ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                   

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

       

                                   &nb sp;                             Υπóθεση  Αρ. 340/2007

 

 

22 Αυγούστου, 2008

 

 

 [Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

1.  MUHAMMAD ATIF SULLEMAN

2.  SHAMA HUSSAIN

                                    Αιτητές

-         και -

 

1.    ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

2.    ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ

                                    Καθ΄ών  η αίτηση

.............................

Δ. Κακουλλής,   για τους αιτητές

Μ. Πασιαρδή (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθών η αίτηση

 

 

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:   Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν (α) δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη ή/και απόφαση των καθών η αίτηση ημερ. 4/12/06 με την οποία απέρριψαν τη διοικητική προσφυγή του αιτητή 1 ημερ. 21/10/05 (έφεση κατά της απόφασης Υπηρεσίας Ασύλου), είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε νομίμου αποτελέσματος και/ή αδικαιολόγητη και/ή παράνομη και (β) δήλωση και/ή διάταγμα του δικαστηρίου με το οποίο να κηρύσσονται άκυρες και/ή παράνομες «όλες οι ενέργειες των καθών η αίτηση σε σχέση με την παρούσα», καθότι εξετάστηκαν ομαδικά οι αιτήσεις των αιτητών.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο αιτητής αρ. 1 γεννήθηκε στις 23/3/81 στο Πακιστάν.  Εισήλθε στην Κύπρο νόμιμα με άδεια εισόδου ως φοιτητής στις 22/10/00. Η αιτήτρια 2 γεννήθηκε στη Μολδαβία στις 21/8/77 και  αφίχθηκε στην Κύπρο νόμιμα ως φοιτήτρια στις 4/7/02.  Στις 18/11/02 έχουν τελέσει γάμο και από το γάμο τους αυτό απέκτησαν ένα κοριτσάκι στις 4/8/03.  Στη συνέχεια οι αιτητές υπέβαλαν αίτηση ασύλου και για το σκοπό αυτό προσκόμισαν στην Υπηρεσία Ασύλου αντίγραφο πιστοποιητικού γέννησης της κόρης τους και αντίγραφο πιστοποιητικού του γάμου τους.  Βασικός λόγος για τον οποίο ζήτησαν άσυλο, ήταν το γεγονός του γάμου τους, αφού, σύμφωνα με τον ισχυρισμό τους, σ' αυτόν αντιδρούσε η οικογένεια της αιτήτριας2 που την απείλησε ότι θα την σκοτώσουν, αν δεν εγκαταλείψει το σύζυγο της (αιτητή 1).  Θεωρούσε η οικογένεια της αμαρτία το γεγονός αυτό καθώς και την άρνησή της να παντρευτεί αυτόν που ήθελε η οικογένεια της.  Μετά την υποβολή της αίτησης, η Υπηρεσία Ασύλου απέστειλε επιστολή με ημερ. 14/6/05 με την οποία καλούσε τους αιτητές σε συνέντευξη στις 5/7/05 και να προσκομίσουν όλα τα σχετικά με το αίτημα τους έγγραφα.  Οι συνεντεύξεις διεξήχθησαν από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος ετοίμασε και σχετική εισήγηση ημερ. 2/9/05 προς τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου.  Στις 8/9/05 ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας αυτής αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης και ειδοποιήθηκαν σχετικά οι αιτητές. Στις 24/10/05 καταχωρήθηκε διοικητική προσφυγή από την οργάνωση «Συμφιλίωση» και με εκπρόσωπο της νομικό σύμβουλο.  Στις 23/11/06 ο Λειτουργός της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων απέστειλε επιστολή στον νομικό εκπρόσωπο των αιτητών για δικαίωμα πρόσβασης στο φάκελο τους μέχρι τις 29/11/06.  Την 1/12/06 ετοιμάστηκε έκθεση από αρμόδιο λειτουργό προς την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων και στις 4/12/06 μετά από μελέτη της έκθεσης του Λειτουργού η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων απέρριψε την προσφυγή.  Αποστάληκε επιστολή προς τους αιτητές στις 7/12/06 και τους επιδόθηκε στις 12/12/06.  Στις 26/2/07 καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών στη γραπτή του αγόρευση προβάλλει τους εξής λόγους ακυρώσεως: (α) ότι η απόφαση είναι αποτέλεσμα πραγματικής και/ή νομικής πλάνης και αντίθετη με το νόμο, (β) έλλειψη δέουσας έρευνας και (γ) ότι δόθηκε λανθασμένη ερμηνεία και/ή εφαρμογή του Νόμου και της Κοινής Θέσης 96/1996/ΔΕΥ.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθών η αίτηση στην Ένσταση της προβάλλει προδικαστική ένσταση ότι η παρούσα προσφυγή είναι εκπρόθεσμη γιατί καταχωρήθηκε μετά την παρέλευση της προθεσμίας των 75 ημερών.  Διαζευκτικά ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νόμιμη και ορθή και ότι δεν στοιχειοθετείται κανένας από τους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Αναφορικά με την προδικαστική ένσταση, στην γραπτή αγόρευση των αιτητών, ο δικηγόρος τους ισχυρίζεται ότι, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στους αιτητές στις 12/12/06, η προβλεπόμενη περίοδος των 75 ημερών έληγε στις 25/2/07 που ήταν ημέρα Κυριακή και συνεπώς η προσφυγή καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα στις 26/2/07.  Η δικηγόρος των καθών η αίτηση δε σχολίασε το γεγονός αυτό, ούτε και ήγειρε ξανά θέμα εκπροθέσμου.   Εξετάζοντας κι' ο ίδιος το θέμα, καταλήγω ότι η προσφυγή είναι εμπρόθεσμη.  Έτσι προχωρώ στην ουσία της προσφυγής.

 

Από εξέταση πρώτα της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και στη συνέχεια της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής (καθών η αίτηση), φαίνεται ότι η ουσία της απόρριψης του αιτήματος των αιτητών για παραχώρηση πολιτικού ασύλου είναι το ότι δεν έγιναν πιστευτοί, για τους λόγους που εξηγούνται με λεπτομέρεια στην απόφαση, ότι οι λόγοι που προέβαλαν γιατί να μην επιθυμούν να επιστρέψουν στη χώρα τους αλλά να εγκαταλείψουν αυτή, ευσταθούν.  Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξέδωσε αριθμό αποφάσεων σχετικά με το θέμα αυτό, η ουσία των οποίων είναι ότι, από τη στιγμή που οι καθών η αίτηση έχουν ακολουθήσει την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα και τους περί Προσφύγων Νόμους του 2000-2004 (Ν. 6(1)/2000 ως έχει τροποποιηθεί) διαδικασία, το δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε θέματα εκτίμησης των γεγονότων. (Βλ. μεταξύ άλλων Harpreet Singh v. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 481/05 ημερ. 26/6/06, Shahadat v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 364/05 ημερ. 21/9/06, Batim Bokov v. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 492/05 ημερ. 21/9/06 Abul Kalam Kalam v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 489/05 ημερ. 21/9/06, Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 352/05 ημερ. 21/9/06, Mehmet Nesin Aydin v. Δημοκρατίας υποθερ. Αρ. 412/05 ημερ. 21/9/06).  Όπως διατυπώθηκε σε μια από τις πιο πάνω υποθέσεις (βλ. Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας σελ. 4):

 

«Το δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης για να εξετάσει την ορθότητα της, όπως έχει επανειλημμένως λεχθεί, αλλά υπό κρίση είναι μόνο η νομιμότητα της απόφασης και η διαπίστωση του κατά πόσο το διοικητικό όργανο ενήργησε εντός των πλαισίων της διακριτικής του ευχέρειας.»

 

Εξετάζοντας τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και στη δική μας περίπτωση, δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε που να επιτρέπει στο δικαστήριο να επέμβει στην κατάληξη της Αναθεωρητικής Αρχής ότι οι αιτητές ήταν αναξιόπιστοι.  Αναφέρονται οι καθών η αίτηση σε σημαντικές διαφορές στην αναφορά γεγονότων όπως τα προέβαλαν οι αιτητές και δίνουν λόγους (βλ. ιδιαίτερα σελίδες 4-6 της σχετικής απόφασης) γιατί κρίθηκαν αναξιόπιστοι.  Έτσι στην έκταση που οι αιτητές κρίθηκαν αναξιόπιστοι, η απόφαση των καθών κρίνεται ως λογικά εφικτή.

 

Αναφορικά τώρα με τους λόγους εκείνους με τους οποίους γίνεται ισχυρισμός ότι η απόφαση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και/ή με πλάνη όσον αφορά τα πραγματικά γεγονότα και πάλιν κρίνω ότι δεν ευσταθούν.  Από μελέτη της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής και γενικά του υλικού που ήταν ενώπιον της, φαίνεται ότι έγινε ενδελεχής εξέταση και δόθηκαν επαρκείς λόγοι για την κατάληξη της.  Κατά τη συνέντευξη στην Υπηρεσία Ασύλου οι αιτητές είχαν δωρεάν βοήθεια διερμηνέα.  Η συνέντευξη κράτησε 75 λεπτά για τον αιτητή 1 και 65 λεπτά για την αιτήτρια 2.  Δεν υπάρχει θεσμοθετημένος ελάχιστος χρόνος για μια συνέντευξη τον οποίο να έχουν παραβεί οι καθών η αίτηση.  Αυτή εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και στην παρούσα φαίνεται να ήταν ικανοποιητική.

 

Έτερο παράπονο των αιτητών είναι ότι η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέτασε τη διοικητική προσφυγή τους χωρίς να ακούσει και τους ίδιους για να δώσουν διευκρινίσεις επί τυχόν αντιφάσεων, και τούτο κατά παράβαση του άρθρου 14(2) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 και του άρθρου 3 της Κοινής Θέσης 96/1996/ΔΕΥ της 4/3/96 το οποίο υιοθετείται από το άρθρο 11Α(1)(α)(ι) του περί Προσφύγων Νόμου που προβλέπει ότι « η αμφιβολία πρέπει να είναι υπέρ του αιτητή εκτός αν υπάρχουν σοβαροί λόγοι περί του αντιθέτου».   Μπορώ να πω με ευκολία ότι και αυτό το παράπονο δεν ευσταθεί αφού ο ίδιος ο νόμος επιτρέπει τούτο και το θέμα ήδη εξετάστηκε και αποφασίστηκε από την Πλήρη Ολομέλεια σε μερικές από τις προαναφερθείσες υποθέσεις.  Σχετική είναι και η δική μου απόφαση στην υπόθεση 175/2006 ημερ. 22/11/06, Bablu Bablu v. Δημοκρατίας.  Πουθενά δεν ανάφεραν οι καθών η αίτηση ότι είχαν αμφιβολίες, για να κριθούν αυτές υπέρ των αιτητών.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω και λαμβανομένου υπόψη ότι όλοι οι νομικοί λόγοι που αναφέρονται στην αγόρευση των αιτητών έχουν ήδη απαντηθεί από την προαναφερθείσα, αλλά και άλλη, νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου που δεν το θεωρώ αναγκαίο να παραθέσω, η προσφυγή αυτή δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.000 έξοδα εναντίον των αιτητών.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                                                          Μ. Φωτίου, Δ.

/ΚΑΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο