ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                                                    Υπόθεση Αρ. 1245/05

11 Ιανουαρίου, 2008

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

OLENA IBRAHIM,

Αιτήτρια,

ν.

  1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΏΝ,
  2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ, ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

Καθ΄ων η αίτηση.

- - - - - - -

Α. Ιωάννου (κα),  για αιτήτρια

Ε. Συμεωνίδου (κα), για καθ΄ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:  Η αιτήτρια αφίχθηκε στην Κύπρο στις 7.8.04 και μετά από απασχόληση σε αριθμό καμπαρέ εργαζόταν στο νυκτερινό κέντρο «Ένα + 1».  Στις 15.12.04, ο Διευθυντής του νυκτερινού αυτού κέντρου πληροφόρησε με επιστολή του το κλιμάκιο της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Πάφου, ότι η αιτήτρια δεν παρουσιάστηκε στην εργασία της. 

 

Στις 16.12.04, λειτουργός του Καταφυγίου Προστασίας Θυμάτων Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης έστειλε επιστολή στο κλιμάκιο Αλλοδαπών ενημερώνοντας το ότι η αιτήτρια βρισκόταν στο καταφύγιο στη Λεμεσό και δεν επιθυμούσε πλέον να εργαστεί σε καμπαρέ.

 

Στις 7.4.05, η Οργάνωση Προστασίας Θυμάτων Σεξουαλικής Βίας και Εκμετάλλευσης «Στίγμα», με επιστολή της προς το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ζητούσε να επιτραπεί στην αιτήτρια να αλλάξει εργασία.  Το Τμήμα Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης, αφού εξέτασε το θέμα, απάντησε στη Λειτουργό του Καταφυγίου Προστασίας Θυμάτων Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης αναφέροντας ότι το αίτημα δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί, γιατί η αιτήτρια είχε παραβιάσει τους όρους της άδειας παραμονής της με το να εγκαταλείψει την εργασία της και να διαμένει ως εκ τούτου παράνομα στη Δημοκρατία. Την καλούσε επίσης να εγκαταλείψει την Κύπρο.

 

 Η παρούσα προσφυγή εγέρθηκε εναντίον της απόφασης του Τμήματος Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης να αρνηθεί το αίτημα της αιτήτριας για αλλαγή εργοδότησης.

 

Προκύπτει από τα στοιχεία που έχω ενώπιόν μου ότι η αιτήτρια ουδέποτε κατήγγειλε στην Αστυνομία υπόθεση σεξουαλικής της εκμετάλλευσης. Αντίθετα, υπάρχουν στοιχεία ότι όταν της ζητήθηκε να δώσει κατάθεση περί τούτου στην Αστυνομία, αυτή απάντησε ότι παρά να δώσει κατάθεση προτιμούσε την πορνεία.

 

Με την προσφυγή αυτή προβάλλεται ότι υπάρχει παραβίαση του Νόμου, συγκεκριμένα του περί Καταπολέμησης της Εμπορίας Προσώπων και περί Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων Νόμου 3(1)/2000, καθώς και της Σύμβασης περί Καταστολής και Εξάλειψης της Σωματεμπορίας και της Εκμετάλλευσης Πορνείας Άλλων, Κυρωτικός Νόμος 57/83. 

 

Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας καθώς και ότι υπήρξε κατάχρηση εξουσίας και έλλειψη δέουσας έρευνας οδηγούσα σε πλάνη περί τα πράγματα.

 

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 11(3) των περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Κανονισμών του 1972, η άδεια απασχολήσεως παύει να ισχύει και θεωρείται ακυρωθείσα εάν ο κάτοχος της παραλείψει, μεταξύ άλλων, να απασχολείται στην ίδια απασχόληση ή στον ίδιο εργοδότη.  Η αιτήτρια επικαλείται το άρθρο 9 του Νόμου 3(1)/2000, που προβλέπει ότι αλλοδαπός ο οποίος αναγκάζεται να εγκαταλείψει την εργασία του λόγω παράνομης εκμετάλλευσης ή άλλης μορφής κατάχρησης από τον εργοδότη του, δικαιούται να ζητήσει από τον Υπουργό άδεια για εργοδότηση από άλλους εργοδότες.

 

Είναι προφανές ότι στην παρούσα περίπτωση υπήρξε  ισχυρισμός της αιτήτριας, ότι υπήρξε σεξουαλική της εκμετάλλευση από τον εργοδότη, ο οποίος όμως ουδέποτε τεκμηριώθηκε.  Ουδέποτε η ίδια κατήγγειλε την υπόθεση στην Αστυνομία για να διερευνηθεί ο ισχυρισμός της και δεν θα ήταν δυνατόν να θεωρηθεί ότι υπήρξε τέτοια εκμετάλλευση χωρίς να δοθούν στοιχεία.  Αυτό δεν είναι δεδομένο για μόνο το λόγο ότι υπήρξε τέτοιος ισχυρισμός.  Η θέση της αιτήτριας, ότι εφόσον υπήρχε αυτός ο ισχυρισμός οι Αρχές όφειλαν οι ίδιες να τον διερευνήσουν, δεν ευσταθεί.  Εάν αποφασίζετο κάτι τέτοιο, τότε θα ετίθετο τεράστιο βάρος στους ώμους των Αρχών να προβαίνουν σε έρευνες για τις οποίες δεν είχαν δοθεί στοιχεία από τους παραπονούμενους και θα καθιστούσε το έργο τους αδύνατο.  Αφ΄ης στιγμής δεν δόθηκαν στοιχεία για να διερευνηθούν και να αποδειχθεί η ορθότητά του ισχυρισμού για σεξουαλική εκμετάλλευση, η εγκατάλειψη της εργασίας της αιτήτριας ήταν αδικαιολόγητη και οδήγησε σε παρανομία την  περαιτέρω διαμονή της στην Κύπρο.

 

Η διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης αναφορικά με την είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στο έδαφος μιάς χώρας, όπως επανειλημμένα έχει νομολογηθεί, είναι ευρεία αλλά πρέπει τα θέματα να αποφασίζονται με καλή πίστη.  (Δέστε Moyio and Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, Reyes v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 860/92, ημερ. 9.2.96, Αmanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583, κ.α.).

 

Έχοντας υπόψη τα στοιχεία και τα γεγονότα, όπως αναφέρθηκα σε αυτά πιο πάνω, βρίσκω ότι οι Αρχές ενήργησαν εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας και καταλήγω ότι δεν χωρεί  επέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με €700 έξοδα εναντίον της αιτήτριας.

 

                                                                   Π. Αρτέμης, Δ.

/Χ.Π.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο