ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 4 ΑΑΔ 598
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[Υπόθεση Αρ. 394/2005]
4 Σεπτεμβρίου, 2007
[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Αιτητές
ν.
ΔΗΜΟΥ ΓΕΡΜΑΣΟΓΕΙΑΣ
Καθ' ων η αίτηση
Μιχ. Β. Ιωάννου για τους αιτητές.
Κ. Στιβαρού για Δημητρίου & Δημητρίου για τους καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Από ετών οι αιτητές 1 εξασφάλιζαν ετήσιες άδειες λειτουργίας της επιχείρησής τους Gift & Music - Souvenir Store στην οδό Γεωργίου Α΄, στον Ποταμό της Γερμασόγειας.
Για το 2005, ενόψει αίτησης για όμοια άδεια, οι καθ' ων η αίτηση, με την επιστολή ημερομηνίας 2.2.05, ως η αρμόδια αρχή, κάλεσε τους αιτητές 1 να προβούν στις αναγκαίες διαδικασίες και να προσκομίσουν τα απαραίτητα πιστοποιητικά, μέχρι τις 11.3.05. Εν τούτοις, πριν από αυτή την ημερομηνία, όπως πληροφόρησαν τους αιτητές με την επιστολή τους ημερομηνίας 21.2.05, αποφάσισαν την απόρριψη της αίτησης, με την ακόλουθη αιτιολογία:
«Μετά από επιτόπου επίσκεψη στο υποστατικό σας, έχω διαπιστώσει ότι έχουν γίνει παράνομες επεκτάσεις, και ως εκ τούτου η αίτηση σας δεν εγκρίνεται.
Ο Δήμος Γερμασόγειας θα μπορούσε να σας εκδώσει άδεια λειτουργίας, αφού προηγουμένως προβείτε στην κατεδάφιση των παράνομων επεκτάσεων.»
Στην προσφυγή των αιτητών οι καθ' ων η αίτηση κατ' αρχάς αντέδρασαν με την υποβολή σειράς προδικαστικών ενστάσεων. Πως η επιστολή της 21.2.05 δεν αφορούσε σε εκτελεστή διοικητική πράξη, πως δεν νομιμοποιούνταν ενόψει της μετονομασίας τους όπως τη δηλώνει και ο ίδιος ο τίτλος της προσφυγής αλλά και γενικώς, ιδιαιτέρως η δεύτερη αιτήτρια. Επίσης πως, οι θεραπείες Β μέχρι Δ δεν είναι, ούτως ή άλλως, παραδεκτές. Απέσυραν στο τέλος αυτές τις προδικαστικές ενστάσεις, ορθώς καθώς μου φαίνεται τις θεμελιακές, εκείνες δηλαδή που άπτονταν της βιωσιμότητας της προσφυγής. Η θεραπείες Β μέχρι Δ, με τις οποίες επιδιώκονται δηλώσεις αναγνωριστικές των λόγων ακυρότητας που προωθούνται σε σχέση με τη μόνη εκτελεστή και υποκείμενη σε αναθεώρηση απόφαση, κακώς εξειδικεύθηκαν ως ξεχωριστές θεραπείες. Περαιτέρω, δεν μου φαίνεται ότι η αιτήτρια 2 έχει η ίδια άμεσο έννομο συμφέρον σε θέμα που αφορά στη λειτουργία της επιχείρησης, ως εκ της ιδιότητάς της ως αξιωματούχου των αιτητών 1 και ιδιοκτήτριας του ακινήτου που στεγάζει την επιχείρησή τους. Δεν χρειάζεται όμως να επεκταθώ αφού, εν πάση περιπτώσει, διατηρείται η βιωσιμότητα της προσφυγής και εγκύρως τίθεται υπό αναθεώρηση η απορριπτική απόφαση.
Οι αιτητές αμφισβήτησαν την επάρκεια της αιτιολογίας που δόθηκε με αναφορά στην έλλειψη οποιωνδήποτε λεπτομερειών συναρτημένων προς τις παράνομες επεκτάσεις που φέρονταν να διαπιστώθηκαν κατά τη χρονικά απροσδιόριστη επιτόπια εξέταση. Περαιτέρω, τη δυνατότητα καν συσχετισμού των κατ' ισχυρισμόν παράνομων επεκτάσεων, προς το θέμα. Εν τέλει, όμως, και κατ' επίκληση του τεκμηρίου της αθωότητας. Αρνούνται πως έγιναν παράνομες επεκτάσεις και εισηγούνται πως πρόωρα και αυθαίρετα έγινε τέτοια διαπίστωση χωρίς να είχε προηγηθεί καταδίκη για τέτοιο ποινικό αδίκημα. Αναφέρθηκαν συναφώς στο γεγονός ότι ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά της ιδιοκτήτριας του ακινήτου, εκείνη αρνήθηκε ενοχή και, μετά από μακρά εκκρεμότητα, αποσύρθηκε.
Δεν θα ήμουν έτοιμος να συμφωνήσω με την κάθετη άποψη των αιτητών πως παρανομίες αφορώσες στο ακίνητο δεν θα ήταν δυνατό να συναρτηθούν και προς τη χορήγηση άδειας λειτουργίας επιχείρησης σ' αυτό, τηρουμένης βεβαίως και της αρχής της αναλογικότητας. Θεωρώ, όμως, βάσιμη την τελική τους εισήγηση και δεν χρειάζεται να επεκταθώ σε όσα παραπέμπουν στην έλλειψη λεπτομερειών ως προς τη φύση και την έκταση των αναφερθεισών ως παράνομων επεκτάσεων.
Βρίσκεται στη ρίζα της προσβαλλόμενης απόφασης η εκτίμηση πως έγιναν προεκτάσεις και πως αυτές ήταν παράνομες. Οι αιτητές αρνούνται γενικώς και το πλαίσιο διαπίστωσης της ύπαρξης τέτοιου γεγονότος, ενόψει της άρνησής του, θα μπορούσε να ήταν μόνο καταδικαστική απόφαση σε ποινική υπόθεση. Οι καθ' ων η αίτηση λέγουν πως ήταν καθήκον των αιτητών να προσκομίσουν οι ίδιοι την άδεια οικοδομής του υποστατικού για να εξασφαλίσουν άδεια λειτουργίας, που δεν θα μπορούσε να ήταν η αρχική, αφού μεσολάβησαν παράνομες επεκτάσεις. Έτσι, όμως, δημιουργείται κύκλος αφού και αυτή η εισήγηση εκλαμβάνει ως δεδομένες τις παράνομες επεκτάσεις. Επίσης, υποστηρίζουν πως η απόσυρση της ποινικής υπόθεσης έγινε μόνο για νομοτυπικούς λόγους και πως θα ασκείτο νέα. Δεν ασκήθηκε νέα ούτε και μέχρι την απαντητική αγόρευση των αιτητών αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Δεν είναι η ύπαρξη σε εκκρεμότητα ποινικής υπόθεσης που έχει σημασία, αλλά η κατάληξή της. Η απόφαση της πλήρους Ολομέλειας στην Παπασάββας ν. Δημοκρατίας (2003) 3 ΑΑΔ 134, τηρουμένων των αναλογιών, είναι σχετική. Επαναλήφθηκε εκεί, με αναφορά στην Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 485 πως,
«καμιά κύρωση δεν μπορεί να επιβληθεί σε άτομο για ποινικό ή πειθαρχικό παράπτωμα έξω από το πλαίσιο ποινικής ή πειθαρχικής διαδικασίας, προσαρμοσμένης στις διατάξεις του Άρθρου 12 του Συντάγματος».
Εν προκειμένω δεν έχουμε, βεβαίως, κύρωση αλλά, κατά το υπόλοιπο ουσιώδες μέρος, έχουμε διοικητική δράση αρνητική για τον πολίτη κατ' επίκληση ποινικού αδικήματος, η διάπραξη του οποίου αμφισβητείται και η οποία δεν διαγνώστηκε σε ποινική διαδικασία.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με £700 έξοδα υπέρ των αιτητών. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
ΜΣι.