης αιτιολογίας η προσβαλλόμενη απόφαση δε παραβιάζει το δεδικασμένο της προσφυγής 948/04.

 

Το ερώτημα είναι αν έχει παραβιασθεί το μέρος της απόφασης που διαπίστωνε ότι δεν είχε διεξαχθεί η δέουσα έρευνα κατά πόσο το προσόν του αιτητή ενέπιπτε στο «άλλο ισοδύναμο προσόν», με βάση και την Κ.Δ.Π. 17/04 και 302/02.

 

Από τα ενώπιον μου γεγονότα που αφορούν την επανεξέταση της υπόθεσης, βρίσκω ότι οι καθών η αίτηση δεν εξέτασαν, ως ώφειλαν ενόψει της απόφασης στην 948/04, το κατά πόσο ο αιτητής μπορούσε να είναι προσοντούχος για εγγραφή στο Μητρώο με βάση τις εν λόγω Κ.Δ.Π.  Επομένως καταλήγω ότι, σ' αυτό το πεδίο, υπήρξε παραβίαση του δεδικασμένου και είναι αρκετός λόγος για ακύρωση αφού ουσιαστικά ισοδυναμεί με παράλειψη, για δεύτερη φορά, διεξαγωγής της δέουσας έρευνας.

 

Παρόλο ότι οι καθών η αίτηση δεν εξέτασαν την αίτηση με βάση τις πρόνοιες των Κ.Δ.Π. 17/94 και 302/02 λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται περί νομικής ερμηνείας και όχι πρωτογενή κρίση επί γεγονότων, προχωρώ να εξετάσω κι' αυτό τον ισχυρισμό.  Είναι η θέση του αιτητή ότι η αίτηση έπρεπε να εξεταστεί με βάση την Κ.Δ.Π. 17/94 και όχι όπως τροποποιήθηκε ο Νόμος 224/90 με το Νόμο 221(1)/02.

 

Υπενθυμίζω ότι η αίτηση είχε αρχικά υποβληθεί στις 4/2/04, υπήρξε η πρώτη αρνητική απόφαση που ακυρώθηκε με την προσφυγή 948/04 στις 10/8/06 και ακολούθησε η επανεξέταση.  Έτσι ουσιώδης χρόνος κατά πόσο ο αιτητής κατείχε τα προσόντα για εγγραφή, είναι ο χρόνος υποβολής της αίτησης του.

 

Είναι κοινό έδαφος ότι αν στην περίπτωση του αιτητή εφαρμοστεί η Κ.Δ.Π. 17/94 τότε αυτός έπρεπε να θεωρηθεί ότι ικανοποιεί το απαιτούμενο προσόν αφού το δίπλωμα που έχει, δηλαδή Royal Institute of Chartered Surveyors (R.I.C.S.), αναγνωρίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 7(1)(α) του Νόμου 224/90 έως 53(1)/93, ύστερα από εισήγηση του Επιμελητηρίου για σκοπούς εγγραφής του κατόχου τους στο ΕΤΕΚ.  Πρώτος στον ΠΙΝΑΚΑ είναι ο Κλάδος Μηχανικής Επιστήμης, Επιμέτρησης και Εκτίμησης Γης, με δίπλωμα/τίτλο σπουδών το Royal Institue of Chartered Surveyors (R.I.C.S.), χωρίς αναφορά στο πανεπιστήμιο ή χώρα από την οποία αποκτήθηκε.

 

Με την Κ.Δ.Π. 302/02, ενώ ανακλήθηκαν αρκετές προηγούμενες Κ.Δ.Π., η Κ.Δ.Π. 17/94 δεν έχει ανακληθεί.  Στην Κ.Δ.Π. 302/02 γίνεται και πάλιν αναφορά σε τίτλους σπουδών με αναφορά σε συγκεκριμένα πανεπιστήμια, στον Κλάδο Επιμέτρησης και Εκτίμησης Γης, αλλά δε φαίνεται να επηρεάζει την Κ.Δ.Π. 17/94 στην οποία εμπίπτει ο αιτητής.

 

Το άρθρο 7(1)(α) του Νόμου, όπως αυτό ήταν κατά την υποβολή της αίτησης (ίσχυε η τροποποίηση που έγινε με το Νόμο 221(1)/02), απαιτούσε όπως το «πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν» να είναι αναγνωρισμένο από το Επιμελητήριο «σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού».

 

Η φράση «παρόντα Νόμο» δεν περιορίζεται στο Νόμο 221(1)/02 αφού αυτός θα διαβάζεται μαζί με τους περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμους του 1990 έως (αρ. 3) του 2002, που ίσχυαν αμέσως πριν το Νόμο 221(1)/02.  Επομένως καταλήγω ότι εφόσον η Κ.Δ.Π. 17/94 εκδόθηκε δυνάμει του Νόμου που ίσχυε τότε και εφόσον δεν καταργήθηκε, το προσόν του αιτητή καλύπτετο από το άρθρο 7(1)(α) του Νόμου.

 

Περαιτέρω με βάση τη δεύτερη επιφύλαξη του άρθρου 7(1)(α) για την εγγραφή πολιτών κρατών μελών στα Μητρώα του Επιμελητηρίου σε οποιοδήποτε κλάδο της μηχανικής επιστήμης (εξαιρουμένης της αρχιτεκτονικής) ισχύουν και οι διατάξεις του περί Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου του 2002 (Ν. 179(1)/02, ο οποίος Νόμος μεταφέρει στο κυπριακό δίκαιο το άρθρο 1 της Οδηγίας 89/48/ΕΟΚ την 21/12/88 και το άρθρο 1 της Οδηγίας 92/51/ΕΟΚ της 18/6/92.  Σύμφωνα με τον εν λόγο Νόμο (Ν. 179(1)/02 Παράρτημα 2) τα μέλη του Royal Institute of Chartered Surveyor του Ηνωμένου Βασιλείου μπορούν να εργοδοτηθούν τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα ως εκτιμητές στο Ηνωμένο Βασίλειο και επομένως ο αιτητής καλύπτετο από το άρθρο 7(1)(α) του Νόμου με βάση και αυτή την πρόνοια.  Ετσι η περί του αντιθέτου απόφαση των καθών η αίτηση είναι παράνομη και ακυρώνεται και γιαυτό το λόγο.  Απλώς σημειώνω ότι ο προαναφερθείς Νόμος 179(1)/02 με τις τροποποιήσεις του μέχρι και του Ν. 36(1)/05 έχει καταργηθεί από τον περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμο του 2008 (Ν. 31(1)/08).

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1,200 έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθών η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

                                                                         Μ. Φωτίου, Δ.

 

 

 

/ΚΑς

 

 

 

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                               


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο