ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Υπόθεση Αρ. 688/2006)
29 Ιουλίου, 2008
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΠΙΔΑ ΚΩΣΤΑ ΚΡΟΚΙΔΗ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΠΑΦΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Μ. Φλωρέντζος για Λ. Γεωργίου, για την Αιτήτρια.
Ε. Κλεόπα, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή της η αιτήτρια ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 26.10.05 με την οποία η Πολεοδομική Αρχή απέρριψε την αίτησή της, υπ΄ αριθμό ΠΑΦ/2104/2003, για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανέγερση έξι διαμερισμάτων στα τεμάχιά της με αριθμούς 327 και 328 Φ/Σχ. ΧΧV.64 που βρίσκονται στο Νέο Χωριό Πάφου είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.
Μεταξύ των νομικών σημείων στα οποία βασίζεται η αίτηση περιλαμβάνονται και τα εξής: Η προσβαλλόμενη απόφαση αντιβαίνει το Σύνταγμα, την ισχύουσα νομοθεσία, τους κανονισμούς και τη νομολογία, είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο, είναι αποτέλεσμα υπέρβασης ή κατάχρησης εξουσίας και πάσχει λόγω ελλείψεως δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
Η αιτήτρια είναι ιδιοκτήτρια των προαναφερόμενων τεμαχίων. Την 8.8.03 υπέβαλε αίτηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας για ανέγερση έξι διαμερισμάτων. Οι καθ΄ ων η αίτηση, με την προσβαλλόμενη απόφασή τους, απέρριψαν την αίτησή της για το λόγο ότι «η ανάπτυξη προτείνεται να ανεγερθεί σε τεμάχιο διαμέσου του οποίου δεν διασφαλίζονται οι απαραίτητες συνθήκες ανάπτυξης της περιοχής (απαραίτητο οδικό δίκτυο) ως προνοείται από τη Πολιτική 3(Α)1 και (β) της Δήλωσης Πολιτικής. ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΠΡΟΣ ΑΙΤΗΤΗ: Οι δεσμεύσεις για διασφάλιση του απαραίτητου οδικού δικτύου σας έχουν υποδειχθεί επανειλημμένα κατά τις επισκέψεις σας στο Γραφείο αυτό στη παρουσία και του αρχιτέκτονα μελετητή του έργου κ. Βαγγέλη Μαυρονικόλα και δεν έχει προβεί στη τροποποίηση των υποβληθέντων σχεδίων ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις υποδειχθήσες δεσμεύσεις του υπό ανάπτυξη τεμαχίου και ως εκ τούτου το Γραφείο αυτό βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να μη χορηγήση τη ζητούμενη Πολεοδομική Αδεια.»
Είναι ισχυρισμός της αιτήτριας ότι οι καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν παράνομα και αυθαίρετα απορρίπτοντας την αίτησή της, εφόσον δεν έχει καθοριστεί δεσμευτικά, για την εν λόγω περιοχή, οποιοδήποτε οδικό δίκτυο που να απαγορεύει την οικιστική ανάπτυξη του τεμαχίου.
Στην επιχειρηματολογία εκ μέρους της αιτήτριας γίνεται αναφορά, μεταξύ άλλων, και στα εξής σημεία:
(α) Ο λόγος και η αιτιολογία της άρνησης των καθ΄ ων η αίτηση να χορηγήσουν την αιτούμενη άδεια οικοδομικής ανάπτυξης συνίσταται στο ότι η αρμόδια αρχή σχεδιάζει για το μέλλον την ανάπτυξη και κατασκευή οδικού δικτύου, κατά τρόπο αόριστο που πιθανόν να επηρεάσει την σκοπούμενη οικοδομική ανάπτυξη.
(β) Οι καθ΄ ων η αίτηση δεν καθόρισαν πουθενά εις τί συνίσταται ο κατ΄ ισχυρισμόν επηρεασμός της αιτούμενης οικοδομικής ανάπτυξης της αιτήτριας, από τα σκοπούμενα μελλοντικά σχέδια της διοίκησης.
(γ) Στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν παρέχεται η δέουσα και/ή επαρκής αιτιολογία.
(δ) Ουδέποτε οι καθ΄ ων η αίτηση ζήτησαν από την αιτήτρια οποιαδήποτε συγκεκριμένη τροποποίηση της αίτησής της ή και των σχεδίων που υπέβαλε. Η οποιαδήποτε προφορική εισήγηση των καθ΄ ων η αίτηση έγινε κατά τρόπο αόριστο. Αυτό αποδεικνύει και την έλλειψη δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση.
(ε) Τα προαναφερόμενα καταδεικνύουν παραβίαση των διατάξεων του άρθρου 23 του Συντάγματος καθότι επηρεάζονται δυσμενώς τα περιουσιακά δικαιώματα της αιτήτριας.
Η αιτήτρια αναφέρεται εκτενώς σε κυπριακή νομολογία σύμφωνα με την οποία η αίτησή της θα έπρεπε να είχε κριθεί με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο εξέτασης της αίτησής της. Κατά το χρόνο εκείνο δεν υπήρχαν οποιαδήποτε ολοκληρωμένα και δημοσιευμένα σχέδια για το οδικό δίκτυο της περιοχής και ως εκ τούτου αυτό κακώς λήφθηκε υπόψη.
Στην επιχειρηματολογία εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση γίνεται παραδεκτός ο νομικός κανόνας ότι, κατά τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας, δεν είναι επιτρεπτή η επιβολή όρου για παραχώρηση μέρους της ιδιοκτησίας για τις ανάγκες του οδικού δικτύου, εκτός αν έχει προηγηθεί δημοσίευση ρυμοτομικού σχεδίου στο οποίο να διαφαίνεται σαφώς η έκταση του επηρεασμού. Όμως, κατά τους καθ΄ ων η αίτηση, ο προαναφερόμενος κανόνας αφορά σε περιπτώσεις όπου η αιτούμενη πολεοδομική άδεια χορηγείται υπό όρους και το επίδικο ζήτημα αφορά στη νομιμότητα της επιβολής των σχετικών όρων. Στην παρούσα υπόθεση το ζήτημα που αναφύεται δεν είναι η νομιμότητα της επιβολής οποιωνδήποτε όρων για τη χορήγηση της άδειας. Εδώ έχουμε άρνηση χορήγησης άδειας, και κατά τους καθ΄ ων η αίτηση, από τη νομολογία μας, δεν προκύπτει η ύπαρξη οποιασδήποτε παράλληλης θετικής υποχρέωσης της αρμόδιας αρχής να εκδώσει την άδεια. Κατά τους καθ΄ ων η αίτηση η αρμόδια αρχή είχε τη διακριτική ευχέρεια να απορρίψει την αίτηση της αιτήτριας για τους λόγους που την απέρριψε. Γίνεται συγκεκριμένη αναφορά στο άρθρο 26 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 στο οποίο αναφέρεται ότι η Πολεοδομική Αρχή, για να καταλήξει σε πολεοδομική απόφαση, λαμβάνει υπόψη της τις πρόνοιες του εφαρμοστέου σχεδίου αναπτύξεως καθώς και οποιοδήποτε άλλο ουσιώδη παράγοντα. Κατά την επιχειρηματολογία των καθ΄ ων η αίτηση, ανάμεσα στους ουσιώδεις παράγοντες που οφείλει να λάβει υπόψη της η Πολεοδομική Αρχή περιλαμβάνεται και ο παράγων της ανάπτυξης μιας περιοχής κατά τρόπο συμβατό με τα αντικειμενικά πολεοδομικά δεδομένα της περιοχής.
Καταλήγει η επιχειρηματολογία εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση, ότι η μη δημοσίευση του συγκεκριμένου οδικού δικτύου δεν επέτρεπε στην αρμόδια αρχή να επιβάλει παράλληλα με τη χορήγηση σχετικής άδειας όρους για παραχώρηση του επηρεαζόμενου μέρους του τεμαχίου, στο οδικό δίκτυο. Όμως, η μη δημοσίευση του σχεδίου δεν συνεπάγεται ότι η αρμόδια αρχή όφειλε να το αγνοήσει. Πουθενά στη νομολογία προκύπτει ότι η αρμόδια αρχή υποχρεούται να χορηγήσει πολεοδομική άδεια που είναι ασύμβατη με υφιστάμενο σχέδιο οδικού δικτύου, έστω και αν αυτό δεν είναι δημοσιευμένο.
Στην επιχειρηματολογία των καθ΄ ων η αίτηση γίνεται ακόμα αναφορά και στην παράγραφο 1(β) των Γενικών Προνοιών Πολιτικής του Τοπικού Σχεδίου Πάφου, δυνάμει της οποίας η αρμόδια αρχή έχει τη δυνατότητα να απαιτήσει την οικοπεδοποίηση τεμαχίου ώστε να διασφαλιστεί το απαραίτητο οδικό δίκτυο και οι χώροι πρασίνου της περιοχής. Δεν έπραξε κάτι τέτοιο και αντ΄ αυτού, άσκησε προς όφελος της αιτήτριας τη διακριτική της ευχέρεια βάσει της προαναφερόμενης επιφύλαξης δίνοντας στην αιτήτρια την ευκαιρία να διαφοροποιήσει τα σχέδιά της.
Στην παράγραφο 3(Α)1(β) της προαναφερόμενης Πολιτικής προνοείται ότι ανάπτυξη επιτρέπεται, εφόσον εκτελείται σε τεμάχιο διαμέσου του οποίου έχουν διασφαλιστεί οι απαραίτητες συνθήκες ανάπτυξης της περιοχής, στην οποία αυτό ευρίσκεται (το απαραίτητο οδικό δίκτυο, χώροι πρασίνου και άλλοι αναγκαίοι χώροι). Για τη διασφάλιση των προαναφερόμενων συνθηκών, η Πολεοδομική Αρχή απαιτεί την οικοπεδοποίηση του τεμαχίου πριν από τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας για την περαιτέρω ανάπτυξή του, εκτός αν πληρούνται κάποιες συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι θέσεις της αιτήτριας είναι ορθές. Συμφωνώ με την επιχειρηματολογία της αιτήτριας και διαφωνώ με εκείνη των καθ΄ ων η αίτηση, για τους εξής λόγους:
1. Το δικαίωμα κυριότητας, κατοχής και απόλαυσης ιδιοκτησίας κατοχυρώνεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 23 του Συντάγματος. ΄Οροι, δεσμεύσεις και περιορισμοί στην άσκηση του δικαιώματος αυτού μπορεί μόνο να επιβληθούν όταν είναι απολύτως απαραίτητοι, όπως ορίζεται στο άρθρο 23.3 του Συντάγματος.
2. Είναι νομολογιακά θεμελιωμένο ότι, κατά τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας, δεν είναι επιτρεπτή η επιβολή όρου για παραχώρηση μέρους της ιδιοκτησίας για τις ανάγκες του οδικού δικτύου, εκτός αν έχει προηγηθεί δημοσίευση ρυμοτομικού σχεδίου στο οποίο να φαίνεται σαφώς η έκταση του περιορισμού. Αυτή η θέση είναι παραδεκτή και από τους καθ΄ ων η αίτηση.
3. Στην προκείμενη περίπτωση, κατά τον ουσιώδη χρόνο, δηλαδή το χρόνο εξέτασης της αίτησης της αιτήτριας και λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης, δέν υπήρχε οποιοδήποτε δημοσιευμένο ρυμοτομικό σχέδιο ή οποιοσδήποτε άλλος δεσμευτικός καθορισμός στον οποίο να φαίνεται σαφώς η έκταση του επηρεασμού των τεμαχίων της αιτήτριας. Εκείνο που, όπως διαφαίνεται από την προσβαλλόμενη απόφαση, προφανώς υπήρχε, κατά τον προαναφερόμενο χρόνο, ήταν απλά σκέψεις και προγραμματισμός για τη μελλοντική ανάπτυξη του οδικού δικτύου της περιοχής.
4. Δεν συμφωνώ με τους καθ΄ ων η αίτηση αναφορικά με τη διαφοροποίηση που προσπάθησαν να κάμουν σε σχέση με την επιβολή όρου για τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας, από τη μιά και την ολωσδιόλου απόρριψη της αίτησης για πολεοδομική άδεια, από την άλλη. Κατά την κρίση μου εφόσον η επιβολή όρου για παραχώρηση μέρους της ιδιοκτησίας για τις ανάγκες του οδικού δικτύου, δεν επιτρέπεται, εκτός αν έχει προηγηθεί δημοσίευση ρυμοτομικού σχεδίου, τοσούτο μάλλον δεν μπορεί να επιτρέπεται και η απόρριψη μιας αίτησης για πολεοδομική άδεια επειδή η αιτήτρια δεν έχει συμφωνήσει ουσιαστικά να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της Πολεοδομικής Αρχής για παραχώρηση ή δέσμευση παραχώρησης μέρους της ιδιοκτησίας της, προς κάλυψη των αναγκών οδικού δικτύου, για το οποίο δεν προηγήθηκε δημοσίευση ρυμοτομικού σχεδίου ή οποιοσδήποτε άλλος δεσμευτικός καθορισμός και αναφορικά με το οποίο δεν υπάρχει σαφής ένδειξη ως προς την έκταση του επηρεασμού της ακίνητης ιδιοκτησίας της αιτήτριας. Κατά την εκτίμησή μου, η απόρριψη αίτησης για πολεοδομική άδεια είναι επαχθέστερη για τον ιδιοκτήτη, από την επιβολή όρων για την έκδοσή της.
Οι αποφάσεις στις προσφυγές Ata Leza Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 34/97, ημερ. 11.8.2000 και Ευφροσύνη Παρπαρίνου κα ν. Δήμου Λάρνακας, υπόθ. αρ. 664/2001, ημερ. 20.5.2002 αφορούσαν σε απορρίψεις αιτήσεων για χορηγήσεις πολεοδομικών αδειών. Στην υπόθεση Ata Leza (ανωτέρω) ο λόγος απόρριψης της αίτησης ήταν «.. επειδή το τεμάχιο επηρεάζεται εξολοκλήρου από την προτεινόμενη από το Τοπικό Σχέδιο Λεμεσού χωροθέτηση Σχολείου Λυκείου, όπως αυτό καθορίζεται στο σχέδιο Πρόταση-Χρήσης Γης αρ. 8 και τις πρόνοιες της παραγράφου 1(α) του Παραρτήματος Β (Γενικές Πρόνοιες Πολιτικής) του αναθεωρημένου Τοπικού Σχεδίου Λεμεσού» που είναι «ουσιώδης παράγων» στην λήψη Πολεοδομικής Απόφασης, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 26(1) του Νόμου. Η απόφαση του Δικαστηρίου ήταν πως η αρνητική απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση βασίστηκε σε λόγους που προσέκρουαν στις πρόνοιες του Συντάγματος και συγκεκριμένα του άρθρου 23 και που ισοδυναμούσαν με στέρηση της ιδιοκτησίας της αιτήτριας, χωρίς να είχε διενεργηθεί απαλλοτρίωση του ακινήτου της. Το σκεπτικό της απόφασης εκείνης ακολουθήθηκε ουσιαστικά και στην υπόθεση Παρπαρίνου (ανωτέρω).
5. Δεν συμφωνώ επίσης με τη θέση των καθ΄ ων η αίτηση ότι δυνάμει του άρθρου 26(1), του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Νόμος 90/72) όπως αναδομήθηκε από το άρθρο 5 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 90 (Νόμος 7/90), είναι επιτρεπτό για την Πολεοδομική Αρχή, στα πλαίσια λήψης πολεοδομικής απόφασης, να λαμβάνει υπόψη, ως ουσιώδη παράγοντα, υφιστάμενο σχέδιο οδικού δικτύου το οποίο όμως δεν είναι δημοσιευμένο ή τουλάχιστον δεσμευτικά καθορισμένο και στο οποίο δεν φαίνεται επακριβώς ο επηρεασμός των παρακειμένων τεμαχίων. Κάτι τέτοιο, κατά την εκτίμησή μου, θα ήταν αντίθετο με τις αρχές της νομολογίας και παράλογο, εφόσον θα εισαγόταν, με έμμεσο τρόπο, όρος, που δεν είναι επιτρεπτό να εισαχθεί άμεσα. Δέστε Δημοκρατία ν. Λάμπρου κα (1999) 3 ΑΑΔ 655 και Χριστοδούλου κα ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 1103.
6. Κρίνω την προσβαλλόμενη απόφαση και ως μη δεόντως αιτιολογημένη εφόσον σ΄ αυτή δεν προσδιορίζεται επακριβώς ποιες είναι οι απαραίτητες συνθήκες ανάπτυξης της περιοχής, τις οποίες δεν διασφαλίζει η προτεινόμενη ανάπτυξη των τεμαχίων της αιτήτριας. Επιπρόσθετα, δεν διευκρινίζεται ποιες ήταν οι δεσμεύσεις των υπό ανάπτυξη τεμαχίων της αιτήτριας οι οποίες υπεδείχθησαν από την αρμόδια αρχή αλλά η αιτήτρια δεν προέβη σε οποιαδήποτε τροποποίηση των υποβληθέντων σχεδίων της ώστε να τις λάβει υπόψη της. Στην υπόθεση Μυλωνάς ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1997) 3 ΑΑΔ 332 εξετάστηκε το προαναφερόμενο άρθρο 26(1) του Νόμου 90/72 και τονίστηκε η ανάγκη επεξήγησης γιατί κάποιοι παράγοντες θεωρήθηκαν από τη Διοίκηση ως «ουσιώδεις παράγοντες» σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Στην προκείμενη περίπτωση, στην προσβαλλόμενη απόφαση, δεν υπάρχει και οποιαδήποτε επεξήγηση ως προς το τι θεωρήθηκαν ουσιώδεις παράγοντες και για ποιό λόγο θεωρήθηκαν ως τέτοιοι.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, δηλαδή επειδή θεωρώ την απόρριψη της αίτησης της αιτήτριας για χορήγηση πολεοδομικής άδειας ως βασισμένη σε μη νόμιμο λόγο και ως παραβιάζουσα το Αρθρο 23 του Συντάγματος αλλά και επειδή θεωρώ την προσβαλλόμενη απόφαση ως μη επαρκώς αιτιολογημένη, κρίνω την προσφυγή ως βάσιμη. Κατά συνέπεια η προσφυγή επιτυγχάνει και γίνεται δήλωση του Δικαστηρίου ως η παράγραφος (Α) του αιτητικού της. Εξοδα €1000 υπέρ της αιτήτριας.
Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.
ΣΦ.