ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
CHARALAMBOS PISSAS (NO. 1) ν. THE ELECTRICITY AUTHORITY OF CYPRUS (1966) 3 CLR 634
ASPRI ν. REPUBLIC (1979) 3 CLR 490
PAPAIOANNOU ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 103
Ιωνίδου Λούλλα Ακίνητα Λτδ ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (2001) 3 ΑΑΔ 1011
Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού ν. Καρολίνας Πελενδρίτου (2007) 3 ΑΑΔ 517
ΑΝΔΡΕΑΣ Γ. ΙΩΑΝΝΟΥ ν. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ, Υπόθεση Αρ. 17/2002, 5 Μαϊου, 2003
Neophytou Costas ν. The Republic of Cyprus through tha Public Service Commission (1964) 1 CLR 280
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
&nb sp; Υπóθεση αρ. 718/2007
22 Aυγούστου, 2008
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 TOY ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥ
Αιτήτρια
- και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Καθών η αίτηση
........
Α. Ευσταθίου (κα) για τον αιτητή
Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθών η αίτηση
............
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά από το δικαστήριο δήλωση και/ή διαταγή ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθών η αίτηση, που της κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 14/3/07 και με την οποία, κατόπιν επανεξέτασης, αποφάσισαν ότι η αιτήτρια έχει τοποθετηθεί στη σωστή μισθολογική βαθμίδα της θέσης που έχει διοριστεί, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής Ε.Δ.Υ. ή Επιτροπή) με επιστολή του με αρ. φακ. Π 31324 και ημερ. 6/10/05 έχει διορίσει με δοκιμασία την αιτήτρια στη μόνιμη θέση Επιθεωρητή Γεωργίας, Τμήμα Γεωργίας από 1.11.2005 σύμφωνα με τους Όρους Υπηρεσίας που περιέχονται σε σχετική επιστολή της ΕΔΥ.
Στη συνέχεια το Τμήμα Γεωργίας με σχετικό έντυπο, το οποίο έχει αποσταλεί στο Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας, έχει τοποθετήσει μισθολογικά την αιτήτρια στο αρχικό σημείο της κλίμακας Α2 (Βασικός Μισθός ΛΚ6354) σύμφωνα με το διορισμό της από την ΕΔΥ. Σύμφωνα με βεβαίωση του Γενικού Χημείου του Κράτους η αιτήτρια, προ του διορισμού της στο Τμήμα Γεωργίας, εργάστηκε στο Γενικό Χημείο του Κράτους ως έκτακτος τεχνικός Χημείου (κλίμακα Α5 2η βαθμίδα) στο Εργαστήριο Ελέγχου Υλικών σε Επαφή με Τρόφιμα κατά τις περιόδους 30.4.2004-31.12.2004, 5.1.2005-16.2.2005, 17.2.2005 - 9.3.2005, 10.3.2005 - 30.3.2005 και 31.3.2005 - 31.10.2005.
Στις 8.11.2005 η αιτήτρια με επιστολή της, ζήτησε όπως τοποθετηθεί στη μισθολογική κλίμακα που κατείχε ως Έκτακτος Υπάλληλος στο Γενικό Χημείο του Κράτους. Το Γενικό Λογιστήριο με επιστολή ημερ. 15/3/06 προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, τον ενημέρωσε σχετικά με το θέμα της μισθοδοτικής τοποθέτησης εκτάκτων υπαλλήλων γενικά (και όχι ειδικά για την αιτήτρια) που διορίζονται σε μόνιμη θέση, αναφέροντας τα πιο κάτω:
«Αναφέρομαι στην συνημμένη επιστολή του Δικηγόρου κ. Στεφανίδη ημερ. 21/3/2006 σχετικά με το πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι, σύμφωνα με πρόσφατη γνωμοδότηση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, με αρ. φακ. Γ.Ε. 50(Α)/19901Ν20Ν6/2 και ημερ. 4.1.2006 για το πιο πάνω θέμα, έκτακτος υπάλληλος που διορίζεται σε μόνιμη θέση θα τοποθετηθεί στη μισθολογική κλίμακα της θέσης αυτής. Για σκοπούς όμως της μισθοδοτικής τοποθέτησης του σε βαθμίδα της κλίμακας αυτής (της μόνιμης θέσης) κατ' αναλογία των προνοιών του Κανονισμού 8, σύμφωνα με τον καν. 11 των Κ.Δ.Π. 175/95 και 146/2000, ο υπάλληλος αυτός θα τοποθετηθεί στη βαθμίδα εκείνη της μισθοδοτικής κλίμακας της μόνιμης θέσης, με τρόπο ώστε η βαθμίδα που θα τοποθετηθεί να είναι αυτή που θα λάμβανε αν εξαρχής διοριζόταν στην εν λόγω θέση.
Ενόψει των πιο πάνω παρακαλώ όπως υποβληθεί το συντομότερο δυνατό, νέο έντυπο διορισμού με την αναπροσαρμογή των μισθοδοτικών στοιχείων τόσο του κ. Χριστάκη Παπαδόπουλου όσο και άλλων παρόμοιων περιπτώσεων εάν υπάρχουν και ενημερώσετε σχετικά τους ενδιαφερόμενους υπαλλήλους.»
Ενόψει της πιο πάνω επιστολής του Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας, το Τμήμα Γεωργίας στις 27.4.2006 απέστειλε στο Γενικό Λογιστήριο, Αναθεωρημένο Έντυπο για τοποθέτηση της αιτήτριας στη βαθμίδα εκείνη ώστε η βαθμίδα που θα τοποθετηθεί να είναι αυτή που θα λάμβανε αν εξαρχής διοριζόταν στην εν λόγω μόνιμη θέση και ενημερώθηκε, σύμφωνα με τον ισχυρισμό των καθών η αίτηση, προς τούτο τηλεφωνικά η αιτήτρια.
Το Τμήμα Γεωργίας με επιστολή του ημερ. 14/3/07 (προσβαλλόμενη απόφαση) πληροφόρησε την αιτήτρια ότι, σύμφωνα με σχετική γνωμοδότηση του Γενικού Εισαγγελέα, η οποία αναφέρεται στην επιστολή του Γενικού Λογιστή που απέστειλε στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, έχει τοποθετηθεί στη σωστή μισθοδοτική βαθμίδα της θέσης που έχει διορισθεί.
Στις 8.4.07 η αιτήτρια με επιστολή της ζητούσε επανεξέταση της μισθοδοτικής τοποθέτησης της και στις 25/5/07 καταχώρησε την παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο συνήγορος των καθ' ων η αίτηση προβάλλει προδικαστική ένσταση ότι παρούσα προσφυγή είναι απαράδεκτη ως εκπρόθεσμη αφού, όπως ισχυρίζεται, η αιτήτρια έλαβε γνώση της προσβαλλομένης απόφασης πριν από την απαντητική επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερ.14.3.07. Αυτό τεκμαίρεται, όπως εισηγείται, από το περιεχόμενο της επιστολής της αιτήτριας με την οποία υποβάλλει αίτημα επανεξέτασης για την μισθολογική τοποθέτηση της.
Η πλευρά της αιτήτριας διαφωνεί με τη θέση του κ. Σταυρινού, ως προς το εκπρόθεσμο της προσφυγής. Επί της ουσίας η συνήγορος της αιτήτριας προβάλλει ως μοναδικό λόγο ακυρώσεως τον ισχυρισμό ότι υπήρξε εσφαλμένη ερμηνεία του Καν.8 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Απολαβές, Επιδόματα και άλλα Οικονομικά Ωφελήματα των Δημοσίων Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1995-2000 (Κ.Δ.Π. 175/95 και Κ.Δ.Π. 146/2000). Επίσης επί του ιδίου λόγου ακυρώσεως προβάλλει και τον ισχυρισμό περί παραγνώρισης, χωρίς αιτιολογία, συγκεκριμένης εγκυκλίου.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Η προβολή προδικαστικής ένστασης επιβάλλει την εξέταση της, κατά σειρά προτεραιότητας, αφού η τυχόν αποδοχή της θα κρίνει τελεσίδικα το αποτέλεσμα ολόκληρης της προσφυγής. Σχετικά η Ολομέλεια στην υπόθεση Ακίνητα Λούλλας Ιωαννίδου Λτδ, ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος, (2001) 3 (Β) Α.Α.Δ. 1011, σελ. 1022 ανάφερε τα εξής:
«'Εχει νομολογηθεί ότι για να κινήσει την προθεσμία για την άσκηση προσφυγής η κοινοποίηση πρέπει να είναι πλήρης και η πράξη να είναι με τέτοιο τρόπο διατυπωμένη ώστε να προκύπτει σαφώς το περιεχόμενο της (Βλ. Pissas (No. 1) v. E.A.C. (1966) 3 C.L.R. 634, 638).
Πλήρης είναι η γνώση η οποία επιτρέπει εις τον ενδιαφερόμενο να διαγνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ή την ηθική ζημιά την οποία υφίσταται από τη δημοσιευόμενη ή κοινοποιούμενη πράξη (Βλ. Θ.Δ. Τσάτσου "Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας", σελ. 74, Aspri v. Republic (1979) 3 C.L.R. 490, 497, 498).
Στην Papaioannou v. Republic (1982) 3 Α.Α.Δ. 103, 108, 109, ο Πικής, Δ. - όπως ήταν τότε - υποδεικνύει πως από την επισκόπηση της σχετικής ελληνικής νομολογίας πηγάζουν οι πιο κάτω προτάσεις οι οποίες πρέπει να καθοδηγούν το δικαστήριο στο θέμα της προθεσμίας:
(1) Οσάκις ο Νόμος απαιτεί δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα τέτοια δημοσίευση είναι απαραίτητη για να θέσει σε κίνηση την προθεσμία σε σχέση με τρίτα πρόσωπα.
(2) Η γνωστοποίηση της απόφασης οσάκις προβλέπεται από το Νόμο δεν είναι ανάγκη να γίνεται με οποιοδήποτε επίσημο τύπο. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοσδήποτε τύπος νοουμένου ότι είναι αποτελεσματικός.
(3) Η γνωστοποίηση δεν είναι ανάγκη να επεκτείνεται στην κάθε λεπτομέρεια της απόφασης. Εφόσο ενημερώνει τον επηρεαζόμενο για το αποτέλεσμα και τη βάση της αιτιολογίας θα θεωρηθεί επαρκής παρά την απουσία ασήμαντων λεπτομερειών.
(4) Οσάκις ο Νόμος απαιτεί έγγραφη γνωστοποίηση η αποστολή της γνωστοποίησης δεν αποτελεί κατ' ανάγκη προϋπόθεση για την ενεργοποίηση της προθεσμίας. Η προθεσμία κινείται από την στιγμή που ο επηρεαζόμενος λαμβάνει γνώση της απόφασης.
'Ετσι αν η γνώση αποκτηθεί με άλλο τρόπο η προθεσμία αρχίζει να κινείται από τότε.
(5) Η γνώση η οποία απαιτείται για να θέσει σε κίνηση την προθεσμία που προβλέπεται από το άρθρο 146.3 του Συντάγματος πρέπει να είναι αρκετά εκτεταμένη έτσι που να πληροφορεί τον επηρεαζόμενο διάδικο επαρκώς για τις επιπτώσεις της απόφασης επί της κατάστασης και θέσης του και να τον καθιστά ικανό να λάβει τα θεραπευτικά μέτρα που προσφέρονται από το Νόμο.»
Στις υποθέσεις Neophytou v. Republic (1964) C.L.R. 280, Georghiades & Another v. Republic (1966) 3 C.L.R. 827 και Ανδρέας Γ. Ιωάννου ν. Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων, υποθ. Αρ. 17/02 ημερ. 5/5/03, αναφέρθηκε ότι σε περίπτωση αμφιβολίας το θέμα αποφασίζεται υπέρ του αιτητή. Σχετική με το ίδιο θέμα είναι και η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού ν. Καρολίνα Πελενδρίτου, Α.Ε. 117/05 ημερ. 12/11/07, στην οποία κρίθηκε ότι η αιτήτρια είχε λάβει γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης πολύ πριν την καταχώρηση της προσφυγής και η γνώση προέκυπτε από επιστολή που είχε γράψει, εκ μέρους της, η μητέρα της, προς τον Οργανισμό ζητώντας λεπτομέρειες γιατί να της εγκρίνουν μόνο το 1/5 του ποσού που έπρεπε να της δοθεί λόγω της επίδοσης της (πήρε τη 2η θέση) που κατέλαβε στους παγκόσμιους αγώνες κολύμβησης της Διεθνούς Παραολυμπιακής Επιτροπής. Έτσι ανατράπηκε δική μου, περί του αντιθέτου, απόφαση.
Στη δική μας περίπτωση ο ισχυρισμός των καθών η αίτηση είναι ότι η αιτήτρια γνώριζε την τοποθέτηση της στη μισθολογική κλίμακα και διαφωνούσε πολύ πριν την επιστολή της 14/3/07 που προσβάλλει με την προσφυγή της. Σημειώνω ότι από τις 8/11/05 ζήτησε η αιτήτρια όπως τοποθετηθεί στη μισθολογική κλίμακα που κατείχε ως υπάλληλος στο Γενικό Χημείο του Κράτους. Στην επιστολή της αυτή ουδέποτε πήρε απάντηση. Απλώς το θέμα εξεταζόταν ενδοτμηματικά σε συσχετισμό και με άλλα πρόσωπα που ήσαν σε παρόμοια θέση. Έτσι η αιτήτρια επανήλθε με επιστολή της ημερ. 8/3/07 με την οποία ζητούσε τα εξής:
«Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα και σε συνέχεια της επιστολής μου με ημερομηνία 8 Νοεμβρίου 2005, με θέμα «Τοποθέτηση στη Μισθολογική Κλίμακα που κατείχα ως Έκτακτη Υπάλληλος στη Δημόσια Υπηρεσία», παρακαλώ όπως επανεξετάσετε το αίτημα μου για αναπροσαρμογή της μισθοδοσίας μου σύμφωνα με τη βαθμίδα που κατείχα ως έκτακτη υπάλληλος.
Προς τούτο επικαλούμαι τον Κανονισμό 8 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Απολαβές, Επιδόματα και Άλλα Οικονομικά Ωφελήματα των Δημόσιων Υπαλλήλων) Κανονισμών, καθώς και την επιστολή με ημερομηνία 21 Ιουνίου 2000, με θέμα τη Μισθοδοτική τοποθέτηση ωρομίσθιων και έκτακτων υπαλλήλων που διορίζονται σε δημόσιες θέσεις, του Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.
Ελπίζω σε σύντομη και θετική ανταπόκριση σας ώστε να τερματιστεί ο υφιστάμενος δυσμενής επηρεασμός των συμφερόντων μου.
Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων.»
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Είναι στην πιο πάνω επιστολή που βασίζονται οι καθών η αίτηση και ιδιαίτερα στη λέξη «επανεξετάσετε». Είμαι όμως της άποψης ότι με το να χρησιμοποιήσει η αιτήτρια τη λέξη «επανεξέταση» σε μια υπόθεση που ουδέποτε πήρε συγκεκριμένη απάντηση στο αίτημα της, δεν πρέπει να θεωρείται ότι είχε τέτοια πλήρη γνώση που της επέτρεπε να προσβάλει ενωρίτερα την άρνηση των καθών η αίτηση να ικανοποιήσουν το αίτημα της. Έγινε αόριστα ο ισχυρισμός ότι ειδοποιήθηκε τηλεφωνικώς χωρίς όμως να φαίνεται πότε. Στο παράρτημα 6 της ένστασης, δεν υπάρχει οποιαδήποτε γραφή ή σημείωση που να επιβεβαιώνει ότι ειδοποιήθηκε τηλεφωνικά η αιτήτρια. Βρίσκω λοιπόν ότι η υπόθεση αυτή διαφοροποιείται από την προαναφερθείσα υπόθεση ΚΟΑ ν. Πελενδρίτου. Επομένως η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.
Κατά την ετοιμασία της απόφασης ήγειρα το ακόλουθο θέμα και, αφού βέβαια επανάνοιξα την υπόθεση, ζήτησα από τους δικηγόρους των διαδίκων να τοποθετηθούν επί αυτού:
«Μελετώντας την πιο πάνω υπόθεση για σκοπούς απόφασης, έχω προσέξει ότι ο διορισμός στη μόνιμη θέση Επιθεωρητή Γεωργίας, Τμήμα Γεωργίας, Κλάδος Αμπελουργίας-Οινολογίας (Συνδυασμένες Κλίμακες Α2-5-7) προσφέρθηκε στην αιτήτρια με επιστολή της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερ. 2/9/05 σύμφωνα με τους όρους που εκεί επισυνάπτονται. Στον όρο 3 Μισθός φαίνονται και οι μισθοδοτικές κλίμακες της θέσης. Η αιτήτρια αποδέχθηκε την πιο πάνω θέση με επιστολή της ημερ. 16/9/05 χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη, με αποτέλεσμα να γίνει ο διορισμός με επιστολή της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερ. 6/10/05, ο οποίος ίσχυε από 1/11/05. Βέβαια εκ των υστέρων, δηλαδή την 8/11/05 και αργότερα την 8/3/07, η αιτήτρια υπέβαλε αιτήματα όπως τοποθετηθεί στην μισθολογική κλίμακα που κατείχε όταν ήταν έκτακτη στο Γενικό Χημείο του Κράτους.
Το ερώτημα που τίθεται και εγείρεται αυτεπάγγελετα από το Δικαστήριο, είναι κατά πόσο θα πρέπει να θεωρηθεί η αιτήτρια ότι έχει ανεπιφύλακτα αποδεχθεί το διορισμό με τους όρους (περιλαμβανομένης και της μισθοδοσίας) όπως της κοινοποιήθηκαν με επιστολή ημερ. 2/9/05 και επιβεβαιώθηκαν με επιστολή 6/10/05 ούτως ώστε να εμποδίζεται από του να προωθεί την προσφυγή.
Ενόψει του ότι τέτοιο θέμα δεν έχει εγερθεί ενωρίτερα, για να υπάρχουν οι θέσεις των συνηγόρων, το θεωρώ δίκαιο και ορθό αλλά και επιβεβλημένο, όπως επανανοίξω την υπόθεση και δοθεί η ευκαιρία στους συνηγόρους των διαδίκων να τοποθετηθούν επί του πιο πάνω θέματος, το οποίο θα εξεταστεί προδικαστικά.
Με την ευκαιρία της επανάνοιξης της υπόθεσης και σε περίπτωση που αποφασισθεί ότι αυτή μπορεί να προχωρήσει, επί της ουσίας αυτής θα ήθελα περαιτέρω αγορεύσεις, βασικά διευκρινίσεις, από τους δικηγόρους στο πιο κάτω θέμα:
(α) Σε ποια βαθμίδα της κλίμακας Α2 τοποθετήθηκε κατά το διορισμό της η αιτήτρια, και
(β) Σε ποια κλίμακα και βαθμίδα είναι ο ισχυρισμός της ότι έπρεπε να είχε τοποθετηθεί κατά τον διορισμό της στη μόνιμη θέση.
Αναφορά σε ποσά αλλά και σε ποιο ακριβώς εδάφιο του άρθρου 8 της Κ.Δ.Π. 175/95 (που εφαρμόζεται λόγω του Κ.11 της Κ.Δ.Π. 146/00) βασίζεται η αιτήτρια, θα είναι βοηθητική για το δικαστήριο.»
