ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 2226/2006)
19 Μαρτίου, 2008
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
M. K.,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
____________________
Χρ. Χριστούδιας, για τον Αιτητή.
Μ. Κυπριανού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή του ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 24.8.06, με την οποίαν απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή του για παραχώρηση σ΄ αυτόν πολιτικού ασύλου, είναι άκυρη, παράνομη και στερείται εννόμου αποτελέσματος.
Μεταξύ των νομικών σημείων στα οποία βασίζεται η προσφυγή είναι και τα ακόλουθα:
1. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα πραγματικής και νομικής πλάνης και είναι αντίθετη προς το Νόμο και το Σύνταγμα.
2. Λήφθηκε χωρίς έρευνα και/ή χωρίς τη δέουσα έρευνα και είναι αναιτιολόγητη.
3. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν νομικά λανθασμένη και στέρησε από τον αιτητή το δικαίωμα να προβάλει τη θέση του.
Ο αιτητής είναι πολίτης της Μπαγκλαντές και αφίχθηκε στην Κύπρο στις 23.2.2003, με κανονικό διαβατήριο, μέσω του αερολιμένα Λάρνακος και με την ιδιότητα του φοιτητή αφού προηγουμένως εξασφάλισε εγγραφή σε ιδιωτικό κολλέγιο στην Κύπρο και σχετική θεώρηση διαβατηρίου. Φοίτησε για περίπου 8 μήνες σε ιδιωτικό κολλέγιο και στη συνέχεια σταμάτησε τη φοίτηση λόγω ελλείψεως οικονομικής δυνατότητας να συνεχίσει. Στις 5.10.2004 υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο. Κλήθηκε σε συνέντευξη ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου στις 6.9.2005. Η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του στις 12.10.2005. Ο αιτητής καταχώρισε εμπρόθεσμα διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία απορρίφθηκε στις 24.8.2006. Αυτή την απόφαση προσβάλλει ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή.
Ο κύριος λόγος για τον οποίο απορρίφθηκε η αίτηση και στη συνέχεια η διοικητική προσφυγή του αιτητή ήταν ότι αυτός κρίθηκε ως αναξιόπιστος, κατά τη συνέντευξη του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και εφόσον η αξιοπιστία του κατέρρευσε, οι ισχυρισμοί του ότι στην πατρίδα του κινδύνευε η ζωή του επειδή ήταν μέλος αντιπολιτευομένου κόμματος και υπέστη απειλές για τη ζωή του και διώξεις από το κυβερνόν κόμμα, παρέμειναν ατεκμηρίωτοι.
Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι κανένας από τους λόγους που προβάλλει ο αιτητής δεν είναι βάσιμος. Κατά την κρίση μου οι καθ΄ ων η αίτηση προέβησαν σε δέουσα έρευνα και εξέδωσαν απόφαση που δεν καταστρατηγεί με οποιονδήποτε τρόπο το Νόμο και ήταν εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη και οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν δεν είναι μεμπτές για οποιοδήποτε λόγο. Δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να προβάλει τις θέσεις του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και δεν υπήρχε οποιοσδήποτε λόγος για τον οποίο η Αναθεωρητική Αρχή θα έπρεπε να τον καλέσει, εκ δευτέρου, για συνέντευξη ενώπιον της, εφόσον ο αιτητής δεν προέβαλλε οποιοδήποτε νέο στοιχείο στη διοικητική του προσφυγή.
Σε σχέση με την αξιοπιστία του, την οποίαν οι καθ΄ ων η αίτηση έκριναν, ορθά κατά την εκτίμησή μου, ως πολύ φτωχή, παρατηρώ συναφώς τα εξής:
(α) Ο αιτητής έφυγε από τη χώρα του και ήλθε στην Κύπρο νόμιμα, με νόμιμο διαβατήριο και φοιτητική θεώρηση, γεγονός που εκλήφθηκε από τους καθ΄ ων η αίτηση ως μή συνάδον με την εκδοχή του ότι η κυβέρνηση της χώρας του τον καταδίωκε.
(β) Αφίχθηκε στην Κύπρο στις 23.2.2003, φοίτησε για 8 περίπου μήνες, διέκοψε τις σπουδές του λόγω οικονομικών προβλημάτων και υπέβαλε αίτηση ασύλου στις 5.10.2002, δηλαδή σχεδόν 20 μήνες αργότερα, με τη δικαιολογία ότι δεν γνώριζε τις διαδικασίες, δικαιολογία που δύσκολα μπορεί να γίνει πιστευτή.
(γ) Όταν ρωτήθηκε αναφορικά με τις αρχές που πρεσβεύει το κόμμα, στο οποίο κατ΄ ισχυρισμό ανήκει, και πόσες έδρες εξασφάλισε στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές το κόμμα αυτό, ο αιτητής απάντησε λανθασμένα.
(δ) Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι μέλη του κυβερνώντος κόμματος, στην πατρίδα του, υπέβαλαν ψευδείς καταγγελίες εναντίον του και καταχωρίστηκε υπόθεση εις βάρος του στις 10.10.2002, ενώ αυτός εξασφάλισε βεβαίωση από τις αρμόδιες αστυνομικές αρχές της περιοχής του, ημερ. 15.12.2002, με την οποία βεβαιώνεται ότι ο αιτητής διαθέτει λευκό ποινικό μητρώο και μάλιστα ότι δεν υπάρχουν αρνητικές πληροφορίες εναντίον του «there is no adverse information against him on record» (Δέστε το Ερυθρό 29 στον υπηρεσιακό φάκελο που κατατέθηκε ως τεκμήριον 1 στην παρούσα διαδικασία).
(ε) Αναφορικά με τις κινήσεις του κατά τους τελευταίους μήνες πριν φύγει από την πατρίδα του ο αιτητής έδωσε κάπως ασαφείς απαντήσεις σε σχέση με τη μετάβαση του πρώτα σε κάποια άλλη πόλη της πατρίδας του και στη συνέχεια στα σύνορα της χώρας του με την Ινδία.
Είναι θεμελιωμένο πως το ακυρωτικό δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του διοικητικού οργάνου όταν η διακριτική ευχέρεια ασκείται μέσα σε ορθά και νόμιμα πλαίσια. Στην προκείμενη περίπτωση οι καθ΄ ων η αίτηση απέρριψαν τη μαρτυρία του αιτητή ως αναξιόπιστη και θεωρώ ότι αυτό έγινε για πολύ καλούς λόγους και απόλυτα αιτιολογημένα. Όπως ήδη ανέφερα δεν υπάρχει ενώπιον μου οποιοδήποτε στοιχείο ότι οι καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν με πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο, ότι οι διαδικασίες που ακολούθησαν δεν ήταν ορθές και δεν διασφάλιζαν τα δικαιώματα του αιτητή ή ότι διέπραξαν οτιδήποτε άλλο παράνομο ή μεμπτό. Από τη στιγμή που η αξιοπιστία του αιτητή κατέρρευσε η όλη υπόθεση του παρέμεινε μετέωρη και ορθά απορρίφθηκε. Δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος επέμβασης του Δικαστηρίου στα ευρήματα αξιοπιστίας των καθ΄ ων η αίτηση.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω θεωρώ την προσφυγή ως αβάσιμη και την απορρίπτω με €700.- έξοδα εις βάρος του αιτητή.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.