ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 32/2005)
28 Σεπτεμβρίου, 2007
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 24, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΥΠΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΛΤΔ.,
Αιτητές,
ν.
ΔΗΜΟΥ ΛΑΤΣΙΩΝ,
Καθ' ου η Αίτηση.
________________________
Ξ. Ξενοφώντος για Χρ. Κληρίδη, για τους Αιτητές.
Χρ. Χριστοφίδης με Βαλιαντή, για Λ. Παπαφιλίππου, για τον Καθ' ου η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι αιτητές, οι οποίοι έχουν έδρα τους τα Λατσιά και δραστηριοποιούνται στον τομέα της παραγωγής υποδημάτων, με την παρούσα προσφυγή, ζητούν ακύρωση της απόφασης του Δήμου Λατσιών, (ο «Δήμος»), ημερομηνίας 17/12/2004, με την οποία απορρίφθηκε ένστασή τους για την επιβολή σ' αυτούς επαγγελματικού φόρου ύψους Λ.Κ.573,00.
Στις 11/5/2004, το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου, (το «Συμβούλιο»), υιοθετώντας εισήγηση της Διαχειριστικής Επιτροπής, ημερομηνίας 6/5/2004, για αύξηση στην επαγγελματική φορολογία του έτους 2004 ύψους 10%, επέβαλε στους αιτητές επαγγελματικό φόρο, για το συγκεκριμένο έτος, το ποσό των Λ.Κ.573,00.
Οι αιτητές, με επιστολή τους ημερομηνίας 27/10/2004, υπέβαλαν ένσταση στην εν λόγω φορολογία, ισχυριζόμενοι ότι το ποσό ήταν υπερβολικό. Η ένστασή τους εξετάστηκε από Επιτροπή, που συστήθηκε με απόφαση του Δήμου σύμφωνα με το ΄Αρθρο 45 του περί Δήμων Νόμου του 1985, (Ν. 111/85), όπως τροποποιήθηκε, (ο «Νόμος»), η οποία και εισηγήθηκε απόρριψή της για τους πιο κάτω λόγους:-
«Κατά το 2003 επεβλήθη στην εταιρεία το ποσό των £521=. Συμφώνως απόφασης Δ.Σ. ημ. 11/5/04, απεφασίσθη αύξηση 10% διά το 2004, δηλ. το ποσό είναι ορθό. Σε τηλεφ. επικοινωνία που είχα στις 30/10/04 ώρα 8.50 π.μ. με τον κον Στέλιον της εταιρείας Αφροδίτη μου ανέφερε ότι η εταιρεία απασχολεί 3 άτομα στην αποθήκη και 5 πωλήτριες. Συμφώνως του περί Δήμων Νόμου 111/85 άρθρα 104+105 δικαιούται ο Δήμος να επιβάλει ποσό μέχρι £600= ετησίως σε εταιρείες που απασχολούν από 5 έως 10 άτομα προσωπικό.»
Στη συνέχεια, το Συμβούλιο, κατά τη συνεδρίασή του στις 13/12/2004, απέρριψε το αίτημα για μείωση της επαγγελματικής φορολογίας για το έτος 2004, αφού έλαβε υπόψη:-
«1. Το περιεχόμενο της επιστολής ... ημερομηνίας 27.10.2004,
2. Το ύψος της άδειας επαγγέλματος που ... επιβλήθηκε για το έτος 2004 καθώς και το ύψος της ίδιας φορολογίας που ... επιβλήθηκε κατά το έτος 2003.
3. Τον αριθμό των εργοδοτουμένων της εταιρείας ...»
Με τη γραπτή του αγόρευση, ο Δήμος εγείρει προδικαστικά ζήτημα μη εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης απόφασης. Ισχυρίζεται ότι η προσφυγή στρέφεται εναντίον πράξης εκτέλεσης, η οποία δεν είναι δυνατό να προσβληθεί με προσφυγή. Υποστηρίζει ότι εκτελεστές πράξεις είναι οι προηγηθείσες πράξεις: της Διαχειριστικής Επιτροπής, ημερομηνίας 6/5/2004, με την οποία αποφασίστηκε η επιβολή αύξησης στην επαγγελματική φορολογία για το έτος 2004, και του Συμβουλίου, ημερομηνίας 11/5/2004, με την οποία εγκρίθηκε η απόφαση της Διαχειριστικής Επιτροπής.
Η έννοια του όρου «εκτελεστή διοικητική πράξη» έχει επεξηγηθεί στη Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd. (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, 31 (απόφαση Πική, Δ., όπως ήταν τότε), στην οποία το θέμα τέθηκε ως εξής:-
«Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους. Πράξη εκτέλεσης είναι εκείνη που έχει ως λόγο την εφαρμογή εκτελεστής πράξης. Διοικητικά μέτρα για την εφαρμογή εκτελεστής πράξης συνιστούν πράξη εκτέλεσης που όπως υποδηλώνει ο όρος η πράξη δεν είναι αφ' εαυτής γενεσιουργός δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αλλά μοχλός για την υλοποίηση της γενέτειρας πράξης ή απόφασης. (Βλ. ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ, 1929-1959, σελ. 240, Τσάτσος - Η ΑΙΤΗΣΙΣ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ, σελ. 127 κ.επ., και Στασινόπουλος - ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ, σελ. 125).»
Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί. Η απόφαση της Διαχειριστικής Επιτροπής δεν είχε ως άμεση συνέπεια τη δημιουργία οποιωνδήποτε υποχρεώσεων εκ μέρους των αιτητών. ΄Αλλωστε, η εν λόγω απόφαση δεν ήταν τελική. ΄Οπως ρητά προβλέπεται στο ΄Αρθρο 45(3) του Νόμου, αυτή έπρεπε να υποβληθεί στο Συμβούλιο για έγκριση. Υποβλήθηκε, βέβαια, και εγκρίθηκε στις 11/5/2004, χωρίς, όμως, να υποστηριχθεί ότι αυτή κοινοποιήθηκε αμέσως στους αιτητές. Δεδομένου ότι ο Δήμος δεν προσδιόρισε την ημερομηνία γνωστοποίησης στους αιτητές της απόφασής του για επιβολή το 2004 αυξημένης επαγγελματικής φορολογίας και εξέτασε την ένστασή τους ημερομηνίας 27/10/2004 ως εμπρόθεσμη, καταλήγω ότι η κοινοποίηση σ' αυτούς έγινε λίγες μέρες πριν από τις 27/10/2004 και, συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εκτελεστή.
Ο συνήγορος των αιτητών προβάλλει σειρά νομικών σημείων, τα οποία, κατά την εισήγησή του, τεκμηριώνουν λόγους ακυρότητας, με πρώτο ότι η σύνθεση της Διαχειριστικής Επιτροπής, η οποία αποφάσισε αύξηση της επαγγελματικής φορολογίας για το έτος 2004 κατά 10%, δεν ήταν νόμιμη, με αποτέλεσμα να πλήττεται και η εγκυρότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, η οποία βασίστηκε σ' αυτή. Σύμφωνα με τους αιτητές, στο πρακτικό της επίδικης συνεδρίασης, σημειώνεται απόν το μέλος της Επιτροπής Μάριος Χαννίδης, χωρίς να υπάρχουν στοιχεία κατά πόσο το συγκεκριμένο μέλος είχε κληθεί νομότυπα να παραστεί σ' αυτή. Ανάλογα, εισηγούνται και για τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου, ημερομηνίας 11/5/2004, από την οποία απουσίαζαν δύο μέλη - οι Κυριάκος Παρπούνας και Μάριος Χαννίδης - και 13/12/2004, από την οποία απουσίαζαν τα μέλη Παναγιώτης Κυπριανού και Πέτρος Βουτουρής.
Με σκοπό την αντίκρουση των εν λόγω ισχυρισμών, ο συνήγορος του Δήμου, με τη γραπτή του αγόρευση, επισύναψε ως Παραρτήματα Α, Β και Ε αντίγραφα προσκλήσεων προς τα μέλη της Διαχειριστικής Επιτροπής και του Συμβουλίου για τις συνεδριάσεις της 6/5/2004, 11/5/2004 και 13/12/2004, αντίστοιχα, υποστηρίζοντας ότι η ύπαρξη των εν λόγω αντιγράφων είναι επαρκής για να τεκμηριώσει την αποστολή των προσκλήσεων σε όλα τα μέλη της Διαχειριστικής Επιτροπής και του Συμβουλίου.
Σχετικά με τον τρόπο της πρόσκλησης μελών συλλογικού οργάνου για συμμετοχή σε συνεδρίαση, στο Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Επαμεινώνδα Π. Σπηλιωτοπούλου, Πέμπτη Έκδοση, αναφέρεται:- (σελ. 128, παρ. 127)
«Εξάλλου, η πρόσκληση των μελών πρέπει να αποδεικνύεται από έγγραφα, που είναι προγενέστερα της ημερομηνίας της συνεδρίασης (π.χ. αποδεικτικό επίδοσης, βεβαίωση του καλουμένου, υπογραφή από το μέλος βιβλίου πρόσκλησης κλπ.) (ΣΕ 3220/1982). Η πρόσκληση μπορεί να γίνει και με τηλεφώνημα ή τηλεγράφημα, εφόσον αποδεικνύεται από σχετική σημείωση σε ειδικό βιβλίο, η οποία φέρει χρονολογία και την υπογραφή του προσώπου που έκανε το τηλεγράφημα ή το τηλεφώνημα (Ν. 1599/1986, άρθρο 19§5).»
Την έλλειψη της πρόσκλησης και, συνεπώς, για το λόγο αυτό, την πλημμέλεια της νόμιμης σύνθεσης θεραπεύει η παρουσία του μέλους στη συνεδρίαση - (ΣΕ 2255/1967).
Ανάλογο ζήτημα εξετάστηκε επανειλημμένα και εκείνο που προκύπτει ως ανάγκη για να ικανοποιείται η απαίτηση για πρόσκληση των μελών συλλογικού οργάνου σε συνεδρίαση είναι ό,τι προνοεί το ΄Αρθρο 21(3) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/99) και/ή όπως το έθεσε ο Νικολάου, Δ. στη Νικολέτα Χριστοφόρου ν. Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 853/2003, 8/9/05, δηλαδή:-
«...να βεβαιώνεται από σαφή γραπτά στοιχεία, καταχωρισθέντα κατά το χρόνο της πρόσκλησης και μάλιστα ως μέρος διαδικασίας την οποία να μπορεί κανείς αυτόματα να εμπιστευθεί.»
Στην παρούσα περίπτωση, στις συγκεκριμένες προσκλήσεις - Παραρτήματα Α, Β και Ε - δεν υπάρχει οποιαδήποτε ένδειξη ως προς τον τρόπο αλλά και το χρόνο αποστολής τους, ώστε να μπορεί το Δικαστήριο να στηριχθεί με ασφάλεια σ' αυτές. Το κενό, το οποίο υπάρχει, δεν μπορεί να πληρωθεί στη βάση υποθέσεων.
Θεωρώ ότι, με το δεδομένο της πάσχουσας σύνθεσης της συνεδρίασης της Επιτροπής στις 6/5/2004 αλλά και των συνεδριάσεων του Συμβουλίου στις 11/5/2004 και 13/12/2004, δεν υπάρχει λόγος να ασχοληθώ με άλλα θέματα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με £600,00 έξοδα υπέρ των αιτητών.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΕΠσ, ΜΠ