Με τις συμπληρωματικές αγορεύσεις η πλευρά της αιτήτριας προώθησε τη θέση ότι τα γεγονότα όσον αφορά τη μισθοδοσία της στη νέα θέση δεν ήταν ξεκάθαρα, ούτως ώστε δεν πρέπει να θεωρείται ότι αποδέχθηκε να τοποθετηθεί στην αρχική βαθμίδα της κλίμακας. Αντίθετα ο κ. Σταυρινός εισηγήθηκε ότι η αιτήτρια αποδέχθηκε ανεπιφύλακτα τη νέα θέση και επομένως δεν έχει έννομο συμφέρον να προωθεί την προσφυγή.
Εξέτασα τις θέσεις των συνηγόρων επί του θέματος που έχω εγείρει αυτεπάγγελτα και έχω τελικά καταλήξει να δεχθώ τη θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας ότι στα σχετικά έγγραφα διορισμού της δεν ήταν σαφές ότι η ίδια θα τοποθετείτο στην αρχική βαθμίδα της κλίμακας της νέας θέσης, η οποία ήταν κατά πολύ χαμηλότερη της βαθμίδας της κλίμακας που έπαιρνε ως έκτακτη. Άλλωστε η ασάφεια και/ή αβεβαιότητα αναφορικά με τη μισθοδοσία τέτοιων υπαλλήλων, δηλαδή που άφηναν έκτακτη θέση για να διορισθούν σε μόνιμη, φαίνεται από τον όλο προβληματισμό του αρμοδίου Υπουργείου που είχε ζητήσει και σχετική γνωμάτευση. Έτσι έχω καταλήξει ότι οι περιστάσεις είναι τέτοιες που δεν πρέπει να θεωρηθεί η αιτήτρια ότι έχει δεχθεί ανεπιφύλακτα την τοποθέτησή της στην πρώτη βαθμίδα της κλίμακας Α2, ούτως ώστε να στερείται εννόμου συμφέροντος να προωθεί την προσφυγή.
Κατά το επανάνοιγμα της υπόθεσης δηλώθηκε από πλευρας των καθών η αίτηση ότι η αιτήτρια στο μεταξύ έχει διορισθεί στη θέση Τεχνικού, Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων από 17/9/07 και τοποθετήθηκε στην 2η βαθμίδα της κλίμακας Α5 (Α2-Α5-Α7). Κρίνω όμως ότι ούτε αυτό το γεγονός αποστερεί την αιτήτρια από το έννομο συμφέρον να επιμένει στην προσφυγή της, εφόσον ο ισχυρισμός της είναι ότι έπρεπε να τοποθετηθεί σε άλλη κλίμακα από την αρχική βαθμίδα της Α2, από 1/11/05 που διορίστηκε στη θέση Επιθεωρητή Γεωργίας.
Αναφορικά με την ουσία της προσφυγής, η συνήγορος της αιτήτριας προβάλλει ως μοναδικό λόγο ακυρώσεως τον ισχυρισμό ότι υπήρξε εσφαλμένη ερμηνεία του Καν.8 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Απολαβές, Επιδόματα και άλλα Οικονομικά Ωφελήματα των Δημοσίων Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1995-2000 (Κ.Δ.Π. 175/95 και Κ.Δ.Π. 146/2000). Προβάλλει επίσης τον ισχυρισμό περί παραγνώρισης, χωρίς αιτιολογία, συγκεκριμένης εγκυκλίου. Το μέρος της εν λόγω Εγκυκλίου (ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ. 1193 ημερ. 21/6/00) που μας αφορά και έχει ως θέμα τη «Μισθοδοτική τοποθέτηση ωρομίσθιων και έκτακτων υπαλλήλων που διορίζονται σε δημόσιες θέσεις» μιλά για διαφοροποίηση της μέχρι τότε πολιτικής και διαλαμβάνει ως ακολούθως:
«2. Συγκεκριμένα, με ισχύ από 1.9.1999, χωρίς, όμως, να παρέχεται δικαίωμα για καταβολή αναδρομικών απολαβών μέχρι την 9.6.2000, ημερομηνία δημοσίευσης των πιο πάνω Κανονισμών στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, η μισθοδοτική τοποθέτηση ωρομίσθιου ή έκτακτου υπαλλήλου που διορίζεται σε δημόσια θέση γίνεται κατ' αναλογίαν των διατάξεων του Κανονισμού 8, εξαιρουμένης της παραχώρησης μιας πρόσθετης προσαύξησης στην περίπτωση που η θέση στην οποία διορίζεται ο υπάλληλος βρίσκεται σε ψηλότερη κλίμακα ή έχει, συγκριτικά, ψηλότερους μισθοδοτικούς όρους.»
Η σχετική εγκύκλιος ουσιαστικά ενσωματώνει τις πρόνοιες του Καν. 2 της ΚΔΠ 146/2000 ο οποίος αντικατέστησε τον Καν. 11 όπως ήταν αρχικά με την Κ.Δ.Π. 175/95. Ο νέος Καν. 11 έχει ως ακολούθως:
«11. Η μισθοδοτική τοποθέτηση έκτακτου υπαλλήλου που διορίζεται σε δημόσια θέση γίνεται κατ' αναλογία των προνοιών του Κανονισμού 8 των παρόντων Κανονισμών, εξαιρουμένης της παραχώρησης μιας πρόσθετης προσαύξησης στην περίπτωση που η θέση στην οποία διορίζεται ο υπάλληλος βρίσκεται σε ψηλότερη κλίμακα ή έχει, συγκριτικά, ψηλότερους μισθοδοτικούς όρους.»
Ο σκοπός του Καν. 8, (που εφαρμόζεται σε υπάλληλο που ήδη υπηρετεί στη δημόσια υπηρεσία και διορίζεται σε άλλη θέση) είναι η δίκαιη μισθοδοτική τοποθέτηση του υπαλλήλου σε περίπτωση που διορίζεται σε άλλη θέση από αυτή στην οποία υπηρετεί. Ανάλογα δε με το κατά πόσο η μισθοδοσία που είχε στη θέση που κατείχε είναι ίση, χαμηλότερη ή ψηλότερη από τη νέα του θέση, καθορίζεται και η βαθμίδα της κλίμακας που πρέπει να τοποθετηθεί.
Η ουσία του Καν. 11 (ως έχει τροποποιηθεί) είναι ότι και στην περίπτωση των εκτάκτων υπαλλήλων που διορίζονται σε δημόσια θέση, η μισθοδοτική τοποθέτηση γίνεται κατ' αναλογία των προνοιών του Καν. 8 (που αφορά δηλαδή δημόσιο υπάλληλο) «εξαιρουμένης της παραχώρησης μιας πρόσθετης προσαύξησης στην περίπτωση που η θέση στην οποία διορίζεται ο υπάλληλος βρίσκεται σε ψηλότερη κλίμακα ή έχει, συγκριτικά ψηλότερους μισθοδοτικούς όρους».
Εφόσον στη δική μας περίπτωση η αιτήτρια διορίστηκε σε θέση, η κλίμακα της οποίας είναι χαμηλότερη από αυτή που είχε ως έκτακτος (διορίστηκε στην Α2 £6354 ενώ είχε την Κλίμακα Α5 στην 2η βαθμίδα £7178) θα έπρεπε, σύμφωνα με τον Καν. 8(γ)(iii) να τοποθετηθεί στην ίδια βαθμίδα που είχε και να διατηρήσει αυτή «μέχρις ότου με υπηρεσία κερδίσει τη διαφορά μεταξύ της βαθμίδας αυτής και της άλλης ψηλότερης βαθμίδας της κλίμακας της νέας θέσης», όπως προβλέπεται στον εν λόγω Κανονισμό. Επομένως η τοποθέτηση της κατά την 1/11/05, στην αρχική βαθμίδα της κλίμακας Α2, έγινε κατά παράβαση του εν λόγω Κανονισμού.
Με βάση τα πιο πάνω καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε παράνομα και θα πρέπει να ακυρωθεί.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.200 έξοδα υπέρ της αιτήτριας.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑς