ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 829/2003)

 

19 Φεβρουαρίου, 2008

 

[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΔΑΜΟΥ ΑΔΑΜΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

 

Αιτητές,

 

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

 

Καθ΄ης η Αίτηση.

 

- - - - - - -

 

Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.

 

Μ. Σπηλιωτοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για την Καθ΄ης η

 Αίτηση.

 

- - - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές, όπως και τα ενδιαφερόμενα μέρη, υπηρετούσαν ως ωρομίσθιοι, από πολλά χρόνια, στη θέση τεχνικού στο Τμήμα Δημόσιων Έργων. Στις 25.1.1991, τα ενδιαφερόμενα μέρη διορίστηκαν στη θέση τεχνικού 2ης τάξης. Όμως, ο διορισμός τους ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 7.7.1997 στην προσφυγή 48/1992, Γεωργίου κ.ά ν. Δημοκρατίας. Στην προσφυγή εκείνη το Δικαστήριο έκρινε ότι περί Εκτάκτων Υπάλληλων (Διορισμός σε Δημόσιες Θέσεις) Νόμος του 1991 (Ν.4/91) ήταν αντισυνταγματικός διότι παραβίαζε την αρχή της ισότητας, καθώς επίσης και τη συνταγματική αρχή της μη ανάμειξης της πολιτικής εξουσίας στη στελέχωση της Δημόσιας Υπηρεσίας. Ακολούθως, η Βουλή των Αντιπρόσωπων, σε συμμόρφωση με την πιο πάνω απόφαση, θέσπισε τον περί της Πληρώσεως Κενωθείσων Θέσεων στη Δημόσια Υπηρεσία (Ειδικές Διατάξεις) Νόμο του 1998 (Ν. 28(Ι)/98), η δε ΕΔΥ, με βάση το νόμο, διόρισε εκ νέου τα ενδιαφερόμενα μέρη. Όμως, ο διορισμός των ενδιαφερόμενων μερών ακυρώθηκε και πάλι από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 27.2.2003, στην προσφυγή 144/2001, Κούρη ν. Δημοκρατίας. Στην υπόθεση αυτή κρίθηκε ότι ο Νόμος 28(Ι)/98 ήταν αντισυνταγματικός διότι προσέκρουε στο Άρθρο 28 του Συντάγματος. Στη συνέχεια, λόγω έλλειψης προσωπικού στο Τμήμα Δημόσιων Έργων και για κάλυψη των αναγκών του, κρίθηκε αναγκαία η πρόσληψη των ενδιαφερόμενων μερών ως εκτάκτων τεχνικών μέχρι την πλήρωση των θέσεων τις οποίες κατείχαν, σύμφωνα με το άρθρο 10 του περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Εκτάκτων Υπάλληλων στη Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία Νόμου του 1995 (108(Ι)/95). Συνακόλουθα, το Υπουργικό Συμβούλιο, σε συνέδρια του ημερομηνίας 9.4.2003, ενέκρινε την πρόσληψη των ενδιαφερόμενων μερών ως έκτακτων τεχνικών, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Νόμου 108(Ι)/95), μέχρι την πλήρωση των θέσεων που κατείχαν.

 

Ακολούθως κατατέθηκε, στις 28.5.2003, σχετικό αιτιολογικό σημείωμα στη Βουλή των Αντιπρόσωπων, το σχετικό απόσπασμα του οποίου έχει ως ακολούθως:

 

"ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΟΟΡΙΖΕΤΑΙ Η ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΤΑ ΘΕΣΗ Ή ΑΛΛΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΦΥΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (π.χ ΠΕΡΙΟΔΙΚΕΣ, ΕΚΤΑΚΤΕΣ Ή ΑΛΛΕΣ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ):

 

"Πρόκειται για την πρόσληψη, σε έκτακτη βάση, 34 υπάλληλων των οποίων ο από 25.1.1991 αναδρομικός διορισμός στη θέση Τεχνικού ακυρώθηκε ύστερα από την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου ημερομηνίας 27.2.2003.

 

Η πρόσληψη των 34 Τεχνικών σε έκτακτη βάση κρίνεται αναγκαία για την κάλυψη των αναγκών του Τμήματος Δημοσίων Έργων. Τα άτομα αυτά θα συνεχίσουν να ασκούν τα καθήκοντα τους στους τομείς που απασχολούντα πριν την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δηλαδή στην ετοιμασία κατασκευαστικών σχεδίων, επίβλεψη οδικών έργων, εργαστηριακές δόκιμες, ετοιμασία εγγράφων προσφορών, ετοιμασία πιστοποιητικών πληρωμής, τελικών λογαριασμών, κ.ά.

 

Το Υπουργικό Συμβούλιο με την Απόφαση του ημερομηνίας 9.4.2003, ενέκρινε την πρόσληψη στο Τμήμα Δημόσιων Έργων, πάνω σε έκτακτη βάση, σύμφωνα με το άρθρο 10 των περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Εκτάκτων Υπαλλήλων στη Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία Νόμων του 1995 έως 2001, των 34 Τεχνικών, τα ονόματα των οποίων φαίνονται στο παράρτημα 1, μέχρι την πλήρωση των θέσεων τις οποίες κατείχαν, κατόπιν δημοσίευσης."

 

 

Tο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, με επιστολή ημερομηνίας 24.7.2003, πληροφόρησε το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων ότι η Βουλή δεν προτίθετo να απαγορεύσει με νόμο την πρόσληψη  των ενδιαφερομένων μερών ως έκτακτων τεχνικών.

 

Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται ο διορισμός των ενδιαφερομένων μερών ως έκτακτων τεχνικών στο Τμήμα Δημόσιων Έργων. Προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως ότι ο Νόμος 108(Ι)/95 είναι αντισυνταγματικός διότι παραβιάζει την αρχή της ισότητας και την αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Συγκεκριμένα, οι αιτητές ισχυρίζονται ότι ο Νόμος προβλέπει για πρόσληψη αντίθετα στην ίση μεταχείριση και στο δικαίωμα όλες οι δημόσιες θέσεις να είναι ανοικτές προς ίση διεκδίκηση από όσους το επιθυμούν. Επίσης ισχυρίζονται ότι ο Νόμος παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, και ότι το Υπουργικό Συμβούλιο, ένα πολιτικό όργανο, επενέβηκε στο έργο της συγκρότησης της Δημόσιας Υπηρεσίας.

 

Το άρθρο 10 του Νόμου 108(Ι)/95 (όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 67(Ι)/99) έχει ως ακολούθως:

 

"Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, είναι δυνατό να προσληφθεί ως έκτακτος υπάλληλος, πρόσωπο του οποίου ο διορισμός σε μόνιμη θέση ακυρώθηκε ή ακυρώνεται ύστερα από απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου:

 

Νοείται ότι έκτακτος υπάλληλος ο οποίος προσλαμβάνεται δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορεί να απασχοληθεί μόνο μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας επανεξέτασης της πλήρωσης της θέσης την οποία κατείχε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ή, σε περίπτωση μη επανεξέτασης, μέχρι την πλήρωση της θέσης την οποία κατείχε, κατόπιν δημοσίευσης ή επαναδημοσίευσης.

 

Μετά τη λήξη της περιόδου απασχόλησης του εκτάκτου υπαλλήλου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου η εργοδότηση του τερματίζεται αυτοδικαίως, χωρίς την καταβολή αποζημίωσης ή την τήρηση οποιασδήποτε άλλης διατύπωσης."

 

 

Επί του ιδίου θέματος έχει εκδοθεί απόφαση από τον Κραμβή Δ. στην Υπόθεση αρ. 858/2003, Ευσταθίου κ.ά  ν. Δημοκρατίας, 21.12.2004, με την οποία συμφωνώ. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

 

"Το Σύνταγμα (Μέρος VII), εναποθέτει την αρμοδιότητα για την στελέχωση της Δημόσιας Υπηρεσίας στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου όπως ορίζει το άρθρο 125. Η ΕΔΥ η οποία λειτουργεί βάσει του Περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου δεν είναι ίδια με αυτή που προβλέπεται από το Σύνταγμα. Στο άρθρο 2 του Ν.1/90 «δημόσιος υπάλληλος» σημαίνει:

 

««δημόσιος υπάλληλος» σημαίνει αυτόν που κατέχει δημόσια θέση είτε μόνιμα είτε προσωρινά είτε με αναπλήρωση.»

 

«δημόσια θέση» σημαίνει θέση στη δημοσία υπηρεσία και

 

«δημόσια υπηρεσία» σημαίνει:

 

««δημόσια υπηρεσία» σημαίνει κάθε υπηρεσία που υπάγεται στη Δημοκρατία εκτός από ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... .

 ή την υπηρεσία από πρόσωπα των οποίων η αμοιβή υπολογίζεται πάνω σε ημερήσια βάση ή την υπηρεσία από πρόσωπα τα οποία προσλαμβάνονται πάνω σε έκτακτη βάση δυνάμει των περί Προσλήψεως Εκτάκτων Υπαλλήλων (Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία) Νόμων.»

 

Ο νόμος 1/90 οριοθετεί τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρμοδιότητα της Επιτροπής και αφαιρεί από το πεδίο των διορισμών που εμπίπτουν σε αυτή τους διορισμούς των εκτάκτων υπαλλήλων. Η ιδιότητα των ενδιαφερομένων μερών ως έκτακτοι, πληροί τις προϋποθέσεις του αρ. 122 του Συντάγματος για να απολαμβάνουν καθεστώτος δημοσίου υπαλλήλου. Ωστόσο η υπηρεσία τους στις επίδικες θέσεις δεν εμπίπτει στο νοηματικό περιεχόμενο της «δημόσιας υπηρεσίας» όπως συμπροσδιορίζεται από το Σύνταγμα και το Ν.1/90. Η εξουσία για τους διορισμούς εκτάκτων επιφυλάσσεται δυνάμει του Ν.1/90 και του περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Εκτάκτων Υπαλλήλων (στη Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία) Νόμου σε τριμελή επιτροπή και για τους σκοπούς του επίμαχου άρθρου 10, οι προσλήψεις διενεργούνται από το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από πρόταση του αρμόδιου Υπουργείου. Θεωρώ λοιπόν ότι ο υπό εξέταση νόμος δεν εξουδετερώνει το ρόλο της ΕΔΥ στο διοριστικό έργο αφού αναφέρεται σε εκτάκτους υπαλλήλους και δεν προκαθορίζει γενικά τους υποψηφίους οι οποίοι θα τύχουν διορισμού. Συμπερασματικά η πρόσληψη των ενδιαφερομένων μερών δεν προσκρούει στην αποκλειστική εξουσία της ΕΔΥ όπως αυτή καθορίζεται από το Σύνταγμα και το Νόμο Ν.1/90.

 

Οι αιτητές λανθασμένα αναφέρονται στην πολιτική εξουσία διότι με την προσβαλλόμενη πράξη θεωρώ ότι δεν έχει ρυθμιστεί θέμα αναγόμενο στην άσκηση κυβερνητικής λειτουργίας ή πολιτικής εξουσίας. Πρόκειται για απόφαση διοικητικού χαρακτήρα που έλαβε το Υπουργικό Συμβούλιο για την απασχόληση εκτάκτων δημοσίων υπαλλήλων. Το Υπουργικό Συμβούλιο έδρασε στα πλαίσια της εκτελεστικής του αρμοδιότητας η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 54(δ) του Συντάγματος περιλαμβάνει το συντονισμό και την εποπτεία πασών των δημοσίων υπηρεσιών. Αναφορικά με την εξουσία που ασκείται με βάση αυτή τη διάταξη καθώς και με το αν προσκρούει στις αρμοδιότητες της ΕΔΥ σχετική είναι και η Republic v. Christoudia (1988) 3 CLR 2622. Ωστόσο, το Υπουργικό Συμβούλιο, ως ο κατ΄ εξοχήν φορέας της πολιτικής εξουσίας του κράτους δεν διατηρεί ευχέρεια οποιασδήποτε ανάμειξης του στη στελέχωση της δημόσιας υπηρεσίας. (Βλ. ΡΙΚ ν. Καραγιώργη κ.α. (1991) 3 ΑΑΔ 159, Περικλέους ν. Συμβ. Βελτιώσεως Αγ. Νάπας (1993) 3 ΑΑΔ 579, Σωκράτους ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 204.

 

Το σκεπτικό καθώς και το αποτέλεσμα της απόφασης στις υποθέσεις 48/92 κ.α, που επικαλούνται οι αιτητές σχετικά με την αντισυνταγματικότητα του νόμου 4/91 δεν μπορεί να τύχει ανάλογης εφαρμογής διότι εκεί, κρινόταν άλλος νόμος με διαφορετικό πεδίο εφαρμογής. Αφορούσε διορισμούς εκτάκτων υπαλλήλων σε μόνιμες θέσεις της δημόσιας υπηρεσίας με διαδικασία μονιμοποίησης απευθείας με νομοθετική πράξη. Η παρούσα υπόθεση αφορά στην πρόσληψη υπαλλήλων ως έκτακτων από το Υπουργικό Συμβούλιο. Στη Δημοκρατία ν. Γιάλλουρου κ.α. (1995) 3 ΑΑΔ και Μενελάου ν. Δημοκρατίας κ.α. (1996) 3 ΑΑΔ 370 που είχαν ως αντικείμενο διορισμούς εκτάκτων σε δημόσιες θέσεις, κρίθηκε ότι οι διορισμοί ήταν αντίθετοι προς το Σύνταγμα και ότι έγιναν κατά παρέκκλιση από τις πρόνοιες του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου. Το σκεπτικό των πιο πάνω αποφάσεων δεν ισχύει στην παρούσα υπόθεση καθότι πρόκειται για διαφορετικούς διορισμούς σε έκτακτες θέσεις. Συνεπώς, το ζήτημα της παραβίασης της αρχής της διάκρισης εξουσιών εξετάζεται υπό τελείως διαφορετικό πρίσμα.

 

Η αρμοδιότητα της τριμελούς Επιτροπής για επιλογή των υποψηφίων προς πλήρωση εκτάκτων θέσεων γενικά όπως καθορίζεται στο Νόμο δεν προσκρούει στη αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Η εξουσία όμως του Υπουργικού Συμβουλίου να εγκρίνει διορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 10 του Νόμου θεωρώ ότι παραβιάζει την πιο πάνω θεμελιώδη αρχή.

 

Οι αιτητές υπηρετούσαν ως ωρομίσθιοι και ασκούσαν δημοσιοϋπαλληλικά καθήκοντα επί σειρά ετών δηλαδή βρίσκονταν στην ίδια υπηρεσιακή κατάσταση που είχαν τα ενδιαφερόμενα μέρη πριν τους επίδικους διορισμούς τους. Ισχυρίζονται ότι το άρθρο 10 του νόμου παραβιάζει το άρθρο 28 του Συντάγματος, καταστρατηγεί την ανάγκη δημόσιας γνωστοποίησης των κενών θέσεων ώστε να μπορούν να διεκδικηθούν από όλους και καταργεί τα σχέδια υπηρεσίας.

 

Έχει καθιερωθεί από τη νομολογία ότι ισότητα στην έννοια του άρθρου 28 δεν σημαίνει ακριβή μαθηματική ισότητα αλλά προστατεύει μόνο από αυθαίρετες διακρίσεις και δεν αποκλείει εύλογες διαφοροποιήσεις οι οποίες μπορούν νόμιμα να γίνουν ενόψει της φύσης των διαφόρων καταστάσεων. Οι αρχές αυτές επικροτούνται από την ελληνική νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (3160/76, 1852/77) όπου αναφέρεται:

 

«Ουχ ήττον δεν αποκλείει η αρχή αυτή την ευρείαν ευχέρειαν του νομοθέτου όπως, αναλόγως προς την φύσιν του υπό ρύθμισιν θέματος και εν όψει των εκάστοτε ειδικών συνθηκών, προβαίνει εις την θέσπισιν διακρίσεων δικαιολογουμένων εκ της συνδρομής ειδικών περιπτώσεων ή εκ λόγω εξυπηρετούντων το γενικόν συμφέρον. ... ... ... ... ... ... ... ... .»

 

«Επειδή εν τω πλαισίω της διά του άρθρου 4 παρ. 1 του Συντάγματος καθιερουμένης αρχής της ισότητος παρέχεται εις τον νομοθέτην ευρεία ευχέρεια όπως, συντρέχουσων ειδικών εις δεδομένην περίπτωσιν συνθηκών, θεσπίζει, κατά παρέκκλισιν από των γενικώς ισχυόντων, κανόνας ειδικούς βάσει αντικειμενικών κριτηρίων δικαιολογουμένους εκ γενικωτέρου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, τούτο δε πάντως εντός των ακραίων ορίων, πέραν των οποίων η ρύθμισις αντίκειται εις το κοινόν περί δικαίου συναίσθημα.»

 

Είναι φανερή η ανάγκη εξέτασης του κατά πόσο υπάρχει ομοιόμορφη μεταχείριση ατόμων υπό τις αυτές ή όμοιες περιστάσεις ή αν δικαιολογείται η προτίμηση που η συγκεκριμένη διάταξη επιδεικνύει υπέρ ορισμένης τάξης προσώπων. Στην προκειμένη περίπτωση τα ενδιαφερόμενα μέρη μετά την ακύρωση των διορισμών τους επανήλθαν στο καθεστώς των ωρομίσθιων που βρίσκονταν και οι αιτητές και εκτελούσαν δημοσιοϋπαλληλικά καθήκοντα. Η διαφορά τους με τους αιτητές ήταν ότι κατείχαν μόνιμη θέση η οποία ακυρώθηκε. Αυτό βέβαια σε καμία περίπτωση δεν δημιουργεί δικαίωμα επαναπρόσληψης τους έστω και σε έκτακτη βάση, αλλά μόνο προσδοκία προς αποκατάσταση τους. Η έννοια της καθολικής αποκατάστασης δεν μπορεί να σημαίνει τίποτε άλλο παρά την επανεξέταση των ακυρωθείσων θέσεων. Βλ. Κοντόγιωργα Θεοχαροπούλου «Αι συνέπειαι της ακυρώσεως διοικητικής πράξεως έναντι της διοικήσεως» (σελ.230 επ.).

 

Η προσωρινή θεραπεία που απονέμεται στα ενδιαφερόμενα μέρη με βάση το άρθρο 10 του νόμου με την πρόσληψη τους ως εκτάκτων υπαλλήλων, προσκρούει στη προσδοκία των αιτητών αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση, των προσώπων που ως ομοιογενή υποκείμενα δικαίου δικαιούνται με βάση τις προϋποθέσεις του νόμου να τύχουν διορισμού ως έκτακτοι. Από το πνεύμα και το γράμμα του νόμου, προκύπτει ότι κάθε πρόσωπο δικαιούται να υποβάλει ενδιαφέρον για την πρόσληψη του ως έκτακτος υπάλληλος και να διεκδικήσει τη θέση αυτή. Με τη συγκεκριμένη διάταξη θεσπίζεται αθέμιτος περιορισμός του δικαιώματος αυτού αφού κάποιες θέσεις εκτάκτων, δίνονται, χωρίς ο,τιδήποτε άλλο, σε πρόσωπα των οποίων ο διορισμός σε μόνιμη θέση ακυρώθηκε. Και τούτο σε πλήρη παραγνώριση των θεσμοθετημένων στο άρθρο 6 του νόμου κριτηρίων καθώς και της σειράς προτεραιότητας. Η αρχή της ισότητας παραβιάζεται διότι η διαφοροποίηση προσώπων που θεσπίζεται ως προνόμιο εξαιτίας της ακύρωσης της θέσης που κατείχαν, δεν βασίζεται πάνω σε αντικειμενική και εύλογη διάκριση.

 

Η συγκεκριμένη διάταξη δεν αποτελεί απρόσωπο κανόνα δικαίου αλλά δια των προνοιών της, επιτυγχάνεται μέσω της νομοθετικής οδού η πρόσληψη συγκεκριμένων ατόμων στη δημόσια υπηρεσία. Με τον τρόπο αυτό, υφαρπάζεται η εξουσία από την ειδική επιτροπή και παρακάμπτεται με το μανδύα της νομοθετικής κάλυψης η κανονική διαδικασία πρόσληψης εκτάκτων υπαλλήλων μετά τη δημοσίευση των θέσεων.

 

Επίσης η επιλογή της διαδικασίας βάσει του άρθρου 10 αποστέρησε τις δυνατότητες υποβολής ενδιαφέροντος από τους αιτητές προς εξυπηρέτηση των αναγκών του τμήματος κατά δυσμενή και αδικαιολόγητη διάκριση. Καμιά θέση στη δημόσια υπηρεσία δεν πληρούται (εκτός από θέσεις αποκλειστικά προαγωγής) χωρίς να προηγηθεί η δημόσια προκήρυξη της. Η δημοσίευση των θέσεων επιβάλλεται, προς διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος, για την αξιοκρατική στελέχωση των υπηρεσιών. Εδώ η υποχρέωση για δημοσίευση έχει παραβιαστεί."

 

 

Επί του ιδίου θέματος έχει εκδοθεί απόφαση και από το Νικολαϊδη Δ. στην προσφυγή αρ. 954/2003,  Ευσταθίου κ.ά ν. Δημοκρατίας, 9.5.2005. Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής:

 

"Δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Αρκεί ότι η πρόσληψη των ενδιαφερομένων μερών ως εκτάκτων υπαλλήλων, βάσει του άρθρου 10 του Νόμου, προσκρούει στην προσδοκία των αιτητών, αλλά και όλων των άλλων προσώπων, που ως ομοιογενή υποκείμενα δικαίου δικαιούνται επίσης να τύχουν διορισμού.

 

Το συγκεκριμένο άρθρο θεσπίζει ανεπίτρεπτο περιορισμό του δικαιώματος κάθε προσώπου να επιδιώξει και διεκδικήσει την πρόσληψή του σε δημόσια θέση. Η διαφοροποίηση στην οποία προβαίνει ο Νόμος, δηλαδή η προϋπόθεση ακύρωσης της θέσης που κατείχαν, δεν βασίζεται ούτε σε αντικειμενική, αλλά ούτε και σε εύλογη διάκριση. Ουσιαστικά, εκείνο που επιδιώκεται είναι η πρόσληψη συγκεκριμένων ατόμων σε συγκεκριμένες θέσεις στη δημόσια υπηρεσία με παράκαμψη της θεσμοθετημένης διαδικασίας πρόσληψης υπαλλήλων. ΄Όπως πολύ σωστά επισημαίνεται και στην υπόθεση Ευσταθίου ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, κανένας διορισμός στη δημόσια υπηρεσία δεν πραγματοποιείται, χωρίς να προηγηθεί δημόσια προκήρυξη της θέσης, η οποία επιβάλλεται για διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος για την αξιοκρατική στελέχωση των υπηρεσιών."

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.000 έξοδα εις βάρος της καθ΄ης η αίτηση.

 

Η απόφαση για διορισμό των ενδιαφερομένων μερών ως έκτακτων τεχνικών στο Τμήμα Δημοσίων Έργων ακυρώνεται.

 

 

 

                                                                   Ρ. Γαβριηλίδης,

                       Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο