ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 4 ΑΑΔ 339
4 Ιουνίου, 2007
[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 28, 25 ΚΑΙ 26 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΙΑΣΙΔΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' oυ η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 53/2006)
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή, σε αντιδιαστολή προς πράξη βεβαιωτικού χαρακτήρα ― Όροι διαπίστωσης του βεβαιωτικού χαρακτήρα πράξεως ― Απόρριψη αίτησης εγγραφής στο Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου, κρίθηκε βεβαιωτική στην εξετασθείσα υπόθεση.
Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου ― Εγγραφή στο Μητρώο Μελών ― Απόρριψη της αρχικής αίτησης για εγγραφή και επανεξέταση ― Πότε η επανεξέταση μπορεί να οδηγήσει σε εκτελεστή απόφαση ― Όταν λαμβάνονται υπόψη νέα πραγματικά δεδομένα ― Οι νομικές γνωματεύσεις δεν αποτελούν τέτοια δεδομένα.
Ο αιτητής προσέφυγε κατά της απόφασης απόρριψης, (μετά από επανεξέταση), της αίτησής του για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ στον κλάδο πολιτικής μηχανικής (περιλαμβανομένης της μηχανικής τοπίου).
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Αναφορικά με την (α) προδικαστική ένσταση, ότι δηλαδή ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον, για το λόγο ότι δεν κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα για εγγραφή στο ΕΤΕΚ, αυτή δεν ευσταθεί. Το επίδικο θέμα είναι ακριβώς αν ορθά έκρινε το ΕΤΕΚ ότι τα προσόντα του αιτητή ήταν τέτοια που δεν δικαιούτο εγγραφής.
2. Όσον αφορά τη (β) προδικαστική ένσταση, ότι δηλαδή η απόφαση της 2.12.2005 είναι βεβαιωτική της απόφασης ημερ. 18.2.2005, για να μη χαρακτηριστεί ως βεβαιωτική η δεύτερη, με όμοιο περιεχόμενο, απόφαση, θα πρέπει αυτή να είχε ληφθεί μετά τη διεξαγωγή νέας έρευνας, κατά την οποία να εξετάστηκαν νέα πραγματικά γεγονότα ή νομικά θέματα. Αναφορικά με την πληρωμή του τέλους των ΛΚ 30 για εξέταση της αίτησης επανεξέτασης εν προκειμένω, σίγουρα αυτό δεν αποτελεί νέο γεγονός που επηρεάζει την ουσία της απόφασης.
Ζήτημα τίθεται από το γεγονός ότι κατά τη λήψη της δεύτερης απόφασης (προσβαλλόμενης) ο καθ' ου η αίτηση είχε ζητήσει και έλαβε υπόψη σχετική νομική συμβουλή, πράγμα που δεν έλαβε υπόψη την πρώτη φορά. Το θέμα αυτό όμως απαντάται από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Θεοδοσίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 689 σελ. 694. Κατά συνέπεια γίνεται δεκτή η προδικαστική ένσταση, ότι η απόφαση της 2.12.2005 δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα αφού είναι βεβαιωτική της απόφασης της 18.2.2005.
3. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αιτητής προτού πάει για σπουδές στην Αγγλία είχε συμβουλευθεί το ΕΤΕΚ και η απάντηση ήταν τέτοια που εύλογα ανάμενε ότι το δίπλωμά του θα αναγνωρίζετο, κάτι που δέχεται ο καθ' ου η αίτηση, δεν επιδικάζονται έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 316,
Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054,
Κουππάρης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 460,
Punting Transports Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 (B) Α.Α.Δ. 737,
Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 364,
Θεοδοσίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 689,
Γεωργιάδης ν. Δημοκρατίας (2001) 3 (A) Α.Α.Δ. 9,
Παναγίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 191.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης με Ξ. Ευγενίου, για τον Αιτητή.
Κ. Κενεβέζος, για τον Καθ' oυ η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ' ου η αίτηση που περιέχεται σε επιστολή ημερ. 2.12.2005 και με την οποία απέρριψε την αίτησή του για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ στον κλάδο της Πολιτικής Μηχανικής περιλαμβανομένης της Μηχανικής Τοπίου, είναι παράνομη και άκυρη.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Τα γεγονότα που επικαλείται ο Αιτητής έχουν περιληπτικά ως ακολούθως:
Όταν ο αιτητής αποφοίτησε από το Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο (ΑΤΙ) στον κλάδο Πολιτικής Μηχανικής απευθύνθηκε στο ΕΤΕΚ και ζήτησε να μάθει αν o ίδιος ο τίτλος Bachelor of Engineering του πανεπιστημίου του Nottingham του Ηνωμένου Βασιλείου είναι αναγνωρισμένος τίτλος για σκοπούς εγγραφής στο ΕΤΕΚ στον κλάδο Πολιτικής Μηχανικής. Το ΕΤΕΚ (καθ' ου η αίτηση) ενημέρωσε τον αιτητή ότι το συγκεκριμένο δίπλωμα περιλαμβάνεται στον κατάλογο διαπιστευμένων προγραμμάτων σπουδών του Engineering Council και του Institute of Civil Engineering του Ηνωμένου Βασιλείου. Στη συνέχεια ο αιτητής ενεγράφηκε και απέκτησε το δίπλωμα Bachelor of Engineering (Honours) in Civil Engineering από το προαναφερθέν αγγλικό πανεπιστήμιο. Στις 9.7.2004 υπέβαλε αίτηση στο καθ' ου η αίτηση Επιμελητήριο για να εγγραφεί στον κλάδο της Πολιτικής Μηχανικής, περιλαμβανομένης της Μηχανικής Τοπίου. Ο καθ' ου η αίτηση με επιστολή του ημερ. 18.2.2005 πληροφόρησε τον αιτητή ότι η αίτηση του απορρίφθηκε για το λόγο ότι τα ακαδημαϊκά του προσόντα (το δίπλωμα δηλαδή του Bachelor of Engineering (Honours) in Civil Engineering του University of Nottingham) δεν έχουν τύχει αναγνώρισης από το ΕΤΕΚ. Ο αιτητής επανήλθε, μέσω του δικηγόρου του, και υπέβαλε ξανά το αίτημα στις 4.8.2005 για επανεξέταση της υπόθεσης του. Ο καθ' ου η αίτηση με επιστολή του ημερ. 12.9.2005 πληροφόρησε τον αιτητή ότι για να εξεταστεί η αίτηση του θα έπρεπε να καταβάλει το ποσό των £30, πράγμα που ο αιτητής έπραξε στις 11.10.2005. Ο καθ' ου η αίτηση με επιστολή του ημερ. 2.12.2005 (προσβαλλόμενη απόφαση) πληροφόρησε και πάλι τον αιτητή ότι η αίτηση του απορρίφθηκε για τον ίδιο ακριβώς λόγο που είχε επικαλεστεί και την προηγούμενη φορά, δηλαδή στην επιστολή του ημερ. 18.2.2005.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Από πλευράς του αιτητή υπάρχει ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση (α) παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης, (β) ο αιτητής στερήθηκε του δικαιώματος ακρόασης (γ) ότι πάσχει η σύνθεση της Επιτροπής Εγγραφής Μελών ημερ. 25.10.2005 και της Διοικούσας Επιτροπής του ΕΤΕΚ ημερ. 23.11.2005 όπως φαίνεται στα παραρτήματα 7 και 8 της ένσταση, (δ) έλλειψη δέουσας έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα, και (ε) ανύπαρκτη αιτιολογία.
Ο καθ' ου η αίτηση εγείρει τις εξής προδικαστικές ενστάσεις:
α) ότι ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλλει την εν λόγω απόφαση αφού ο ίδιος δεν κατέχει τα σχετικά προσόντα, και
β) ότι η απόφαση της 2.12.2005 είναι βεβαιωτική της απόφασης της 18.2.2005 και επομένως δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα. Διαζευκτικά των πιο πάνω ενστάσεων υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Αξιολογώντας τους διάφορους νομικούς λόγους, το κρίνω ορθότερο όπως εξετάσω πρώτα τις προδικαστικές ενστάσεις.
Αναφορικά με την (α) προδικαστική ένσταση, ότι δηλαδή ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον για το λόγο ότι δεν κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα για εγγραφή στο ΕΤΕΚ, χωρίς δυσκολία αποφαίνομαι ότι αυτή δεν ευσταθεί. Το επίδικο θέμα είναι ακριβώς αν ορθά έκρινε το ΕΤΕΚ ότι τα προσόντα του αιτητή ήταν τέτοια που δεν δικαιούτο εγγραφής. (Βλέπε μεταξύ άλλων Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 316).
Όσον αφορά τη (β) προδικαστική ένσταση, ότι δηλαδή η απόφαση της 2.12.2005 είναι βεβαιωτική της απόφασης ημερ. 18.2.2005, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά διότι αν φανεί ότι η δεύτερη απόφαση είναι βεβαιωτική της πρώτης, τότε σύμφωνα με όγκο νομολογίας η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή. (Βλέπε μεταξύ άλλων Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054, Κουππάρης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 460, Punting Transports Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 (B) Α.Α.Δ. 737, Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 364, Θεοδοσίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 689, Γεωργιάδης ν. Δημοκρατίας (2001) 3 (A) Α.Α.Δ. 9 και Παναγίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 191).
Σύμφωνα με τις πιο πάνω αποφάσεις για να μη χαρακτηριστεί ως βεβαιωτική η δεύτερη, με όμοιο περιεχόμενο, απόφαση, θα πρέπει αυτή να είχε ληφθεί μετά τη διεξαγωγή νέας έρευνας κατά την οποία να εξετάστηκαν νέα πραγματικά γεγονότα ή νομικά θέματα. Στην προαναφερθείσα υπόθεση Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας σελ. 367 γίνεται παραπομπή στο σύγγραμμα Μ. Δ. Στασινόπουλος «Δίκαιο των Διοικητικών Διαφορών» 4η έκδοση (1964) στη σελ. 176 όπου διατυπώνονται τα ακόλουθα:
«"Πότε υπάρχει νέα έρευνα, είναι ζήτημα πραγματικόν. Θεωρείται όμως γενικώς νέα έρευνα η λήψις υπ' όψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων, κρίνεται δε αυστηρώς το χρησιμοποιηθέν νέον υλικόν, διότι δεν πρέπει ο απολέσας την προθεσμίαν δια την προσβολήν μιας εκτελεστής πράξεως, να δύναται να καταστρατηγή την προθεσμίαν ταύτην διά της δημιουργίας νέας πράξεως, η οποία εξεδόθη κατ' επίφασιν μεν κατόπιν νέας ερεύνης, κατ΄ουσίαν όμως επί τη βάσει των αυτών στοιχείων"
Τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929 έως 1959) στη σελ. 241 υποστηρίζουν την παραπάνω διατύπωση του κανόνα:
"Νέα έρευνα υπάρχει εάν, προ της εκδόσεως της ενωτέρας πράξεως, λαμβάνη χώραν εξέτασις νεωστί προκυπτόντων, ή προϋπαρχόντων μεν αλλά τέως αγνώστων κυρίων στοιχείων κρίσεως, άτινα νυν λαμβάνονται προσθέτως υπ' όψιν."»
Στην παρούσα περίπτωση είναι ο ισχυρισμός του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή ότι η επανεξέταση έγινε στη βάση νέων γεγονότων. Τέτοια γεγονότα είναι, σύμφωνα με το συνήγορο, (α) η πληρωμή νέου τέλους ΛΚ30 και (β) το ότι ο καθ' ου η αίτηση ζήτησε τη γνωμάτευση του νομικού του συμβούλου.
Αναφορικά με την πληρωμή του τέλους των ΛΚ 30 για εξέταση της αίτησης, σίγουρα αυτό δεν αποτελεί νέο γεγονός που επηρεάζει την ουσία της απόφασης. Άλλωστε στην επιστολή του καθ΄ου η αίτηση ημερ. 12.9.2005 προς το συνήγορο του αιτητή, γινόταν ξεκάθαρο ότι έπρεπε ο αιτητής να υποβάλει «πρόσθετα στοιχεία σε σχέση με τα ακαδημαϊκά του ή άλλα προσόντα» και αν δεν υποβάλει τέτοια στοιχεία «να μην αιτηθεί επανεξέτασης». Πρόσθετα στοιχεία ζήτησε ο καθ' ου η αίτηση και με την επιστολή του ημερ. 18.8.2005. Αυτό που με προβλημάτισε κάπως είναι το γεγονός ότι κατά τη λήψη της δεύτερης απόφασης (προσβαλλόμενης) ο καθ' ου η αίτηση είχε ζητήσει και έλαβε υπόψη σχετική νομική συμβουλή, πράγμα που δεν έλαβε υπόψη την πρώτη φορά. Έχω όμως προσέξει ότι το θέμα αυτό απαντάται από την απόφαση της Ολομέλειας στην προαναφερθείσα υπόθεση Θεοδοσίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 689 σελ. 694 όπου ο Πικής, Π. ανάφερε τα ακόλουθα:
«Στην προκειμένη περίπτωση κανένα στοιχείο δεν υποβλήθηκε από τον εφεσείοντα το οποίο θα μπορούσε εξ αντικειμένου να δικαιολογήσει τη διεξαγωγή νέας έρευνας. Ούτε η απόφαση που προσβλήθηκε υπήρξε το προϊόν νέας έρευνας. Η απόφαση αντανακλούσε την εμμονή της Διοίκησης στην προηγούμενη θέση της.
Ο κ. Αγγελίδης υπέβαλε ότι, το γεγονός ότι πριν τη δεύτερη επιστολή του εφεσείοντος και την απάντηση των αρχών σ' αυτή, είχε ζητηθεί από το Γενικό Εισαγγελέα γνωμάτευση από το Υπουργείο ως προς την ορθότητα της προσέγγισης των αρχών στην εφαρμογή του επίμαχου νόμου, σηματοδοτεί τη διεξαγωγή νέας έρευνας προς την οποία πρέπει να συσχετισθεί και η απάντηση που δόθηκε στον εφεσείοντα, γεγονός που της προσέδωσε εκτελεστό χαρακτήρα. Η θέση αυτή είναι ανεδαφική. Κανένα νέο νομικό ή πραγματικό στοιχείο δεν τέθηκε το οποίο θα μπορούσε εξ αντικειμένου να δικαιολογήσει τη διεξαγωγή νέας έρευνας.
Η αναζήτηση της γνώμης των νομικών συμβούλων του κράτους για την ορθότητα ληφθείσας απόφασης, δεν συνιστά αφ' εαυτής νέα έρευνα. Άλλωστε, η γνωμάτευση, που δόθηκε εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, βεβαίωσε την ορθότητα της προσέγγισης των εφεσιβλήτων.
Σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο κρίνουμε ότι η προσφυγή του εφεσείοντος στρέφεται κατά βεβαιωτικής απόφασης και, ως εκ τούτου είναι απαράδεκτη.»
Παρομοίως, στην προαναφερθείσα υπόθεση Παναγίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, αίτημα για επανεξέταση υπόθεσης με επίκληση απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί νομικού σημείου που αφορά την υπόθεση, κρίθηκε ότι δεν αποτελούσε υποβολή νέων στοιχείων ώστε να καθίσταται η νέα απόφαση της διοίκησης εκτελεστή.
Στρεφόμενος στα γεγονότα της δικής μας υπόθεσης διαπιστώνω ότι έχουμε δυο όμοιες στο αποτέλεσμα αποφάσεις που λήφθηκαν από το ίδιο όργανο, χωρίς να παρατεθεί από πλευράς του αιτητή οποιοδήποτε νέο πραγματικό ή νομικό στοιχείο το οποίο να έτυχε εξέτασης προτού ληφθεί η δεύτερη (προσβαλλόμενη) απόφαση. Καταλήγω λοιπόν να δεχθώ την προδικαστική ένσταση ότι η απόφαση της 2.12.2005 δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα αφού είναι βεβαιωτική της απόφασης της 18.2.2005. Γι' αυτό η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.
Αυτό που επίσης με προβλημάτισε είναι το θέμα των εξόδων. Κανονικά αυτά ακολουθούν το αποτέλεσμα. Λαμβάνοντας όμως υπόψη, αυτό που ισχυρίζεται ο αιτητής αναφορικά με την ουσία της υπόθεσης, ότι δηλαδή προτού πάει για σπουδές στην Αγγλία είχε συμβουλευθεί το ΕΤΕΚ και η απάντηση ήταν τέτοια που εύλογα ανάμενε ότι το δίπλωμα του θα αναγνωρίζετο, κάτι που δέχεται ο καθ' ου η αίτηση, έχω καταλήξει να μην εκδώσω οποιαδήποτε διαταγή για τα έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.