ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 633/2005)
4 Σεπτεμβρίου, 2007
[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SPIEL CLOTHING MANUFACTURING LTD
Αιτητές
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ/Η
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΚΑΙ/Η ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΑΓΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ' ων η αίτηση
Αγνή Ευσταθίου-Νικολετοπούλου για τους αιτητές.
Ε. Συμεωνίδου, Νομικός Λειτουργός, για τους καθ' ων η αίτηση.
Μ. Χατζηχριστοφή για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Προσβάλλεται η απόφαση του Συμβουλίου Προσφορών, ημερομηνίας 30.3.2005, με την οποία κατακυρώθηκε στους P.C. Ioannou & Sons Ltd (οι ενδιαφερόμενοι) η προσφορά με αριθμό 2004 Τ.1057 ημερομηνίας 22.10.04, για την προμήθεια στολών εκστρατείας παραλλαγής στρατού ξηράς και αεροπορίας.
Κατά την παράγραφο 2.2(ΙΙΙ) των Οδηγιών προς τους οικονομικούς φορείς που θα ενδιαφέρονταν να υποβάλουν προσφορά και τους όρους Σύμβασης Δημοσίου, θα έπρεπε οι προμηθευτές, μεταξύ άλλων, να υποβάλουν και κατάλογο στον οποίο να αναφέρονται οι κυριότερες παραδόσεις που πραγματοποίησαν κατά τα τελευταία τρία χρόνια.
Η Επιτροπή Αξιολόγησης διαπίστωσε, μεταξύ άλλων, μη συμμμόρφωση των αιτητών στον πιο πάνω όρο και, με επιστολή ημερομηνίας 13.1.05, ζητήθηκε σχετική συμπλήρωση. Οι αιτητές ανταποκρίθηκαν με επιστολή τους σύμφωνα με την οποία ασχολούνται επαγγελματικά με την εισαγωγή και κατασκευή ειδών ένδυσης και προμηθεύουν έγκαιρα 300 πελάτες παγκυπρίως και στο εξωτερικό. Παραθέτουν σ' αυτή κατάλογο των 19 σημαντικών πελατών τους και πληροφορούν πως οι αποθήκες τους και σχετικές φορτωτικές διατίθενται για επιθέωρηση.
Στην Έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης που ακολούθησε, ημερομηνίας 8.2.05, ως προς τους αιτητές, αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Δεν υπέβαλε κατάλογο στον οποίο να αναφέρονται οι κυριότερες παραδόσεις των τριών τελευταίων χρόνων που αφορούν τα υπό προμήθεια ή όμοια με αυτά προϊόντα στον οποίο να αναφέρονται οι ποσότητες, η αξία, ημερομηνίες παραγγελίας κ.λ.π. σύμφωνα με τις απαιτήσεις του όρου 2.2 (iii) σελίδα 7 των εγγράφων του διαγωνισμού. Υπέβαλε κάποια στοιχεία που αφορούν παραδόσεις μόνο για το έτος 2004.»
Kαι στα Σχόλια και Παρατηρήσεις της ίδιας Έκθεσης, πάλιν ως προς τους αιτητές, πως «δεν συνεχίζουν να συμμετέχουν στην πάρα πέρα αξιολόγηση για τους λόγους που αναφέρονται πιο πάνω».
Ακολουθούν στην Έκθεση συγκρίσεις και αξιολογήσεις και, στη βάση τους, εισήγηση προς το Συμβούλιο Προσφορών για ανάθεση της σύμβασης στους ενδιαφερόμενους.
Το Συμβούλιο Προσφορών επελήφθη του θέματος στη συνεδρία του ημερομηνίας 30.3.05 και αποφάσισε ως ακολούθως:
«Μελετήθηκε η έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης που υποβλήθηκε με επιστολή του Τμήματος Κρατικών Αγορών και Προμηθειών με αρ. φακ. 13.25.18.10.3/ΙΙ και ημερομηνία 8 Φεβρουαρίου, 2005 και το Συμβούλιο μετά από συζήτηση αποφάσισε την ανάθεση της σύμβασης στον φθηνότερο οικονομικό φορέα και για τα δύο είδη, εταιρεία Π.Κ. ΙΩΑΝΝΟΥ & YIOI ΛΤΔ σύμφωνα με την εισήγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης που αναφέρεται στην υπό αναφορά έκθεσή της.»
Ακολούθησε η επιστολή προς τους αιτητές, ημερομηνίας 7.4.05, με την οποία πληροφορούνται για την κατακύρωση, με επισημάνσεις ως ακολούθως:
«Πέραν του γεγονότος ότι δεν έχετε προσφέρει τις χαμηλότερες τιμές σύγκρισης στην προκείμενη περίπτωση, ο άλλος λόγος για τον οποίο δεν έγινε αποδεκτή η προσφορά σας, είναι ο ακόλουθος:
Δεν υπεβάλατε κατάλογο στον οποίο να αναφέρονται οι κυριότερες παραδόσεις των τριών τελευταίων χρόνων που αφορούν τα υπό προμήθεια ή όμοια με αυτά προϊόντα στον οποίο να αναφέρονται οι ποσότητες, η αξία, ημερομηνίες, παραγγελίας κ.λ.π. σύμφωνα με τις απαιτήσεις του όρου 2.2(iii) σελίδα 7 των εγγράφων του διαγωνισμού. Υπεβάλατε κάποια στοιχεία που αφορούν παραδόσεις μόνο για το έτος 2004.»
Οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενοι πρόβαλαν την προδικαστική ένσταση πως οι αιτητές δεν νομιμοποιούνται αφού η προσφορά τους δεν ανταποκρινόταν σε ουσιώδεις όρους του διαγωνισμού. Έκρινα, όμως, πως αυτή ήταν αβάσιμη και την απέρριψα αφού η απόφανση περί τη μη ανταπόκριση και τις επιπτώσεις της, διερχόταν μέσα από διοικητική κρίση, η νομιμότητα της οποίας αμφισβητείται.
Οι αιτητές ανέπτυξαν στην αγόρευσή τους διάφορα επιχειρήματα αναφορικά με τη λειτουργία της Επιτροπής Αξιολόγησης, την αιτιολογία της Έκθεσής της αλλά και την ανταπόκριση των ενδιαφερομένων στους όρους του διαγωνισμού. Αυτά, ορθώς τα απέσυραν κατά τις διευκρινίσεις. Η Έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης, υπογραμμένη από όλα τα μέλη της καθιστούσε άνευ σημασίας τα προηγηθέντα κατά τις συνεδριάσεις της και η αιτιολογία σ' αυτή, ως προς τους αιτητές, ευκρινώς καταγράφεται. Από την άλλη, υπό το δεδομένο ότι οι αιτητές αποκλείστηκαν ως μη ανταποκρινόμενοι, η προσφυγή θα επιτύχει ή θα αποτύχει ανάλογα με τη νομιμότητα αυτού του αποκλεισμού, ανεξάρτητα από όσα θα μπορούσαν να συσχετισθούν προς την προσφορά των ενδιαφερομένων. Κρίση πως καλώς αποκλείστηκαν ως μη ανταποκρινόμενοι, θα απέληγε σε διαπίστωση πως δεν νομιμοποιούνται ενώ η αντίθετη θα σήμαινε πως παρανόμως έγιναν οι συγκρίσεις και οι αξιολογήσεις που οδήγησαν στην κατακύρωση, αφού αυτές δεν αφορούσαν και στη δική τους ήδη αποκλεισθείσα προσφορά.
Προσδιορίστηκε, λοιπόν, ως μόνο επίδικο ζήτημα η νομιμότητα του αποκλεισμού τους. Επ' αυτού, το νομικό σημείο που εγέρθηκε είναι συγκεκριμένο. Αφορά στην αρμοδιότητα για τη διαμόρφωση κρίσης για μη ανταπόκριση στους όρους του διαγωνισμού και στον συνακόλουθο για τέτοιο λόγο αποκλεισμό. Συμφωνούν τα μέρη πως η Επιτροπή Αξιολόγησης, ενόψει του Κανονισμού 9(1) των περί της Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, Έργα και Υπηρεσίες) (Γενικών) Κανονισμών του 2004 (Κ.Δ.Π. 71/04) δεν είχε η ίδια αποφασιστική αρμοδιότητα και πως μόνο εισηγήσεις προς το Συμβούλιο Προσφορών μπορούσε να υποβάλει. Επίσης πως, σύμφωνα με τον Κανονισμό 26 των ίδιων Κανονισμών, την εξουσία απόρριψης οποιασδήποτε προσφοράς όπως και τη συναφή κρίση πως αυτή παρουσιάζει ουσιώδη απόκλιση ή ασάφεια, την έχει μόνο το Συμβούλιο Προσφορών. Υποστηρίζουν συνεπώς οι αιτητές πως αναρμοδίως διαμόρφωσε τη συναφή κρίση και πήρε την απόφαση για τον αποκλεισμό η Επιτροπή Αξιολόγησης. Οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενοι δεν διαφωνούν πως θα στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας αν πράγματι η Επιτροπή Αξιολόγησης άσκησε τέτοια αποφασιστική αρμοδιότητα. Η θέση τους, όμως, είναι πως «η Επιτροπή Αξιολόγησης κινήθηκε μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της .» και πως «την τελική απόφαση την έλαβε το Συμβούλιο Προσφορών σύμφωνα με τις επιτακτικές διατάξεις των Κανονισμών». Το οποίο, όπως πρόσθεσαν κατά τις διευκρινίσεις, θα μπορούσε, αν το έκρινε σκόπιμο, να ζητήσει όπως αξιολογηθεί και η προσφορά των αιτητών.
Η Έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης δεν αφήνει περιθώριο άλλης ερμηνείας. Δεν ήταν εισήγηση για αποκλεισμό που υπέβαλε. Απέκλεισε τους αιτητές όπως σαφώς δηλώνει η κατάληξή της πως «δεν συνεχίζουν να συμμετέχουν στην πάρα πέρα αξιολόγηση.». Ό,τι ακολουθεί στην Έκθεση είναι συγκρίσεις και αξιολογήσεις αφορώσες σε άλλους και η εισήγηση για κατακύρωση προς τους ενδιαφερόμενους έγινε, με τον αποκλεισμό των αιτητών ως δεδομένο.
Ενώπιον του Συμβουλίου Προσφορών, επομένως, δεν υπήρχε η απαραίτητη κατά τους Κανονισμούς εισήγηση με αναφορά σε συγκρίσεις και αξιολογήσεις που θα περιλάμβαναν και τους αιτητές. Και το Συμβούλιο Προσφορών δεν αναφέρθηκε καν στο θέμα του αποκλεισμού τους. Έχω παραθέσει το σύντομο πρακτικό του. Αναφέρεται σε μελέτη της Έκθεσης Αξιολόγησης και σε απόφαση για ανάθεση στους ενδιαφερόμενους σύμφωνα με την εισήγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης ως του φθηνότερου προσφοροδότη. Ως του φθηνότερου μεταξύ ποίων; Και των αιτητών ή μόνο μεταξύ των υπολοίπων; Το θέμα δεν είναι, βεβαίως, ποιός πράγματι ήταν ο φθηνότερος. Αυτό εξάγεται από τα σταθερά δεδομένα και οι αιτητές δεν ήταν οι φθηνότεροι. Ό,τι εδώ αναζητούμε είναι την αιτιολογική βάση της απόφασης και τις επιπτώσεις, ανάλογα. Πράγματι αποκλεισμός των αιτητών και από το Συμβούλιο Προσφορών, κρινόμενος νόμιμος, θα αναδείκνυε ως άσχετα τα προβληθέντα ως προς την ανταπόκριση των ενδιαφερομένων. Τα οποία και εγκαταλείφθηκαν, όπως σημείωσα, πάνω στη βάση του αποκλεισμού τους. Ενώ, αντιθέτως, ο συνυπολογισμός και των αιτητών θα αναδείκνυε την ανυπαρξία συγκρίσεων και αξιολογήσεων της Επιτροπής Αξιολόγησης, που θα περιλάμβαναν και τους αιτητές. Η επιστολή προς τους αιτητές, ημερομηνίας 7.4.05, που συναφώς αναφέρει ως πρώτο λόγο για την απόφαση που λήφθηκε το ότι «δεν έχετε προσφέρει τις χαμηλότερες τιμές σύγκρισης», είναι ενδεικτική της σύγχυσης που από τα προηγούμενα προκύπτει.
Κρίνω πως, με πάσχουσα ως ανωτέρω την αιτιολογία της απόφασης του Συμβουλίου Προσφορών, στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας και θα εναπόκειται στη διοίκηση να ξεκαθαρίσει το θέμα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με £800 έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
ΜΣι.