ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 2270/2006)
23 Απριλίου, 2008
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1) ΖΙΝΟΒΙΑ ΝΙΚΟΛΑΙΔΟΥ-ΦΙΛΙΠΠΟΥ,
2) ΧΛΟΗ ΝΙΚΟΛΑΙΔΟΥ-ΜΑΤΣΑ,
3) ΝΕΑΡΧΟΣ ΒΑΛΙΑΝΤΗΣ,
4) ΕΛΕΝΗ ΒΑΛΙΑΝΤΗ-ΚΟΥΠΠΑΡΗ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1) ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2) ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
Μιχ. Πιερίδης, για τους Αιτητές.
Γ. Κορφιώτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση του Υπουργείου Εσωτερικών της 13/9/2006, με την οποία πληροφορήθηκαν ότι η ένσταση που είχαν υποβάλει εναντίον των Σχεδίων των Πολεοδομικών Ζωνών της κοινότητας Ευρύχου για ένταξη της ακίνητης ιδιοκτησίας τους στην Οικιστική Ζώνη αντί της Γεωργικής, είχε απορριφθεί.
(α) Τα γεγονότα.
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34Α(6) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν. 90/72, όπως έχει τροποποιηθεί), ο Υπουργός Εσωτερικών στις 5/4/2002, με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθιστούσε γνωστό σε κάθε ενδιαφερόμενο ότι προέβη σε αναθεώρηση της Δήλωσης Πολιτικής, με αποτέλεσμα την τροποποίηση των Σχεδίων των Πολεοδομικών Ζωνών των χωροταξικών περιοχών VII της επαρχίας Λευκωσίας και V της Επαρχίας Λάρνακας. Μεταξύ των επηρεαζόμενων κοινοτήτων συμπεριλαμβανόταν και η Ευρύχου μέσα στα όρια της οποίας βρίσκεται το τεμάχιο (χωράφι) αρ. 548 που ανήκει στους αιτητές. Σύμφωνα με την πιο πάνω Γνωστοποίηση κάθε ενδιαφερόμενος έχει, με βάση το άρθρο 34Α(9) του Νόμου, δυνατότητα υποβολής στον Υπουργό αιτιολογημένης ένστασης μέσα σε χρονική προθεσμία 8 μηνών από τη δημοσίευση. Οι αιτητές υπέβαλαν εμπρόθεσμα ξεχωριστές ενστάσεις με αίτημα την ένταξη του τεμαχίου τους στην Οικιστική Ζώνη, αντί της Γεωργικής Ζώνης Γ3 στην οποία ενέπιπτε σύμφωνα με το Σχέδιο. Οι αιτητές επικαλέστηκαν ως λόγους ένστασης, μεταξύ άλλων, την ύπαρξη άδειας διαχωρισμού του τεμαχίου η οποία εκδόθηκε αρχικά στις 2/11/93 και ακολούθως ανανεωνόταν μέχρι την 24/1/2001, χωρίς τελικά να υλοποιηθεί ο διαχωρισμός λόγω της οικονομικής αδυναμίας των προηγούμενων ιδιοκτητών.
Οι ενστάσεις παραπέμφθηκαν στην αρμόδια Επιτροπή Μελέτης Ενστάσεων, η οποία εισηγήθηκε στον Υπουργό την απόρριψή τους γιατί το τεμάχιο των αιτητών αποτελούσε νησίδα σε Γεωργική Ζώνη Γ3 και τυχόν ένταξή του σε οικιστική ζώνη θα συμπαρέσυρε αναπόφευκτα μεγάλες εκτάσεις γης, κάτι που δεν ήταν σκόπιμο ενόψει της υφιστάμενης επάρκειας των καθορισμένων οικιστικών ζωνών της κοινότητας Ευρύχου. Την πιο πάνω εισήγηση υποστήριξε και ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως.
Η μελέτη παρουσιάστηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών στο Υπουργικό Συμβούλιο το οποίο αποφάσισε, (i) να εγκρίνει τα Σχέδια των Πολεοδομικών Ζωνών όλων των κοινοτήτων της Χωροταξικής Περιφέρειας VII της επαρχίας Λευκωσίας όπως αναφέρονταν στην πρόταση, για τις οποίες είτε υποβλήθηκαν είτε δεν είχαν υποβληθεί ενστάσεις, ως μέρος της Δήλωσης Πολιτικής σύμφωνα με τις συστάσεις του Υπουργού και (ii) να εξουσιοδοτήσει τον Υπουργό Εσωτερικών να προβεί στη δημοσίευση τόσο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας όσο και στον ημερήσιο τύπο Γνωστοποίησης αναφορικά με την έγκριση των Σχεδίων Πολεοδομικών Ζωνών των εν λόγω κοινοτήτων, σύμφωνα με το άρθρο 34Α(12) του Νόμου.
Ακολούθησε η δημοσίευση της Γνωστοποίησης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 14/7/2006, με την οποία οι ενδιαφερόμενοι επληροφορούντο ότι τα Σχέδια των Πολεοδομικών Ζωνών των 12 κοινοτήτων που αναφέρονταν είχαν εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο και ότι αντίγραφά τους που είχαν κατατεθεί στα αρμόδια κυβερνητικά τμήματα και στα γραφεία των αντίστοιχων κοινοτικών Συμβουλίων ήταν διαθέσιμα για επιθεώρηση.
Στη συνέχεια ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών πληροφόρησε ενδεικτικά τους αιτητές με επιστολή ημερομηνίας 13/9/2006 ότι η ένσταση τους δεν είχε γίνει αποδεκτή, ως ακολούθως:
"Αναφέρομαι στην ένσταση με αρ. ΕΥΡΥΧΟΥ 3/2002 που έχετε υποβάλει κατά των προνοιών των Πολεοδομικών Ζωνών της κοινότητας Ευρύχου με την οποία έχετε ζητήσει την ένταξη της ιδιοκτησίας σας σε Οικιστική Ζώνη και μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας μελέτης των ενστάσεων επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι η ένσταση σας δεν έγινε αποδεκτή. Συγκεκριμένα, με βάση το εγκριμένο από το Υπουργικό Συμβούλιο Σχέδιο Πολεοδομικών Ζωνών Ευρύχου, το οποίο δημοσιεύθηκε με βάση το άρθρο 34Α(12) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, ως Α.Δ.Π. 713 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ.4103, ημερομηνίας 14.7.2006, μετά την ολοκλήρωση της ανωτέρω διαδικασίας, η ιδιοκτησία σας εξακολουθεί να εμπίπτει σε Γεωργική Ζώνη λόγω της επάρκειας των υφιστάμενων Οικιστικών Ζωνών για την ικανοποίηση των σχετικών αναγκών στην κοινότητα."
Με την πιο πάνω επιστολή, που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας, οι αιτητές εγείρουν ως λόγους ακυρότητας την έλλειψη αιτιολογίας, πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο, υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας καθώς και παραβιάσεις διαφόρων άρθρων του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
(β) Η προδικαστική ένσταση.
Έχει υποβληθεί από την ευπαίδευτη συνήγορο των καθ'ων η αίτηση ότι η διοικητική πράξη που επηρέασε τα έννομα συμφέροντα των αιτητών ήταν η Γνωστοποίηση που δημοσιεύθηκε στις 14/7/2006 (με την οποίαν εγκρίθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο τα Σχέδια των Πολεοδομικών Ζωνών 12 κοινοτήτων της Επαρχίας Λευκωσίας, συμπεριλαμβανομένης της κοινότητας Ευρύχου, με βάση τα οποία το τεμάχιο των αιτητών παρέμεινε στη Γεωργική Ζώνη Γ3) και όχι η επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών της 13/9/2006 η οποία έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και στερείται εκτελεστότητας.
Η προδικαστική ένσταση είναι βάσιμη. Η Γνωστοποίηση της έγκρισης της Δήλωσης Πολιτικής αποτελεί το επιστέγασμα της διαδικασίας εκπόνησης ή τροποποίησης των Πολεοδομικών Ζωνών μέσα στα πλαίσια της οποίας παρέχεται η δυνατότητα στους επηρεαζόμενους ιδιώτες να υποβάλουν τις ενστάσεις τους. Όμως στην υποχρέωση δημοσίευσης της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου αντιπαραβάλλεται και η υποχρέωση των ενδιαφερόμενων μερών να επιδείξουν τη δέουσα επιμέλεια για να λάβουν πλήρη γνώση της έκβασης των ενστάσεων που είχαν υποβάλει. Προς το σκοπό αυτό είχαν τη δυνατότητα πρόσβασης στα εγκεκριμένα σχέδια, είτε στα Γραφεία της Επαρχιακής Διοίκησης, είτε στα Κεντρικά και Επαρχιακά Γραφεία του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, και ακόμα στα Γραφεία των Κοινοτικών Συμβουλίων κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες.
Έχει νομολογηθεί στις περιπτώσεις που η δημοσίευση μιας διοικητικής απόφασης επιβάλλεται από Νόμους ή Κανονισμούς, η προθεσμία αρχίζει από τη δημοσίευση. Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318, 1328,
"Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήξαμε, ότι σε περιπτώσεις διορισμού ή προαγωγής, όπου η δημοσίευση είναι σύμφωνη με το Νόμο ή Κανονισμούς, η προθεσμία αρχίζει από τη δημοσίευση."
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η δημοσίευση στην εφημερίδα της Δημοκρατίας πρέπει να είναι πλήρης και η πράξη να είναι με τέτοιο τρόπο διατυπωμένη ώστε να προκύπτει σαφώς το περιεχόμενο της. (Βλ. Pissas (No.1) v. E.A.C. (1966) 3 C.L.R. 634, 638)
Στην υπόθεση L' Union Nationale (Tourism and Sea Resorts) Ltd. ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού - Αμαθούντος (1998) 3 Α.Α.Δ. 513, 525-529, στην οποία εξετάστηκε το ερώτημα αν παρόμοια γνωστοποίηση επιβολής τελών αποχέτευσης ήταν ικανή να θέσει σε κίνηση την προθεσμία των 75 ημερών που απαιτείται από το άρθρο 146.3 του Συντάγματος, τονίστηκαν τα ακόλουθα (σελ. 527-528):
"Στον Τσάτσο (πιο πάνω), σελ. 76-77, υποδεικνύεται ότι "προκειμένου περί δημοσιευόμενων ή κοινοποιούμενων πράξεων υφίσταται το εκ της δημοσιεύσεως ή κοινοποιήσεως αμάχητον τεκμήριον της γνώσεως του δημοσιευομένου ή κοινοποιουμένου περιεχομένου, ως και του χρόνου της τοιαύτης γνώσεως". Ωστόσο, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συγγραφέα, αυτό το αμάχητο τεκμήριο δεν είναι και τεκμήριο πληρότητας της γνώσης γιατί συνήθως εγείρει τα εξής ζητήματα: "Πρώτον, αν η δημοσίευση ή η κοινοποίηση γίνεται μόνο σε περίληψη, η δε περίληψη τυγχάνει ελλιπής, δεύτερον, αν το περιεχόμενο της προσδιορίζεται με απλή αναφορά σε ορισμένα στοιχεία μη γνωστά, μη δημοσιευόμενα και μη κοινοποιούμενα, και τρίτον, εάν η χρήσις των προδιαγεγραμμένων τύπων και η αιτιολογία της πράξεως προκύπτωσιν εκ του φακέλλου μόνον και παραμένωσι συνεπώς εις τον ενδιαφερόμενον και μετά την δημοσίευσιν ή κοινοποίησιν άγνωστα ή απλώς γνωστά, αλλ' ουχί πλήρως".
Η ορθή λύση των πιο πάνω ζητημάτων - συνεχίζει ο ευπαίδευτος συγγραφέας - είναι η υπαγωγή τους στο γενικό κανόνα του υπολογισμού της προθεσμίας από την ημέρα που ο ενδιαφερόμενος έλαβε γνώση του εκτελεστού περιεχομένου της πράξης και της ζημιάς την οποία υφίσταται, "ώστε επιμελούμενος του ιδίου συμφέροντος να λάβει γνώσιν και των στοιχείων των απαραιτήτων και των ειδικώς εκάστοτε δυνάμενων να χρησιμοποιηθώσιν, ίνα θεμελιώσει ούτος την κατά της ζημιούσης αυτόν πράξεως αίτησιν ακυρώσεως". Αν η δημοσίευση ή κοινοποίηση γίνεται μόνο σε περίληψη και η περίληψη τυγχάνει ελλιπής τόσο, ώστε να μη προκύπτει σαφώς και με βεβαιότητα η ζημιά που επέρχεται με τη δημοσιευόμενη ή κοινοποιούμενη πράξη, η γνώση από μια τέτοια δημοσίευση ή κοινοποίηση δεν είναι πλήρης.
Έχουμε λάβει υπόψη το κείμενο της επίδικης δημοσίευσης. Έχουμε την άποψη ότι δίνει σαφώς και με βεβαιότητα το ζημιογόνο αποτέλεσμα ως προς τους εφεσείοντες. Αυτή η κατάληξη καλύπτει τόσο τους ιδιοκτήτες όσο και τους κατόχους ή ενοικιαστές των υποστατικών. Ο κάθε ενδιαφερόμενος πληροφορείται ότι θα πρέπει να πληρώσει μέχρι τις 11.12.92 τα τέλη που προβλέπονται από τις παραγ. 1 και 2 του Παραρτήματος Ι. Σύμφωνα με τις παραγράφους αυτές τα τέλη αυτά υπολογίζονται με βάση την εκτιμημένη αξία του ακινήτου. Δεν υπάρχει λοιπόν ατέλεια στη γνωστοποίηση. Ο παρονομαστής ήταν σταθερός. Η μη αναφορά στο ποσό δεν αφαιρεί από τη γνωστοποίηση τα εχέγγυα που την καθιστούν επαρκή για σκοπούς κίνησης της προθεσμίας. Εξάλλου θεωρούμε ότι το στοιχείο της εκτιμημένης αξίας ήταν προσιτό στους ενδιαφερομένους - ιδιοκτήτες, κατόχους ή ενοικιαστές - με την καταβολή της οφειλόμενης επιμέλειας. Οι εφεσείοντες επιμελούμενοι των δικών τους συμφερόντων - αν θεωρούσαν και το στοιχείο του ύψους του ποσού των τελών απαραίτητο για τη θεμελίωση της προσφυγής τους - μπορούσαν να αποταθούν στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λεμεσού και να λάβουν γνώση και του στοιχείου του ποσού."
Τα πιο πάνω τυγχάνουν εφαρμογής και στην παρούσα περίπτωση. Η Γνωστοποίηση της 14/7/2006 ήταν η διοικητική πράξη που επηρέασε τα έννομα συμφέροντα των αιτητών. Η παράλειψη τους να αμφισβητήσουν την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης, οδηγεί αναπόφευκτα και στην απόρριψη αυτής της προσφυγής.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Έχοντας υπόψη τα ιδιάζοντα περιστατικά της υπόθεσης δεν θα προβώ σε οποιοδήποτε διάταγμα για έξοδα.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.