ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1668/2007)

 

12 Δεκεμβρίου, 2007

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΑΡΘΡΟ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

JAYASINGHE  ARACHCHIGE  ROHAN  CHAMINDA,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ

ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ  ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ  ΚΑΙ  ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ  ΛΕΜΕΣΟΥ  ΄Η  ΤΜΗΜΑΤΟΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ  ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ  ΚΑΙ  ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ  ΛΕΜΕΣΟΥ  ΚΑΙ/΄Η  ΜΕΣΩ  ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ  ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ  ΚΑΙ/΄Η  ΜΕΣΩ  ΤΟΥ  ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ  ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ,

Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

EX  PARTE  ΑΙΤΗΣΗ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ  27  ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ,  2007

 

Μιράντα Αγγελίδου (κα), για Μάριο Γεωργίου,  για τον Αιτητή.

Ειρήνη Νεοφύτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Ο αιτητής, στις 27/11/2007, καταχώρισε την πιο πάνω προσφυγή, με την οποία ζητά δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι:-

 

«... η άρνηση και/ή παράλειψη του αρμόδιου Λειτουργού και/ή του Βοηθού Υπεύθυνου της ΥΑΜ Λεμεσού να εκδώσει στον αιτητή άδεια προσωρινής παραμονής και/ή να παραλάβει αίτησή του προς έκδοση άδειας προσωρινής παραμονής είναι πράξη άκυρη και/ή παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»

 

 

 

Την ίδια μέρα, ο αιτητής καταχώρισε μονομερή αίτηση, με την οποία ζητά:

 

(α)   Οδηγίες για σύντομη εκδίκαση της προσφυγής.

 

(β)   Προσωρινό διάταγμα, με το οποίο να διατάσσονται οι καθ' ων η αίτηση όπως, μέχρι την αποπεράτωση της προσφυγής πρωτοδίκως, σεβαστούν το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά του αυτός να είναι παρών κατά τη διάρκεια της ακρόασης της υπόθεσής του.

 

(γ)   ΄Οπως εμποδιστούν οι καθ' ων η αίτηση να τον απελάσουν.

 

Με οδηγίες του Δικαστηρίου, η μονομερής αίτηση επιδόθηκε και οι καθ' ων η αίτηση εκπροσωπήθηκαν από δικηγόρο της Δημοκρατίας. 

 

Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του Γεώργιου Γεωργίου, που συνοδεύει την αίτηση, ο αιτητής ήλθε στην Κύπρο για πρώτη φορά στις 4/9/1998 και, από τις 17 Οκτωβρίου του ιδίου χρόνου, εξασφάλισε άδεια παραμονής, με σκοπό την εργοδότησή του ως οικιακός βοηθός.   Από τον Αύγουστο του 2003, εργάζεται ως οικιακός βοηθός στην υπηρεσία συγκεκριμένης εργοδότου.  Στις 23/12/2005, με επιστολή του συνηγόρου του - Π. Κλεοβούλου - ζήτησε από τον Υπουργό Εσωτερικών την έκδοση σ' αυτόν άδειας παραμονής στην Κύπρο, υπό το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/109/ΕΚ, (η «Ευρωπαϊκή Οδηγία»).  Ο συνήγορός του ειδοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 8/3/2006, ότι το αίτημά του διαβιβάστηκε στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης για εξέταση, χωρίς, όμως, ποτέ το Τμήμα αυτό να επικοινωνήσει μαζί του.  Μέσω του συνηγόρου του, απέστειλε στο Υπουργείο Εσωτερικών νέα επιστολή στις 18/7/2007.  Το Υπουργείο Εσωτερικών, με επιστολή του ημερομηνίας 10/8/2007, κάλεσε τον αιτητή να απευθυνθεί για ανανέωση της προσωρινής άδειας παραμονής του είτε στο Επαρχιακό Γραφείο Λευκωσίας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης είτε στα κατά τόπους Γραφεία της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αστυνομίας. 

 

Ο αιτητής, συνεχίζει ο ενόρκως δηλών, επισκέφθηκε, μαζί του τα Γραφεία της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Λεμεσού, πληροφόρησε τον υπεύθυνο για την πρόθεσή του να ανανεώσει την προσωρινή άδεια παραμονής του και ζήτησε πληροφορίες για το τι χρειαζόταν να υποβληθεί.  ΄Οταν επανήλθε στις 23/11/2007, για να υποβάλει γραπτώς το αίτημά του, ο υπεύθυνος αρνήθηκε να παραλάβει την αίτησή του.  Ο αιτητής, καταλήγει ο ενόρκως δηλών, έχει συμπληρώσει νόμιμα πάνω από πέντε χρόνια διαμονής στη Δημοκρατία και δικαιούται να υποβάλει αίτηση για να αποκτήσει το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος.  ΄Εχει καλή υπόθεση και, εάν δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα, θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά, αφού προϋπόθεση του Νόμου για υποβολή αιτήματος απόκτησης του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος είναι ο αιτητής να ευρίσκεται στην Κύπρο όταν θα υποβάλλει το αίτημά του.  Η απόφαση του υπεύθυνου του Γραφείου Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης να μην παραλάβει την αίτηση λήφθηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας. 

 

Στις 5/12/2007, που ήταν ορισμένη η αίτηση, τέθηκε από το Δικαστήριο ζήτημα εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης απόφασης και ζητήθηκε από τους συνηγόρους να αγορεύσουν και επί του σημείου αυτού.  Οι συνήγοροι ακούστηκαν στις 7/12/2007, τόσο ως προς το ζήτημα του εκτελεστού της προσβαλλόμενης απόφασης όσο και ως προς την αίτηση, καίτοι οι καθ' ων η αίτηση δεν καταχώρισαν γραπτή ένσταση. 

 

΄Εχω εξετάσει όλα όσα οι συνήγοροι προώθησαν, για να υποστηρίξουν, η πλευρά του αιτητή, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εκτελεστή πράξη και, οι καθ' ων η αίτηση, ότι αυτή στερείται εκτελεστότητας.  ΄Εχω την άποψη, τουλάχιστον με όσα τέθηκαν ενώπιόν μου για τους σκοπούς της ενδιάμεσης αίτησης, ότι η άρνηση και/ή παράλειψη του αρμόδιου λειτουργού να παραλάβει την αίτηση του αιτητή προς έκδοση άδειας προσωρινής παραμονής, δεν περιέχει οποιαδήποτε εκτελεστή διοικητική πράξη.  Δε συνιστά δήλωση βούλησης που αποσκοπεί στην παραγωγή έννομου αποτελέσματος, ούτε επηρεάζει άμεσα τα όποια δικαιώματα αυτός έχει, δηλαδή να υποβάλει αίτημα για να του χορηγηθεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία, αλλά έμμεσα. 

 

΄Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω και, ιδιαίτερα, ενόψει του ότι, εκ πρώτης όψεως, κρίνω ότι δεν υπάρχει εκτελεστή διοικητική πράξη, καταλήγω ότι η περίπτωση δεν είναι τέτοια, που να αποδεικνύεται έκδηλη παρανομία και, μάλιστα, τέτοιας φύσεως, που να καθιστά κατάλληλη την περίπτωση για να αποστεί το Δικαστήριο από τη μέχρι τώρα νομολογία, δηλαδή ότι δεν αναστέλλεται η ισχύς διοικητικής πράξης αρνητικής φύσης.

 

Και αν ακόμη η προσβαλλόμενη απόφαση θα μπορούσε να θεωρηθεί εκτελεστή, και πάλι, έχοντας υπόψη ότι προσωρινό διάταγμα σε προσφυγή μπορεί να εκδοθεί σε περιπτώσεις έκδηλης παρανομίας και σε περιπτώσεις όπου ενδέχεται να προκύψει ανεπανόρθωτη ζημιά - (βλ. Λοϊζίδης ν. Υπ. Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233, Κροκίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1857), δε βρίσκω, με τα όσα επικαλείται ο αιτητής, να δικαιολογείται η έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων.  ΄Ολα όσα με την ένορκο δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης προβάλλονται δεν είναι τίποτε άλλο παρά φόβοι και ανησυχίες του αιτητή, χωρίς αναφορά και σύνδεσή τους με την προσβαλλόμενη απόφαση.  Με την αίτηση, ουσιαστικά, επιδιώκεται να εμποδιστούν οι καθ' ων η αίτηση να λάβουν οποιαδήποτε απόφαση σε σχέση με τον αιτητή, μέχρι την ολοκλήρωση της προσφυγής του.  Ζητείται αυτός να μην απελαθεί, ενώ απόφαση για κάτι τέτοιο δεν υπάρχει.  Η απουσία απόφασης για απέλασή του καθιστά τον ισχυρισμό ότι αυτός θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά, εάν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα, αφού δε θα βρίσκεται στην Κύπρο για να υποβάλει το αίτημά του, κενό περιεχομένου. 

 

Η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του αιτητή.

 

 

 

 

 

 

                                                                                           Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                                                          Δ.

 

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο