ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                   

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

       

                                      &n bsp;                          Υπóθεση  αρ. 1291/2006

 

 

21 Φεβρουαρίου, 2008

 

 [Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 8, 11, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

1.      C. K. H. M.

2.      A. S. M.

3.      ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΕΩΝΙΔΑ

Αιτητές

 

ν.

 

 ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.      ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.      ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ

     ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

                                    Καθ΄ών  η αίτηση

.............................

Γ, Ερωτοκρίτου, για τους αιτητές

Μ. Πασιαρδή, (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθών η αίτηση

 

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:   Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν δήλωση και/ή απόφαση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθών η αίτηση που περιέχεται στην επιστολή τους ημερ. 12/5/06 και με την οποία  δεν ανανέωσαν και/ή δεν ενέκριναν την αίτηση για παραμονή του αιτητή 1 στην Κύπρο με την οικογένεια του είναι άκυρη και/ή παράνομη και χωρίς οποιοδήποτε έννομο αποτέλεσμα.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο αιτητής 1 γεννήθηκε στις 26/2/78 στη Σρι Λάνκα και αφίχθηκε για πρώτη φορά στην Κύπρο στις 4/4/02 για να εργαστεί ως εποχιακός εργάτης για 4 μήνες στη Δερύνεια.    Στις 5/8/02 ο αιτητής 1, μέσω του δικηγόρου του, απέστειλε στο Επαρχιακό Γραφείο Εργασίας επιστολή καταγγέλλοντας τον εργοδότη του ότι δεν τον πλήρωνε κανονικά.  Παρόλο ότι η άδεια παραμονής και απασχόλησης του είχε λήξει η Επιτροπή Εξέτασης Εργατικών Διαφορών προχώρησε στην εξέταση του παραπόνου και στις 13/2/03 στάληκε επιστολή προς το δικηγόρο του αιτητή με την οποία τον πληροφορούσε ότι αποφάσισε όπως κληθεί ο εργοδότης να καταβάλει στον αιτητή το οφειλόμενο ποσό και να του επιτραπεί να βρει άλλο εργοδότη.  Στις 4/7/03 ο εργοδότης του αιτητή απέστειλε επιστολή προς την Επιτροπή ζητώντας επανεξέταση του θέματος σχετικά με την εργατική διαφορά.  Στις 20/11/03 στάληκε απορριπτική απάντηση προς τον εργοδότη.

 

Η αιτήτρια 2 είναι μητέρα του αιτητή 1 και σύζυγος του αιτητή 3.  Στις 2/6/03 υποβλήθηκε αίτηση από τους αιτητές 2 και 3 για υιοθεσία του αιτητή 1 η οποία και εγκρίθηκε.  Στις 30/7/03 ο αιτητής 1 ζήτησε όπως παραμείνει ως επισκέπτης και του παραχωρήθηκε άδεια μέχρι 31/12/03.  Στις 16/12/03 ο αιτητής 1 ζήτησε παράταση της άδειας τους ως επισκέπτης και του παραχωρήθηκε μέχρι 20/2/05.  Στις 2/4/04 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για να εργαστεί ως καθαριστής αυτοκινήτων στη Λευκωσία και του παραχωρήθηκε άδεια εργασίας μέχρι 31/3/06.  Στις 18/2/05 ο αιτητής 1, ενώ βρισκοταν με άδεια εργασίας, υπέβαλε αίτηση για παράταση της άδειας προσωρινής διαμονής.  Η αίτηση του απορρίφθηκε και στις 12/5/06 στάληκε επιστολή στον αιτητή 1 καλώντας τον να αναχωρήσει από την Κύπρο.  Αυτός δεν αναχώρησε από την Κύπρο και τα στοιχεία του έχουν τοποθετηθεί στο Stop-list ως αναζητούμενο πρόσωπο.  Εναντίον της απόφασης ημερ. 12/5/06 (προσβαλλόμενη) καταχωρήθηκε στις 4/7/06  η παρούσα προσφυγή.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών στη γραπτή του αγόρευση προβάλλει τους εξής λόγους ακυρώσεως της προσβαλλόμενης πράξης: (α) πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο και έλλειψη δέουσας έρευνας, (β) μη εφαρμογή της Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για συνένωση της οικογένειας, (γ) μη αιτιολογημένη απόφαση και (δ) κατάχρηση εξουσίας και παράβασης των κανόνων της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της φυσικής δικαιοσύνης.

 

Είναι η θέση των καθών η αίτηση ότι οι ισχυρισμοί των αιτητών στην παρούσα υπόθεση δεν στοιχειοθετούν κανένα λόγο ακυρότητας και ζητούν την απόρριψη της υπόθεσης.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Ήδη ανάφερα ότι μεταξύ των λόγων ακυρώσεως είναι και ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται της δέουσας αιτιολογίας.  Το θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω αυτούσια την εν λόγω απόφαση όπως αυτή έχει κοινοποιηθεί στον αιτητή αρ. 1 με την επιστολή ημερ. 12/5/06:

 

«I am directed to refer to your application dated 18/2/05 requesting permission under the Aliens and Immigration Laws of 1952-2001 and the relevant Regulations of 1972-2000 to enable you to stay in Cyprus as a Visitor in Famagusta and to inform you that your application was very carefully considered but it was not found possible to be approved.

 

2.  In view of the above you are hereby requested to make the necessary arrangements to leave Cyprus at once."

 

Σε σχέση με το θέμα της αιτιολογίας των διοικητικών πράξεων μεταξύ πολλών άλλων υποθέσεων σχετική είναι και η απόφαση Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270 σελ. 273, όπου αναφέρονται τα εξής:

 

«Αιτιολογία μιας διοικητικής πράξεως αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη διοίκηση στην απόφαση της καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων άσκησε η διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια.  Η ανάγκη της αιτιολογίας των ατομικών διοικητικών πράξεων απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου.  Εκ της φύσεως τους αιτιολογητέες είναι όλες οι πράξεις των οποίων ο έλεγχος είναι αδύνατος ή ατελής χωρίς την αναφορά των λόγων που τις στηρίζουν.  Γενικά, αιτιολογία που δεν παρέχει στον δικαστή τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης ή είναι τόσο αόριστη και ασαφής ώστε να καθιστά ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο, δεν είναι νόμιμη και οδηγεί στην ακύρωση της πράξης (βλ. Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574 και Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, 1992, παρα. 636, 646 και 647).

 

Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθή επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (Βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 130).

 

Το κατά πόσο μια διοικητική πράξη είναι αιτιολογημένη ή όχι εξαρτάται από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της (βλ. Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476).

 

Η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση και δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου.  Η επανάληψη των γενικών όρων του Νόμου ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία.  «Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, μη εκθέτουσα τα γεγονότα, εξ ών εμορφώθη, η κρίσις της Διοικήσεως, ή δυναμένη να εφαρμοσθή εις πάσαν περίπτωσιν» (βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ. 186-87, Πιπερίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, 141 και Κυριακίδης (πιο πάνω)).»

 

Είναι γεγονός ότι υπάρχει νομολογία και συγγράμματα που υποστηρίζουν ότι η αιτιολογία μπορεί να συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των φακέλων της διοίκησης.  Όμως αυτό τότε μόνο πρέπει να γίνεται «εφόσον ευθέως και αμέσως προκύπτει από το φάκελο χωρίς περαιτέρω διερεύνηση και στάθμιση των στοιχείων του φακέλου».  Αυτά υποστηρίζονται, μεταξύ άλλων υποθέσεων και από την απόφαση του Καλλή Δ. στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 1223/03-1227/03 Χαράλαμπος Πετεινός κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου, ημερ. 4/6/04 με αναφορά σε σχετικές αυθεντίες μεταξύ των οποίων και στην προαναφερθείσα υπόθεση Φράγκου ν. Δημοκρατίας.

 

Το θέμα διέπεται και από τα άρθρα 26-28 του προαναφερθέντος Ν. 158(1)/99.  Στο άρθρο 28(2) διαλαμβάνεται ρητά ότι δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία η αναφορά σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοστούν και να ισχύουν για κάθε περίπτωση, ούτε και η απλή αναφορά των γενικών όρων του Νόμου που μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε οποιαδήποτε περίπτωση.

 

Στη δική μας περίπτωση με κανένα τρόπο δεν μπορεί η πιο πάνω απόφαση, όπως κοινοποιήθηκε στον αιτητή 1, να θεωρηθεί ότι ικανοποιεί τις προαναφερθείσες νομικές και νομολογιακές απαιτήσεις. 

 

Όπως είναι διατυπωμένη η απόφαση, έστω και αν αυτή διαβαστεί σε συνδιασμό με το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου (βλ. ιδιαίτερα Σημειώσεις 21-22 του τεκμ. 1) δε φαίνονται με σαφήνεια οι λόγοι απόρριψης της αίτησης του αιτητή αρ. 1 και επομένως αυτός είναι αρκετός λόγος για επιτυχία της προσφυγής χωρίς την ανάγκη εξέτασης άλλων λόγων, όπως για παράδειγμα του ισχυρισμού ότι η απόφαση παραβιάζει την προαναφερθείσα Ευρωπαϊκή Οδηγία, ισχυρισμός που δε φαίνεται να απασχόλησε τη διοίκηση.  Είμαι όμως της άποψης ότι άμεσο έννομο συμφέρον έχει μόνο ο αιτητής αρ. 1 στον οποίο και απευθύνεται η επιστολή της 12/5/06.    Το έννομο συμφέρον των αιτητών 2 και 3 είναι μόνο έμμεσο.  Γιαυτό η προσφυγή όσον αφορά τους αιτητές 2 και 3 θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Η προσφυγή όσον αφορά τον αιτητή 1 επιτυγχάνει με €600 έξοδα υπέρ του αιτητή.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

Η προσφυγή όσον αφορά τους αιτητές 2 και 3 απορρίπτεται αλλά κάτω από τις περιστάσεις χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

 

 

                                                                        Μ. Φωτίου, Δ.

 

 

/ΚΑΣ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο