ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 173/2007)

 

8 Μαΐου 2008

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

JAHANGIR ALAM,

Αιτητής,

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

Ν. Νικολαΐδης, για τον Αιτητή.

Ειρ. Νεοφύτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:   Ο αιτητής υπέβαλε αίτηση πολιτικού ασύλου στο σχετικό έντυπο στις 7.4.04, ενώ είχε αφιχθεί στο έδαφος της Δημοκρατίας στις 28.2.02 ως φοιτητής.  Στις 26.1.05 λήφθηκε συνέντευξη από αυτόν από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 31.5.05 υπέβαλε αιτιολογημένη εισήγηση για απόρριψη του αιτήματος του αιτητή, εισήγηση που έγινε δεκτή με αποτέλεσμα να αποσταλεί στον αιτητή σχετική απορριπτική επιστολή. 

 

            Ο αιτητής υπέβαλε διοικητική προσφυγή στις 21.7.05, η οποία αφού εξετάστηκε από τους καθ΄ ων η αίτηση επίσης απορρίφθηκε, οι δε καθ΄ ων προέβηκαν σε σύνταξη νέας αιτιολόγησης.  Η απόφαση των καθ΄ ων ημερ. 26.10.06 αποστάληκε στον αιτητή την ίδια μέρα, με σχετική επιστολή στην οποία ο αιτητής πληροφορείτο ότι είχε δικαίωμα να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο εντός 75 ημερών. 

 

            Στην υπό κρίση υπόθεση προβάλλονται διάφοροι λόγοι για την ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων οι οποίοι και ανάγονται στην κατ΄ ισχυρισμόν έλλειψη δέουσας έρευνας, την έλλειψη επαρκούς αιτιολόγησης, της ύπαρξης πλάνης περί τα πράγματα, την κατ΄ ισχυρισμόν αντίθεση της προσβαλλόμενης απόφασης με διάφορα Άρθρα του Συντάγματος, καθώς και παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.  Οι καθ΄ ων στην ένσταση τους στην οποία και επισυνάπτουν όλα τα σχετικά με την παρούσα προσφυγή έγγραφα, αντιτείνουν ότι η επίδικη πράξη έχει ληφθεί σύμφωνα με τον περί Προσφύγων Νόμο αρ. 6(Ι)/00, ο δε αιτητής ενόψει του ότι περιέπεσε σε αντιφάσεις κατά τη διάρκεια των απαντήσεων του στις σχετικές ερωτήσεις κατά τη συνέντευξη και ήταν εν γένει ασαφής, δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος που επωμίζεται και το οποίο τον υποχρεώνει να στηρίξει την αίτηση του με όλα τα έγγραφα και στοιχεία που έχει στην κατοχή του και να δώσει στις αρχές όλες τις σχετικές λεπτομέρειες σχετικά με το άτομο και το παρελθόν του. 

 

            Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων στις 11.4.08 καταχωρήθηκε ο σχετικός διοικητικός φάκελος ως Τεκμ. «Α».       

Ο αιτητής κατάγεται από τη Μπαγκλατέζ, εισήλθε δε, όπως προαναφέρθηκε, νόμιμα στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας με φοιτητική visa.  Αυτό έγινε στις 28.2.02, όπως ο ίδιος αναφέρει, στο συμπληρωμένο έντυπο που υποβάλλεται κατά το στάδιο της υποβολής της αίτησης για την παροχή πολιτικού ασύλου και που είναι τα  ερυθρά 4-13 του Τεκμ. «Α».  Το ερυθρό 3, πράγματι δείχνει διαβατήριο εκδοθέν από την κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μπαγκλατέζ και περιγράφει τον αιτητή ως φοιτητή.  Ο αιτητής όμως υπέβαλε την αίτηση για άσυλο δύο χρόνια και δύο μήνες μετά την άφιξη του στην Κύπρο, ισχυριζόμενος ότι αντιμετώπιζε σε εκείνο το στάδιο πρόβλημα με τις αρχές της χώρας του.  Στο ερυθρό 11 του     Τεκμ. «Α», ο ίδιος αναφέρει ότι στη χώρα του ήταν φοιτητής και εισήλθε στην Κύπρο ως φοιτητής, αλλά αντιμετωπίζει στη χώρα του πολιτικό πρόβλημα που θα καθιστούσε αδύνατη την εκεί επιστροφή του.  Ορθά η λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία και εξέτασε τις θέσεις του αιτητή κατά την προφορική συνέντευξη που έγινε στις 26.1.05, εντόπισε κατά πρώτον το γεγονός ότι το αίτημα παροχής πολιτικού ασύλου έγινε μετά πάροδο πολύ μεγάλου χρονικού διαστήματος αφότου ο αιτητής εισήλθε στη Δημοκρατία, ενώ το διαβατήριο του εκδόθηκε νόμιμα από τις αρχές της Μπαγκλατέζ, αλλά και χρησιμοποιήθηκε για το ταξίδι του μέσω του νομίμου αεροδρομίου της χώρας του χωρίς οποιοδήποτε πρόβλημα.  (δέστε και την υπόθεση Obaidul Haque v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 και Forhad Molla v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2051/06, ημερ. 19.3.08).

 

Η λειτουργός επίσης εντόπισε ως αντίφαση ότι ενώ κατά τη συνέντευξη του αρχικά ο αιτητής ανέφερε ότι αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα στη χώρα του και αυτός ήταν ο λόγος που την εγκατέλειψε, δήλωσε ταυτόχρονα ότι η αναφορά στην αίτηση για πολιτικό άσυλο ότι είχε πολιτικά προβλήματα ήταν λανθασμένη και ότι αυτός ο ισχυρισμός γράφτηκε από κάποιους φίλους του  (σχετικά είναι τα ερυθρά 21 και 22 του Τεκμ. «Α».).  Σημείωσε περαιτέρω ότι ο ίδιος ο αιτητής στην ίδια συνέντευξη κατέθεσε ότι ήρθε στην Κύπρο για να κερδίσει χρήματα και μόλις τα αποκτήσει θα επιστρέψει στη χώρα του.  Παρά τα πιο πάνω, ο αιτητής στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι είχε προβλήματα που ανάγονταν στις πολιτικές του θέσεις στη χώρα του, διότι ήταν αναμεμειγμένος με το κόμμα Awami League, για το οποίο όμως δεν γνώριζε ούτε τις αρχές του, ούτε τι ακριβώς πρέσβευε. 

 

Τα πιο πάνω ορθά εντοπίστηκαν  ως ασάφειες και αντιφάσεις από την αρμόδια λειτουργό η οποία και εισηγήθηκε την απόρριψη του αιτήματος (δέστε και την υπόθεση Μ.Κ. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2226/06, ημερ. 19.3.08).  Κατά τη λειτουργό ο λόγος ή λόγοι που ανάγκασαν τον αιτητή να εγκαταλείψει τη χώρα του δεν ενέπιπταν στα κριτήρια του πολιτικού πρόσφυγα και δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.  Σύμφωνα με το Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων των Ηνωμένων Εθνών, ο αιτητής ήταν ουσιαστικά οικονομικός μετανάστης και όχι πολιτικός πρόσφυγας με βάση τα άρθρα 3 και 13 του Νόμου, τα οποία και καθορίζουν ότι πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο εκείνο που έχει βάσιμους φόβους καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, λόγους ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων. 

 

Στην επανεξέταση της υπόθεσης από τους καθ΄ ων κατά την διοικητική προσφυγή, οι θέσεις της αρμοδίου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου καταγράφησαν εκ νέου ως στοιχεία που κλόνιζαν την αξιοπιστία του αιτητή και κρίθηκε ότι ορθά δεν παραχωρήθηκε σ΄ αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας που καθορίζει η παρ. 204 του πιο πάνω Εγχειριδίου, με δεδομένο ότι το ευεργέτημα αυτό παρέχεται μόνο όταν ο αιτητής κρίνεται γενικά αξιόπιστος.  Οι καθ΄ ων, κρίνοντας ότι η αιτιολόγηση που είχε αποσταλεί στον αιτητή δεν ήταν αντιπροσωπευτική των  λόγων απόρριψης του αιτήματος του, προέβηκαν στη σύνταξη νέας αιτιολόγησης, επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής δεν υποβλήθηκαν οποιαδήποτε νέα στοιχεία από τον αιτητή, γι΄ αυτό και δεν κρίθηκε αναγκαία η κλήση του σε νέα συνέντευξη.

 

Από τα πιο πάνω και από προσεκτική εξέταση όλων των στοιχείων και περιστατικών της υπόθεσης, όπως αυτά προκύπτουν και από το διοικητικό φάκελο, Τεκμ. «Α», κρίνεται ότι ορθά οι καθ΄ ων έλαβαν στα πλαίσια της διακριτικής τους ευχέρειας την προσβαλλόμενη απόφαση.  Είναι φανερό από τα στοιχεία του Τεκμ. «Α», ότι ακολουθήθηκε ορθά η όλη διαδικασία υποβολής της αίτησης πολιτικού ασύλου, η λήψη της συνέντευξης στην παρουσία μεταφραστή, στον δε αιτητή δόθηκε κάθε ευχέρεια αλλά και χρόνος για να απαντήσει στις σχετικές ερωτήσεις και να τεκμηριώσει, παρέχοντας  όλα τα σχετικά έγγραφα που είχε στη διάθεση του, την αίτηση του για πολιτικό άσυλο.  Ρωτήθηκε συγκεκριμένα εάν αισθανόταν καλά στην υγεία του πριν αρχίσει η συνέντευξη, εάν αντιλαμβανόταν τον μεταφραστή, και αν μπορούσε να  βεβαιώσει   ότι   οτιδήποτε είχε γράψει στην αίτηση του ήταν ορθό.  Σε όλα απάντησε καταφατικά, αντιλαμβανόμενος επίσης, αφού του εξηγήθηκε, ότι ήταν πολύ σημαντικό να ήταν ειλικρινής και να έλεγε την αλήθεια κατά τη συνέντευξη.

 

 Η θέση επομένως του κ. Νικολαΐδη στη γραπτή του αγόρευση ότι υπήρχε έλλειψη δέουσας έρευνας, δεν ευσταθεί εφόσον προκύπτει από το σύνολο του υλικού που είχε ενώπιον της η Υπηρεσία Ασύλου, αλλά και οι καθ΄ ων ως Αναθεωρητική Αρχή, ότι αυτοί έλαβαν υπόψη οτιδήποτε τους είχε δηλώσει ο ίδιος ο αιτητής και το διερεύνησαν με την αναγκαία επάρκεια.  Ταυτόχρονα, δόθηκε πλήρης και επαρκής δικαιολογία για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, με δεδομένο ότι εύλογα προέκυπτε η απόρριψη του αιτήματος για πολιτικό άσυλο με βάση τα αντιφατικά στοιχεία και τις ασάφειες που ο ίδιος ο αιτητής κατέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του.  Να λεχθεί ότι οι αιτιάσεις που περιέχονται στην προσφυγή και τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου του αιτητή είναι γενικές και αόριστες και δεν συγκεκριμενοποιούν τους λόγους για τους οποίους δεν έγινε επαρκής έρευνα ή δεν δόθηκε η δέουσα αιτιολογία. Αλλά ούτε και πλάνη περί τα πράγματα διαπιστώνεται εφόσον οι καθ΄ ων στηρίχθηκαν στις απαντήσεις του ίδιου του αιτητή και δεν είδαν το θέμα «επιδερμικά», όπως αναφέρεται στην παρ. 20 της γραπτής αγόρευσης του αιτητή, αλλά αντίθετα η προσβαλλόμενη πράξη όπως περιέχεται στην απόφαση (Παράρτημα 10 στην ένσταση), είναι πλήρης με ορθή ανάλυση τόσο των πραγματικών γεγονότων όπως τέθηκαν ενώπιον των αρχών, αλλά και με σωστή καταγραφή του νομικού υπόβαθρου που διέπει αυτού του είδους τις αιτήσεις. 

 

Να σημειωθεί ότι όπως έχει αποφασιστεί στην υπόθεση Yuriy Polishchuk v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α., υπόθ. αρ. 27/2005, ημερ. 19.11.2005, δεν υπάρχει αρχή στο διοικητικό δίκαιο που να επιβάλλει την εκ νέου έρευνα από τους καθ΄ ων και εκείνο που έχει σημασία είναι όχι αν η έρευνα διεξήχθηκε από την ίδια την Αναθεωρητική Αρχή, αλλά εάν από την έρευνα που προηγήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία.  Περαιτέρω, η προσωπική συνέντευξη κατά τη δευτεροβάθμια διαδικασία, δηλαδή κατά τη διοικητική προσφυγή, έχει μόνο δυνητικό χαρακτήρα και ήταν εντός της ευχέρειας της Αναθεωρητικής Αρχής να μην καλέσει τον αιτητή σε νέα συνέντευξη, εφόσον δεν είχαν τεθεί ενώπιον της με τη διοικητική προσφυγή, νέα στοιχεία.  Υπάρχει σειρά νομολογίας που επιβεβαιώνει τα πιο πάνω, απόρροια των προνοιών του άρθρου 28Ζ (1), (3) και (4) του περί Προσφύγων Νόμου αρ. 6(Ι)/00, ως τροποποιήθηκε (δέστε Singh v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 393, Sayed Md Abu v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2053/06, ημερ. 17.3.08, Mobarak Hossain v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 172/07, ημερ. 4.3.08, Bablu Bablu v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 175/06, ημερ. 22.11.06, κ.α.).

 

Στερείται επίσης οποιασδήποτε βάσης η θέση ότι υπάρχει παραβίαση του Συντάγματος ή παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.  Ο αιτητής, όπως εξηγήθηκε πριν και όπως απορρέει και από όλα τα έγγραφα, ενημερωνόταν σε κάθε στάδιο της διαδικασίας για τα δικαιώματα του, παρασχέθηκε δε σε αυτόν κάθε ευκαιρία να παρουσιάσει όλα τα υποστηρικτικά έγγραφα του, ενώ έτυχε όλων των δικαιωμάτων που προβλέπονται από το άρθρο 11(5) του περί Προσφύγων Νόμου, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ακροάσεως ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Τέλος, ήταν εύλογα επιτρεπτό αλλά και ορθό από την Αναθεωρητική Αρχή να συντάξει νέα αιτιολογία, εφόσον η δική της απόφαση είναι το αποτέλεσμα ιεραρχικής προσφυγής και ενσωματώνει στην ουσία την απόφαση της διοίκησης σε πρώτο βαθμό εξέτασης.

Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.000 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων.

 

Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το            Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 

 

                                                Στ. Ναθαναήλ,

                                                              Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο