ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 4 ΑΑΔ 355

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΟΜΕΝΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ 589/2006, 590/2006,

 591/2006, 592/2006 και 593/2006.

 

29 Μαΐου 2008

 

[Γ. Κωνσταντινίδης, Δ/στής]

 

Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 3, 8, 28, 29, 35 και 146 του Συντάγματος

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 589/2006

 

1.      Özalp Behiç άλλως Özalp Saricaoğlu

2.      Ece Behiç άλλως Ece Kaşif άλλως Ece Firtinaer

3.      Suzan Behiç άλλως Suzan Saricaoğlu

Αιτητές

v.

1.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα

2.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου

3.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών

4.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργείου Εσωτερικών

Καθ'ων η αίτηση

 

................

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 590/2006

 

1.      Αhmet Ali Riza άλλως Ahmet Serkanlar

2.      Fatma Ali Riza άλλως Fatma Nuri

3.      Dilber Ali Riza άλλως Dilber Serkanlar

Αιτητές

v.

1.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα

2.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου

3.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών

4.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργείου Εσωτερικών

Καθ'ων η αίτηση

..................

 

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 591/2006

1.      Behçet Ziya άλλως Behçet Kayipoğlu

2.      Emine İbrahim άλλως Emine Asandur

3.      Seval Ziya άλλως Seval Mehmet άλλως Seval Kayipoğlu

4.      Cezar İbrahim άλλως Cezar Kulaç

Αιτητές

ν.

1.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα

2.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου

3.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών

4.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργείου Εσωτερικών

 

Καθ' ων η αίτηση

...............

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 592/2006

1.      Meryem Ahmet άλλως Meryem Serman

2.      Selçuk Ahmet άλλως Selçuk Serman

3.      Hamihet Ömer άλλως Hamiyet Serman

4.      Fatma Ömer άλλως Fatma Serman

Αιτητές

ν.

1.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα

2.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου

3.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών

4.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργείου Εσωτερικών

Καθ' ων η αίτηση

 

........

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 593/2006

1.      Emir Mehmet άλλως Emir Firtinaer

2.      Kaşif Mehmet άλλως Kaşif Firtinaer

3.      Tolgay Mehmet άλλως Tolgay Firtinaer

4.      Özlem Mehmet άλλως Özlem Yorgancioğlu

5.      Mustafa Kaşif άλλως Mustafa Kaşifoğullari

6.      Ahmet Kaşif άλλως Ahmet Kaşifoğullari

7.      Ζerrin Mehmet άλλως Zerrin Makinistoğullari

Αιτητές

v.

1.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα

2.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου

3.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών

4.      Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργείου Εσωτερικών

Καθ' ων η αίτηση

 

 

Şefika Durduran για τους αιτητές.

Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  O Behiç Cemal  γεννήθηκε το 1945 στην Τόχνη.  Ο Ali Riza Ahmet γεννήθηκε το 1946 στην Τόχνη.  O Ziya İbrahim γεννήθηκε το 1944 στην Τόχνη.  Ο Ömer Ahmet γεννήθηκε το 1949 στο Μαρί.  Ο Μehmet Kaşif γεννήθηκε το 1946 στην Τόχνη.  Το όνομά τους είναι καταχωρημένο σε κατάλογο τουρκοκυπρίων αγνοουμένων που δημοσιεύτηκε μετά από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 30.4.03, μαζί με Ανακοίνωση με την οποία καλούνταν όσοι κατείχαν πληροφορίες ή στοιχεία που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη διακρίβωση των συνθηκών εξαφάνισης ή εν γένει της τύχης τους, όπως και των άλλων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, να επικοινωνήσουν με την αρμόδια κρατική υπηρεσία.  Στον κατάλογο αναφέρεται πως θεάθηκαν για τελευταία φορά στις 14.8.74 και ως τόπος εξαφάνισής τους καθορίζεται το χωριό Τόχνη.

 

Στενοί συγγενείς των πέντε αγνοουμένων άσκησαν ξεχωριστές προσφυγές κατ' επίκληση της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.  Οι πέντε προσφυγές, μετά από εισήγηση των δυο πλευρών, ενόψει της ταυτότητας των ζητημάτων που εγείρονται στην κάθε μια, συνεκδικάστηκαν.  Οι ενστάσεις της Δημοκρατίας ήταν σε όλες ταυτόσημες και οι αγορεύσεις ήταν σε όλες όμοιες.  Οι αιτητές αναφέρουν στα γεγονότα των προσφυγών πως, στις 14.8.74, ένοπλοι ελληνοκύπριοι, πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, οδήγησαν τους πέντε αγνοούμενους από το σπίτι τους στο Δημοτικό Σχολείο της Τόχνης.  Βρίσκεται στον πυρήνα της θέσης πως παρά τα διαβήματά τους, η Κυπριακή Δημοκρατία, ενόψει πληροφορίας πως θανατώθηκαν, δεν αναζήτησαν το λείψανό τους και δεν οδήγησαν στη δικαιοσύνη τους ενόχους.  Εν πάση περιπτώσει, πως δεν ενημέρωσαν τους αιτητές εγγράφως, ιδιαίτερα μετά την αναφερθείσα Ανακοίνωση και παροχή δείγματος αίματος προς έλεγχο DNA από το 2003.  Και πως δεν προέβη η Κυπριακή Δημοκρατία στις οφειλόμενες ενέργειες, στο πλαίσιο επαρκούς και αποτελεσματικής έρευνας, προς διακρίβωση της τύχης τους.

 

 

Παραθέτω αυτούσιες τις θεραπείες που επιδιώκονται στην προσφυγή 589/06. Οι θεραπείες στις υπόλοιπες προσφυγές διαφοροποιούνται μόνο ως προς το όνομα του αγνοουμένου:

«Βάσει της απόφασης που λήφθηκαν την 30η Απριλίου 2003 από το Καθ' ου η αίτηση 2, για την διακρίβωση της τύχης των 500 Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων στον κατάλογο που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας την 12η Μαΐου 2003, οι αιτητές 1 και 2 παρόλο που έδωσαν αίμα την 16η Ιουλίου 2003 σύμφωνα με την έκκληση του Καθ' ου η αίτηση 3 που δημοσιεύθηκε κατά ή περί την 14η Ιουνίου 2003 στην εφημερίδα Kibris της Βόρειας Κύπρου, με σκοπό να βρεθεί το λείψανο ή/και τα οστά ή να αναγνωσθεί ή/και διακριβωθεί η τύχη ή/και να δοθούν το λείψανο ή τα οστά στους αιτητές ή/και διαπιστωθεί ΔΝΑ του αγνοούμενου Αλι Ριζά Αχμέτ (Αριθμό 79) το όνομα του οποίου βρίσκεται στο εν λόγω κατάλογο και παρόλο που πέρασαν πάνω από δύο χρονιά, να δοθεί μία δικαστική απόφαση ότι πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή τις διαδικασίες ή/και τα θέματα που παραλείψαν να τεθούν ή/και έπρεπε να μην κάνουν την παράλειψη που έκαναν οι Καθ' ων η αίτηση, με το να μην κάνουν αναγκαίες επιστημονικές έρευνες ή/και με το να μην διακριβώσουν την τύχη του εν λόγω αγνοούμενου ή/και να μην δώσουν πληροφορίες στους αιτητές για την τύχη του εν λόγω αγνοουμένου ή/και με το να μην βρουν ή/και αναγνώσουν το λείψανο ή τα οστά του συγκεκριμένου αγνοουμένου ή/και με το να μην παραδώσουν το λείψανο του στους αιτητές ή/και με το μην δώσουν πληροφορίες για τις εργασίες στους αίτητες, ή/και

 

β)    Δήλωση του Δικαστηρίου ότι πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή τις διαδικασίες ή/και τα θέματα που παραλείψε να τεθεί ή/και να δοθεί μία δικαστική απόφαση ότι πρέπει να μην κάνει τη παράλειψη που έκανε με το να μην δώσει μία απάντηση παρόλο που πέρασαν 30 μέρες στο αίτημα για την γραπτή πληροφορία για την τύχη του εν λόγω αγνοουμένου ή/και στο αίτημα για πληροφορία για τις εργασίες ΔΝΑ ή/και στο αίτημα για την επιστροφή του λείψανου ή των οστών που έστειλαν ο αιτητής 1 στο καθ' ου η αίτηση 1 μέσω του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας περίπου την 6η Ιουλίου 2005 και που λήφθηκε από το Καθ' ου η αίτηση 1 κατά ή περί την 6η Ιουλίου 2005, ή/και

 

γ)    Δήλωση του Δικαστηρίου ότι οι καθ' ων η αίτηση πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή τις διαδικασίες ή/και τα θέματα που παραλείψαν να τεθούν ή/και να δοθούν μία δικαστική απόφαση ότι είναι μία παράλειψη που έπρεπε να μην κάνουν με το να παραλείψουν να κάνουν σωστή έρευνα ή/και με το να παραλείψουν να κάνουν την αναγκαία ή οποιαδήποτε έρευνα ή/και διαδικασία για να διακριβωθεί η τύχη ή/και για να διαπιστωθεί ότι είναι αγνοούμενος ή/και για να διαπιστωθούν οι υπαίτιοι ή/και για να διεξάγει ποινική δίωξη ή/και για να βρεθεί το εν λόγω άτομο ή/και για να βρεθούν το λείψανο ή τα οστά ή/και για να κηδευθεί το εν λόγω άτομο σύμφωνα με την θρησκευτική υποχρέωση ή/και για να δοθεί το λείψανο του στην οικογένειά του Μπεχιτζ Τζεμάλ ο οποίος είναι πολίτης του καθ' ου η αίτηση 1 και είναι αγνοούμενος κατά ή  περί από 14.8.1974, ή/και

 

δ)    Να δοθεί μία δικαστική απόφαση ή οποιαδήποτε εντολή που θα κριθεί από το Δικαστήριο, και

 

ε)    Να δοθεί από το Δικαστήριο για να πληρωθούν τα έξοδα και ΦΠΑ της εν λόγω αίτησης από τους καθ' ων η αίτηση».

 

 

 

Τα πιο κάτω, όπως τα καταγράφει η ένσταση της Δημοκρατίας, δεν έχουν αμφισβητηθεί: 

«1.  Το 1981 συστάθηκε υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών η Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοούμενους (ΔΕΑ/CMP).  Σχετική είναι η δήλωση του τότε Ειδικού Αντιπροσώπου των Ηνωμένων Εθνών κ. Hugo Gobbi ημερομηνίας 22/4/1981.  (Παράρτημα 1).

 

Οι Όροι Εντολής της ΔΕΑ περιέχονται σε έγγραφο ημερομηνίας 23/4/1981 που υπογράφεται από τον τότε αξιωματούχο των Ηνωμένων Εθνών Brian Urquhart (Παράρτημα2).  Επισυνάπτονται επίσης, ως Παράρτημα 3, οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί που συμφωνήθηκαν το 1984.

 

2.    Στις 11/4/1990 η ΔΕΑ εξέδωσε Ανακοίνωση (Press Communique) στην οποία αναφέρεται η μέχρι τότε δραστηριότητα της και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε στο έργο της (Παράρτημα 4).

 

3.    Ο Behic Cemal είναι Τουρκοκύπριος αγνοούμενος που χάθηκε στην Τόχνη το 1974.  Η περίπτωση του, μαζί με άλλες περιπτώσεις που αναφέρονται ως «οι υποθέσεις της Τόχνης», κατατέθηκαν στη ΔΕΑ στις 11/3/1988.  Επισυνάπτεται ως Παράρτημα 5, αντίγραφο του Καταλόγου των Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων των οποίων οι υποθέσεις κατατέθηκαν στην ΔΕΑ.  Το εν λόγω πρόσωπο φέρει αριθμό 81.

 

4.    Το Γραφείο του Εκπροσώπου της Ελληνοκυπριακής Πλευράς στη ΔΕΑ διερεύνησε τις υποθέσεις που είχε καταθέσει η Τουρκοκυπριακή Πλευρά και, στα πλαίσια των συνεδριών της ΔΕΑ, η Τουρκοκυπριακή Πλευρά ενημερώθηκε επίσημα για τις πληροφορίες που είχαν εξασφαλιστεί για τον τόπο ή τόπους όπου ενδεχομένως να είχαν ταφεί Τουρκοκύπριοι αγνοούμενοι της Τόχνης.

 

5.    Τον Ιούλιο του 1997 έγινε η γνωστή συμφωνία για τους αγνοούμενους μεταξύ του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας Γλαύκου Κληρίδη και του ηγέτη της Τουρκοκυπριακής Κοινότητας Ραούφ Ντεκτάς.  Επισυνάπτεται, ως Παράρτημα 6, σχετική Ανακοίνωση των Ηνωμένων Εθνών ημερομηνίας 31/7/1997.

 

       Στα πλαίσια της υλοποίησης αυτής της απόφασης, ο τότε Προεδρικός Επίτροπος για Ανθρωπιστικά Θέματα υπέβαλε, στις 23/1/1998, γραπτό κείμενο το οποίο περιείχε τα στοιχεία που είχαν προκύψει από τη διερεύνηση των υποθέσεων της Τόχνης, περιλαμβανομένων φωτογραφιών και πιθανών τόπων ταφής.  Σχετική είναι η Ανακοίνωση ημερομηνίας 23/1/1998 Παράρτημα 7.

 

6.    Λόγω αιτιάσεων της Τουρκοκυπριακής Πλευράς, δεν κατέστη δυνατό να υλοποιηθεί η Συμφωνία του 1997.  Αυτό επιβεβαιώνεται και από τα όσα αναφέρονται στην παράγραφο 23 της Έκθεσης του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών με ημερομηνία 10/6/1998 (Παράρτημα 8).

 

7.    Η πρόθεση που είχε εκφράσει η Κυβέρνηση της Δημοκρατίας για μονομερή εκταφή και ταυτοποίηση λειψάνων στις ελεύθερες περιοχές (στην οποία γίνεται αναφορά από το Γενικό Γραμματέα) δεν υλοποιήθηκε λόγω του ότι ο Γενικός Γραμματέας επιθυμούσε τη διαμόρφωση κοινού προγράμματος εκταφών από τη ΔΕΑ όπως προβλέπεται στη Συμφωνία Κληρίδη - Ντεκτάς.

 

8.    Μετά από σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με ημερομηνία 30/4/2003 σε σχέση και με το θέμα των Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων, δημοσιεύθηκε ο Κατάλογος Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων (Παράρτημα 5 πιο πάνω) μαζί με σχετική Ανακοίνωση (Παράρτημα 9).  Το αντίγραφο που επισυνάπτεται προέρχεται από την επίσημη ιστοσελίδα του Υπουργείου Εξωτερικών.

 

9.    Μετά την πιο πάνω Ανακοίνωση, συγγενείς αγνοουμένων της Τόχνης επισκέφθηκαν το Γραφείο του Εκπροσώπου της Ελληνοκυπριακής Πλευράς στη ΔΕΑ και ενημερώθηκαν προφορικά για το περιεχόμενο των ατομικών φακέλων των δικών τους.  Τους λέχθηκε επίσης ότι οι πιθανοί τόποι ταφής των δικών τους και τα άλλα στοιχεία είχαν δοθεί στα Ηνωμένα Έθνη και τον Εκπρόσωπο της Τουρκοκυπριακής Πλευράς από τον Ιανουάριο του 1998.

 

10.  Η συνεργασία και κατανόηση όσων συγγενών Τ/Κ αγνοουμένων επισκέφθηκαν το εν λόγω Γραφείο ήταν πολύ καλή.  Επισυνάπτονται οι σχετικές σημειώσεις που κρατήθηκαν (Παράρτημα 10).

 

11.  Μετά από πολλές προσπάθειες, η ΔΕΑ δραστηριοποιήθηκε ξανά στις 30.8.2004.  ΄Εγινε κατορθωτό να συμφωνηθεί μια φόρμουλα για διεξαγωγή κοινών εκταφών και ταυτοποιήσεων.  Η όλη διεργασία τελεί υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών.

 

12.  Στα πλαίσια της συμφωνίας άρχισε ήδη η διαδικασία εκταφής και ταυτοποίησης λειψάνων σε σχέση με την περίπτωση των αγνοουμένων της Αλαμινού.  Στο τέλος Αυγούστου αρχίζει άλλο δίμηνο πρόγραμμα εκταφών στο οποίο ενδεχομένως να συμπεριληφθεί και η εκταφή των δύο τόπων που φέρονται ως πιθανοί χώροι ταφής αγνοουμένων της Τόχνης.

 

       Η ελληνοκυπριακή Πλευρά στην ΔΕΑ έχει ήδη δηλώσει ότι είναι έτοιμη, ανά πάσα στιγμή, να αρχίσει αυτή η εκταφή.

 

13.  Στο μεταξύ, είχε προηγηθεί, τον Ιούλιο του 2005, επίσκεψη στο Προεδρικό αντιπροσωπείας συγγενών των αγνοουμένων της Τόχνης μαζί με τη δικηγόρο κα Emine ErkAυτοί ενημερώθηκαν για όλες τις μέχρι τότε εξελίξεις.  Τους λέχθηκε από τον Εκπρόσωπο της Ελληνοκυπριακής Πλευράς στη ΔΕΑ ότι είναι καλύτερα, αντί μονομερών εκταφών, να περιμένουμε ακόμη λίγο για να γίνουν κοινές εκταφές για όλους τους αγνοούμενους, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, διαδικασία που, όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, έχει τώρα ήδη αρχίσει.»

 

 

Η Δημοκρατία δεν αρνείται την ανάγκη για αποτελεσματική έρευνα προς διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων.  Είναι, όμως, η θέση της πως, στη βάση των πιο πάνω, δεν αδράνησε.  Υποστηρίζει πως ήταν διαχρονικά συνεργάσιμη και πρόθυμη να συμμορφωθεί προς τα συμφωνηθέντα, για να αντιμετωπίσει, όμως, αιτιάσεις από την τουρκοκυπριακή πλευρά.  Ενώ και η πρόθεσή της για μονομερή εκταφή και ταυτοποίηση λειψάνων στις ελεύθερες περιοχές, δεν μπορούσε να υλοποιηθεί, αφού, όπως αναφέρεται, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών επιθυμούσε τη διαμόρφωση κοινού προγράμματος εκταφής από τη Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοούμενους (ΔΕΑ), όπως προβλεπόταν στη Συμφωνία Κληρίδη - Ντεκτάς.  Οπότε, αφού στις 30.8.04 συμφωνήθηκε φόρμουλα για διεξαγωγή κοινών εκταφών και ταυτοποιήσεων, αυτές άρχισαν πράγματι, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών.  Θεωρεί, επομένως, η Δημοκρατία πως από τη φύση του θέματος αλλά και ενόψει των επεξηγήσεων που υπάρχουν, δεν είναι ένοχοι παράλειψης με την έννοια που έχει ο όρος στα πλαίσια του Άρθρου 146 του Συντάγματος.  Επικαλέστηκε συναφώς την απόφαση της Ολομέλειας στη Δημοτική Επ. Αγ. Δομετίου ν. Χριστοφόρου κ.α. (1994) 3 ΑΑΔ 434 με την εισήγηση πως, και εφόσον είναι δοσμένο το καθήκον ενέργειας, αποτελεί προϋπόθεση η διαπίστωση πως παρήλθε, στο πλαίσιο των περιστατικών της κάθε περίπτωσης, εύλογος χρόνος.

 

Τα πιο πάνω, επί της ουσίας, ως εναλλακτική τοποθέτηση, ενόψει της προδικαστικής ένστασης της Δημοκρατίας πως το Ανώτατο Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να αποφανθεί επ' αυτής.  Κατά την εισήγησή της, αφού ο χειρισμός του θέματος των αγνοουμένων ανήκε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στο πλαίσιο της διαχείρισης των πολιτικών του εξουσιών σε σχέση με θέμα που αποτελούσε πτυχή του κυπριακού προβλήματος, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, βρισκόμαστε μπροστά σε περίπτωση ενταγμένη στις κυβερνητικές πράξεις για τις οποίες, σύμφωνα με την πάγια νομολογία μας, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.  Ως προς τη γενική τοποθέτηση του θέματος επικαλέστηκε τις υποθέσεις Demetriou v. Republic 3 RSCC 121,  Louca v. Republic (1983) 3B CLR 783 και Χαράλαμπος Καψός ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 60/00, ημερομηνίας 26.2.02.  Ειδικώς δε σε σχέση με το θέμα των αγνοουμένων, την πρωτόδικη απόφαση του Καλλή, Δ., στην Παναγιώτα Κωνσταντίνου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 1254/00, ημερομηνίας 26.6.03, που ακολουθήθηκε από το Νικολάου, Δ., στην ομώνυμη Παναγιώτα Κωνσταντίνου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 1253/00, ημερομηνίας 16.10.03.

 

Οι αιτητές δεν σχολίασαν αυτή τη νομολογία και τις αρχές ως προς τη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου που προκύπτουν από αυτή.  Υποστήριξαν επί του προκειμένου πως, στην έκταση που ορισμένες από τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν δημοσιεύθηκαν και στην τουρκική γλώσσα, δεν μπορούν να εφαρμοστούν στην περίπτωσή τους.  Κατά τα άλλα, με την αντίληψη πως με την προδικαστική ένσταση ουσιαστικά υποστηριζόταν από τη Δημοκρατία πως με τη σύσταση της ΔΕΑ, ενόψει και των άλλων που αναφέρθηκαν στην ένστασή της, τα οποία σχολίασαν ένα προς ένα, το θέμα των αγνοουμένων δεν αποτελούσε πλέον, ευθύνη του Κράτους, ανέπτυξαν επιχειρήματα προς την κατεύθυνση της θεμελίωσης αυτής της ευθύνης.  Σ' αυτό το πλαίσιο αναφέρθηκαν στο Άρθρο 6 του Συντάγματος ως προς την απαγόρευση δυσμενούς διάκρισης σε βάρος οποιασδήποτε από τις δυο κοινότητες ή οποιουδήποτε προσώπου υπό την ιδιότητά του ως μέλους κοινότητας.  Και στο Άρθρο 7 του Συντάγματος που προστατεύει το δικαίωμα της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας. Όπως και το άρθρο 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ως προς το οποίο επικαλέστηκαν σειρά αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.  (βλ. ΜcCann and Others v. United Kingdom (1995) 21 EHRR 97 ECHR para 147, Soering v. United Kingdom (1989) 11 EHRR 439 ECHR para 89, Ergi v. Turkey, App. No. 23818/94, ECHR, Judgment (of 28.7.1998 Reports 1998-IV, para 82, Yaşa v. Turkey (1998) 28 EHRR 408, ECHR, Paul and Audrey Edward v. United Kingdom, App. No. 464777/1999, ECHR, Judgment of 14.3.2002, Αdali v. Turkey,  App. No. 38187/97, p. 43, para. 211, Orhan v. Turkey, App. No. 25656/94, para 326, 18.6.2002, Hugh Jordan v. The United Kingdom, App. 24746/94, para. 105, ECHR 2001-III (extracts), Αkdeniz and Others v. Turkey, App. No. 23954/94, para. 89, 31.5.01, Kaya v. Turkey, ECHR, Judgment of 19.2.1998, Reports 1998-I, p.324, para. 86, İlhan v. Turkey [GC], App. No. 22277/93, para. 63, ECHR 2000-VII, Oğur v. Turkey [GC], App. No. 21594/93, para. 92, ECHR 1999-III, Salman v. Turkey [GC], App. No. 21986/93, para. 106, ECHR 2000-VII, Tanrikulu v. Turkey [GC], App. No. 23763/94, para. 109, ECHR 1999-IV, Gül v. Turkey, App. No. 22676/93, para. 89, 14.12.2000, Çakici v. Turkey [GC], App. No. 23657/94, paras 80-87 and 106, ECHR 1999-IV και την υπόθεση Loizidou ν. Τurkey (1995) 20 EHRR 99 ECHR).  Με ιδιαίτερη έμφαση στην υποχρέωση για επαρκή και αποτελεσματική διερεύνηση ως πτυχή του δικαιώματος στη ζωή, όπως αυτό προστατεύεται από τη Σύμβαση.  Προς την ίδια δε κατεύθυνση τη διακρατική Cyprus v. Turkey (2002) 35 EHRR 30, με την πρόσθετη εισήγηση πως η Δημοκρατία, εν προκειμένω, εφαρμόζει δυο μέτρα και δυο σταθμά.  Όπως και την πρόσφατη Varnava and Others v. Turkey, ημερομηνίας 10.1.08, αναφορικά με την οποία, με την άδεια του Δικαστηρίου, κατατέθηκαν συμπληρωματικές αγορεύσεις.

 

Το θέμα που τίθεται με την προδικαστική ένσταση δεν αφορά στην ευθύνη του Kράτους.  Αφορά στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να αποφανθεί επί της ευθύνης του Κράτους σε περίπτωση όπως η παρούσα.  Σημειώνω δε σε σχέση με την επίκληση από τους αιτητές του ´Aρθρου 35 του Συντάγματος πως αυτό επιβάλλει στις νομοθετικές, στις εκτελεστικές και στις δικαστικές αρχές την υποχρέωση να διασφαλίζουν την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων αναφορικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες, «εκάστη εντός των ορίων της αρμοδιότητος αυτής», που συνιστά και το ζητούμενο.  Ως προς το ανέλεγκτο, στο πλαίσιο  προσφυγής που ασκείται δυνάμει του ´Aρθρου 146 του Συντάγματος των κυβερνητικών πράξεων δεν μπορεί να υπάρχει αμφιβολία.  Παραπέμπω δε και στην απόφαση της Ολομέλειας στη Νικολάου ν. Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ  σελ. 221 σε σχέση με τις παραμέτρους που συναρτώνται προς την κατάταξη ενός θέματος στη σφαίρα τέτοιων πράξεων.  Αυτή η κατάταξη δεν μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μονομερούς επιλογής, μάλιστα της νομοθετικής εξουσίας, αλλά εξ αντικειμένου συνύπαρξης των χαρακτηριστικών της όπως τα διαγιγνώσκει το Δικαστήριο.

 

 

Η υπόθεση Παναγιώτα Κωνσταντίνου (ανωτέρω), αφορούσε ακριβώς στο ερώτημα ως προς την κατάταξη θέματος αναφορικά με αγνοούμενους, ως κυβερνητικής πράξης και, επομένως, ως κείμενης εκτός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο πλαίσιο του ´Aρθρου 146 του Συντάγματος.  Ο συνάδελφός μου προέβη σε εκτεταμένη αναφορά στη νομολογία και στη βιβλιογραφία σε σχέση με τις αρχές που διέπουν το θέμα και τα χαρακτηριστικά στη βάση των οποίων ορισμένο θέμα, ως εκ της φύσης του, εντάσσεται στη σφαίρα των κυβερνητικών πράξεων.  Κάτω από δεδομένα που δεν διαφέρουν ποιοτικά από όσα συνθέτουν και εν προκειμένω το πραγματικό υπόβαθρο, ιδιαίτερα το γεγονός ότι το θέμα των αγνοουμένων, που εκεί αφορούσε στην τύχη, από το 1974, ελληνοκύπριου πολίτη της Δημοκρατίας, με τις διεθνείς προεκτάσεις του, τυγχάνει χειρισμού από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, που διαχειρίζεται το κυπριακό πρόβλημα, έκρινε ότι ως αναγόμενο στη διαχείριση πολιτικής εξουσίας συνιστά κυβερνητική πράξη, που εκφεύγει της ακυρωτικής αρμοδιότητας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Οι αιτητές, όπως έχω ήδη σημειώσει, δεν αναφέρθηκαν στο σκεπτικό της πιο πάνω απόφασης ούτε στη νομολογία στην οποία αυτή στηρίχτηκε.  Συμπεραίνω πως η αναφορά τους σε αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που δεν δημοσιεύτηκαν και στην τουρκική γλώσσα αφορά κατ' εξοχήν σε αυτή την απόφαση, αλλά εδώ συζητούμε το δημόσιας τάξης ζήτημα της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Η πιο πάνω απόφαση αποτελεί μέρος της νομολογίας μας και ήταν θέμα των αιτητών να προβάλουν επιχειρήματα ως προς την ορθότητά της, πολύ περισσότερο αφού, ως πρωτόδικη, δεν είναι δεσμευτική.  Όπως και ο Δικαστής Νικολάου στην προσφυγή 1253/00, συμφωνώ με το σκεπτικό και την κατάληξη της πιο πάνω υπόθεσης.  Καταλήγω πως η προδικαστική ένσταση είναι βάσιμη και πως στερούμαι δικαιοδοσίας.  Τόσο σε σχέση με την κατ' ισχυρισμό παράλειψη επί της ουσίας όσο και σε σχέση με την κατ' ισχυρισμό παράλειψη γραπτής απάντησης που και αυτή, στο πλαίσιο της πάγιας νομολογίας μας, θα μπορούσε να αναθεωρηθεί με προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, μόνο εφόσον αφορούσε σε θέμα το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο αναθεώρησης  δυνάμει του ΄Αρθρου αυτού.  (Βλ. Phedias Kyriakides v. Τhe Republic 1 RSCC 66, Charilaos Xenophontos ν. Τhe Republic 2 RSCC 89).

 

Η Δημοκρατία, με αφορμή την αναφορά από τους αιτητές σε ποινικές ευθύνες και σε μη διενέργεια ποινικής έρευνας επισημαίνει πως σαφώς δεν εμπίπτουν στην εμβέλεια της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος πράξεις ή παραλείψεις που σχετίζονται με το σύστημα ποινικής καταστολής γενικά αλλά και ειδικά με τις συναφείς αρμοδιότητες του Γενικού Εισαγγελέα, όπως αυτές αναφέρονται στο Σύνταγμα.

 

Το σημειώνω αν και, ενόψει των προηγούμενων, δεν χρειάζεται να επεκταθώ.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται, ως μη παραδεκτή.  Κάτω από τις περιστάσεις, δεν εκδίδω διαταγή για έξοδα.

 

 

 

Γ.    Κωνσταντινίδης, Δ.

 

 

/ΜΣι.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο