ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 647/2006)

 

20 Οκτωβρίου, 2008

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ  146,  28  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ  ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ,

 

Αιτητής,

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

Π. Κυπριανού, για Μιχ. Κυπριανού, για τον Αιτητή.

Αντ. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Το Ανώτατο Δικαστήριο, με απόφαση του ημερομηνίας 28/3/2005, στις Συνεκδικασθείσες Προσφυγές Αρ. 426/03 και 544/03 - (Θέκλα Καδή κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας) - ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (η «Ε.Δ.Υ.»), για το λόγο ότι έπασχε η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.  Η ακυρωθείσα απόφαση αφορούσε το διορισμό στη μόνιμη θέση Εκτελεστικού Μηχανικού, 2ης Τάξης, Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων, πέντε προσώπων.  Μεταξύ αυτών ήταν και ο αιτητής.

 

Η Ε.Δ.Υ., μετά την ακυρωτική απόφαση, προχώρησε σε επανεξέταση του θέματος πλήρωσης των θέσεων.  Απέστειλε τις αιτήσεις των υποψηφίων και την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Συμβουλευτική Επιτροπή, (η «Συμβουλευτική»), προκειμένου αυτή να ενεργήσει ανάλογα.

 

Ο Πρόεδρος της Συμβουλευτικής, με επιστολή του, ζήτησε από τη Νομική Υπηρεσία, ενόψει της ακυρωτικής απόφασης, γνωμάτευση κατά πόσο οι γραπτές εξετάσεις που έγιναν με απόφαση της Συμβουλευτικής, η σύνθεση της οποίας δεν ήταν νόμιμη, διασώζονταν.

 

Η Νομική Υπηρεσία, σε Γνωμάτευσή της, ανέφερε ότι η διαδικασία της επανεξέτασης, η οποία ανατρέχει στον ουσιώδη χρόνο και εφαρμόζεται αναδρομικά, θεωρείται διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη και ότι, μετά την τροποποίηση του ΄Αρθρου 32(7) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90) με το Ν. 31(Ι)/2004[1], δεν υπήρχε ανάγκη επανάληψης οποιασδήποτε εξέτασης - γραπτής ή προφορικής.

 

Η Συμβουλευτική, σε συνεδρία της στις 13/7/2005, υιοθέτησε τις αποφάσεις της Συμβουλευτικής, η σύνθεση της οποίας κρίθηκε ότι δεν ήταν νόμιμη, όπως αυτές είχαν ληφθεί κατά την αρχική εξέταση του θέματος, ως και τα αποτελέσματα της γραπτής και προφορικής εξέτασης.  Παρατίθενται:-

 

«(β)  Η γραπτή εξέταση να περιλαμβάνει:

 

  (Ι)  Εξετάσεις ειδικών ικανοτήτων προσωπικότητας.

 

(ΙΙ)  Ειδική εξέταση, η οποία να καλύπτει θέματα που αφορούν τόσο την επιμέτρηση ποσοτήτων όσο και θέματα που άπτονται της οικονομικής διαχείρισης έργων.

 

................................................................................................................

 

(δ)  Οι υποψήφιοι που θα εξασφαλίσουν στη γραπτή εξέταση μέση βαθμολογία τουλάχιστον 50 εκατοστημόρια σε κάθε θέμα να κληθούν σε προφορική εξέταση.

 

(ε)   Η  βαρύτητα της γραπτής και της προφορικής εξέτασης καθώς και του πλεονεκτήματος καθορίστηκε ως εξής:

 

- Γραπτή εξέταση  (Εξέταση ειδικών   )

   ικανοτήτων 30%.  Ειδική εξέταση 30%.  )    60%                     

                                           

- Προφορική εξέταση                                       36%

 

- Πείρα σχετική με τα καθήκοντα της  )

  θέσης που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία          )

  σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη       )     4%

  απασχόληση στη Δημόσια Υπηρεσία,      )

  η οποία αποτελεί πλεονέκτημα.         )                                                     

                                                                          ____

                                         

                                             ΣΥΝΟΛΟ         100%»

 

 

 

Η γενική εντύπωση της Συμβουλευτικής στην προφορική εξέταση για το ενδιαφερόμενο μέρος και τον αιτητή ήταν ως εξής:-

 

«Ελευθερίου Καδή Θέκλα

  Στις περισσότερες από τις ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν σ' όλους τους τομείς, απάντησε σχεδόν ορθά στις υπόλοιπες όμως δεν τις κάλυψε πλήρως.  Ιδιαίτερα εμβάθυνε στα θέματα που αφορούν μηχανογράφηση και διεύθυνση έργων.  ΄Ηταν σύντομη και περιεκτική στις απαντήσεις της.  ΄Ηταν άνετη ενώπιον της Επιτροπής και έδειξε ωριμότητα.  Κρίθηκε να έχει ευχάριστη προσωπικότητα και να διαθέτει οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες.  Βαθμολογήθηκε με 27 από το 36%.  Κρίθηκε ότι έχει το πλεονέκτημα.»

 

 

 

«Οικονομίδης Θουκυδίδης

  Στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, επί όλων των θεμάτων, απάντησε καθ' όλα ορθά.  Οι απαντήσεις του ήταν πλήρεις και εμβάθυνε στα θέματα.  ΄Ηταν πολύ άνετος ενώπιον της Επιτροπής και θετικός στις απαντήσεις του.  Κρίθηκε να έχει δυνατή προσωπικότητα, αυτοπεποίθηση και να διαθέτει οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες.  Βαθμολογήθηκε με 34 από το 36%.  Δεν έχει το πλεονέκτημα.»

 

 

 

Η τελική αξιολόγηση της Συμβουλευτικής, αναφορικά με τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος, η οποία λήφθηκε μετά από συνεκτίμηση των αποτελεσμάτων της γραπτής και προφορικής εξέτασης και των άλλων κριτηρίων, όπως των προσόντων των υποψηφίων, της πείρας σε σχέση με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης, του περιεχομένου των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Υπηρεσιακών Εκθέσεων για τους υποψηφίους που ήταν δημόσιοι λειτουργοί, για μεταξύ τους σύγκριση, ήταν η εξής:-

 

«Ελευθερίου-Καδή Θέκλα

  Εξασφάλισε 31,69 από το 60% στη γραπτή εξέταση και 27 από το 36% στην προφορική εξέταση.  ΄Εχει το πλεονέκτημα (4%), αποσπάστηκε από 30 Οκτωβρίου του 2000 για περίοδο 2 χρόνων για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων στο Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων (σύμφωνα με το άρθρο 47(ι)(ε) των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 2000) και της ανατέθηκαν ειδικά καθήκοντα Πολιτικής Μηχανικής.  Ως εκ τούτου εξασφάλισε 62,69% (17η στη σειρά).  Κατέχει δίπλωμα M.Sc. του Ινστιτούτου Πολιτ. Μηχαν. Κιέβου και μεταπτυχιακό M.Sc. του ίδιου πανεπιστημίου με βαθμό Excellent.  ΄Εχει 13 χρόνια πείρα από τα οποία 5½ σαν μελετητής και επιβλέπων (και διαχείριση συμβολαίων) σε οικοδομικά έργα, 3 χρόνια σαν έκτακτη Τεχνικός στο Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων και 4½ χρόνια σαν Τεχνικός στο Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων από τα οποία τον τελευταίο χρόνο, από 30/10/2000, αποσπάστηκε για περίοδο 2 χρόνων για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων στο Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων και της ανατέθηκαν ειδικά καθήκοντα Πολιτικής Μηχανικής όπως αναφέρεται πιο πάνω.  Οι ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις της για τα χρόνια 1999-2000, μετά την περίοδο δοκιμασίας, έχουν ως ακολούθως:

 

               1999 : 8 εξαίρετα

               2000 : 8 εξαίρετα»

 

 

 

«Οικονομίδης Θουκυδίδης

  Εξασφάλισε 41,97 από το 60% στη γραπτή εξέταση και 34 από το 36% στην προφορική εξέταση.  Δεν έχει το πλεονέκτημα.  Ως εκ τούτου εξασφάλισε 75,97% (6ος κατά σειρά).  Κατέχει δίπλωμα B.Sc., μεταπτυχιακό M.Sc. και διδακτορικό Ph.D.  ΄Εχει 13 περίπου χρόνια πείρα από τα οποία τα 5 σαν Research Assistant σε Πανεπιστήμια, τον 1 σαν Research Associate, και Assistant Prof. σε Πανεπιστήμιο, τον 1 σαν Assistant Prof. στην Κύπρο, τα 3 σαν Λέκτορας στο Α.Τ.Ι. (μερική απασχόληση) και από τον 9/2000 Λέκτορας (έκτακτος) στο Α.Τ.Ι.  Επίσης από το 1995 μέχρι σήμερα έχει πείρα σαν Ιδιώτης Σύμβουλος Μηχανικός.»

 

 

 

Στη συνέχεια, η Συμβουλευτική ετοίμασε και υπέβαλε στην Ε.Δ.Υ. την ΄Εκθεσή της, η οποία, αφού την μελέτησε, ως και τον προκαταρκτικό κατάλογο, με βάση τα αποτελέσματα της γραπτής και προφορικής εξέτασης, που έγιναν κατά την αρχική πλήρωση της θέσης, και όλα τα λοιπά που αφορούσαν τους υποψηφίους, αποφάσισε, δεδομένου ότι οι υπό πλήρωση θέσεις ήταν θέσεις Πρώτου Διορισμού και η σύνθεση της Ε.Δ.Υ. είχε αλλάξει, να καλέσει σε προφορική εξέταση ενώπιόν της τους υποψηφίους που περιλαμβάνονταν στον τελικό κατάλογο, μεταξύ των οποίων ήταν ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος.  Στη συνεδρία της, αποφασίστηκε να παραστεί και ο Διευθυντής του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων. 

 

Στις 23/11/2005 και 24/11/2005, η Ε.Δ.Υ. δέχτηκε σε προφορική εξέταση τους υποψηφίους.  Ο Αναπληρωτής Διευθυντής του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων, ο οποίος παρίστατο, αφού αξιολόγησε την απόδοσή τους, χαρακτήρισε τον αιτητή ως «Πάρα πολύ καλό» και το ενδιαφερόμενο μέρος ως «Σχεδόν πάρα πολύ καλή» και αποχώρησε.

 

Στη συνέχεια, η Ε.Δ.Υ., υπό το φως των κρίσεων του Διευθυντή, αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων:- 

 

«ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ-ΚΑΔΗ Θέκλα:  Εξαίρετη.  Οι γνώσεις της για το αντικείμενο και τα καθήκοντα της θέσης που διεκδικεί ήταν άριστες.  Απάντησε με ηρεμία, με άμεσες, πλήρεις και σαφείς απαντήσεις επί της ουσίας σε όλες τις ερωτήσεις που της τέθηκαν.  Κατά την προφορική εξέταση εντυπωσίασε την Επιτροπή για τις άρτιες γνώσεις της, για τη σαφήνεια των θέσεών της καθώς και για τις εισηγήσεις της για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων.  Γενικά απάντησε με απλό και πειστικό τρόπο προσέγγισης των θεμάτων.  Διαθέτει εξαίρετη κριτική ικανότητα, αυτοπεποίθηση και υπομονετικότητα.  Είναι μια ευχάριστη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα.»

 

 

 

«ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ Θουκυδίδης:  Πολύ καλός.  Παρόλο ότι διαθέτει υψηλή επιστημονική κατάρτιση, οι απαντήσεις που έδωσε στις διάφορες ερωτήσεις που του τέθηκαν δεν ήταν απόλυτα σαφείς ούτε ολοκληρωμένες.  Σε ορισμένες ερωτήσεις δυσκολεύτηκε να εκφράσει τις απόψεις του, παρόλο που η γλωσσική του επάρκεια ήταν σε πολύ καλό επίπεδο.  Σε ορισμένες άλλες ερωτήσεις, οι απαντήσεις που έδωσε δεν ήταν πλήρως ολοκληρωμένες αλλά κάπως γενικές.  Κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής, προσπαθούσε να παρουσιάσει τον εαυτό του ως αυθεντία και γνώστη όλων των αντικειμένων και θεμάτων.  Υπήρξαν, όμως, βασικά θέματα στα οποία οι απαντήσεις του δεν ήταν καθόλου ικανοποιητικές.  Διαθέτει κριτική ικανότητα.  Ως προσωπικότητα κρίνεται πρόσωπο με υπερβολική αυτοπεποίθηση.»

 

 

 

Ακολούθως, ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και τη σύγκριση των υποψηφίων:-

 

«Η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα γης γραπτής και προφορικής εξέτασης των υποψηφίων που διεξήχθησαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας.

 

Η Επιτροπή έλαβε, επίσης, υπόψη τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων δημοσίων υπαλλήλων στο σύνολό τους, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη, καθώς και την αρχαιότητά τους, για σκοπούς μεταξύ τους σύγκρισης.»

 

 

 

Επιλέγοντας το ενδιαφερόμενο μέρος, σημείωσε ότι:-

 

«... αυτή εξασφάλισε τελική βαθμολογία 62.69 από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, αυτή όμως διαθέτει το πλεονέκτημα της θέσης, όπως και οι μη επιλεγέντες Κωνσταντινίδης Νικόλαος και Ψαρά-Κλεόπα Ξένια, αξιολογήθηκε όμως σε υψηλότερο από τους λοιπούς υποψηφίους επίπεδο στην ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση, περιλαμβανομένων και των Κωνσταντινίδη και Ψαρά-Κλεόπα, αξιολογηθείσα ως Εξαίρετη, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησής της.

 

Η Επιτροπή, καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι ο Οικονομίδης Θουκυδίδης, που δεν επιλέγηκε, διαθέτει μεταπτυχιακό και διδακτορικό, τα οποία αν και δεν απαιτούνται είναι άμεσα σχετικά με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης.  Ωστόσο, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτός αξιολογήθηκε σε αρκετά χαμηλότερο από τους επιλεγέντες επίπεδο στην ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, αξιολογηθείς ως Πολύ καλός.»

 

 

Ο αιτητής, με την προσφυγή του, εγείρει διάφορους λόγους ακυρότητας:-

 

Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ότι η απόφαση για διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους, αναδρομικά από 2/4/2003, λήφθηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας, χωρίς τη δέουσα έρευνα, είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο και στερείται αιτιολογίας.

Το ενδιαφερόμενο μέρος, το οποίο, σημειωτέον, δεν καταχώρισε ένσταση, εγείρει, με τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου του, ζήτημα παραβίασης του Κ. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, (ο «Διαδικαστικός Κανονισμός»).  Ισχυρίζεται ότι οι νομικοί ισχυρισμοί που αναπτύσσονται στη γραπτή αγόρευση του αιτητή δεν περιέχονται στα νομικά σημεία της προσφυγής και, συνεπώς, δεν μπορούν να εξεταστούν.

 

Ο συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, με τη γραπτή του αγόρευση, δε συζήτησε τέτοιο ζήτημα, το πρόβαλε, όμως, κατά το στάδιο των διευκρινίσεων.

 

Σύμφωνα με τον Κ. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού:-

 

«7.  ΄Εκαστος διάδικος δέον διά των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως.  ...»

 

 

 

Στη Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.α. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, αναφέρεται ότι:- (σελ. 607)

 

«(1)  Ο εξεταστικός χαρακτήρας της διαδικασίας κάτω από το ΄Αρθρο 146 αμβλύνει μεν το στοιχείο της αντιπαράθεσης που ενυπάρχει στους δικονομικούς θεσμούς (προσαρμοσμένους στην πολιτική δίκη), δεν καταργεί όμως τη δικογραφία ως το μέσο προσδιορισμού των επιδίκων θεμάτων.  Οι τελικές αγορεύσεις που υποβάλλονται μετά την επιθεώρηση των φακέλων εξειδικεύουν και συγκεκριμενοποιούν τα επίδικα θέματα (που προσδιορίζονται στην αίτηση) που καλείται το δικαστήριο να επιλύσει.  Μόνο λόγοι δημόσιας τάξης που άπτονται του θεμελίου της δικαιοδοσίας μπορεί να εγερθούν αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο και να αποτελέσουν λόγους ακύρωσης.  (Βλ. Δημοκρατία ν. Kassinos Construction Ltd. (A.E. 982 και 983, αποφασίστηκε στις 16/11/90, Abdolali Kadivari ν. Δημοκρατίας (Υπ. αρ. 435/92, αποφασίστηκε στις 28/8/92, και Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (Υπ. αρ. 1165/91, αποφασίστηκε στις 17/2/93)).»

 

 

 

(Βλ., επίσης, Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 135· Latomia Estate Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672.)

 

΄Εχω εξετάσει την αίτηση ακύρωσης.  Πράγματι, η διατύπωση των λόγων ακύρωσης υπολείπεται των προβλεπομένων από τον Κ. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού, όχι, όμως, σε βαθμό που να μην επιτρέπει την εξέτασή τους.  Ενώ προτάσσεται με την προσφυγή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας, χωρίς τη δέουσα έρευνα, είναι προϊόν πλάνης και παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης, δε δίδεται οποιαδήποτε αιτιολογία.  Παρά τις ελλείψεις που διαπιστώνω στη διατύπωση των νομικών σημείων, δεν είμαι διατεθειμένη να απορρίψω την προσφυγή, από τη στιγμή που με σαφήνεια φαίνεται γιατί ζητείται η ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.  ΄Αλλωστε, το ζήτημα δεν έχει εγερθεί, ούτε από τους καθ' ων η αίτηση ούτε από το ενδιαφερόμενο μέρος, με ένσταση. 

 

Ενόψει των πιο πάνω, προχωρώ να εξετάσω την προσφυγή στην ουσία της. 

 

Υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ο αιτητής ότι πεπλανημένα και αναιτιολόγητα δόθηκε το πλεονέκτημα της πείρας - 4% - στο ενδιαφερόμενο μέρος, ενώ στον ίδιο, καίτοι το διέθετε, δεν του πιστώθηκε, όπως και ότι πεπλανημένα υπολογίστηκε το πλεονέκτημα του ενδιαφερομένου μέρους δύο φορές υπέρ του.

 

Οι καθ' ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίζονται ότι ο αιτητής δε διαθέτει το πλεονέκτημα, αφού η απασχόλησή του στο Α.Τ.Ι. δεν είναι πείρα που αποκτήθηκε στη Δημόσια Υπηρεσία, ώστε να αποτελεί πλεονέκτημα.

 

Προκύπτει από τον κατάλογο των υποψηφίων, που ετοιμάστηκε από τη Συμβουλευτική - (Παράρτημα ΙΧ) - και περιέχει τα προσόντα, πείρα και απόδοσή τους, ότι ο αιτητής διετέλεσε στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο, («Α.Τ.Ι.»), Λέκτορας (μερική απασχόληση) 1997 - 2000 και Λέκτορας (έκτακτος) General Studies Department (Engineering Mathematics) 9/2000 - σήμερα, η Συμβουλευτική, όμως, και, στη συνέχεια, η Ε.Δ.Υ., η οποία υιοθέτησε την ΄Εκθεσή της και στηρίχτηκε σ' αυτήν, δεν έλαβαν υπόψη τους την πείρα αυτή του αιτητή και ούτε τον πίστωσαν με το πλεονέκτημα.

 

Οι ισχυρισμοί του αιτητή ευσταθούν.  Το Α.Τ.Ι. ιδρύθηκε με τον περί του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου Κύπρου Νόμο του 1999, (Ν. 115(Ι)/99) και υπόκειται στη διοικητική εποπτεία του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.  Η οργανική διάρθρωση των θέσεων του ακαδημαϊκού και διοικητικού προσωπικού του, ο αριθμός και οι κατηγορίες των θέσεων σ' αυτό καθορίζονται στον ετήσιο Προϋπολογισμό.  Οι διορισμοί του προσωπικού που εργάζεται στο Α.Τ.Ι. γίνονται από την Ε.Δ.Υ., ώστε δε βλέπω πώς πείρα που αποκτήθηκε από εργασία σ' αυτό να μην είναι πείρα στη Δημόσια Υπηρεσία.  ΄Αλλωστε, και για τους σκοπούς του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, αρμόδια αρχή είναι ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

 

Σε σχέση με το πιο πάνω ζήτημα, στη Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3650, διαβάζουμε τα εξής:- (σελ. 3652)

 

«Για την πλήρωση της θέσης αποτάθηκαν τρεις υποψήφιοι, ο αιτητής, το ενδιαφερόμενο μέρος και ο Ελευθέριος Σαπαρίλλα.  Οι τελευταίοι δύο ήσαν μέλη της εκπαιδευτικής υπηρεσίας και κατείχαν τη θέση του Βοηθού Διευθυντή, ενώ ο αιτητής ήταν μέλος της δημόσιας υπηρεσίας και υπηρετούσε ως Ανώτερος Λέκτορας στο Α.Τ.Ι. (Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο).  Η θέση που θα πληρωνόταν ήταν θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής και συνεπώς δεν υπήρχε κώλυμα στη συμπερίληψη υποψηφίων που είχαν τα προσόντα εκτός της εκπαιδευτικής υπηρεσίας.»

 

 

 

(Βλ., επίσης, Κώστας Στρούθου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 197/02, 10/9/03.)

 

Θεωρώ την παράλειψη να ληφθεί υπόψη η πείρα του αιτητή στο Α.Τ.Ι. ουσιώδους σημασίας, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι η κατοχή της πείρας ήταν από τα κύρια θέματα της διαφοράς των δύο υποψηφίων.  Περαιτέρω, η Ε.Δ.Υ. τελούσε υπό πλάνη, όταν, για την επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους, προσμετρούσε υπέρ του ότι αυτό διέθετε το πλεονέκτημα της θέσης.  Αυτό είχε ήδη προσμετρήσει και λήφθηκε υπόψη για την τελική βαθμολογία του από τη Συμβουλευτική, έτσι ώστε δεν μπορούσε να προσμετρήσει για δεύτερη φορά.

 

Η επιτυχία του λόγου σε σχέση με το πλεονέκτημα καθιστά αχρείαστη την ενασχόλησή μου με τους υπόλοιπους λόγους που προβάλλονται.

 

      Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα υπέρ του αιτητή.

 

      Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

                                                                         Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                                      Δ.

 

/ΜΠ



[1] Αργότερα αναριθμήθηκε σε εδάφιο (8) - (Ν. 96(Ι)/2006).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο