ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2007) 4 ΑΑΔ 730

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                    

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

       

                                      &n bsp;          Συνεκ. Υποθέσεις αρ. 1177/2006

                                                            και 1298/2006

 

 

16 Oκτωβρίου, 2007

 

[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

Υπόθεση αρ. 1177/06 

ΕΛΕΝΗ ΚΕΚΚΟΥ

                                    Αιτήτρια

ν.

 

 ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

                                    Καθ΄ών  η αίτηση

.............................

                                                                                                Υπόθεση αρ. 1298/06

 

ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ

Αιτήτρια

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Καθών η αίτηση

.........

 

Α. Πετουφάς, για την αιτήτρια στην 1177/06

Γ. Σεραφείμ, για την αιτήτρια στην 1298/06

Ρ. Παπαέτη (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους καθών η αίτηση

Γ. Χατζημιχαήλ (κα), για το ενδιαφερόμενο μέρος Κ. Αντωνιάδου

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:   Με τις παρούσες προσφυγές (που συνεκδικάστηκαν) η κάθε μια από τις αιτητριες ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, η οποία δημοσιεύτηκε 5.5.06 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, και με την οποία προήγαγε την Κυριακή Παπαβασιλείου-Αντωνιάδου στη μόνιμη θέση Πρωτοκολλητή Α',  Δικαστική Υπηρεσία, από την 15.4.06 αντί της ιδίας, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (πιο κάτω η Ε.Δ.Υ.) στις 3.1.06 συνεδρίασε, κατόπιν πρότασης, του Αρχιπρωτοκολλητή, Ανώτατο Δικαστήριο, Δικαστική Υπηρεσία, για την πλήρωση μιας κενής μόνιμης θέσης Πρωτοκολλητή Α', Δικαστική Υπηρεσία, και αποφάσισε, επειδή επρόκειτο για θέση προαγωγής, να επιληφθεί της πρότασης σε επόμενη συνεδρία της, ώστε στη συνεδρία να παραστεί και ο Αρχιπρωτοκολλητής, Ανώτατο Δικαστήριο, Δικαστική Υπηρεσία.  Έτσι σε συνεδρία της η ΕΔΥ στις 16.03.2006, άκουσε την σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή, ο οποίος σύστησε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος (πιο κάτω ε.μ.). Στη συνέχεια, κατά την ίδια συνεδρία της και μετά που αποχώρησε ο Αρχιπρωτοκολλητής, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία και την σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή, έκρινε ότι καταλληλότερος υποψήφιος για την επίδικη θέση είναι το ε.μ. Αντωνιάδου, την οποία και προήγαγε από 15/4/06.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο βασικότερος λόγος που προβάλλει ο Αιτητής είναι η πάσχουσα σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή και προς τούτο βρίσκονται σε συνάρτηση και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης που προβάλλουν το ζήτημα της αντίθεσης της σύστασης με τα στοιχεία των φακέλων, τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις και εν γένει την έλλειψη δέουσας αιτιολογίας.   Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω μη δέουσας έρευνας και πραγματικής πλάνης ως προς το κατά πόσο το ε.μ. κατείχε την απαιτούμενη από την παρ.1 του Σχεδίου Υπηρεσίας πείρα «στην εφαρμογή των διαδικασιών των Δικαστηρίων σε πολιτικές και ποινικές υποθέσεις».  Τέλος προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η απόφαση της ΕΔΥ πάσχει λόγω μη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

 

                                          

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Σχετικά με τον πρώτο λόγο που προβάλλουν οι αιτήτριες, την πάσχουσα δηλαδή σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή (Διευθυντή της Υπηρεσίας), η νομιμότητά της εξετάζεται πάντοτε σε συνάρτηση με το περιεχόμενο των φακέλων των υποψηφίων οι οποίοι αντικατοπτρίζουν την πραγματική υπηρεσιακή τους εικόνα στα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια. Νομολογιακά τίθεται υπό το πρίσμα της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Μοδίτη ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695.  Προτιμώ στο στάδιο αυτό να παραθέσω μέρος του περιεχομένου της σύστασης του Αρχιπρωτοκολλητή, που ανάμεσα σε άλλα αναφέρει ότι :

 

«Σε μια συνεκτίμηση όλων των αναφερθέντων στοιχείων και λαμβάνοντας υπόψη τα αυξημένα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, συστήνω για προαγωγή στη θέση Πρωτοκολλητή Α΄την υποψήφια με α/α 3, Αντωνιάδου-Παπαβασιλείου Κυριακή.

 

Αιτιολογώντας σύμφωνα με το Νόμο τη σύσταση μου, αναφέρω ότι:

 

(α) Όλοι οι υποψήφιοι και ειδικότερα οι υποψήφιες  με α/α 1 και 2, με τις οποίες η συστηνόμενη έχει την ίδια αρχαιότητα, είναι εξαίρετοι υπάλληλοι και αξιολογούνται ως τέτοιοι σε σχέση με τα καθήκοντα που εκτελούν σήμερα. Κατά την άποψη μου είναι δυνατή η διάκριση μεταξύ υπαλλήλων που αξιολογούνται ως ίσοι μεταξύ τους, λαμβανομένου υπόψη, στη παρούσα περίπτωση, ότι η συστηνόμενη θα μπορέσει να ανταποκριθεί στον ύψιστο βαθμό στα καθήκοντα της θέσης.

 

(β)  Κατά την ταπεινή μου γνώμη η σύσταση αυτή δεν αντιστρατεύεται τη νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου και ειδικότερα την απόφαση στην υπόθεση Μοδίτης ν. Δημοκρατίας της 25ης Οκτωβρίου, 2002, στην οποία αποφασίστηκε ότι «ο Προϊστάμενος του Τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση, γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ αυτού προκύπτει ο ρόλος του, να επισημάνει δηλαδή (τηρουμένων βέβαια των στοιχείων των φακέλων) τι από τα δεδομένα, δηλαδή τις ιδιότητες και ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε να αναδεικνύεται ο καταλληλότερος.  Η άποψη αυτή ενισχύεται και από την πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στις Αναθεωρητικές Εφέσεις αρ. 3655 και 3680 που εκδόθηκε στις 20 Φεβρουαρίου, 2006, στην οποία τονίζεται ότι η σύσταση του Διευθυντή αποτελεί ένα από τα μετρήσιμα αξιολογικά κριτήρια πολύ δε περισσότερο το εύρος της διακριτικής εξουσίας της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας.»

(Σημειώνω ότι οι υποψήφιοι α/α 1 και 2 στις οποίες γίνεται αναφορά στο απόσπασμα είναι οι αιτήτριες)

 

Οι Αναθεωρητικές Εφέσεις 3655 και 3680 στις οποίες γίνεται αναφορά από τον Αρχιπρωτοκολλητή, είναι η υπόθεση Δημοκρατία ν. Λαούρη κα (2006) 3 Α.Α.Δ. 52.  Η υπόθεση αυτή επαναβεβαιώνει τη νομολογιακή αρχή ότι εκεί που υπάρχουν ισάξιοι υποψήφιοι, η Ε.Δ.Υ. μπορεί να επιλέξει τον υποψήφιο που κρίνει ως τον επικρατέστερο και νοουμένου ότι ακολούθησε τη νόμιμη διαδικασία, ο αιτητής πρέπει να αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του επιλεγέντος.  Όμως εδώ, για τους λόγους που εξηγώ πιο κάτω, φαίνεται ότι ο τρόπος με τον οποίο έγινε η σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή και την οποία υιοθέτησε η Ε.Δ.Υ. δεν είναι νόμιμος αφού αντιστρατεύεται τη νομολογία και ιδιαίτερα τα όσα αποφασίστηκαν στην υπόθεση Μοδίτης.

 

Αναφορικά με το ρόλο της σύστασης στην υπόθεση Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695 στη σελ. 719 αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων.  Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δε συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος.  Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι.  Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη της ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ' αυτού προκύπτει και ο ρόλος του.  Να επισημάνει τι από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος.  Οπότε, και στην περίπτωση που η Ε.Δ.Υ. έχει άλλη άποψη ως προς το ποιός είναι ο καταλληλότερος, να χρειάζεται να αιτιολογήσει αυτή την απόκλιση ειδικά.»

 

 

Η ουσία της απόφασης στην υπόθεση Μοδίτης (πιο πάνω) είναι ότι «η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων».  Μπορεί ο Διευθυντής κατά τη σύσταση του να αναφέρεται μόνο προς τον συστηνόμενο χωρίς να προβαίνει ρητά σε σύγκριση με αναφορά στους άλλους υποψηφίους.  Αν αυτοί δεν ήσαν ισοδύναμοι και πράγματι υπερείχε ο συστηνόμενος, το γεγονός ότι δεν έγινε ρητή αναφορά στους υπόλοιπους δε θα δημιουργούσε πρόβλημα.  Από τη στιγμή όμως που υπάρχουν και άλλοι ακριβώς ή περίπου ισοδύναμοι υποψήφιοι, πρέπει η σύσταση να είναι τέτοια που να μη προσθέτει κάτι στο συστηνόμενο με τρόπο που να δείχνει ότι οι άλλοι υστερούν.  Σχετικό επί του σημείου αυτού είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την σελ. 720 της προαναφερθείσας υπόθεσης Μοδίτης, όπου ο Κωνσταντινίδης, Δ. ανάφερε τα εξής:

 

«Όσα εξειδικεύει ως ικανότητες και ιδιότητες των συστηθέντων, αναμφιβόλως είναι σχετικά και θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει τους λόγους της επιλογής που έκαμε.  Εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά.  Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δε συστήνει.  Κατ' ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς.  Ωστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι.  (βλ. συναφώς Κίκης Ονουφρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 833)........»

 

 

Στη δική μας υπόθεση είναι η εισήγηση των ευπαιδεύτων συνηγόρων των αιτητριών ότι ενώ οι ίδιες, από άποψης αξίας και προσόντων ήταν ισοδύναμες με το ε.μ., ο Αρχιπρωτοκολλητής στη σύστασή του επικεντρώθηκε και υπερτόνισε το ότι το ε.μ. «θα μπορούσε να ανταποκριθεί στον ύψιστο βαθμό στα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης» ενώ απέφυγε να πει οτιδήποτε σχετικά με αυτή τη δυνατότητα των αιτητριών.

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία των φακέλων και ιδιαίτερα των υπηρεσιακών εκθέσεων, φαίνεται ότι οι αιτήτριες και το ε.μ. ήσαν ακριβώς ισοδύναμες στο κριτήριο αξία, όπως ορθά διαπίστωσε και ο Αρχιπρωτοκολλητής.  Ισοδύναμες ήσαν και στα προσόντα όπως και στην αρχαιότητα αφού διορίστηκαν όλες στη θέση που κατείχαν, την ίδια ημερομηνία.  Απλώς αν δούμε το θέμα με την αυστηρή νομική έννοια μπορεί ένας να πει ότι οι αιτήτριες είχαν κάποια αρχαιότητα με κριτήριο την ημερομηνία γέννησης αφού η Κέκκου γεννήθηκε στις 4/4/58, η Γρηγορίου στις 10/1/61 και η Αντωνιάδου (ε.μ.) στις 11.2.62.

 

Με δεδομένη τη διαπίστωση του Αρχιπρωτοκολλητή, που είναι ορθή, ότι αιτήτριες και ε.μ. είναι ισοδύναμοι, με την αιτιολογία που δίνει για την υπέρ του ε.μ.  προτίμηση, κρίνω ότι, όπως αυτή είναι διατυπωμένη, είναι αναιτιολόγητη, ή να το θέσω διαφορετικά, δίνεται τέτοια αιτιολογία που δείχνει ότι οι αιτήτριες δεν ήταν σε θέση να εκτελέσουν τα καθήκοντα της θέσης, διαπίστωση που είναι εσφαλμένη. Ο Αρχιπρωτοκολλητής αναφέρει ότι, «...η συστηνόμενη θα μπορέσει να ανταποκριθεί στον ύψιστο βαθμό στα καθήκοντα της θέσης.», όμως αυτή του την κρίση, κατά την άποψη μου, δεν την αιτιολογεί παραθέτοντας τους λόγους για τους οποίους το ε.μ. μπορεί να ανταποκριθεί καλύτερα στα καθήκοντα της θέσης, από την στιγμή που κρίθηκε ότι με τις αιτήτριες είναι σε όλα τα αξιολογικά κριτήρια, αξία, αρχαιότητα και προσόντα, ισοδύναμη υποψήφιος.  Δεν έχει επισημάνει τι από τα δεδομένα, δηλαδή τις ιδιότητες και ικανότητες που είχε το ε.μ. ταίριαζε καλύτερα στις ανάγκες της θέσης ώστε να αναδεικνύεται η καταλληλότερη συγκριτικά με τις αιτήτριες.

 

Η σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή φαίνεται να έπαιξε, παρά τον ενδοιασμό της Ε.Δ.Υ. περί της ορθότητας της, σημαντικό παράγοντα στην τελική της απόφαση για επιλογή του ε.μ.  Προκύπτει τούτο από από το εξής απόσπασμα των πρακτικών:

 

«Η Επιτροπή, επιλέγοντας την Αντωνιάδου-Παπαβασιλείου Κυριακή, έλαβε υπόψη ότι αυτή, σ' ό,τι αφορά την αξία, όπως η αξία αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, είναι ίση με τους υπόλοιπους υποψηφίους, αξιολογηθείσα ως καθόλα εξαίρετη, σ' ό,τι αφορά την αρχαιότητα υστερεί μόνο έναντι των υποψήφιων Κέκκου Ελένης και Γρηγορίου Πολυξένης, η αρχαιότητα όμως αυτή κρίνεται ως πολύ οριακή, αφού οφείλεται στην ημερομηνία γέννησής τους, και επιπλέον, διαθέτει υπέρ της τη σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή.

 

Η Επιτροπή, παρά τις επιφυλάξεις της σ΄ό,τι αφορά τη σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή, αποφασίζει να την υιοθετήσει και να σεβαστεί την άποψή του σ' ό,τι αφορά την αναφορά του στην απόφαση στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 2852 Ιωάννης Μοδίτης και Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, όπως αυτή εκτίθεται στη σύστασή του.»

 

Είμαι της άποψης ότι η πάσχουσα σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή,  συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την προσβαλλόμενη απόφαση της Ε.Δ.Υ.

 

Ενόψει των πιο πάνω οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα εναντίον των καθών η αίτηση και υπέρ των αιτητριών.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

                                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑς

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο