ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                (Υπόθεση Αρ. 752/2005)

 

16 Ιουλίου, 2008

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.    ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΕΛΕΝΗ,

2.    ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ,

Αιτήτριες,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ης  η Αίτηση.

 

 

Α. Σ. Αγγελίδης, για τις Αιτήτριες.

Ε. Παπαγεωργίου (κα), για την Καθ΄ης η Αίτηση.

Χρ. Τριανταφυλλίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος αρ. 1.

Α. Καράς, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος αρ. 2.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:  Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας, με επιστολή του ημερομηνίας 26.7.2004 προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), ζήτησε την πλήρωση 23 κενών μόνιμων θέσεων Ανώτερου Νοσηλευτικού Λειτουργού (Γενικός Νοσηλευτικός Κλάδος), Υπουργείο Υγείας (στο εξής η θέση).  Επειδή σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας η θέση είναι θέση προαγωγής, η ΕΔΥ σε συνεδρία της στις 17.8.04, αποφάσισε να επιληφθεί του θέματος πλήρωσης της σε ημερομηνία που θα οριζόταν αργότερα και στην οποία θα παρίστατο και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας.

 

Έτσι στη συνεδρία της Επιτροπής, στις 28.2.05, παρέστη ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας, ο οποίος σύστησε για προαγωγή 23 από τους υποψηφίους, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονταν οι Αιτήτριες και ο Γεώργιος Δημητρίου (ΕΜ 1), όχι όμως η Μαρία Ευθυμίου-Σπύρου (ΕΜ 2), η Μαρία Σοφοκλέους (ΕΜ 3) και η Θεολογία Τσίτση (ΕΜ 4). 

 

Ακολούθως, αφού αποχώρησε ο Γενικός Διευθυντής, η ΕΔΥ προχώρησε στη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.  Αφού είχε ενώπιον της το φάκελο της υπό πλήρωση θέσης, τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους των υπηρεσιακών/εμπιστευτικών εκθέσεων των υποψηφίων και αφού έλαβε υπόψη τις συστάσεις του Γενικού Διευθυντή, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, με εξαίρεση τις Αιτήτριες και τους υποψήφιους Παναγιώτη Νικολαΐδη και Νεοφύτα Πισιάρα, οι συστηθέντες, περιλαμβανομένων και των ΕΜ 1, 2, 3 και 4, υπερείχαν των υπολοίπων υποψηφίων και αποφάσισε να τους προσφέρει προαγωγή, θεωρώντας τους ως τους πιο κατάλληλους για τη θέση.

 

Αναφορικά με τις Αιτήτριες και άλλους υποψηφίους για τους οποίους η ΕΔΥ δεν ακολούθησε την σύστασή του Γενικού Διευθυντή, διατυπώθηκε το εξής σκεπτικό:-

 

«Η Επιτροπή δεν μπόρεσε να υιοθετήσει τις συστάσεις του Γενικού Διευθυντή για τους Κυπριανού Κυριακή, Χαραλάμπους Ελένη, Νικολαΐδη Παναγιώτη και Πισιάρα Νεοφύτα και αντ' αυτών επέλεξε τους Ελευθερίου Ελευθέριο, Ευθυμίου-Σπύρου Μαρία, Σοφοκλέους Μαρία και Τσίτση Θεολογία, από τους οποίους ορισμένοι υστερούν μεν σε αρχαιότητα, αρχαιότητα που ανάγεται στην ημερομηνία γέννησης μόνο, δεν υστερούν, όμως, από αυτούς σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, αξιολογηθέντες ως καθόλα εξαίρετοι, και, επιπλέον, από πλευράς προσόντων διαθέτουν πρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν, το οποίο, παρόλο που δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, εντούτοις, είναι άμεσα σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης.  Περαιτέρω, η Επιτροπή σημείωσε ότι, σ' ό,τι αφορά την υπέρ των πιο πάνω υποψηφίων σύσταση του Γενικού Διευθυντή, ειδικά σ' ό,τι αφορά στο στοιχείο της αξίας, στη σύγκριση των εν λόγω υποψηφίων με όσους προηγούνται αυτών σε αρχαιότητα, αυτή δε συνάδει με τα στοιχεία των Φακέλων, δεδομένου ότι αυτοί υπερέχουν ή βρίσκονται στο ίδιο με τους εν λόγω υποψηφίους επίπεδο, ενώ ο Γενικός Διευθυντής ανέφερε ότι υπερέχουν έναντι όλων.»

 

Στη συνέχεια η ΕΔΥ στη συνεδρία της την 31.3.05, αφού έλαβε υπόψη ότι οι επιλεγέντες, στους οποίους προσφέρθηκε προαγωγή στην πιο πάνω θέση, αποδέχθηκαν την προσφορά που τους έγινε, καθόρισε την 15.4.05 ως την ημερομηνία από την οποία θα ίσχυε η προαγωγή.

 

Οι Αιτήτριες προσβάλλουν την πιο πάνω απόφαση της ΕΔΥ να προάξει τα 4 Ενδιαφερόμενα Μέρη, αντί των Αιτητριών.

 

Δύο είναι οι κύριοι λόγοι ακύρωσης που προβάλλονται από το συνήγορο των Αιτητριών.  Ο πρώτος και κυριότερος είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί η ΕΔΥ παραγνώρισε τη σύσταση του Διευθυντή, χωρίς να δώσει ειδική αιτιολογία.  Ο δεύτερος, ότι ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας ήταν αναρμόδιος να προβεί σε συστάσεις, αφού στην περίπτωση, αρμόδιος ήταν ο Διευθυντής Ιατρικών Υπηρεσιών.

 

Θεωρώ πιο λογικό να αρχίσω από το δεύτερο λόγο ακύρωσης εφόσον με αυτόν αμφισβητείται η νομιμότητα της σύστασης του Προϊσταμένου.  Ανεξάρτητα αν ο ισχυρισμός των Αιτητριών ευσταθεί, ειδικά σε σχέση με τις δύο Αιτήτριες έρχεται σε σύγκρουση με το δόγμα της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, όπως αυτό έχει ερμηνευθεί παγίως από το Ανώτατο Δικαστήριο.  Βάσει της επίδικης σύστασης, οι Αιτήτριες είχαν συστηθεί για προαγωγή και στηρίζονται στη σύσταση για να τεκμηριώσουν τον πρώτο λόγο ακύρωσης, ο οποίος είναι το κύριο παράπονό τους. (Βλ. Κυπριακό Διυλιστήριο Πετρελαίων Λτδ. ν. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 ΑΑΔ 345).

 

Έρχομαι τώρα στον κύριο λόγο ακύρωσης, ο οποίος θα πρέπει να εξεταστεί σε συνάρτηση με τα στοιχεία των φακέλων, όπου αντικατοπτρίζεται η πραγματική εικόνα της υπηρεσιακής κατάστασης των διαδίκων.  Από αυτά φαίνεται ότι οι Αιτήτριες σε αξία, τα τελευταία 5 χρόνια, είναι ισοδύναμες με τα 4 Ενδιαφερόμενα Μέρη, με 40 «Εξαίρετα».  Στο κριτήριο της αρχαιότητας οι Αιτήτριες και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη, είναι ίσα, αφού όλοι προσελήφθηκαν την ίδια ημερομηνία (15.4.94).  Όμως, σε αναγωγή στην ημερομηνία γέννησης, η Αιτήτρια Ελένη Χαραλάμπους, η οποία γεννήθηκε στις 9.3.1968, είναι αρχαιότερη κατά 4 μήνες έναντι του ΕΜ 1, κατά 1 χρόνο και 3 μήνες του ΕΜ 2, κατά 3 χρόνια και 7 μήνες του ΕΜ3 και κατά περίπου 4 χρόνια του ΕΜ 4.  Η δε Αιτήτρια Κυριακή Κυπριανού η οποία γεννήθηκε στις 6.6.1967, είναι αρχαιότερη κατά 1 χρόνο και 1 μήνα έναντι του ΕΜ 1, κατά 2 χρόνια του ΕΜ 2, κατά 3 χρόνια και 4 μήνες του ΕΜ 3 και κατά περίπου 4 χρόνια και 9 μήνες του ΕΜ 4.  Σε προσόντα, τα 4 Ενδιαφερόμενα Μέρη είναι κάτοχοι πανεπιστημιακού διπλώματος, το οποίο μπορεί να μην είναι απαιτούμενο ή πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, αλλά είναι αποδεχτό και από το Διευθυντή, ότι είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης.  Τέλος, οι Αιτήτριες όπως και το ΕΜ 1, έχουν τη σύσταση του Διευθυντή.

 

Με βάση τα δεδομένα όπως τα έχω ήδη καταγράψει, οι Αιτήτριες έναντι των τεσσάρων Ενδιαφερομένων Μερών, είναι ίσες σε αξία, υπερέχουν όμως σε αρχαιότητα σε σχέση με την ημερομηνία γέννησης.  Νομολογιακά η αρχαιότητα ως ένα από τα προσμετρήσιμα κριτήρια, αποκτά αποφασιστική σημασία, μόνο όταν οι υποψήφιοι είναι κατά τα άλλα ίσοι.  (Βλ. ΕΔΥ ν. Μιχαηλίδη κ.α. (1999) 3 ΑΑΔ 756).

 

Σε προσόντα όλα τα διάδικα μέρη πληρούν τα απαιτούμενα.  Όμως τα τέσσερα Ενδιαφερόμενα Μέρη είναι κάτοχοι του πανεπιστημιακού τίτλου «Bachelor of Science in Professional Nursery Studies», ενώ η Θεολογία Τσίτση, ΕΜ 4, είναι επιπλέον κάτοχος του μεταπτυχιακού τίτλου «Master of Science in Professional Nursery Studies».  Τα πιο πάνω προσόντα μπορεί να μην είναι απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας ή να θεωρούνται πρόσθετο προσόν, αλλά είναι αποδεκτό από το Διευθυντή ότι είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης.  Το τρόπος αξιολόγησης προσόντων, μη προβλεπόμενων από το σχέδιο υπηρεσίας, επεξηγήθηκε από την Ολομέλεια στην Πούρος κ.α. ν. ΕΔΥ (2001) 3 ΑΑΔ 374, στη σελ. 395:-

 

«Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης.  Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής (και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης.  Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.»

 

Υπό το πρίσμα της απόφασης Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695, η σύσταση έχει πια συμβουλευτικό χαρακτήρα, αλλά δεν παύει να είναι η άποψη του Προϊσταμένου και η νομολογία επιτάσσει, σε περίπτωση απόκλισης από αυτή, ειδική αιτιολογία όπου το αποφασίζον όργανο υποχρεούται να καταγράψει με σαφήνεια τους λόγους «για την υιοθέτηση αυτής της ασύνηθους πορείας» όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην απόφαση.

 

Έχω μελετήσει την ειδική αιτιολογία της ΕΔΥ.  Κατ' αρχάς δε συμφωνώ ότι η σύσταση του Προϊσταμένου δεν συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων σε ό,τι αφορά την Αιτήτρια και τα ΕΜ.  Όμως ακόμα και αν δεν συνάδει, η ΕΔΥ δεν δίνει επαρκή αιτιολογία για την κατάληξη της και σε ποια ακριβώς σημεία δεν συνάδει, ώστε να διευκολυνθεί ο δικαστικός έλεγχος, αφού εκ πρώτης όψεως δεν είναι εμφανείς οι διαφορές.  Πέραν τούτου, η ΕΔΥ παρερμήνευσε τα όσα ανέφερε ο Προϊστάμενος σε σχέση με άλλους υποψηφίους, τους οποίους δεν σύστηνε.

 

Δεύτερον, η ειδική αιτιολογία θα έπρεπε να αφορά τα ΕΜ 2, 3 και 4 οι οποίες αν και δεν συστήθηκαν από τον Προϊστάμενο, επιλέγηκαν για προαγωγή, έναντι των δύο Αιτητριών.  Για το ΕΜ 1 ο οποίος είχε τη σύσταση του Διευθυντή, κατά την άποψή μου δεν χρειαζόταν ειδική αιτιολογία.  Για τον συγκεκριμένο υποψήφιο, η ΕΔΥ λαμβάνοντας υπόψη από τη μια τη σχετική μικρή αρχαιότητα των δύο Αιτητριών και το πρόσθετο, μη προβλεπόμενο από το σχέδιο υπηρεσίας προσόν του ΕΜ 1, το οποίο όμως ήταν σχετικό με τη θέση, έκρινε ότι αυτός ήταν καταλληλότερος για προαγωγή.  Κατά την άποψή μου η ΕΔΥ, σταθμίζοντας τη σημασία από τη μια της αρχαιότητας των Αιτητριών και από την άλλη του προσόντος του ΕΜ 1, κινήθηκε μέσα σε εύλογα πλαίσια.  Γι' αυτό και η προσφυγή εναντίον του ΕΜ 1, θα πρέπει να αποτύχει.

 

Όμως τα ΕΜ 2, 3 και 4 δεν είχαν τη σύσταση του Προϊσταμένου, με αποτέλεσμα να καθίστατο επιτακτική η ειδική αιτιολογία.  Η ΕΔΥ, επιλέγοντας τα ΕΜ χωρίς να εξηγήσει επαρκώς και λεπτομερώς τους λόγους, αγνόησε την ουσιαστική, θα έλεγα, αρχαιότητα των δύο Αιτητριών, η οποία κυμαίνετο από 1.3 χρόνια μέχρι 4.9 χρόνια, δίδοντας, όπως φαίνεται, υπερβολική βαρύτητα στο πρόσθετο μη προβλεπόμενο αλλά συναφές προσόν.  Κατά την άποψή μου, η ΕΔΥ ξέφυγε των λογικών πλαισίων που χαράσσει η Πούρος κ.α. ν. ΕΔΥ (2001) 3 ΑΑΔ 374.  Η ΕΔΥ όφειλε υπό τις περιστάσεις να αιτιολογήσει επαρκώς και πειστικώς την επιλογή της, πράγμα που απέτυχε να πράξει.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει μερικώς.  Η προσβαλλόμενη απόφαση σε σχέση με το ΕΜ1 επικυρώνεται.  Παραμερίζεται, όμως, σε σχέση με τα ΕΜ 2, 3 και 4Επιδικάζονται τα ¾ των εξόδων, ήτοι το ποσό των €900 υπέρ των Αιτητριών και εναντίον της καθ' ης η αίτηση.  Καμιά διαταγή για τα έξοδα των Ενδιαφερομένων Μερών.

 

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο