ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                   Υπόθεση Αρ. 1244/06    

 

31   Ioυλίου, 2008

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146  ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΘΕΡΟΥΛΑ ΛΟΥΚΑ,

Αιτήτρια,

 

ν.

 

ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ης η αίτηση.

- - - - - - -

 

 M. Καλλιγέρου (κα),  για την αιτήτρια

Α. Αδαμίδου(κα)  για Α. Ευαγγέλου  για τους καθ΄ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:  Με την προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου,ημερομηνίας 25.5.2006, με την οποία προάχθηκαν οι Γιώργος Καμπέρης, Γιώργος Κυριάκου, Μαρίνος Λαμπριανίδης, Ανδρέας Μιχαήλ, Μιχαλάκης Μιχαηλίδης, Μάριος Νεοφύτου, Νέδη Παπαδάτου, Χρίστος Φανόπουλος και Ελιάνα Ψημολοφίτου, στη θέση του Βοηθού Διευθυντή στην Κεντρική Τράπεζα, από την 1.7.2006.

 

Η προσφυγή εναντίον της προαγωγής του Γιώργου Καμπέρη αποσύρθηκε.

 

Η προσφυγή εναντίον της προαγωγής του Ανδρέα Μιχαήλ απορρίπτεται ως απολέσασα το αντικείμενό της, αφού το αντικείμενό της έχει εκλείψει και η δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη ως προς το μέρος της απόφασης αυτής, αφού η εν λόγω προαγωγή ακυρώθηκε με απόφασή μου ημερομηνίας 8.2.2008 στην υπόθεση Έλενα Γρηγοριάδου και Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, Υπ. Αρ. 1203/2006.

 

Κατά συνέπεια, εξέτασα την προσφυγή όσον αφορά την προαγωγή των Γιώργου Κυριάκου, Μαρίνου Λαμπριανίδη, Μιχαλάκη Μιχαηλίδη, Μάριου Νεοφύτου, Νέδης Παπαδάτου, Χρίστου Φανόπουλου και Ελιάνας Ψημολοφίτου (ΕΜ).

 

Η διαδικασία προαγωγής άρχισε από την Επιτροπή Προσωπικού, η οποία αποφάσισε όπως οι εννέα θέσεις Βοηθού Διευθυντή πληρωθούν με προαγωγή υφιστάμενου προσωπικού από την αμέσως προηγούμενη βαθμίδα.  Στηρίχθηκε στον Κανονισμό 11 των περί Υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Οδηγιών (ΚΔΠ 233/2004), που προνοεί ότι οι προαγωγές γίνονται βάσει της αξίας, της πείρας και των προσόντων των υπαλλήλων.  Ακολούθως, σημείωσε ότι, σύμφωνα με το Παράρτημα των αναφερόμενων Οδηγιών στα απαιτούμενα προσόντα για τις θέσεις Βοηθού Διευθυντή, περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων και πείρα σε κατάλληλους τομείς εργασιών Κεντρικής Τράπεζας ή σε τομείς που σχετίζονται με εργασίες Κεντρικής Τράπεζας.  Προέβηκε σε καθορισμό των τομέων των εργασιών της Κεντρικής Τράπεζας από τους οποίους θεωρεί ότι αποκτήθηκε κατάλληλη πείρα.  Στη συνέχεια έκρινε ότι δεκαεννέα υποψήφιοι, μεταξύ αυτών η αιτήτρια και τα ΕΜ, πληρούσαν τα απαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας.  Λαμβάνοντας υπόψη τα ανεφερθέντα κριτήρια προαγωγής, σύστησε εννέα υποψήφιους.  Σ΄αυτούς περιλαμβάνονταν τα ΕΜ, όχι όμως η αιτήτρια, που ήταν υποψήφια με αριθμό 17.  Ανέφερε για τα ΕΜ τα πιο κάτω σχετικά:

 

«Τον υποψήφιο με αριθμό 18 Κυριάκου Γιώργο, ο οποίος έχει καταφανή υπεροχή σε αξία από τους υποψήφιους με αριθμό 4, 6, 7, 10, 11, 13, 16 και 20, γεγονός το οποίο εξουδετερώνει την υπεροχή τους σε πείρα.  Έχει καταφανή υπεροχή σε αξία από τον υποψήφιο με αριθμό 15.  Ιδιαίτερη σύγκριση έγινε με την υποψήφια με αριθμό 17, όπου η Επιτροπή διαπίστωσε τα ακόλουθα:

(α)  η αξία των δύο υποψηφίων στο σύνολο της βαθμολογίας για τα έτη 2000-2005 είναι ίση, στις επί μέρους, όμως, πτυχές απόδοσης, η αξιολόγηση του υποψήφιου με αριθμό 18 υπερτερεί σημαντικά, γεγονός που σημειώνεται.  Περαιτέρω, ο υποψήφιος με αριθμό 18 υπερέχει σε αξία κατά το έτος 1999.

 

(β)  η υποψήφια με αριθμό 17 έχει οριακή υπεροχή σε πείρα (ένα μήνα) στις θέσεις Λειτουργού Α΄ και Β΄ Τάξης από τον υποψήφιο με αριθμό 18.

 

(γ)  ο υποψήφιος με αριθμό 18 έχει καταφανή υπεροχή σε προσόντα από την υποψήφια με αριθμό 17, γεγονός το οποίο σημειώνεται χωρίς να του δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα, νοουμένου ότι τα προσόντα αυτά δεν προνοούνται στα σχέδια υπηρεσίας της θέσης Βοηθού Διευθυντή.

 

Η Επιτροπή, κατά τη σύγκριση των δύο υποψηφίων, αντιστάθμισε την πολύ ελαφρά υπεροχή της υποψήφιας με αριθμό 17 σε πείρα με την υπεροχή σε αξία του υποψήφιου με αριθμό 18, όπως δεικνύεται στις επιμέρους πτυχές απόδοσης.  Θεωρεί ότι η παράμετρος που αφορά την αξία είναι σημαντικότερη για τη διεκδίκηση της παρούσας θέσης από την παράμετρο που αφορά την πείρα και στην οποία υπερέχει οριακά η υποψήφια με αριθμό 17.  Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφασίζει την προαγωγή του υποψήφιου με αριθμό 18.  Περαιτέρω, σε σχέση με την αξιολόγηση της υποψήφιας με αριθμό 17, η Επιτροπή σημείωσε τα σχόλια της υποπαραγράφου Δ της παραγράφου 4.7 πιο πάνω.

 

Περαιτέρω, η Επιτροπή σημειώνει ότι ο υποψήφιος με αριθμό 18 έχει πλεονέκτημα σε προσόντα σε σχέση με τους υποψήφιους με αριθμό 4, 6, 7, 10, 13, 15, 16, 17 και 20, γεγονός το οποίο σημειώνεται χωρίς αν του δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα.

 

Τον υποψήφιο με αριθμό 8 Λαμπριανίδη Μαρίνο, ο οποίος έχει καταφανή υπεροχή σε αξία από τις υποψήφιες με αριθμό 4, 6 και 7, γεγονός το οποίο εξουδετερώνει την υπεροχή τους σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας τους στην Τράπεζα.  Έχει καταφανή υπεροχή σε αξία και υπερέχει σε πείρα στην προηγούμενη θέση από τους υποψήφιους με αριθμό 10 και  20.  Έχει καταφανή υπεροχή σε αξία και υπερέχει σε πείρα στην προηγούμενη θέση από την υποψήφια με αριθμό 13, γεγονός που εξουδετερώνει την υπεροχή της σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας.  Έχει καταφανή υπεροχή σε αξία και υπερέχει σε πείρα τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας του στην Τράπεζα όσο και στην προηγούμενη θέση, από τους υποψήφιους με αριθμό 11, 15 και 16.  Υπερέχει σημαντικά σε πείρα τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας του στην Τράπεζα όσο και στην προηγούμενη θέση από την υποψήφια με αριθμό 17.  Σε σχέση με την αξία, η Επιτροπή σημείωσε ότι παρόλο που η αξία της υποψήφιας με αριθμό 17 κατά τα έτη 2000-2005 είναι η ίδια με εκείνη του υποψήφιου με αριθμό 8, η αξιολόγησή της κατά τα έτη 1999-2002 αναφέρεται στην κατώτερη θέση του Λειτουργού Α΄ Τάξης και ως αποτέλεσμα λαμβάνονται υπόψη τα σχόλια της υποπαραγράφου Α της παραγράφου 4.7.  Επίσης, ο υποψήφιος με αριθμό 8 υπερέχει σε αξία από την υποψήφια με αριθμό 17 κατά το έτος 1999.  Σε σχέση με τα προσόντα, η Επιτροπή σημειώνει τα σχόλια της υποπαραγράφου Γ΄ της παραγράφου 4.7 και ότι ο υποψήφιος με αριθμό 8 έχει πλεονέκτημα σε προσόντα, γεγονός που σημειώνεται χωρίς να του δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα.

 

Περαιτέρω, η Επιτροπή σημειώνει ότι ο υποψήφιος με αριθμό 8 έχει πλεονέκτημα σε προσόντα σε σχέση με τους υποψήφιους με αριθμό 4, 6, 13 και 20, γεγονός το οποίο σημειώνεται χωρίς να του δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα.

 

Τον υποψήφιο με αριθμό 19 Μιχαηλίδη Μιχαλάκη, ο οποίος έχει καταφανή υπεροχή σε αξία από τους υποψήφιους με αριθμό 4, 6, 7, 10, 11 και 13, γεγονός το οποίο εξουδετερώνει την υπεροχή τους σε πείρα τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας τους όσο και στην προηγούμενη θέση.  Έχει καταφανή υπεροχή σε αξία από τους υποψήφιους με αριθμό 16 και 20, γεγονός το οποίο εξουδετερώνει την υπεροχή τους σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας τους.  Έχει καταφανή υπεροχή σε αξία και υπερέχει ελαφρά σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας τους από τον υποψήφιο με αριθμό 15.  Ιδιαίτερη σύγκριση έγινε με την υποψήφια με αριθμό 17, όπου η Επιτροπή διαπίστωσε τα ακόλουθα:

(α) ο υποψήφιος με αριθμό 19 υπερέχει σημαντικά σε αξία κατά το έτος 1999, ενώ κατά τα έτη 2000-2005, η αξία των δύο υποψηφίων στο σύνολο της βαθμολογίας τους είναι ίση.  Εντούτοις, στις επί μέρους πτυχές απόδοσης, η αξιολόγηση του υποψήφιου με αριθμό 19 κατά τα έτη 2000, 2001 και 2005 υπερτερεί, γεγονός που σημειώνεται.

(β) και οι δύο υποψήφιοι προάχθηκαν στη θέση Ανώτερου Λειτουργού στις 15.3.2003, όμως, ο υποψήφιος με αριθμό 19 υπερέχει σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας του στην Τράπεζα, γεγονός που εξουδετερώνει την υπεροχή της υποψήφιας με αριθμό 17 σε πείρα στη θέση λειτουργού Α΄ τάξης.

(γ) ο υποψήφιος με αριθμό 19 έχει πλεονέκτημα σε προσόντα από την υποψήφια με αριθμό 17, γεγονός το οποίο σημειώνεται χωρίς να του δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα, νοουμένου ότι τα προσόντα αυτά δεν προνοούνται στα σχέδια υπηρεσίας της θέσης Βοηθού Διευθυντή.

 

Επιπρόσθετα, η Επιτροπή σημειώνει ότι ο υποψήφιος με αριθμό 19 έχει πλεονέκτημα σε προσόντα σε σχέση με τους υποψήφιους με αριθμό 4, 6, 13 και 20, γεγονός το οποίο σημειώνεται χωρίς να του δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα.

 

Τον υποψήφιο με αριθμό 14 Νεοφύτου Μάριο, ο οποίος έχει καταφανή υπεροχή σε αξία από τους υποψήφιους με αριθμό 4, 6, 7, 10, 11 και 13, γεγονός που εξουδετερώνει την υπεροχή τους σε πείρα τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας τους στην Τράπεζα όσο και στην προηγούμενη θέση.  Έχει καταφανή υπεροχή σε αξία και υπερέχει σε πείρα τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας του στην Τράπεζα όσο και στην προηγούμενη θέση από τους υποψήφιους με αριθμό 15 και 20.  Υπερέχει σημαντικά σε αξία και έχει ελαφρά υπεροχή σε πείρα στην προηγούμενη θέση από την υποψήφια με αριθμό 16, γεγονός που εξουδετερώνει την ελαφρά υπεροχή της υποψήφιας με αριθμό 16 σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας της στην Τράπεζα.  Ιδιαίτερη σύγκριση έγινε με την υποψήφια με αριθμό 17, όπου η Επιτροπή διαπίστωσε ότι παρόλο που η αξία των δύο υποψήφιων είναι ίση, ο υποψήφιος με αριθμό 14 υπερτερεί τόσο σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας του στην Τράπεζα όσο και σε πείρα στην προηγούμενη θέση.  Περαιτέρω, η Επιτροπή σημειώνει ότι ο υποψήφιος με αριθμό 14 έχει πλεονέκτημα σε προσόντα σε σχέση με τους υποψήφιους με αριθμό 4, 6, 13, 17 και 20, γεγονός το οποίο σημειώνεται χωρίς να τους δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα.

 

Την υποψήφια με αριθμό 2 Παπαδάτου Νέδη, η οποία υπερέχει σε αξία και πείρα, τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας της όσο και στην προηγούμενη θέση από τους υποψήφιους με αριθμό 4, 6, 7, 10, 11, 13, 15, 16 και 20.  Έχει καταφανή υπεροχή σε πείρα, τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας της όσο και στην προηγούμενη θέση, από την υποψήφια με αριθμό 17, γεγονός που εξουδετερώνει την υπεροχή της σε αξία.  Επιπρόσθετα, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι αξιολογήσεις των υποψηφίων με αριθμό 10 και 11 κατά το έτος 1999, της υποψήφιας με αριθμό 13 κατά τα έτη μεταξύ 1999-2001 και των υποψηφίων 15, 16, 17 και 20 κατά τα έτη μεταξύ 1999-2002, αναφέρονται στην κατώτερη θέση του Λειτουργού Α΄ Τάξης και ως αποτέλεσμα λαμβάνονται υπόψη τα σχόλια της υποπαραγράφου Α της παραγράφου 4.7.

 

Τον υποψήφιο με αριθμό 5 Φανόπουλο Χρίστο, ο οποίος υπερέχει σημαντικά σε αξία από την υποψήφια με αριθμό 4, γεγονός που εξουδετερώνει την υπεροχής της σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας της.  Υπερέχει σημαντικά σε αξία και υπερέχει σε πείρα στην προηγούμενη θέση από τις υποψήφιες με αριθμό 6 και 7, γεγονός που εξουδετερώνει την υπεροχή τους σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας τους.  Υπερέχει σε αξία και σε πείρα στην προηγούμενη θέση από τον υποψήφιο με αριθμό 10 και υπερέχει σε αξία και σε πείρα στην προηγούμενη θέση από την υποψήφια με αριθμό 13, γεγονός που εξουδετερώνει την υπεροχή της σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας της.  Υπερέχει σε αξία και σε πείρα, τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας του όσο και στην προηγούμενη θέση από τους υποψήφιους με αριθμό 11, 15, 16 και 20.  Έχει καταφανή υπεροχή σε πείρα τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας του όσο και στην προηγούμενη θέση από την υποψήφια με αριθμό 17.  Επιπρόσθετα, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι αξιολογήσεις των υποψηφίων με αριθμό 10 και 11 κατά το έτος 1999, της υποψήφιας με αριθμό 13 κατά τα έτη μεταξύ 1999-2001 και των υποψηφίων με αριθμό 15, 16, 17 και 20 κατά τα έτη μεταξύ 1999-2002, αναφέρονται στην κατώτερη θέση του Λειτουργού Α΄ Τάξης και ως αποτέλεσμα λαμβάνονται υπόψη τα σχόλια της υποπαραγράφου Α της παραγράφου 4.7.  Περαιτέρω, η Επιτροπή σημειώνει ότι ο υποψήφιος με αριθμό 5 έχει πλεονέκτημα σε προσόντα σε σχέση με τους υποψήφιους με αριθμό 4, 6, 13, 17 και 20, γεγονός το οποίο σημειώνεται χωρίς να του δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα.

 

Την υποψήφια με αριθμό 3 Ψημολοφίτου Ελιάνα, η οποία υπερέχει σημαντικά σε αξία και σε πείρα στην προηγούμενη θέση από τις υποψήφιες με αριθμό 4, 6 και 13, γεγονός που εξουδετερώνει την υπεροχή τους σε πείρα στο σύνολο της υπηρεσίας τους.  Υπερέχει σε αξία και σε πείρα, τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας της όσο και στην προηγούμενη θέση από τους υποψήφιους με αριθμό 7, 10, 11, 15, 16 και 20.  Έχει καταφανή υπεροχή σε πείρα τόσο στο σύνολο της υπηρεσίας της όσο και στην προηγούμενη θέση από την υποψήφια με αριθμό 17.  Επιπρόσθετα, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι αξιολογήσεις των υποψηφίων με αριθμό 10 και 11 κατά το έτος 1999, της υποψήφιας με αριθμό 13 κατά τα έτη μεταξύ 1999-2001 και των υποψηφίων με αριθμό 15, 16, 17 και 20 κατά τα έτη 1999-2002, αναφέρονται στην κατώτερη θέση του Λειτουργού Α΄ Τάξης και ως αποτέλεσμα λαμβάνονται υπόψη τα σχόλια της υποπαραγράφου Α της παραγράφου 4.7.  Περαιτέρω, η Επιτροπή σημειώνει ότι η υποψηφία με αριθμό 3 έχει πλεονέκτημα σε προσόντα σε σχέση με τους υποψήφιους με αριθμό 4, 6, 13, 17 και 20, γεγονός το οποίο σημειώνεται χωρίς να του δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα.

 

Η δικηγόρος της αιτήτριας πρόβαλε μεταξύ άλλων λόγων ακύρωσης ότι οι καθ΄ων η αίτηση έδωσαν αντιφατική και αόριστη αιτιολογία για την επιλογή των ΕΜ.

 

Υποστήριξε ότι «η Κεντρική Τράπεζα έδωσε επιλεκτική βαρύτητα στο ένα ή στο άλλο κριτήριο ανάλογα σε τι υπερείχε ο υποψήφιος που επέλεξε έναντι αυτού με τον οποίο συγκρινόταν.»

 

Ανέφερε συγκεκριμένα:

 

«Η Επιτροπή αιτιολογώντας την απόφασή της να επιλέξει ένα έκαστο των ΕΜ, επικαλείτο το κριτήριο στο οποίο το συγκεκριμένο ΕΜ υπερείχε έναντι αυτού με τον οποίο συγκρινόταν και το άλλο κριτήριο στην περίπτωση που ο δεύτερος υποψήφιος με τον οποίο συγκρινόταν υπερείχε στο πρώτο. Με αυτό τον τρόπο, επιλέγοντας κάθε φορά ως αιτιολογία την εκάστοτε υπεροχή, κατάφεραν να δώσουν αιτιολογία για την απόφαση, η οποία όμως είναι παράνομη διότι χρησιμοποιούνται κατά κυριολεξία δύο μέτρα και δύο σταθμά.»

 

Οι δικηγόροι των καθ΄ων η αίτηση αντέταξαν ότι οι τελευταίοι συνεκτίμησαν όλα τα ενώπιόν τους νομοθετημένα κριτήρια, αξία, πείρα και προσόντα, και είχαν την ευχέρεια να αποδώσουν «περισσότερη ή λιγότερη βαρύτητα σε ένα από τα κριτήρια».  Καθώς και ότι «η Τράπεζα μπορεί να δώσει βάρος σε ένα από τα στοιχεία της πείρας, αξίας και προσόντων ανάλογα με την περίπτωση.»

 

Τα θεσμοθετημένα κριτήρια προαγωγής όπως καθορίζονται στον Κανονισμό 11(1) των σχετικών Κανονισμών, είναι η αξία, η πείρα και τα προσόντα των υπαλλήλων.

 

Είναι ορθή η θέση της δικηγόρου της αιτήτριας ότι οι καθ΄ων η αίτηση είχαν διακριτική ευχέρεια να δώσουν σε ένα από αυτά μεγαλύτερη βαρύτητα, χωρίς όμως να ενεργούν με υπέρβαση των ορίων της εξουσίας τους.

 

Αφού εξέτασα προσεκτικά τα πρακτικά της συνεδρίας της Επιτροπής και ειδικά τη σύσταση της για τα ΕΜ, κατέληξα ότι δεν υπάρχει ενιαίο μέτρο κρίσης.  Ορθά προβλήθηκε από τη δικηγόρο της αιτήτριας ότι η Επιτροπή επέλεγε κάθε φορά ως αιτιολογία την εκάστοτε υπεροχή. Άλλοτε έκρινε ότι η υπεροχή σε αξία εξουδετέρωνε την υπεροχή σε πείρα και άλλοτε η υπεροχή σε πείρα εξουδετέρωνε την υπεροχή σε αξία.  Επίσης άλλοτε υποβάθμιζε τις βαθμολογίες των υποψηφίων όταν κατείχαν τη θέση Λειτουργού Α και άλλοτε όχι, ενώ ανέφερε ότι για σκοπούς σύγκρισης των υποψηφίων έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στην αξία όπως φαίνεται στη θέση Ανώτερου Λειτουργού.

 

Ορθή είναι η θέση της δικηγόρου της αιτήτριας ότι οι επιμέρους βαθμολογίες ήταν σε κάποιες περιπτώσεις σύγκρισης των ΕΜ με την αιτήτρια άξιες λόγου και σε άλλες, όταν γινόταν σύγκριση της αιτήτριας με τα ΕΜ και υπερείχε η ίδια στις επιμέρους βαθμολογίες, αυτές ήταν ευκαταφρόνητες,

 

Η εικόνα που περιγράφω διαφαίνεται από τα ίδια τα πρακτικά της Επιτροπής που ήδη παράθεσα  και δε θα προβώ σε συγκεκριμένες αναφορές.

 

Διαπιστώνω αντιφατική συμπεριφορά της Επιτροπής.  (Βλ επίσης Έλενα Γρηγοριάδου (πιο πάνω)).

 

Η απόφασή της πάσχει ως προς την αιτιολογία της σύστασης των ΕΜ.  Συνεπώς οδηγείται σε ακύρωση και η απόφαση του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, που βασίστηκε σ΄αυτή.  Ενόψει της κατάληξης μου αυτής, δε θα εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης που προβλήθηκαν.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται, με €1.300, (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ) υπέρ της αιτήτριας.

 

 

 

                                                          Π. Αρτέμης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/Χ.Π.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο